Δημήτριος Κωνσταντέλος
Μαρτυρίες για την Ταυτότητα των Βυζαντινών και των Ρωμιών σε Ελληνικές Πηγές
[Από το περ. 'Πεμπτουσία' τεύχ. 7, 8, 9 Δεκέμβριος 2001 - Νοέμβριος 2002]
Ο ΣΥΡΟΣ μοναχός Ιησούς Ο Στυλίτης γράφει για την πανώλη που έπεσε στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας γύρω στο 501-502 οι Γραικοί στρατιώτες εκεί εφρόντισαν δια τους ασθενείς με αυτοθυσίαν(13). Η Συριακή Αποκάλυψις η οποία αποδίδεται στον Μεθόδιο Πατάρων, γνωστό ως Ψευτο-Μεθόδιο, χρησιμοποιεί το «Γραικός» και «Ρωμηός» ως συνώνυμα. Περιγράφει τους αυτοκράτορες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ως «κυβερνήτες των Γραικών, δηλαδή των Ρωμηών»(14). Η Αποκάλυψις πρωτογράφηκε στα Συριακά. Αλλά και εβραϊκές πηγές της διασποράς αποκαλούν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία Γραικία και τους κατοίκους της Γραικούς. Πολύ περιληπτικά θα περιορισθώ σε ελάχιστα παραδείγματα.
Μαρτυρίες σε εξωχριστιανικές πηγές
Εβραϊκά κείμενα του δεκάτου, αιώνα από τη Χαζαρία όπου υπήρχαν πολλοί Εβραίοι, είτε μετανάστες εκεί ή και προσήλυτοι κάνουν λόγο για τη χώρα της Γραικίας κι ότι ο Ρώσος Πρίγκηπας Ολέγ σε εκστρατεία του εναντίον της Γραικίας «ηττήθη κατά κράτος από τους Γραικούς»(15)
Από την Ιβηρική χερσόνησο, ο Yehvda ben David Hayyus, μέγας φιλόσοφος του 11ου αιώνα από την Κόρδοβα, σχολιάζοντας την πολιτική του Βασιλείου του Πρώτου έναντι των Εβραίων της Αυτοκρατορίας, γράφει ότι ο Βασίλειος διέταξε την καταδίωξη των Εβραίων σε όλη την χώρα της Γραικίας κι ότι χίλιες εβραϊκές κοινότητες ασπάσθησαν τον χριστιανισμό(16). Συγγενική είναι και μία άλλη μαρτυρία από την Ισλαμική Αίγυπτο: Όταν ο Χαλίφης al-Hakim [996-1021] άρχισε να επιβάλλει διαφόρους περιορισμούς στους Εβραίους, τους ενεθάρρυνε να μεταναστεύσουν «στις επαρχίες των Γραικών»(17).
Περισσότερο συγκεκριμένος για την ελληνικότητα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είναι ο Ισπανοεβραΐος Βενιαμίν από την Τουδέλα ο οποίος κατά τον 12ο αιώνα ταξίδευσε στην Ανατολή και επισκέφθηκε πολλές πόλεις της Αυτοκρατορίας. Για τον Βενιαμίν ολόκληρη η Βαλκανική χερσόνησος και η Μικρά Ασία ονομάζονται Γραικία. Η Κωνσταντινούπολη για τον Βενιαμίν είναι πρωτεύουσα της Γιαβάν η οποία ονομάζεται Γραικία(18). Ο Βενιαμίν προσθέτει ότι «οι Γραικοί δεν είναι πολεμοχαρείς. Διά τους πολέμους των έχουν μισθοφόρους...Εις την Κωνσταντινούπολη είναι η εκκλησία της Αγίας Σοφίας και η έδρα του πάπα των Γραικών... Οι Γραικοί δεν υπάγονται εις τον πάπα της Ρώμης». Οι Γραικοί περιγράφονται ως «πολύ πλούσιοι, κάτοχοι χρυσού και πολύτιμων λίθων, καλοντυμένοι και με πλούσια αγαθά άρτου, κρέατος καί οίνου. Ο πλούτος της Κωνσταντινουπόλεως δεν ευρίσκεται στον υπόλοιπο κόσμο. Εδώ ευρίσκονται άνθρωποι που έχουν μελετήσει όλα τα βιβλία των Γραικών». Ο Βενιαμίν παρουσιάζει μία λίαν κολακευτική εικόνα της Κωνσταντινουπόλεως, της πρωτεύουσας των Γραικών". Για τον Άραβα ταξιδιώτη Ίμπν Μπατούτα ο αυτοκράτορας που βασιλεύει στην Κωνσταντινούπολη είναι ο βασιλεύς των Γραικών. Πόλεις όπως η Σινώπη, Προύσα, ΄Εφεσος και Σμύρνη ονομάζονται πόλεις των Γραικών. Στα χρόνια του Μπατούτα ο Γαζής Τσελεμπί, που ήταν διοικητής της Σινώπης, πόλεως περικυκλωμένης από έντεκα χωριά κατοικούμενα από «απίστους Γραικούς», συνήθιζε να εκστρατεύει «εναντίον των Γραικών». Η Έφεσος, μεγάλη και αρχαία πόλη «ελατρεύετο από τους Γραικούς». Η Προύσα πάρθηκε «από τους Γραικούς». Όταν η Σμύρνη πολιορκούνταν από τους Τούρκους υπό την πίεση της πολιορκίας «οι Γραικοί έκαμαν έκκλησι για βοήθεια στον Πάπα»(20).
