Σπυρίδων Ζαμπέλιος
Προθεωρία
Από: Ζαμπέλιος, Βυζαντιναί Μελέται - Περί πηγών νεοελληνικής εθνότητος από Η' άχρι Ι΄εκατονταετηρίδος μ.Χ., Αθήνα 1857.
2. Χρονογραφία
Χρονογραφία: Το πολύτομον σώμα, εξ ου σύγκειται η λεγομένη Ιστορία της Κατωτέρας Αυτοκρατορίας, έργον εις o συνειργάσθησαν και κληρικοί, και λαϊκοί, και αυτοκράτορες, υφίσταται γέννημα πάντως ιδιόμορφον εν τη γραμματολογία της Ευρώπης. Δεν ομοιάζει ούτε τη πρεσβυτέρα, Ελληνική ιστορία, ήτις πέφυκεν εξεικόνισις κοινωνίας οργώσης, πολιτείας τυρβαζομένης υπό παθών νεανικών, ορμώσης προς τι τέρμα προσεχές, καίτοι άγνωστον, ούτε τη χρονογραφία του δυτικου μεσαιώνος, ήτις υπάρχει γέννημα χρόνων νεωτέρων, προϊόν λαϊκής αναστοιχειώσεως, εικών αφελής μεν, όμως ζωηρά, πάντων των κοινωνικών ελατηρίων, δι' ων η ευρωπαϊκή συμπολιτεία εκ βαρβαρότητος ανανήψασα προέβη εις ελευθερίαν καί φωτισμόν.
Κύριον απ' εναντίας χαρακτήρισμα της Βυζαντινής Γραμματολογίας είναι η απαραλλαξία, το αμετάθετον, το μονόμορφον, το στερεότυπον.
Η Ιστορία των αυθορμήτως βελτιουμένων πολιτειών δύναταί πως να παρομοιασθή εις πλοίον ούρια θαλασσοπορούν· αλλ' η Βυζαντίς, απεικόνισμα κοινωνίας υπό νόμων αντιθέτων κυβερνωμένης, ριζοβολεί βαθέως εις την γην, και τόσω μάλλον ευδοκιμεί, όσω στερεώτερα εμφυτεύεται και επισχύεται εις την άρουραν της γεννήσεώς της. Δρυς αιωνόβιος, βαθύρριζος, ευμήκης, ην κλονούσι μεν οι άνεμοι, θέλει δε καταβάλει μόνος ο κεραυνός.
Η Βυζαντινή Γραμματολογία, περιβλέπουσα τα ανώτερα στρώματα της κοινωνικής ατμοσφαίρας, σπανίως στρέφει το βλέμμα προ ποδών. Σχεδιάζει κακοτέχνως την κεφαλήν, ή μόνην την προτομήν, δεν περιγράφει ολόκληρον το σώμα. Των Κομνηνών ή των Παλαιολόγων τα πρόσωπα, τα επί των νομισμάτων τον καιρόν εκείνον τετυπωμένα, δίδουσιν ιδέαν οπωσούν σαφή της ιστορικής επιστήμης των μετά Χριστόν πατέρων μας.
Περιωρισμένη, λοιπόν, η της χρονογραφίας ταύτης περινομή, προσδιωρισμένη η δόσις του αέρος, ον εισπνέει, προϋπολελογισμένα μαθηματική τινι ακριβεία τα μέσα της ενεργείας της.
Το έργον της στρέφεται διαρκώς περί τρία τινά·
Α'. Περιγράφει τας αυλικάς περιπετείας, τας σπονδάς ή τους πολέμους της Βασιλείας, τας πράξεις των αρχόντων και στρατηγών, παν, ό,τι αφορά την πολιτικήν κυβέρνησιν.
Β'. Εκθέτει την κατάστασιν της Εκκλησίας, τους αγώνας του κλήρου κατά της αιρέσεως, και ό,τι άλλο διαφέρει την πνευματικήν και ιερατικήν τάξιν.
Γ'. Εκτυπεί την διανοητικήν της κοινωνίας κατάστασιν, ην παρίστησι νυν μεν θεολογούσαν, άλλοτε δε στιχουργούσαν, και πάλιν άλλοτε γράφουσαν ύλην φιλολογικήν ανάμικτον.
Εν περιλήψει, Αυλή, Εκκλησία, Σχολή, ιδού τα τρία θέματα περί τα οποία στερεώς και αδιατρέπτως περιφέρεται η τον Βυζαντινόν κόσμον υποτυπούσα γραμματολογία εκείνη.
