Σπυρίδων Ζαμπέλιος
Προθεωρία
Από: Ζαμπέλιος, Βυζαντιναί Μελέται - Περί πηγών νεοελληνικής εθνότητος από Η' άχρι Ι΄εκατονταετηρίδος μ.Χ., Αθήνα 1857.
1. Προθεωρία
Άδικος η κακολογία πάντοτε· αλλά, φρονούμεν, διπλασίως αμαρτάνουσιν οι κακολογούντες τον αιώνα μας. Εάν γαρ κύριον του λόγου προτέρημα είναι η διαγνώρισις του αγνώστου, ουδέποτε ο πόθος της ανακαλύψεως έφλεξε την καρδίαν του ανθρώπου, όσον εις τας ημέρας μας.
Καταγίνονται oι αστρονόμοι τους ουρανούς πολίζοντες διά νέων πλανητών οι γεωλόγοι αποκαλύπτοντες τα κρύφια της υδρογείου σφαίρας. Και διασκοπούσι μεν oι Ιστορικοί τα φαινόμενα των πολιτισμών, φανερούσι δε οι μυθιστοριογράφοι τα μυστήρια της οικογενείας και της κοινωνίας. Έκαστος κλάδος του Φυσικού και του Ηθικού, κόσμου έχει τους ιεροφάντας του.
Γάλλος τις παλαιοντολόγος, ου μακράν των Αθηνών ανασκάψας απολελιθωμένα τινά ζώων οστά, ανέκραξεν, Εύρηκα, εύρηκα! και υπό των ολίγων εκείνων λειψάνων ο φιλέρευνος φωτισθείς, ανωκοδόμησε καινόν τινα κόσμον γεωλογικόν, αυτοσχεδίασε την προκατακλυσμαίαν ζωολογίαν και γεωγραφίαν της πατρίδος μας.
Γνωστόν ότι οι Τούρκοι τας Αθήνας κυριεύσαντες, άλλην είσοδον αντί της παλαιάς ήνοιξαν εις την Ακρόπολιν. Αιώνες διέτρεξαν έκτοτε. Πους ανθρώπου την ιεράν εκείνην κλίμακα δεν ανέβη πλέον. Περιηγηταί, Αρχαιολόγοι, Ποιηταί, τα περίλυπα μνημεία κατά καιρούς επισκεψάμενοι, προσήνεγκον αναμνήσεις περιπαθείς, αλλ' ούτε καν υπώπτευσαν των καταφράκτων Προπυλαίων την θέσιν. Ήδη δε βάσκανος δαίμων ευφραίνετο, τον φραγμόν εκείνον αναποκάλυπτον εισαεί νομίζων, ότε ο Θεός ηυδόκησεν άλλως την τύχην του αρχιτεκτονήματος να διαθέση.
Έτερός τις Γάλλος, άδοξος το πριν μαθητής, νυν δ' αρχαιολόγος διάσημος, ενταύθα παρεπιδημήσας, ωρέχθη το ίδιον αυτού όνομα να συνδυάση προς την ενδεχομένην του πυλώνος ανεύρεσιν. Όθεν λαβών τ' αρχαία υπομνήματα, και νυν μεν τας διαφωνούσας μαρτυρίας συγκρίνας, νυν δε παραβαλών τα γραπτά λείψανα προς τα λίθινα, άλλοτε δε κατά μόνας εικάσας τα μη εξεικασμένα, και συμπεράνας τα έως τότε ασυμπέραστα, τέλος τα Προπύλαια ανεσκεύασεν εν τω νω. Γενομένης ανασκαφής προς βάσανον της μαντεύσεως, το συμπέρασμα απέβη πράγμα. Σήμερον ο υψιθέμελος ναός της Παρθένου ον οι λυμεώνες Τούρκοι παρεξέτρεψαν της ιστορικής αυτού οδόν, κοινωνεί προς την κάτω πόλιν, δια του πυλώνος αυτού όθεν εν πομπή το πάλαι εξεπορεύοντο τα μυστήρια της Ελληνικής θεολογίας.