Οι ρωσικές πηγές
Χωριστά από τις προμνημονευθεϊσες μαρτυρίες, οι πρώτες ρωσικές πηγές γνωστές ως Διηγήσεις Περασμένων Χρόνων και ως το Χρονικό του Νέστορος περιγράφουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως Γραικία και τους κατοίκους της ως Γραικούς. Ο βασιλεύς τους είναι «βασιλεύς των Γραικών». Ο Ρώσος πρίγκιπας Ιγκόρ προχώρησε εναντίον «των Γραικών» και έλαβε χρυσό καί δώρα από τους «Γραικούς».Αλλά ποιοι είναι οι «Γραικοί»; Είναι οι Μακεδόνες, Θράκες, Θεσσαλοί, Ηπειρώτες, Πελοποννήσιοι και άλλοι από ολόκληρο «τον ελληνικόν κόσμον». Για το Χρονικό του Νέστορος, Βυζάντιο εννοείται μόνο η πόλη του Βυζαντίου, η Κωνσταντινούπολη(21).
Άλλες μεταγενέστερες ρωσικές πηγές όπως τα χειρόγραφα που περιγράφουν τις περιπέτειες του Στεφάνου του Νοβγκορόντ μιλούν για το Τυπικό του άγιου Σάββα το οποίο ακολουθήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο Άγιο Όρος, σε Μονές παρά τον Ιορδάνη και «απανταχού της χώρας των Γραικών»(22). Προφανώς η χώρα των Γραικών δεν είναι η ελληνική χερσόνησος αλλά όλη η Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Υπάρχει η [εσφαλμένη] εντύπωση ότι οι λατινικές πηγές του Μεσαίωνα που χρησιμοποιούν τις λέξεις «Γραικός» και «Γραικία» τις μεταχειρίζονται υποτιμητικά, αν όχι υβριστικά για τους Έλληνες, αντίληψη με την οποία διαφωνώ. Από τον τέταρτο ακόμη αιώνα το Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ονομάστηκε Γραικία και ο πληθυσμός της Γραικοί. Οι μαρτυρίες είναι τόσο πολλές που εδώ μόνο ακροθιγώς είναι δυνατόν να απαντήσουμε.
Οι λατινικές πηγές του Μεσαίωνα
Σε επιστολή τους στον πάπα Βονιφάτιο Ι [418-422] οι Αφρικανοί επίσκοποι που συμμετείχαν στην Σύνοδο Καρχηδόνος το 419 μιλούν για την ορθή πίστη και πρακτική όπως την διατύπωσαν και τη βιώνουν οι Γραικοί που συνήλθαν στη Σύνοδο της Νικαίας το 325. «Τις γαρ αμφιβάλλει τα ίσα αληθέστατα είναι εν Γραικοίς της εν Νίκαια συναθροισθείσης συνόδου, άτινα από ούτω διαφόρων τόπων καί επισήμων Γραικών εκκλησιών προσενεχθέντα καί συγκριθέντα ομονοούσιν»(23).