Ιστορία της Μοναρχίας! Ιστορία της Εκκλησίας! Ιστορία της Διανοίας! Τι δη; Και είπομεν τον κύκλον στενόχωρον! Αλλ' ο ορίζων φαίνεται απέραντος! Αλλά τα τρία ταύτα κεφάλαια όντως εμπεριέχουσι κόσμον ολόκληρον!
Μη σπεύδωμεν· επίκειταί τις περιορισμός.
Ποίον το κύριον καθήκον, και συγχρόνως το χάρισμα πάσης ιστορίας αξιολόγου; Η αμεροληψία περί την συγγραφήν, η δικαιοκρισία, η απάθεια, δείγματα της ευσυνειδησίας του συγγραφέως, τεκμήρια εκτεταμένης τινός γνώμης κοινής επικρινούσης τα έργα των αρίστων. Ο εκλεκτός ιστορικός εις ουδέν κόμμα ανήκει, ουδεμίαν ιδιαιτέραν τάξιν εκπροσωπεί, ουδεμιά ιδέα μερική δουλεύει. Η συνείδησίς του εκφράζει την κοινήν συνείδησιν· η δε φωνή του, φωνή αιώνος. Εντεύθεν προέρχεται ο δαιμόνιος και θρησκευτικός της ιστορίας χαρακτήρ, ο καθολικός εκείνος λόγος, όστις το σχήμα της ανθρωπότητος καθίστησιν ομοίωμα του Θείου Λόγου, καθέδραν Πνεύματος Καθολικού. Άφελε από της ιστοριογραφίας την απάθειαν! Μετέβαλες παραυτίκα το ιστορικόν πανόραμα εις εικόνα οικογενειακήν, ην ο Ζωγράφος μάλλον ή ήττον παρεκάλλυψεν.
Και ακριβώς αυτού τούτου του χαρίσματος στερούνται οι Βυζαντινοί. Έκαστος γαρ κατ' ιδίαν ανήκει εις μίαν των ανωτέρω τάξεων, ην εξυπηρετεί αυτοπροαιρέτως εάν θεολόγος, εμμίσθως δε εάν ιστορικός. Ο Αξιωματικός της Αυλής, ο Κουροπαλάτης, ο Παρακοιμώμενος σεμνούσι την πολιτικήν του κυρίου των βιογραφίαν, συνήθως αρχόμενοι από κόσμου καταβολής. Ο Πατριάρχης, ο Μητροπολίτης, ο Επίσκοπος, ο Μοναχός προ οφθαλμών έχουσιν ούτοι την υπεράσπισιν της ορθοδοξίας και των αγώνων της την εξύμνησιν. Επί τέλους ο ιδιωτεύων λόγιος προασπίζει την ακεραιότητα της γραμματικής, την ηγεμονίαν του Αττικισμού, γυμνάζεται εις σχολαστικά φιλοπονήματα, αποθησαυρίζει τα λείψανα της προγονικής περιουσίας. Αλλ' ο κύκλος των τριών τούτων ιστορικών ειδών είναι αμεταθέτως προκεκανονισμένος. Εάν δε τι βιβλίον παράφωνον συνταχθή, εάν εκδοθή υπόμνημά τι απάδον τοις δεδογμένοις, ταύτα θάττον ή βράδιον γίνονται πυρός ανάλωμα, η δε μνήμη του συντάκτου αναθεματίζεται.
Ως εκ τούτου, η συγγραφή αποβαίνει εμπειρική τρόπον τινά και αριθμοίς συνηρθρωμένη, εξέρχεται μονόχρους, στερεότυπος, και μίαν μόνην ιδέαν πάσαις δυνάμεσι θεραπεύουσα, την απόλυτον ανάγκην της συντηρήσεως, τον άνωθέν πως επιβληθέντα νόμον της απαραλλαξίας.