Ως βλέπομεν, το φιλέρευνον πνεύμα του αιώνος εισβάλλει εις την χώραν μας, ανασκαλίζει την ημετέραν γην, ιχνοσκοπεί τον φυσικόν βίον του τόπου μας, ερμηνεύει τ' αρχαιολογικά μνημεία, σπουδάζει τα ήθη και τας ροπάς των εγκατοίκων, θησαυρίζει βότανα και ορυκτά, βολίζει λιμένας, ορη καταμετρεί, τα πάντα διαπυνθάνεται.
Αλήθειά τε και ψεύδος, επιστήμη τε και μυθιστόρημα της Ευρώπης επί την αδιερεύνητον ταύτην χώραν μας στρατεύοντα, μάλλον επί μάλλον στενούσι τον κύκλον της μελλούσης μας διευρεννήσεως. Ίσως ολίγον έτι, και απ' ανιχνεύσεως εις ανίχνευσιν οι πολυπράγμονες και εις διαζητήσεις τολμηροτέρας περί των πραγμάτων μας.
Η προκατακλυσμαία της Ελλάδος φύσις επεσκευάσθη, θέλουσιν ειπεί ποτέ. Τους αιώνας του Σόλωνος, τον Περικλέους διηγούνται πλείστα ήδη βιβλία και καλλιτεχνήματα. Την μεν γενεαλογίαν των Θεών αφηγούνται τα έπη του Ησιόδου, την δε των Ηρώων και σοφών της ιστορικής εποχής, διαλαμβάνουσιν άπειρα φιλοπονήματα. Φέρε νυν εξετάσωμεν προς στιγμήν και τίνα ποτέ εισί τα γενέθλια της αμερίμνου γενεάς, ήτις καθάπερ μύκης εν τη πατρίδι των Θεών και σοφών χαμόθεν προ τινος αναπηδήσασα, παρίστησιν ανωμαλίαν τινά δυσερμήνευτον εις τας άχρι τούδε γνωστάς διαιρέσεις της ιστορίας και της εθνολογίας!
Εάν δε τότε τυχόντως, τον λόγον προς ημάς αποτείνοντες, είπωσιν οί πολυπράγμονες ούτοι· «Κύριοι, δότε ημίν ερωτήσαι, τίνι δικαιώματι σεμνύνεσθε τη εθνική αυτή ονομασία· ήλθε καιρός κρίσεως· τίνες υμείς· τίνες οι πατέρες υμών; Τις η αληθινή γη της γενεάς σας; Πόθεν έρχεσθεν νυν; Τι δε ζητείτε; Ονομάζεσθε Έλληνες! Εύγε! αλλ' η κενοδοξία των όχλων δικαιώματα δεν παραχωρεί· στέμματα δε ψευδευγενών πολλά καθείλεν η ανάκρισις. Τί Έλλησι και υμίν; Αι σκιαί των Θεμιστοκλέων και των Κιμώνων, ων την μαρτυρίαν επικαλείσθε, ουδέν άχρι του νυν υπέρ υμών εμαρτύρησαν. Δεν εκαλούντο δε Ρωμαίοι οι πατέρες σας, και δεν καλείται ` Ρωμαίος έτι ο λαός σας, και Ρωμαϊκή η χυδαία γλώσσα σας; Ελλάς, άλλως τε, δηλοί πολυθεΐαν, φιλοσοφίαν, αριστοτεχνίαν, δηλοί γλώσσα Θεών, δηλοί έξοχον πολιτισμόν. Τι δε τούτων έχετε υμείς; Ταχα ίσως την θρησκείαν; αλλά πού τα είδωλά σας; Πού της Αθηνάς και του Απόλλωνος τα αγάλματα; Τήν γλώσσαν ίσως; Φευ! υμείς αυτοί ως αναξίαν και βάρβαρον και νόθον καταψηφίζετε την πατροπαράδοτον αυτήν της κοινής συνηθείας σας! Τάχα τα έθιμα, τα ήθη, την παιδείαν, τους θεσμούς, τον ιματισμόν; Οίμοι! ταύτα προ πολλού παρήλθον! Τι λοιπόν, προς Θεού, τι πάτριον σας απομένει; Τί διατηρείτε αρχαιότυπον, τι παρ' υμίν το