Αργότερα, όταν επί πάπα Ιωάννου του 8ου γινόταν λόγος για το κύρος των κανόνων της πενθέκτης, απέρριψαν μερικούς κανόνες διότι ήσαν «έργο των Γραικών»(24). Είναι γεγονός ότι σε πολλές βιογραφίες παπών, όπως του Στεφάνου II, Χορμίσδα, Ιωάννου Ι, Ιωάννου III, Στεφάνου III, Αδριανού Ι, Νικολάου Ι για να περιοριστούμε στους πρώτους μεσαιωνικούς χρόνους, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ονομάζεται Γραικία, ο Αυτοκράτοράς της, βασιλεύς των Γραικών και οι πολίτες της Αυτοκρατορίας Γραικοίί(25).
Αλλά και πλείστες άλλες πηγές, ιστορικές αφηγήσεις, χρονογραφίες, εκκλησιαστικοί κανόνες και βίοι αγίων από την Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία και τις Βρετανικές νήσους συμφωνούν με τις άλλες λατινικές μαρτυρίες. Μόνο ονόματα θα μνημονεύσω, όπως τον πάπα Γρηγόριο τον Μέγα, Γρηγόριο του Τουρίνου, Σεβαστό Μπηντ, Ισίδωρο Σεβίλλης, Λιουτμπράντο Κλεμόνας, Παύλο τον Διάκονο τον χρονογράφο των Λογγοδάρδων. Για όλους αυτούς το Βυζάντιο ήταν Γραικία και οι κάτοικοί του Γραικοί(26).
Για τον διάσημο Einhard, τον βίογράφο του Καρλομάγνου, οι Έλληνες ονομάζονται «Γραικοί», και για τον μοναχό Notker, γνωστό ως Τραυλό, επίσης βιογράφο του Καρλομάγνου, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ονομάζεται «Γραικία» και οι κάτοικοί της «Γραικοί» ή «τέκνα της Ελλάδος»(27).
Οι λατινικές διηγήσεις για τις Σταυροφορίες μιλούν εκτεταμένα για τη φύση της Γραικίας, τον χαρακτήρα των Γραικών και τον πλούτο της πρωτεύουσας των Γραικών. Ο χρονογράφος Γκιμπέρ της Νοντζέν (Guibert de Nogent) επαινεί την «φιλοξενία των κατοίκων των Γραικικών επαρχιών» εν αντιθέσει με την άκρως ανήθικη συμπεριφορά των Σταυροφόρων. Άλλοι αυτόπτες μάρτυρες και χρονογράφοι των Σταυροφοριών, όπως ο Πέτρος ο Ερημίτης (Peter the Hermit), Geoffrey de Villehardouin, Robert di Clary περιγράφουν την Ελληνική Αυτοκρατορία ως Γραικία και τους κατοίκους της Γραικούς. Πλείστοι άλλοι Δυτικοευρωπαίοι ταξιδιώτες στην Ανατολή, όπως ο Αγγλοσάξωνας Saewulf και ο Γερμανός Johannes εκ Wurzburg και Theodoricus και θεολόγοι όπως ο διάσημος Θωμάς Ακινάτος ονομάζουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία «Γραικία» και τους κατοίκους της «Γραικούς». Υπήρχαν βέβαια και άλλοι χρονογράφοι της Δύσεως όπως ο Fulchet της Chartres που ονομάζουν την Αυτοκρατορία Romania-Ρωμανία(28).
Οι μαρτυρίες στις πηγές των ανατολικών λαών
Η ελληνικότητα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας επιβεβαιώνεται και από πηγές ανατολικών λαών, Ισλαμικών, χριστιανικών και μη, Αρμενίων, Γεωργιανών και Αραβικών. Για τους Αρμενίους, Γεωργιανούς και
άλλους λαούς της εγγύς και μέοης Ανατολής οι Βυζαντινοί καλούνταν Γοΐν, Γιαβάνι και η Αυτοκρατορία των Γιουναστάν, Γιαδάν ή Τζαβάν, δηλαδή Ίωνες και Ιωνία. Σε αρμενικές ιδιαιτέρως πηγές όλοι οι αυτοκράτορες από το Διοκλητιανό ο οποίος πρώτος εγκατέλειψε την Ρώμη και μετέφερε την πρωτεύουσά του στην Ελληνική Ανατολή, τη Νικομήδεια, έως τον τελευταίο Αυτοκράτορα του Βυζαντίου πολλοί στρατηγοί αλλά και όλοι οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως ονομάζονται Ιωΰν, δηλαδή Ίωνες. Σπανίως αρμενικές πηγές ταυτίζουν την αυτοκρατορία Γιουναστάν με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και το όνομα Γιουν [Ίωνα] με το όνομα Χορού [Ρωμαίοι](29).