Εύκολος δεν είναι ο ακριβής της Βυζαντίδος ορισμός. Αλλά νομίζομεν σαφώς τον λογισμόν μας εκφράζομεν λέγοντες, ότι ο κόσμος ούτος άλλον αέρα δεν αναπνέει, παρά τον του παρελθόντος, ότι ζη και διατηρείται την σίτησιν ποριζόμενος εις μόνας τας αναμνήσεις του. Μικρά περί του παρόντος φροντίς. Τι εστι παρόν; Όνειρον, σκίασμα απατηλόν και παρήμερον μόνη δε αλήθεια και πραγματικότης, το παρελθόν. Ενταύθα η Κιβωτός της σωτηρίας, το ταμείον των παραδόσεων· ενταύθα το Θείον επεφοίτησεν ενταύθα και πίστις και ελπίς και πάσα διάπυρος προσδοκία. Μη λοιπόν τον νουν της ιστορίας αυτής ζητήσης εις το παρόν, και ήττον εις το μέλλον, προς έκφρασιν του οποίου λείπει και αυτή η αρμοδία λέξις σχεδόν· ούτως άχρηστον και ασύνηθες υπάρχει το αίσθημα της μελλούσης ιστορίας! Τας πηγάς πάσης οιασούν μερίμνης ζήτησον μάλλον εις τα προγεγενημένα, όθεν αι θρεπτικαί και ζωογόνοι ικμάδες απορρέουσι, και όπου παλινδρομούσιν αι ανασκοπαί του παραρτήματος τούτου της αρχαιότητος. Αγώνες σωματικοί και διανοητικοί, πόλεμοι, σχίσματα, έριδες, ολοκαυτώσεις προς τι τελούνται; Υπέρ ακεραιότητος παρελθόντος, της πανιέρου ταύτης ακροπόλεως, όπου άλλως τε περιφρουρούνται ο λόγος της ενεστώσης υπάρξεως, και ο σπόρος της μελλούσης. Προκειμένης αμύνης τοιούτου θησαυρού, Θρόνος, Θυσιαστήριον, Σχολή σπανίως διχονοούσι. Μάχεται μεν ιδίως ο Βασιλεύς υπέρ ακεραιότητος της Ρωμαϊκής πολιτείας· μάχεται δε η Σύνοδος υπέρ ακεραιότητος πίστεως· μάχεται και η Σχολή υπέρ ακεραιότητος επιστήμης, αλλά και οι τρεις συναθληταί συμπυκνούσι τους λόχους των όταν τυχόντως μία τις των παραδόσεων, ας έκαστος κατ' ιδίαν εκπροσωπεί, λάβη υφ' ομογενών ή αλλογενών την ελαχίστην προσβολήν.
Ίσως δυσχερές ημίν σήμερον αποβαίνει, ημίν, οίτινες άλλως πως εκτιμώμεν και πολιτείαν, και δόγμα και γράμματα να πεισθώμεν, ότι τοιούτος αληθώς υπήρξεν ο ρυθμός του μεσαιώνος μας· ότι τριαρχία τις μη πολυμελής, εδρεύσασα και ενεργήσασα εντός στενής περιφερείας, αντεπροσώπευσεν επί χιλίους και εκατόν ενιαυτούς ου μόνον την ψυχήν και την διάνοιαν, αλλά σχεδόν και αυτήν την σάρκα του υποτεταγμένου γένους, την εγκοσμίαν τούτου βιωτήν παντελώς τω εαυτής σώματι επισκιάσασα και επιπροσθήσασα.
Πώς λαός, Ελληνικήν έχων την καταγωγήν και γευθείς ήδη της ελευθερίας, Λαός πολιτικήν αναδείξας προσωπικότητα, τα ίχνη των ποδών του βαθύτατα εγκολάψας τη ιστορία του πολιτισμού, πώς εξέκλινεν εις κατάστασιν ιστορικής ανυπαρξίας;
Πώς ο διαδεχθείς την μυθοθρησκείαν χριστιανισμός, το δόγμα τούτο του Πνεύματος και της ατομικής ελευθερίας, ο νόμος ούτος της των εθνών αναγεννήσεως, η απαγγελία της αναστάσεως, πώς αντί του προάξαι τον Λαόν αυτόν εις κρείττονα δόξαν και σοφίαν και ελευθερίαν, απώθησεν αυτόν εις άβυσσον μηδενός, εις βάθος εθνικής ασυνειδησίας;
Και εκ τρίτου, πώς η Ρωμαϊκή αρχή, μήτηρ αγερώχων πολιτών και τροφός δημοκρατών, η αρχή ήτις τους Δήμους και τας φυλάς από Ρώμης καταβολής εις πολιτικήν συμμετοχήν προσεκάλεσεν, αυτή η επί Ταρκουϊνίου βασιλικήν τυραννίδα καταργήσασα και του Βρούτου την μάχαιραν ακονήσασα μετέπειτα, πώς η διδάσκαλος αυτή του πατριωτισμου εις την γην της Ελλάδος επιδημήσασα και την πίστιν του Πνεύματος ομολογήσασα, πεποίηκε την εγχώριον ελευθερίαν όνομα πάσης οιονεί σημασίας κενόν;
Παρά μικρόν η λέξις Λαός ήλθε ν' αποβληθή εκ της Ελληνικής συνηθείας. Επικρατέστεραι δε παρά τοις συγγραφεύσι του Βυζαντινού μεσαιώνος διέμειναν αι φράσεις Όχλος, Συρφετός, Όμιλος αγυρτώδης, Λύμα, το Χυδαίον, και έτεραι του αυτού είδους, ας άλλως τε ο λογιώτατος ουδέποτε μετεχειρίσατο μη κεκαρυκευμένας, εις επίδειξιν μισοδημίας, επιθέτοις υβριστικοίς και περιφρονητικοίς. Και όμως ο λογιώτατος ούτος ωνομάζετο χριστιανός... Εις εκατόν και πεντήκοντα δύω περιστάσεις αυτή και μόνη η Καινή Διαθήκη προσφωνεί απεριφράστως και επικαλείται του Λαού το όνομα!