συνάπτον την παρούσαν υμών κατάστασιν προς την ανάμνησιν των επιδόξων σας προγόνων; Επί τίνος τουλάχιστον παραδόσεως αδιαλείπτου, παραδόσεως αξιοπίστου και βεβαίας και προφανους, στηρίζετε την ταυτότητα του γένους σας, την νομιμότητα της εθνότητός Σας, τον επίσημον χαρακτήρα της θρυλουμένης σας καταγωγής; - Έχομεν, λέγετε, την ενδόμυχον συναίσθησιν, έχομεν υπέρ εαυτών πεποιθήσεις αδιασείστους! - Δυστυχώς, αι δημώδεις πεποιθήσεις λογίζονται κατ' ουδέν, πριν ή η έπιστήμη εξελέγξη, βασανίση και κυρώση αυτάς. - Έχομεν, προσεπιφέρετε, τους αγώνας μας, τ' ανδραγαθήματά μας! 'Αλλ' ίσως δεν ηνδραγάθησαν εις τας ημέρας μας και έτεροι λαοί μη ελληνικοί, οι Ινδοί, και αυτοί οι Τούρκοι συν τοις άλλοις! Η ανδραγαθία δεν είναι γνώρισμα και δείγμα μοναδικόν ελληνισμού. Άλις ουν. Κύριοι, των κομπαστικών επιφωνημάτων! Καιρός εξελέγξεως. Άγετε δη, προσάξατε τας μαρτυρίας σας, προτείνατε τας ελλόγους αποδείξεις σας, τα δικαιώματά σας! Και ή καταδείξατε ημίν δια της γραπτής ιστορίας, ή διά παραδόσεων αξιοπίστων τε και καταπειστικών τους κρίκους, οίτινες συνείρουσι την παρούσαν σας ύπαρξιν πρός τινα προηγουμένην ύπαρξιν πολιτικήν, ή παύσασθε του λοιπού, σφετεριζόμενοι εθνότητα, ιστορίαν, ευγένειαν, αρετάς αλλοτρίας, ων χάριν κεχηνότες ονειροπολειτε εθνικήν τινα και ιστορικήν αποκατάστασιν! Τοιαύτά τινα σπουδάζων άμα και γελών έλεγέ μοι πρό τινων μηνών εν Παρισίοις εις των κορυφαίων της Γαλλίας ιστορικών, φιλέλλην άλλων τε διακεκριμένος και θειασώτης των αγώνων μας. «Οι ολίγοι ούτοι Γραικοί, προσέθηκεν είτα στραφείς προς τον παρακαθήμενον γέροντα, έτερον ελληνιστήν και φιλέλληνα, cette poignée de Grecs, ανακαινίζουσιν εν τη ιστορία και εν τη σήμερον πολιτική του Θηβαϊκού τέρατος το αίνιγμα. Καυχώνται γαρ επί ευθεία ελληνική καταγωγή, και εν τούτοις αντιποιούνται την Ρωμαϊκήν του Κωνσταντίνου κληρονομίαν. Και το ανάπαλιν, ενω Ρωμαίοι, έως προ ολίγου επωνομάσθησαν, ιδού νυν εξιδιάζονται την ένδοξον γην των Αθηνών και της Σπάρτης! Το δη παραδοξότερον, υπομειδιών προσελέξατο, οι πλεονέκται ούτοι φίλοι μας προς μηδέν άλλο βλέποντες, ή προς το ίδιον συμφέρον, το μεv πρωΐ καλούνται κατά λόγον ιστορικόν Έλληνες, εν δε μεσημβρία λέγονται κατά λόγον πολιτικόν Ρωμαΐοι, το δε εσπέρας αμφότερα συμβιβάζοντες γίνονται Γραικορωμαΐοι. Πώς δ' εξηγούσι την αλλόκοτον πολυμορφίαν; Διά της Βυζαντινής ιστορίας. Και όμως, ανάθεμά με, αν εις τους, χρονογράφους της Κατωτέρας Αυτοκρατορίας εύρον ποτέ τον Ρωμαϊσμόν συντεταυτισμένον τω Ελληνισμώ.
