Ευάγγελος Δ. Θεοδώρου
Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο θεσμός των Διακονισσών εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία και η δυνατότης αναβιώσεως αυτού
Μέρος Τρίτο
2. Συν τω χρόνω προϊόντι, επέζησεν εν τη Ανατολική ιδίως Εκκλησία μόνον η πρώτη εκ των δύο ανωτέρω παρατεθεισών διατάξεων(48), ενσωματωθείσα κατά τα κύρια αυτής σημεία εις την από του ς’ μέχρι του η’ αιώνος επί το πανηγυρικώτερον διευρυνθείσαν και διαμορφωθείσαν «τάξιν» ή «ευχήν» ή «ακολουθίαν» «επί χειροτονία διακονίσσης», περί ης λαμβάνομεν γνώσιν εκ διαφόρων χειροτονικών, εμπεριεχομένων εκ κώδιξι και χειρογράφοις ευχολογίοις των βυζαντινών χρόνων. Εκτενής και αξία ιδιαίτερα προσοχής «ευχή επί χειροτονία διακονίσσης» απαντάται εν τω κατά τον η’ αιώνα ή τας αρχάς του θ’ αιώνος γραφέντι Βαρβερινώ Κώδικι (Κώδιξ Β), εν τω από του θ’ ή των αρχών του ι’ αιώνος καταγομένω Βησσαριανώ κώδικι της Κρυπτοφέρρης (κώδιξ Κρυπτοφέρρης) και εν τω κατά τον ι’ αιώνα γραφέντι υπ’ αριθ. 956 χειρογράφω της Βιβλιοθήκης (της μονής της αγ. Αικατερίνης) του όρους Σινά. Της «ευχής» του τελευταίου κώδικος παραδιδομένης ημίν υπό του Δμητριέβσκη(49), η ευχή των δύο πρώτων κωδίκων ευρίσκεται παρά τω Goar(50) και άλλοις(51). «Τάξις γινομένη επί χειροτονία διακονίσσης» απαντάται ωσαύτως και εν τω υπ’ αρ. 213 κώδικι των Παρισίων (Coislinus), γραφέντι το έτος 1027 και εν τω υπ’ αρ. 149-104 (94) κώδικι της βιβλιοθήκης του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Αμφότεροι οι κώδικες ούτοι παραδίδονται ημίν υπό του Δμητριέβσκη(52). Επίσης εάν μελετήσωμεν τον κατά τον ιβ’- ιδ’ αιώνα γραφέντα υπ’ αρ. 692 κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης των Αθηνών και λάβωμεν υπ’ όψιν τα ειδολογικά και τα καθ’ ύλην εσωτερικά κριτήρια, ήτοι τα κριτήρια γλώσσης, συντάξεως, περιεχομένου, διατάξεως της ύλης κ.λ., άτινα μαρτυρούν άμεσον εν πολλοίς συνάρτησιν του κώδικος τούτου μετά του ανωτέρω μνημονευθέντος υπ’ αρ. 213 κώδικος των Παρισίων, δημιουργηθείσαν είτε δι’ αντιγραφής είτε δια χρήσεως κοινού πρωτοτύπου, καταλήγομεν εις το συμπέρασμα, ότι και η υπ’ αρ. λ’ «τάξις γινομένη επί χειροτονία διακονίσσης», ην περιείχεν άλλοτε εν τω απολεσθέντι τμήματι αυτού ο αθηναϊκός ούτος κώδιξ, ως αποδεικνύεται εκ του πίνακος των περιεχομένων αυτού, συνέπιπτε πλήρως προς την εν τω υπ’ αρ. 213 κώδικι των Παρισίων υπάρχουσαν. «Τάξιν επί χειροτονία διακονίσσης» περιγράφουν ωσαύτως το κατά τον ιδ’ αιώνα γραφέν και υπό του Δμητριέβσκη δημοσιευθέν υπ’ αρ. 163 ειλητάριον της μονής Ξενοφώντος του αγ. Όρους(53) και ο Ματθαίος Βλάσταρις(54).
Αξία προσοχής τυγχάνει και η νεστοριανή Ordo chirotoniae mulierum diaconissarum, ήτις, ευρεθείσα εν συριακώ χειρογράφω γραφέντι περί τα μέσα του ις’ αιώνος, εδημοσιεύθη υπό των Assemani(55), Denzinger(56)και άλλων(57).