Εάν λοιπόν η αμεροληψία λείπη, εάν μηδεμία πρόοψις μέλλοντος, εάν ουδείς γίνεται λόγος περί πορείας εθνικής, περί σκοπού των επικρατουσών παραδόσεων, περί πολιτεύσεως λαού, τις ουν η ιστορική αξία της Βυζαντινής γραμματολογίας; Πού η σαρξ και τα οστά αυτής; Εάν στερείται λαϊκής ουσίας, εθνικής τινός ωθήσεως, τίνα μεγάλην ιδέαν διαδραματίζει; Ποίον ταχα το πνεύμα, ου καταδεικνύει την βαθμιαίαν σαρκοποίησιν; Τίνα τύπον ιδανικόν τίθεται προ οφθαλμών;
Αυτή μεν καθ' εαυτήν η Βυζαντίς, βίβλος εσφραγισμένη. «Ούπω γαρ ην πνεύμα, ότι ο λαός ουδέπω εδοξάσθη». Ετέραις όμως μελέταις συναρμοζομένη, προ πάντων συμπαραβαλλομένη, καθά είπομεν, προς την Νεοελληνικήν Αναγέννησιν και υπό ταύτης δοκιμαζομένη, αποβαίνει ιστορία αντί χρονογραφίας. Ιστορία ίσως μάλλον πάσης άλλης ευρωπαϊκής επιμαρτυρούσα την άμεσον της Προνοίας επενέργειαν, την διδασκαλίαν της προόδου, της ιστοριονομικής επιστήμης την αλήθειαν.
Βράχος τις γεγλυμμένος εν μέσω της ερήμου παρίστα ποτέ την μορφήν Αιγυπτιακής Θεότητος. Ην δε ο βράχος όλος κεφαλή, διότι προ πολλών αιώνων το επίλοιπον του σώματος είχεν εμβυθισθή εις την άμμον.
Ιδού η εικών της Βυζαντινής χρονογραφίας, αλλά και η εικών προσέτι της μετά Χριστόν Ελλάδος! Μόνη φαίνεται η κεφαλή, ήτις και μόνη ενεργεί. Ιδέαι αφηρημέναι, αναμνήσεις, έλξις προς την παρελθούσαν περιωπήν ακατάσχετος, επιπόθησις των προγεγενημένων· η ζωή όλη συγκεντρούται εις το μνημονικόν. Τα δε λοιπά του σώματος μέλη, η καρδία, εστία παθών, ορμητήριον ελπίδων τε και αισθημάτων· αι χείρες, μέσον εργοπονίας, βιομηχανίας, δραστηριότητος· οι πόδες, όργανα προβάσεως, ταύτα διατελούσι καταδεδυμένα εις τα σπλάχνα της πατρώας γής.
Ηλθε σεισμός ανωφερής, σεισμός υποχθόνιος, οστις την βεβυθισμένην εκείνην θεότητα διά μιας αναρρίψας, ολόκληρον απεκάλυψε το σχήμα της. Τότε μόνο είδον οι αρχαιολόγοι, ότι η Σφίγξ δεν συνέκειτο εκ μόνης κεφαλής, αλλ' ενεκρύπτετο εις την άμμον της ερήμου άγαλμα τέλειον, ολομελές, αρτίως κατεσκευασμένον.
|