Άδικον, ούτω πως διαλεγόμενος και ούτω κρίνων, δεν είχεν ο ειλικρινής μας φίλος. Εφυλλολόγησε τα Βυζαντινά χρονικά, συμπαρέβαλε κείμενα και μαρτυρίας εις έρευναν της στιγμής, καθ' ην οι δύω συμβεβλημένοι εθνισμοί σννταυτίζονται, αλλ' οι πόνοι του απέβησαν αλυσιτελείς· ο ελληνισμός του μεσαιώνος δεv επεφάνη αυτώ, ή περιβεβλημένος την σχολαστικότητα και την δεισιδαιμονίαν χρονογράφων τινών ψευδαττικιστών.
Αλλά, φέρε δη και ημείς εκ περιτροπής ερωτήσωμεν· τις βεβαιοί, ότι τα συγγράμματα αυτά ορθώς τε και απαραπλάστως διερμηνεύουσι το πνεύμα, την φύσιν, τας ροπάς, τους ιστορικούς νόμους των χρόνων εκείνων; ότι την μακράν εκείνην πολίτευσιν παριστώσιν εν ακριβεία, και αξιοπιστία και υπό πάσας τας επόψεις αυτής; Ότι τα πλείστα των περί ου ο λόγος απομνημονευμάτων δεν είναι ραψωδήματα παράτροπα, πολύν μεν τον κρότον εμποιούνται εις την ακοήν, ουδόλως δε αποκαλύπτοντα τους ενδομύχους λόγονς, τον εσωτερικόν της πολιτείας οργανισμόν;
Η χρονογραφία του Δυτικού μεσαιώνος, πριν ή λάβη το κύρος της αξιοπιστίας, και εις τιμήν ιστορικήν αναγορευθή, προϋπεβλήθη εις ανάκρισιν μακράν, εις αυστηράν εξέλεγξιν και προευκρίνησιν. Άλλο γαρ χρονογραφία, και άλλο ιστορία. Eνώ δε χρόνος παρήλθεν ου βραχύς, αφ' ότου ήρξατο ή κριτική τοιαύτην βάσανον, όμως η χρονογραφία της εσπερίας Ευρώπης ανεξάρτητος εισέτι δεν εκηρύχθη της επιστημονικής επικρίσεως.
Πώς δε η χρονογραφία η Βυζαντινή, χρονογραφία διά λόγους πολλούς ασυγκρίτως επισφαλεστέρα της Δυτικής, χρονογραφία πάντως μέχρι του νυν ανεπίκριτος, αβασάνιστος, αδιασάφιστος, πως εν ακαρεί λαμβάνει το κύρος της αξιοπιστίας; πώς μεταβάλλεται εις ουσίαν ιστορικήν; πώς επαγγέλλεται να διαλύση τα αινίγματα του ανατολικού μεσαιώνος, και να δηλώση τους ιστορικούς νόμους της εποχής; πώς αυτόθεν ερμηνεύει τας φάσεις, τας συγκρούσεις των ιδεών, την αλληλουχίαν των παραδόσεων; πώς τέλος πάντων μαρτυρεί, το ασυγκέραστον των συμβιωσάντων ετεροφυών εθνισμών; Και, συνελόντι ειπείν, πώς προϊόν ακατέργαστον, ύλη πεπλησμένη κομματικών παθών, μνημείον παντάπασιν επιπόλαιον, εξελήφθη ως αναμάρτητος αλήθεια, και μετεβλήθη εις δογματικόν διήγημα μετανομασθέν εις τας ημέρας μας Ιστορία της Παρακμής και Πτώσεως της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας;
Ομολογούμενον ότι ο Μοντέσκιος, ο Μαβλής, ο Λεβώς, ο Γίββων, και όσοι άλλοι περί Παρακμής και Πτώσεως Ρωμαίων συνέγραψαν, εις πηγήν τοιαύτην ηρύσαντο την ουσίαν της ιστορίας των, εντεύθεν επορίσαντο τους νόμους και τους λόγους της Ρωμαϊκής τελευτής. Επί τοιούτου εδάφους οι τρόφιμοι της παρελθούσης εκατονταετηρίδος ωκοδόμησαν το Μαυσωλείον της Ρωμαϊκής εθνότητο· έδαφος κατά πάσαν αλήθειαν έμπλεον ερειπίων Ελληνικών, και Λατινικών λειψάνων, διό και πρόσφορον εις φιλοσοφικά θρηνωδήματα.