Από τον τέταρτο και πέμπτο ακόμη αιώνα για τους Αρμενίους ιστορικούς το ανατολικό τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αναφέρεται ως η χώρα των Ελλήνων-Ιώνων. Ο: ιστορικός Elishe στην ιστορία του Βαρδάνη και των Αρμενικών πολέμων σπανίως καλεί την Ελληνική Αυτοκρατορία Ρωμαϊκή και τους κατοίκους της Ρωμαίους. Ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου είναι αυτοκράτορας των Γραικών. Παρόμοιες πληροφορίες παρέχει και ο Γρηγόριος Ναρεκάκι (Grigor Narekaci) ο οποίος σε πανηγυρικό του για το Βασίλειο Β' και Κωνσταντίνο VIII γράφει για διάφορες βιαιότητες που συνέβησαν «σε επαρχίες του κράτους των Γραικών». Τα στρατεύματα της Αυτοκρατορίας φέρονται ως ελληνικά στρατεύματα. Εν τούτοις, ο ίδιος ιστορικός ονομάζει τον Βασίλειο όχι μόνο Αυτοκράτορα των Ελλήνων-Γραικών αλλά και των Ρωμαίων. Όταν οι Μωαμεθανοί επετέθησαν και κατέλαβαν εδάφη της Αρμενίας, πολλοί Αρμένιοι κατέφυγαν στη χώρα των Γραικών οι οποίοι τους δέχθηκαν με πολλή συμπάθεια καί αγάπη(30).
Σε Αραβικές πηγές, προ-Μωαμεθανικές και μεταγενέστερες, η Αυτοκρατορία εμφανίζεται άλλοτε μεν ως Γραικία-Ελλάς και άλλοτε Ρουμ, Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η διαφορά στη χρήση της ονοματολογίας εξαρτάται και από τους μεταφραστές των πρώτων πηγών που χρησιμοποιούν τους όρους «Γραικός-Έλλην» και «Ρωμηός» εναλλακτικά και ως συνώνυμα.
Στο Μαρτύριο των εξήντα τριών ανδρών που μαρτύρησαν στα Ιεροσόλυμα από τους Αγαρηνούς κατά το πρώτο ήμισυ του 8ου αιώνα οι μάρτυρες κατάγονταν από την «των Γραικών γην» και ήσαν από «το των Γραικών γένος», ο δε βασιλεύς τους ήταν « ο των Γραικών τους άρχων»(31).
Όπως στη χρονογραφία του Θεοφάνη όπου το κράτος ονομάζεται Κράτος των Ρωμαίων, αλλά οι κάτοικοι, Γραικοί και η γλώσσα και η παιδεία τους, Γραικική, έτσι και σε μερικές Ισλαμικές πηγές η Αυτοκρατορία είναι Ρουμ αλλά και ο πολιτισμός τους είναι Ighrigiyah καί Yunaniyun.
Οι Αραβικές πηγές, προ-Μωαμεθανικές και μεταγενέστερες
Περιοριζόμαστε και πάλι σε μερικές μόνο ενδεικτικές πηγές που μιλούν για Ελληνική μάλλον παρά Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Ο Άραβας ιστορικός και γεωγράφος Ali al-Mascuch αναφερόμενος στην περίοδο του Ρωμαϊκού Λεκαπηνού και της πολιτικής του έναντι των Εβραίων χαρακτηρίζει την Αυτοκρατορία ως «την πατρίδα των Γραικών» και τον αυτοκράτορα «βασιλέα των Γραικών». Λόγω της πολιτικής του Ρωμανού, πολλοί Εβραίοι έφυγαν από την χώρα των Γραικών και κατέφυγαν στη Χαζαρία(32).
Κατά τον 11ο αιώνα, το 1047 ένας υψηλός κυβερνητικός αξιωματούχος από την επαρχία Κοιρασάν της Περσίας ταξίδευσε διά της Συρίας στην Παλαιστίνη όπου παρατήρησε ότι «από όλα τα μέρη της Ελληνικής αυτοκρατορίας Χριστιανοί και Ιουδαίοι είχαν έλθει προσκυνητές στα Ιεροσόλυμα(33).