Η εν τη Δύσει διαμορφωθείσα Ordo ad diaconam faciendam παρατίθεται εν τη από του η’ ή του θ’ αιώνος προερχομένη και αρχαιότερον υλικόν περιλαμβανούση συλλογή «Ordo Romanus antiquus de divinis catholicae ecclesiae officiis et ministeriis per totius anni circulum». Η συλλογή αύτη, περιέχουσα και το καλούμενον Sacramentarium Gelasianum, ελήφθη υπό του M. Hittorp εκ μεσαιωνικών χειρογράφων της βιβλιοθήκης του εν Κολωνία καθεδρικού ναού και εξ άλλων ιδιωτικών βιβλιοθηκών και εδημοσιεύθη υπ’ αυτού εν τω έργω «De divinis officiis» (Köln 1568), σελ. 1 – 160(58).
Εν τω επομένω πίνακι αφ’ ενός κατατάσσονται κατά σχετικήν χρονολογικήν σειράν οι ανωτέρω μνημονευθέντες κώδικες και αι ιστορικαί πηγαί και αφ’ ετέρου σημειούνται αι κατωτέρω χρησιμοποιούμεναι βραχυγραφίαι αυτών:
Πηγαί και κώδικες, περιέχοντες τυπικά
Χειροτονίας διακονισσών.
Ονομασία / Αριθ. / Αιών / Βραχυγραφία
Βαρβερινός κώδιξ / -- / Η’-Θ’ / Β
Βησσαριανός κώδιξ (Κρυπτοφέρρης) / -- / Θ’-Ι’ / Κ
Κώδιξ Βιβλιοθήκης Σινά / 956 / Ι’ / Σ
Κώδιξ Παρισίων (Coislinus) / 213 / ΙΛ’ / Η
Ordo Romanus / -- / Θ’-ΙΑ’ / Ο
Codex Engelbergensis / 54 / IB’ / E
Κώδιξ Εθν. Βιβλιοθ. Αθηνών / 662 / ΙΒ’-ΙΔ’ / Αθ.
Ματθαίος Βλάσταρις / -- / ΙΓ’ / Βλ.
Ειλητάριον Μ. Ξενοφώντος Αγ. Όρους / 163 / ΙΔ’ / Ξ
Κώδιξ Βιβλιοθ. Αλεξανδρ. 149-104 / (94) / ΙΔ’ / Αλ.
Συρ. Νεστοριανόν χειρόγραφον / -- / ΙΣΤ’ / Συρ.
3. Τα υπό των κωδίκων και πηγών τούτων παραδιδόμενα τυπικά της χειροτονίας των διακονισσών έχουν ως εξής:
Α’
«Ευχή επί χειροτονία διακονίσσης».
(Κώδικες Β και Κ – Ευχολόγιον Coar κ.λ.π)[59].
«Μετά το γενέσθαι την αγίαν αναφοράν και ανοιγήναι τας θύρας πριν ή ειπείν τον διάκονον• Πάντων των αγίων, προσφέρεται η μέλλουσα χειροτονείσθαι τω αρχιερεί και εκφωνών το, Η θεία Χάρις, κλινούσης αυτής την κεφαλήν, επιτίθησι την χείρα αυτού επί την κεφαλήν αυτής, και ποιών σταυρούς τρεις επεύχεται ταύτα.
Ο Θεός ο άγιος, ο Παντοδύναμος, ο δια της εκ Παρθένου κατά σάρκα γεννήσεως του μονογενούς Σου υιού και Θεού ημών αγιάσας το θήλυ• και ουκ ανδράσι μόνον αλλά και ταις γυναιξί δωρησάμενος την χάριν και την επιφοίτησιν του αγίου Σου Πνεύματος• Αυτός και νυν, Δέσποτα, έπιδε επί την δούλην σου ταύτην• και προσκαλέσαι αυτήν εις το έργον της διακονίας σου, και κατάπεμψον αυτή την πλουσίαν δωρεάν του αγίου Σου Πνεύματος• διαφύλαξον αυτήν εν τη ορθοδόξω Σου πίστει, εν αμέμπτω πολιτεία κατά το Σοι ευάρεστον την εαυτής λειτουργίαν δια παντός εκπληρούσαν. Ότι πρέπει Σοι… αμήν.
Και μετά το αμήν ποιεί εις των διακόνων ευχήν ούτως:
Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ της άνωθεν ειρήνης, και ευσταθείας του σύμπαντος κόσμου• του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου• του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του αρχιεπισκόπου ημών (του δείνος), ιερωσύνης, αντιλήψεως, διαμονής, ειρήνης, υγιείας, σωτηρίας αυτού και του έργου των χειρών αυτού του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ της νυν προχειριζομένης διακονίσσης τήσδε και της σωτηρίας αυτής• του Κυρίου δεηθώμεν.
Όπως ο φιλάνθρωπος Θεός άσπιλον και αμώμητον αυτή την διακονίαν χαρίσηται• του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του ευσεβεστάτου και θεοφιλεστάτου βασιλέως ημών.
