εἰκόνα: Henry Matisse, Femme à l'amphore - 1953
|
ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ |
Γεώργιος Δελής
Όταν θα πάμε στη δική μου χώρα
Ἀπὸ Σπύρου Κοκκίνη 6η ἔκδ,
«Ἀνθολογία Νεοελληνικῆς Ποίησης»
Ἔκδ. Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε., Ἀθῆναι 2000.
Καὶ κάποτε σὰν πᾶμε στὴ δική μου χώρα
— ζευγάρι οἱ δυό μας μὲ τοῦ ὀνείρου τὰ στεφάνια —
τῆς μυστικῆς μου ἀγάπης τὰ πιὸ σπάνια
καὶ πλούσια ἐκεῖ φυλάω γιὰ σένα δῶρα.
Προκοσμικὰ βαθύσκιωτα περβόλια,
ροδοζωσμένα, χρυσομάρμαρα παλάτια,
ἀπέραντα ἀνθολίβαδα, ἀνεμόποδα ἄτια,
καὶ στὰ βαθιά μου ἀπάγκια ἀραζοβόλια,
χρυσάρμενα καράβια τριπλοφτερωμένα
μᾶς καρτεροῦν γιὰ τὰ πιὸ ὡραῖα ταξίδια,
κι ἔχω τοῦ κόσμου ὅλα τ' ἀτίμητα στολίδια,
καὶ μιὰ κορόνα ρηγικιὰ — κι ὅλα γιὰ σένα.
Καὶ σὰ θὰ φύγομε γιὰ τὴ δική μου χώρα,
θὰ σὲ προσμένω ἀρόδου σὰ θὰ ξημερώνει,
μὲ τὸ μαϊστράλι πρίμα, δίπλα στὸ τιμόνι,
καὶ θἄρθεις μόνη, ταξιδιώτισσα ἀσπροφόρα.
Καὶ μεσοπέλαα κάπου θὰ ξεσπάσει ἡ μπόρα,
θὰ βογκοτρίζουν οἱ καρένες θὰ σφυρὰν τὰ ξάρτια,
μὲς στ' ἀστραπόφωτο θ' ἀστράφτουν τὰ χρυσὰ κατάρτια,
καὶ θἄναι σὰν τοῦ κόσμου ἡ ὕστερη ὥρα.
Ὅμως ἐμεῖς, ὀρθοὶ στὴν πλώρη, τὴ μεγάλη
θενὰ τηρᾶμε πάλη τῶν κυμάτων γύρω,
ἀπὸ τὸ ἀδρὶ τῆς ἅρμης θὰ μεθᾶμε μύρο
καὶ θὰ σοῦ ἀνιστορῶ τῆς χώρας μου τὰ κάλλη.
Καὶ κάποτε, σὰ φτάσομε στὴ χώρα,
τὴ μαγιωμένη χώρα τὴ δική μου πέρα,
μὲς στὸ χρυσὸ λιοβρόχι θ' ἀντιλάμπει ἡ μέρα
καὶ θάναι σὰν τοῦ κόσμου ἡ πρώτη ὥρα.
Καὶ θάναι τῆς ἀγάπης μας ἡ πρώτη μέρα
γιορτῆς αὐγὴ καὶ σκόλη στῆς ψυχῆς τὴν πλάση,
καὶ προσευχῆς ἀμὴν καὶ εἰρήνη πάσι
ἡ πρώτη της ἀγάπης μας ἑσπέρα.
Καὶ θάναι τῆς ἀγάπης μας ἡ νύχτα ἡ πρώτη
βαθιὰ ὅσο γύρω ὁ ὕπνος τῶν κυμάτων
κι ἡδονεμένη ὅσο τὰ ρίγη τῶν θανάτων
στῶν πρώτων φιλημάτων τὴν αἰωνιότη.
|
|
|