εἰκόνα: Henry Matisse, Femme à l'amphore - 1953
|
ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ |
Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος
Από τα "Χριστιανικά σχεδιάσματα"
Ἀπὸ Σπύρου Κοκκίνη 6η ἔκδ,
«Ἀνθολογία Νεοελληνικῆς Ποίησης»
Ἐκδ. Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε., Ἀθῆναι 2000.
3.
Γέμισε ὁ φράχτης γιασεμιὰ κ' ἡ στέρνα γέμισε ἄστρα.
Στὰ φύλλα ἐπάνω, στὰ νερά, στὰ κλώνια, στὰ πεζούλια,
στὸ ὑγρὸ τὸ χῶμα, στὶς σκεπές, στῶν δρόμων τὰ χαλίκια,
πέρασε ἀπόψε ὁ διάφεγγος τοῦ Κύριου κι ἄσπρος ἴσκιος.
Γέμισε ὁ φράχτης γιασεμιὰ κ' ἡ στέρνα γέμισε ἄστρα.
Κι ὁ Κύριος στάθηκε ἀντικρὺ στὴ στέρνα καὶ στὸ φράχτη
σὰ λυπημένος ἀδερφὸς καὶ καταφρονεμένος,
γιατί τὸν βάραινε ἡ στεγνὴ τῶν Οὐρανῶν εὐδία.
Κ' εἴταν σὰν ἄρρωστος πολύ, πληγὲς γεμάτος, ἴδιος
μ' ἕνα φευγάτο ἀπὸ σκληρὸν ἀγῶνα στρατιώτη,
γιατί τὸν βάραινε ἡ πικρὴ καὶ στεῖρα μοναξιά του.
Κ' εἴταν σὰν ἄρρωστος πολὺ ὁ Κύριος τῶν Κοιλάδων.
Κ' ἦρθε καὶ στάθηκε ἀντικρὺ στὴ στέρνα καὶ στὸ φράχτη
κ' ἔκλαψε ὡς ἄρρωστος πολύ, μεσ' στὸ γαλάζιο φέγγος.
|
|
|