Υπέρ του ρυσθήναι ημάς.
Αντιλαβού σώσον.
Και εν τω γενέσθαι ταύτην την ευχήν υπό του διακόνου, έχων ομοίως την χείρα επί την κεφαλήν της χειροτονουμένης ο Επίσκοπος, επεύχεται ούτως:
Δέσποτα Κύριε, ο μηδέ γυναίκας αναθεμένας εαυτάς και βουληθείσας καθ’ ο προσήκε λειτουργείν τοις αγίοις οίκοις σου αποβαλλόμενος, αλλά ταύτας εν τάξει λειτουργών προσδεξάμενος• δώρησαι την χάριν του Αγίου Σου Πνεύματος και τη δούλη του ταύτη, βουληθείση αναθείναί Σοι εαυτήν, και την διακονίας αποπληρώσαι χάριν, ως έδωκας χάριν της διακονίας Σου Φοίβη, ην εκάλεσας εις έργον της λειτουργίας• παράσχου δε αυτή ο Θεός, ακατακρίτως προσκαρτερείν τοις αγίοις ναοίς Σου, επιμελείσθαι της οικείας πολιτείας, σωφροσύνης δε μάλιστα, και τελείαν απόδειξον δούλην Σου• ίνα και αυτή, παραστώσα τω βήματι του Χριστού, άξιον της αγαθής πολιτείας απολήψηται τον μισθόν. Ελέει και φιλανθρωπία του μονογενούς Σου Υιού, μεθ’ ου ευλογητός ει• και τα εξής.
Και μετά το αμήν, περιτίθησι τω τραχήλω αυτής υποκάτωθεν του μαφωρίου το διακονικόν ωράριον, φέρων έμπροσθεν τας δύο αρχάς• και τότε ο εν τω άμβωνι διάκονος λέγει• Πάντων των αγίων μνημονεύσαντες και τα λοιπά.
Μετά (δε) το μεταλαβείν αυτήν του αγίου σώματος και του αγίου αίματος, επιδίδωσιν αυτή ο Αρχιεπίσκοπος το άγιον ποτήριον• όπερ δεχομένη αποτίθεται τη αγία τραπέζη».
Β’
«Ευχή επί χειροτονία διακονίσσης»
(Κατά τον κώδικα Σ)[60].
«Μετά το γενέσθαι την αναφοράν και ανοιγήναι τας θύρας προσφέρεται η μέλλουσα χειροτονείσθαι, και ο αρχιερεύς εκφωνεί το Η θεία χάρις, κλινούσης αυτής την κεφαλήν και επιτίθησι την χείρα αυτού επί την κεφαλήν αυτής, και ποιών σταυρούς τρεις επεύχεται. Ο Θεός ο άγιος και παντοδύναμος… (ως εν τοις κώδιξι Β και Κ).
Και μετά το Αμήν, ποιεί εις των διακόνων ευχήν και εν τω γενέσθαι ταύτην, ο Αρχιεπίσκοπος έχων την χείρα επί την κεφαλήν αυτής, επεύχεται ούτως• Δέσποτα Κύριε, ο μηδέ γυναίκας αναθεμένας εαυτάς… (ως εν τοις κώδιξι Β και Κ)».
Γ’
«Τάξις επί χειροτονία διακονίσσης»
(Κατά τους κώδικας Η και Αθ.)[61].
«Τάξις γινομένη επί χειροτονία διακονίσσης, ήτις οφείλει είναι μ’ (= τεσσαράκοντα) χρόνων, παρθένος αγνή και, κατά το νυν κρατούν, μονάζουσα μεγαλοσχήμων, κεκαρμένη τε κοσμίως, και εις τοσούτον δια της επανθούσης αυτής αρετής ανηγμένη εις ύψος, ως αμιλλάσθαι κατά γε τούτο τοις αληθώς ανδράσι, καντεύθεν αξιούσθαι και της τοσαύτης τιμής. Τελείται τοίνυν και επί ταύτη πάντα, όσα και επί τοις διακόνοις ολίγων τινών γινομένων ενηλλαγμένως• προσάγεται γαρ τη ιερά τραπέζη μαφωρίω καλυπτομένη την κάραν, ου τα αμφότερα άκρα έμπροσθεν απηώρηται, και μετά το ρηθήναι• Η Θεία Χάρις, ου κλίνει γόνυ, καθάπερ ο διάκονος, αλλά μόνην την κάραν, και ο αρχιερεύς σφραγίζων ταύτην τρις και έχων επικειμένην αυτή την χείρα εύχεται ούτως. Ο διάκονος• Του Κυρίου δεηθώμεν. Ο Θεός, ο άγιος και παντοδύναμος… (ως εν τοις κώδωξι Β και Κ).