Σε ένα απόσπασμα της Ιστορίας του Ibn Zabala που γράφτηκε γύρω στο 814 μ,Χ. αναφέρεται ότι ο βασιλεύς των Γραικών έστειλε στον Αl-Walid βοήθεια, δηλαδή εργάτες, δινάρια και φορτία κύβων μωσαϊκού για την αναστήλωση του Τζαμιού του Προφήτη στη Μεδίνα. Και το χρονικό του Al-Tabari που πέθανε το 923 κάνει λόγο για το Βυζαντινό Αυτοκράτορα ως άρχοντα των Γραικών. Κατά την ίδια περίοδο, δηλαδή από τον 9ο μέχρι τον 11ο αιώνα, ο Άραβας γεωγράφος Shams ad Din, ευρέως γνωστός και ως Mukaddasi, γράφει ότι «θα παραλείψουμε εδώ την περιγραφή της Ταρσού και της περιφέρειάς της διότι επί του παρόντος ευρίσκονται εις τα χέρια των Γραικών»(34). Η Ταρσός είχε επανακτηθεί από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά το 965. Ο Mukaddasi έγραφε γύρω οτό 986.
Για την περιγραφή του εθνικού χαρακτήρα των Ελλήνων οι αραβικές πηγές δεν κάνουν ουσιαστική διάκριση μεταξύ των συγχρόνων των βυζαντινών Ελλήνων και των Ελλήνων των προχριστιανικών αιώνων. Οι αραβικές πηγές μιλούν με μεγάλο θαυμασμό για τους Έλληνες και των δύο περιόδων. Οι αρχαίοι Έλληνες θαυμάζονται για την ευφυία και την ετοιμότητά τους, τη φιλομάθεια, ευμάθεια και αγάπη τους για σοφία, φιλοσοφία, τις προπαιδευτικές επιστήμες, τη λογική, φυσική και μεταφυσική, τις πολιτικές και οικονομικές γνώσεις τους, τη γλώσσα και φιλοσοφικά προϊόντα της σε βαθμό που «φιλοσοφία» και «Έλληνας» έγιναν συνώνυμοι όροί(35).
Αλλά και οι βυζαντινοί Έλληνες θαυμάζονταν από τους Άραβες. Ο Abu Uthman Jahiz [9ος αιώνας] επαινεί τη βυζαντινή αυτοκρατορία διότι είχε φιλοσόφους, ιατρούς, αστρονόμους, μουσικούς, βιβλιόφιλους, καλλιτέχνες. Οι Έλληνες καλλιτέχνες αναμφισβητήτως υπερέχουν πάντων στην αρχιτεκτονική και την γλυπτική, γράφει ο Jahiz. Είναι οι βυζαντινοί άνθρωποι που αγαπούν το ωραίο και που είναι κάτοχοι της αριθμητικής καλλιγραφίας και αστρονομίας και είναι θαρραλέοι και επιδέξιοι σε πολλά, προσθέτει ο ίδιος(36).
Μία δεύτερη σημαντική πηγή του 11ου αιώνα, ο al Mubash-Shir [γεννηθείς Fatik] εξυμνεί τους Έλληνες αυτοκράτορες για τα μεγάλα έργα τους τους δρόμους, τις γέφυρες, τα τείχη, τα υδραγωγεία, τα εγγειοβελτικά έργα, τη φροντίδα τους για την καλή διοίκηση της Αυτοκρατορίας, τις επιστήμες και την ιατρική. Η επιρροή του ελληνικού πολιτισμού, αρχαίου και βυζαντινού στον ισλαμικό κόσμο ήταν τόσο βαθιά και ευρεία που ο ισλαμικός πολιτισμός όπως τον γνωρίζουμε σήμερα δεν θα υπήρχε χωρίς την ελληνική κληρονομιά, όπως
διαβεβαιώνει ο ειδικός ισλαμολόγος Franz Rosenthal με βάση τις παραπάνω αλλά και άλλες πηγές. Είναι γνωστό βέβαια ότι άλλες αραβικές πηγές ονομάζουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία Ρουμ αλλά τον λαό της, γλώσσα και πολιτισμό Ιγχριτσί(37).