Η ιστορική αύτη σχολή, θρέμμα εποχής ολιγοπίστου, λίαν ευπίστως τάς Βυζαντινάς μαρτυρίας παραδεχθείσα, και ταύτας όργανον προκατειλημμένου τινός συστήματος ποιήσασα, επέθηκε τη εμπαθεία του χρονογράφου που μεν την εμπάθειαν του ρήτορος, που δε την γνωμοτυπίαν του φιλοσόφου. Διδάσκαλος Πυρρωνισμού, ηθογράφος επιρρεπής εις την ειρωνείαν και την χλεύην και τον εκ τρίποδος δογματισμόν, προς τούτο μόνον απέβλεψε μέγα πονήσασα, προς το παρατείναι τον βίον του Ρωμαϊσμού επέκεινα των ιστορικών αυτού ορίων. Κατ' αυτήν, μόνος ο απ' αρχής άχρι τελικής αλώσεως Κωνσταντινονπόλεως εμψυχών, κινών, διατρέφων περισώζων την Βυζαντινήν πολιτείαν είναι ο δαίμων της πρεσβυτέρας Ρώμης. Του Ελληνισμού προ πολλού αποβιώσαντος και ενταφιασθέντος, μόνος ούτος επικρατεί. Ουδεμίαν ιστορικήν ή θρησκευτικήν παράδοσιν, ουδεμίαν αυτόματον ενέργειαν επιδεικνύει το υπήκοον. Τί εστιν η εγχώριος Εκκλησία; σύλλογος γλισχρολόγων και δεισιδαιμόνων σοφιστών, ουδέν πρόσωπον αληθώς ιστορικόν υποκρινόμενος. Τι δε η γραμματολογία; Δείγμα τρανόν της αποβιώσεως του Ελληνισμού. Περί δε ροπών ιστοριονομικών της κοινωνίας· περί δε πορείας ιδεών, παραδόσεων, πίστεως· περί δε λαόν και δημώδους γλώσσης και συμπτωμάτων λαϊκής προκοπής, ου λόγος τούτων ουδ' αριθμός· άλλη γαρ πραγματικότης πλην της Ρωμαϊκής ψυχορραγίας ουκ εντυγχάνεται. Μόνος άρα του νεωτέρου πολιτισμού προβιβαστής υπάρχει αυτός ο υπό των βαρβάρων ανακαινισθείς εν τη Εσπέρα Λατινισμός· αυτός, όστις ανεδέξατο την εντολήν του γονιμοποιήσαι τους σπόρους της αρχαιότητος εν γη παρθένω, του νεοποιήσαι τον γεγηρακότα κόσμον, και εγκεντρίσαι τη χριστιανική Πολιτεία την εννομίαν της Ρώμης, την φιλελευθερίαν των μεγάλων πολιτών. Θέαμα δε διδακτικόν! Ενώ ο Ρωμαϊσμός εν Ανατολή τήκεται, μαραίνεται και ελεεινώς μετά μακράν αγωνίαν παραδίδει τοις Τούρκοις την εσχάτην πνοήν, ιδού κατά Δύσιν ο Ρωμαϊσμός αναστοιχειούται και εις δόξαν επανέρχεται, τροπούμενος την βαρβαρότητα δι' αυτής τής βαρβαρότητος!
Άρα λοιπόν πάντως άγονοι, πάντως αναποτέλεστοι παρέρχονται τοσούτοι πολιτικής υπάρξεως αιώνες! Άλλο θέμα λοιπόν προσφορώτερον εις θεατρισμόν της Παρακμής και Πτώσεως των εθνών, άλλο μέσον εις παραδειγμάτισιν της ασκοπίας των πολιτευμάτων δεν υπήρχε, πλην της εν Κωνσταντινουπόλει κηδείας του Ελληνισμού και του Ρωμαϊσμού, πλην της εκατόμβης μιας όλης ιστορίας!