Μαρτυρίες από τη μεταβυζαντινή περίοδο
Συμπληρωματικά οφείλουμε να προσθέσουμε ότι και κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο συνεχίζεται η αυτή με τη μεσαιωνική ονοματολογία για τους Έλληνες. Οι έξω της Οθωμανικής δυτικοευρωπαίοι συνεχίζουν να ονομάζουν τους Έλληνες «Γραικούς» και οι ανατολικοί και σημιτικοί λαοί, «Γιοιβάνι», ενώ οι ίδιοι οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν και τα τρία ονόματα δηλαδή Ρωμιοί, Έλληνες και Γραικοί, ως συνώνυμα.
Αντλούμε το πρώτο παράδειγμα από το Χρονικό περί της των Τούρκων Βασιλείας του 16ου αιώνα που αποδίδεται σε κάποιον υπό το όνομα Ιέραξ. Ό Ιέρακας έγραψε το χρονικό του σε στίχους και για το λόγο ότι ζήτησαν μερικοί να μάθουν «τα εν εσχάτοις της Ρωμαΐδος και Γραικών πτώσιν». Έτσι αρχίζει ο Ιέρακας και προχωρεί να διηγηθεί «της Κωνσταντινουπόλεως το γόνυ καμψαμένης... και των Ρωμαίων της αρχής καταστρεψάσης πάντα, μέρους Ελλήνων των Γραικών όντος εν τη Ασία».
Στη διήγηση για τις άλλες κατακτήσεις των Τούρκων, ο Ιέρακας γράφει και για τις επιτυχίες των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων: «Ο βασιλεύς της πόλεως Ρωμαίων, ο αυτάναξ εξεστράτευσε εναντίον των Βουλγάρων και εφάνη μέγας αριστεύς, ως Έλλην των Ελλήνων». Εν τω μεταξύ ο Τούρκος Μουράτ γράφει «τω βασιλεί των Γραικών» ότι «ολέσω... τάχιστα τους εναντίους πάντας...»
Για τον Ιέρακα η Κωνσταντινούπολη είναι «Βυζαντίδα πόλις» και άλλοτε «Κωνσταντινούπολις» η «Κωνσταντίνου πόλις». Η Αυτοκρατορία, «χώρα των Βυζαντίων» και μερικές φορές «Ρωμανία». Η Μικρά Ασία είναι «Ασία των Γραικών». Οι πόλεις που πολιορκήθηκαν από το Μουράτ είναι «Ρωμαίων πόλεις», «άστεα χώρας των Βυζαντίων». Η Σύνοδος της Φλωρεντίας προξένησε «μίσος Γραικοίς τε καί Λατίνοις». Επί Κωνσταντίνου Δραγάση «κατεσβήσθη το δυστυχές βασίλειον της βυζαντίδος38.
Κατά τον 17ο αιώνα, γύρω στο 1620, ο Μητροπολίτης Μυρέων Ματθαίος θρηνεί την πτώση του Ελληνισμού και χρησιμοποιεί τρία γνωστά ονόματα των Ελλήνων ως συνώνυμα:
Αλλοίμονον, αλλοίμονον εις το γένος των Ρωμαίων, ω, πώς εκαταστάθηκε το γένος των Ελλήνων σ' εμάς, εις όλους τους Γραικούς να έλθη τούτην την
ώρα(39).
Για τους Έλληνες όταν έπεσε η Πόλη έσβησε «η κοινή των Ελλήνων εστία», όπως γράφει ο σύγχρονος της πτώσεως Ανδρόνικος Κάλλιστος40. Έπεσε η Πόλη και κατελύθη το κράτος αλλά ο βυζαντινός πολιτισμός, η γλώσσα, η παράδοση, ιδιαίτερα η λαϊκή, η θρησκεία και διάφοροι άλλοι θεσμοί επέζησαν στην ιστορία του Ελληνισμού και άλλων λαών της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής41.
Εν περιλήψει, οι Βυζαντινοί αυτοπροσδιορίζονται ως Ρωμαίοι αλλά και Γραικοί και Έλληνες, Ρωμαίοι πολίτες αλλά Γραικοί ή Έλληνες στη συνείδηση, τη γλώσσα, παιδεία, πολιτιστική παράδοση. Αλλά γειτονικοί λαοί από τη Δύση, Βορρά, Νότο και Ανατολή γνώριζαν τη βυζαντινή αυτοκρατορία ως Γραικία, Γιαβάν ή Ιωνία, ενίοτε ως Ρουμ και Ρωμανία και τους κατοίκους της κατά κανόνα ως Γραικούς και Γιουνάνι ή Ίωνες.