Εις χρόνους πολιτικής δουλείας, ή βαρβαρικών κατακτήσεων, ή μεστούς οργασμού θρησκευτικού, όταν μάλιστα η φωνή των λαών καταθλίβεται, όταν η κοινή γνώμη, και ο εθνικός λόγος δεν ηγεμονεύωσιν, όταν η γραπτή ιστορία συμφέροντα μοναρχικά ή πνευματικά απλώς υπηρετούσα ούτε τας ενεστώσας ευχάς του πλήθους ερμηνεύη, ούτε τας μελλούσας προμαντεύη, τότε έκαστον εθνικόν όνομα υπό της συνηθείας καθιερωμένο εγκρύπτει μίαν τινά ιδέαν περιέχουσαν του χρόνου το πνεύμα, σημειοί μίαν ηλικίαν εθνικήν ης τα ίχνη αι διφθέραι δεν διέσωσαν. Δίκαιον δεν είναι, να αποκλείωμεν της ερεύνης τοιαύτας εκφράσεις αυτομάτους και ειλικρινείς. Δύνανται πολλάκις αυτά τα σημεία να οδηγήσωσι τον κριτικόν κατά την αναδιφήν, ον τρόπον οι επί τινων βράχων δυσβάτων εγκεκτισμένοι φανοί χρησιμεύσουσιν εν καιρώ νυκτός τω πρωρεί προς ανεύρεσιν του δρόμου του, ή καθώς οι εκ διαλειμμάτων εμπεπηγμένοι πάσσαλοι περισώζουσιν αποπλανόμενον οδοιπόρον. Έχει και η Ιστορία, ως η Νομισματική, μονογράμματά τινα, δι' ων ενίοτε ο επιστήμων αποκαλύπτει δήμον και πόλιν αμνημόνευτον, ή σαφηνίζει συμβάν τι φιλονεικούμενον. Η Θεία Πρόνοια διεφύλαξε τα σύμβολα αυτά επί χαλκίων, και λίθων, και διφθερών και πυραμίδων, έσθ' ότε δε και εν στόματι λαών, ίνα ελθούσης της ώρας, δι' αυτών oι μεταγενέστεροι εξιχνιάσωσι τα άδηλα και κρύφια του παρελθόντος.
Το χρήσιμον τοιαύτης εξετάσεως καθόλου παριδόντες οι νεώτεροι μεσαιωνολόγοι της Κωνσταντινονπόλεως, το δη κυριώτερον πάσης εκάστης ιστοριογραφίας, τον ορισμόν των εθνικών ονομάτων παραλείψαντες, ουδέποτε διέκριναν την βαθμιαίαν της Βυζαντινής πολιτείας επίβασιν από μιας εις άλλην ονομασίαν, ούτε δεόντως εξηκρίβωσαν την ιστοριονομικήν αξίαν εκάστης φάσεως ονομαστικής. ΓΡΑΙΚΟΣ και ΡΩΜΑΙΟΣ εις τας συγγραφάς τούτων δηλούσιν εν και το αυτό· λέξεις, αίτινες απολέσασαι πάσαν εν τω κυκεώνι των Βυζαντινών γεγονότων σημασίαν πολιτικήν ή εθνικήν, κατήντησαν, οτέ μεν όροι γεωγραφικοί, τας Ανατολικάς χώρας από των Δυτικών διακρίνοντες, οτέ δε ρήσεις σννθηματικαί, παραδεδομέναι εις την διάκρισιν του συγγραφέως. Έχει δε το μέρος της εις την σύγχυσιν και η δυσμένεια. Πρόκειται φέρ' ειπείν περί τινος πράξεως αξιεπαίνου, οίον ανδραγαθήματος, ευτολμίας, ηρωϊσμού, πατριωτισμού; Ο ιστορικός, εις ανάμνησιν της θρυλλουμένης ρωμαϊκής μεγαλοψυχίας, πρόχειρον έχει το όνομα το Ρωμαϊκόν· αποκαλεί, δηλαδή, Ρωμαίον τον της εγκωμιαζομένης πράξεως αυτουργόν. Τουναντίον δέ, πρόκειται περί τινος στρατιωτικής αποτυχίας, ή απιστίας προς βαρβάρους ή μηχανορραφίας αυλικής; Τότε ο της πτώσεως των Ρωμαίων ιστορικός βαρυθυμεί, συνοφρυούται, και τον κάλαμον εμβάπτων εις οιστρομανή χολήν, επιτίθησιν, εις ανάμνησιν δήθεν της Ελληνικής χαυνότητος, το όνομα το Γραικικόν. Τις πάντοτε ο αμαρτωλός; ο Γραικός. Τις δε ο τα μεγάλα καί θαυμαστά διαπράττων; ο Ρωμαίος. Αδιάφορον, εάν λόγος συμπέση περί του αυτού προσώπου, εάν σήμερον αμαρτήση αυτός εκείνος ο την χθες αριστεύσας. Υπόλογος παντός πλημμελήματος ουδείς άλλος, ή ο ταλαίπωρος Γραικός, μόνος δ' ενεργός ανδραγαθημάτων ο φέρων το περικλεές τής 'Ρώμης όνομα.
Αγαθή τύχη, την Βυζαντινήν χρονογραφίαν, ήτις γέγονεν οδηγός εις την εξιστόρησιν του ανατολικού μεσαιώνος, ανίκανον και επισφαλή σήμερον καταγορεύει γινόμενόν τι βέβαιον, σπουδαίον, αξιόπιστον υπέρ τι και άλλο, η αναβίωσις του Ελληνισμού, η επανατολή του δεδυκότος πλανήτου, η την ενδελέχειαν, την ιδιοπροσωπίαν, την ανυπαρξίαν της χριστιανικής Ελλάδος μαρτυρούσα Νεοελληνική του αιώνος μας αναγέννησις. Πεπρωμένος ην ο Ελληνικός λαός αυτόθεν ν' αναγνώση και να διερμηνεύση την δέλτον της τύχης του, δαδουχούσης της αστραπής του 1821, αυτός κεκλημένος ην να καταδείξη, οτι η μετά Χριστόν και εν Χριστώ πολιτεία του δεν υπήρξε νοσηρά τις και μαρασμώδης παραφυάς της προγενεστέρας Ρωμαϊκής διαίτης, ουρά τις ετοιμόσβεστος του Ρωμαϊκού κομήτου του προς στιγμήν διαυγάσαντος την Ανατολήν. Ούτος αυτός ην κεκλημένος να προσάψη την επιστημονικήν επισημότητα εις τον παρελθόντα βίον του, να εντυπώση την σφραγίδα της νομιμότητος, την αυθεντίαν του λόγου επί των προηγουμένων, -όσα συναπετέλεσαν το ξένισμα της εθνεγερσίας του- πεποιθώς, ότι γένος, ου τα γενέθλια και την βίωσιν ανεπιφυλάκτως δεν καθωμολόγησεν, η Ιστορία, ομοιάζει Βασιλέα ουκέτι εν ιερώ παραδεχθέντα το χρίσμα και το στέμμα.
Το πρόσφατον φαινόμενον της Ελληνικής αναγεννήσεως διαφωτίζει την σκοτίαν του μεσαιώνος, αντιτάσσει τη αψύχω και νεκρά χρονογραφία Ιστορίαν, έμψυχον, έμβιον, πάλλουσαν, αληθινήν, δοκιμάζει και ανεκκλήτως επικρίνει τα παραμεμορφωμένα του παρελθόντος διηγήματα. Έκτοτε η χρονογραφία διηγείται, τα δε συμβάντα συγκρίνει, χωρίζει, συνδυάζει, και ηγεμονικώς εξελέγχει η ιστορία της Παλιγγενεσίας μας.
Πόθεν προέρχεται η κοινή αυτή εξουσία; Επί τίνων ποτέ δικαίων στηρίζεται η βάσανος ην αντιποιείται επί της Βυζαντινής ζωής ο λόγος της Νεοελληνικής αναβιώσεως;
Η εξουσία θέλει διατρανωθή, όταν ερευνήσωμεν την φύσιν και παραβάλωμεν τα στοιχεία των δύω βίβλων αυτών, δηλαδή της νεκράς Βυζαντινής και της εμψύχου νεωτέρας· όταν παραλληλίσωμεν τους χαρακτήρας της χρονογραφίας προς τας παρακτικάς αρχάς του υπέρ ανεξαρτησίας αγώνος μας.
Και βαίνομεν αχρονοτριβήτως εις την εξέτασιν·
|