Οι πηγές τις οποίες έχουμε μνημονεύσει ευρίσκονται πλησιέστερα προς τα γεγονότα που καταγράφουν και τους λαούς που περιγράφουν. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις πιστεύω ότι είναι προτιμότερο να μιλάμε για μεσαιωνικό ή χριστιανικό Ελληνισμό και Ελληνική Μεσαιωνική Αυτοκρατορία η οποία εξάσκησε τεράστια επιρροή στους εγγύς και μη λαούς, στα γράμματα, την τέχνη, την πολιτική διοίκηση, τη θρησκεία, τη φιλανθρωπία και τη θεσμοποιημένη ευποιΐα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
13. - Ιησούς ο Στηλίτης, Chronicle, κεφ. 43, μετάφρ. στα Αγγλικά William Wright, (Cambridge, 1888), σ. 32.
14. - V.M:Istrin, επ., Otkroveniebmetodija Patarskago I Apokrificheskiia Videnia Daniela v Vizantiiski I Slaviano-Russkoi Literatura Kh (Moscow, 1987), κείμ. 26-33
15. - Norman Gold Omeljan Pritsak, Khazarian Hebrew Documents of the Tenth Century (Ithaca and London, 1982), σσ. 109-111,115.
16. - A.Neubaur, The Early Settlement of the Jews in Italy. Jewish Quarterly Review τομ. 4 (1892), s. 614.
17. - Yahya Ibn Sa id, P:O.τομ. 23, σ. 519.
18. - Βενιαμίν της Τουδέλα, Travels in the Middle Ages, μετάφρ. στα Αγγλικά Joseph Simon (Malibu, California, Pangloss Press,1983),σσ. 67-71
19. - Ένθ. αν., σσ. 70-71.
20. - Ibn Battuta, Travels in Asia and Africa, εκδ. και μετάφρ. στα Αγγλικά H.A.R. Gibb (New York 1929 και 1969), σσ. 135,136,141,151.
21. - S. Η. Cross και ΟΙ. P.Sherbowitz-Wetzer, μετάφρ. στα Αγγλικά, The Russian Primary Chronicle (Cambridge, Mass.1953), σσ.59-97.
22. - George P. Majeska, Russian Travelers .to Constantinople in the Fourteenth and Fifteenth Centuries (Washington DC, 1984), σ. 40, σημ. 59.
23. - Γ. Α. Ράλλη καιί Μ. Ποτλή, Σύνταγμα των θείων καιί ιερών κανόνων, τόμ. 3 (Αθήνησιν 1853), σσ. 612-613.
24. - J. Mansi, Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio 31τόμοι (1758-1798), 12:982.
25. - Βλ. Libri Pontificales αρ. 54, 55, 61, 63,94, 96,97,112,104 στη σειρά The Book of Pontiffs, μετάφρ. στα Αγγλικά Raymond Daris Texts for Historians, Latin Series (Liverpool University Press, 1989).
26. - Σε6αστός Bede, MPL. 92.3, Col. 1038. Ισίδωρος Σεβίλλης, "Etymologiarum" MPL τόμ. 4,543. Γρηγόριος ο Μέγας, MPG, τόμ. 77.3,1119-91. Γρηγόριος του Τουρίνου, MPL, τόμ. 71,895. F. Α. Wright, The Works of Liudprand of Cremona (London 1930). Παύλος ο Διάκονος, Ιστορία των Λογγοβάρδων, Βιβλ. 3, κεφ. 15.
27. - Einhard and Notker the Stammerer, Two Lives of Charlemagne μετ. στα Αγγλικά Lewis Thorpe (Penguin Books, London 1969), σσ. 69,71,103, 124,125,138,140,143,146.
28. - Για σύντομες περικοπές από τα χρονικά των Σταυροφοριών βλ. Rigun Rermoud; The Crusades, μετάφρ. στα Αγγλικά Enid McLeod (New York,1964). Για πιο λεπτομερείς πληροφορίες αυτόπτων μαρτύρων βλ. Ροβέρτο του Κλαρί, The Conquest of Constantinople, μετάφρ. στα Αγγλικά Edgar H. McNeal (New York, 1936,1964,1969),σσ. 45-48, 66,77-128. O Ροβέρτος σημειώνει ότι οι επίσκοποι και οι ηγούμενοι που συνόδευαν την τέταρτη Σταυροφορία «διέταξαν τους Σταυροφόρους να εξομολογηθούν καιί να κοινωνήσουν καιί να μη φοβούνται να επιτίθενται στους Έλληνες γιατί είναι εχθροί του Θεού». Ένθ. αν,, σ.94. Geoffrey de Villehardouin, Chronicle of the Fourth Crusade & μετάφρ. στα Αγγλικά Sir Frank T. Marzials, Memories of the Crusades (New York,1958). Ο Villehardouin σημειώνει τις απόψεις ενός ηγουμένου του Τάγματος των Σιστερσιανών που είπε στους Σταυροφόρους ότι θα επανακτούσαν την Ιερουσαλήμ «είτε μέσω της Βαβυλώνας [Καΐρου] είτε μέσω της Ελλάδος», (σ. 24). Στο χρονικό του ο Villehardouin πάντα αναφέρει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως Γραικία και τους κατοίκους της ως Γραικούς (ιδιαίτερα στις σσ. 34-66).RBC Huydens και John Η. Pryor εκδότες, Peregrinationes Tres, Corpus Christianorum (Brepols 1994), σσ. 59-60, 77,137, 152. Για τον Ακινάτο βλέπε περιληπτικώς το A Complete Index of the of the Summa Theologica of Thomas Aquinas εκδ. R.J. Deferrari και M. Inviolata Barry (Baltimore, Md. 1956).
29. - X. Μ. Βαρτικιάν, «Ονοματοδοσίες λαών στις Αρμενικές μεσαιωνικές πηγές», Η Επικοινωνία στο Βυζάντιο, επ. Ν. Γ. Μοσχονάς [Αθήνα, 1993] σσ. 729-746.
30. - Jean-Pierre Mahe, «Armenian Attitudes towards Byzantium in Grigor Nareka i s «History of the Holly Cross of Aparank». Αδημοσίευτη μελέτη που εκφωνήθηκε στο Dumbarton Oaks. Elishe, History of Vardan and the Armenian War μετάφρ. στα Αγγλικά με σχόλια Robert W. Thomson (Cambridge, Mass. 1982), σσ. 60-65, 123,133, 145-146,184-185,237,299.-• 31.«Μαρτύριον των... εξήκοντα και τριών», εκδ. Α. Παπαδοπούλου-Κεραμέως, Pravoslavnyi palestinskij sbornik, τόμ. 19.3 (1907) σσ. 141-145. 32. Ali aï-Mas udi, Murus al-dhahab, επ. και μετάφρ. στα Αγγλικά C. Barbier de Meynard Pavet και de Courteille, Les Prairies d Or, τόμ. 2 (Paris 1861), 2:8-9. D.M.Dunlop, History of the Jewish Khazars (Princeton, 1954), σ. 89. 33. bu Mu in Nasir, Sefer nameh μετάφρ. στα Αγγλικά G. Le Shrange, Nasir-Khosrav :Diary of Journey through Syria and Palestine in 1047, Palestine Pilgrims Text Society αρ. 4 (London,1888), σ. 23.
34. - AI-Samhudi, Wafa al Wafa, I (Cairo,1336 Η), σ. 367 Al-Tabari, II, 1194. 35. Franz Rosenthal, The Classical Heritage in Islam μετάφρ. στα Αγγλικά Emile και Jenny Marmorstein (London and New York, 1975),
36. - Ένθ. αν. σσ. 43-44.
37. - Ένθ. αν. σσ. 14,24-51.
38. - Ιέρακος, «Χρονικόν περί της των Τούρκων Βασιλείας», εκδ. Κ. Ν. Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμ. l (Hidesheim New York 1972), σσ. 243-268.
39. - Ε. Legrand; Bibliothèque grecque vulgaire, (Paris 1881) vol. 2, 231-333, στ. 2359,2361,2454.
40. - Ανδρόνικος Κάλλιστος, Μονωδία, Ελληνική Πατρολογία, εκδ. J.P.Migne, τόμ. 161, στ. 1131Β, 1133Δ.
41. - Βλέπε Speros Vryonis, Jr. The Byzantine Legacy in the Formal Culture of the Balkan Peoples στο συλλογικό έργο The Byzantine Tradition after the Fall of Constantinople, John J. Yiannias, έκδ. (Charlottesville and London 1992), σσ. 17-44.
|