Και λεγομένων των διακονικών, α λέγεται και επί τοις διακόνοις, ο αρχιερεύς, έχων ωσαύτως τη της χειροτονουμένης κορυφή την χείρα επικειμένην, εύχεται ούτως:
Δέσποτα Κύριε, ο μηδέ γυναίκας αναθεμένας εαυτάς και βουληθείσας… (ως εν τοις κώδωξι Β και Κ).
Και μετά το Αμήν περιτίθησι τω τραχήλω ταύτης υποκάτωθεν του μαφωρίου το διακονικόν ωράριον, φέρων εις το έμπροσθεν τας δύο αρχάς, και ούτως ο επί του άμβωνος διάκονος λέγει το Πάντων αγίων μνημονεύσαντες. Κατά δε τον της μεταλήψεως των θείων μυστηρίων καιρόν, κοινωνεί μεν του θείου σώματος και αίματος μετά τους διακόνους, λαμβάνουσα δε το ποτήριον εκ των του αρχιερέως χειρών ουδενί μεταδίδωσιν, αλλ’ ευθύς επιτίθησιν αυτό τη αγία τραπέζη. Επληρώθη η χειροτονία της διακονίσσης».
Υποσημειώσεις
48. Η εν Χειροτονικώ των «Αποστολικών Διαταγών» παρατιθεμένη «επίκλησις επί χειροτονία διακονίσσης» αποτελεί και σήμερον το κυριώτερον στοιχείον της καθειρώσεως των διακονισσών εν τω Προτεσταντισμώ: Diakonissenbuch, εκδ. υπό του Kaiserwerther Verband der Diakonissen-Mutterhäuser, 1935, σσ. 25-26. Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Ηρωΐδες της χριστιανικής αγάπης – Αι διακόνισσαι δια των αιώνων, σ. 145.
49. Α. Δμητριέβσκη, ένθ’ ανωτ., σ. 16.
50. Jacobi Goar, Ευχολόγιον sive rituale Graecorum, complectens ritus et ordines, Lutetiae Parisiorum 1647. Editio secunda Venetiis 1730, σσ. 218 εξ.
51. Βλ. Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Η «χειροτονία» … των διακονισσών, σ. 53, υποσημ. 5.
52. Α. Δμητριέβσκη, ένθ’ ανωτ., σσ. 996 και 346. Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Ηρωΐδες της χριστιανικής αγάπης …., σσ. 47-48.
53. Α. Δμητριέβσκη, ένθ’ ανωτ., σσ. 360-361.
54. Ματθαίου Βλαστάρεως, ένθ. ανωτ., Migne Ε.ΙΙ. 144, 1173 εξ.
55. J. Assemani, Bibliotheca Orientalis III, 2, Ρώμη 1728, σσ. 851 εξ.
56. H. J. Denzinger, Ritus Orientalium, Coptorum, Syrorum et Armenorum, Würzburg 1863 εξ., τόμ. ΙΙ, σ. 261• πρβλ. τόμ. Ι, σ. 123 και τόμ. ΙΙ, σ. 227.
57. G. Mayer, Witwen εν Wetzer – Welte, Kirchenlexikon, τόμ 2, Freiburg im Breisgau 1901, σ. 62 εξ. Adolf Kalsbach, Die altkirchliche Einrichtung der Diakonissen bis zum ihrem Erlöschen, Freiburg im Breisgau 1926, σσ. 61 εξ.
58. Η «Ordo ad diaconam faciendam», σημειουμένη και υπό της υπό του Jean Mabillon εκδοθείσης συλλογής «Ordo Romanus» (ΙΧ, 3) (Migne P.L. 78, 1903), απαντάται εν μεσαιωνικοίς λειτουργικοίς χειρογράφοις (H. Ehrenberger, Libri liturgici biblioth. Apost. Vaticanae, Freiburg 1897, σσ. 515 εξ. F. E. Warren, The Laefric missal, Oxford 1883, σ. 216. J. Forget, Diaconesses εν Dictionnaire de théologie catholique, εκδ. υπό A. Vacant – E. Mangenot, Paris 1909 εξ., V, 1) και εν τω κώδικι, όστις χαρακτηρίζεται ως Codex Engelbergensis (ιβ’ αιών) (Adolf Kalsbach, ένθ’ ανωτ., σ. 81). Παραπομπή εις την «Ordo ad diaconam faciendam» υπάρχει εν χειρογράφω ενός Libri Pontificalis της βιβλιοθήκης του εν Toulouse Κολλεγίου (Jean Morin, Commentarius historicus ae dogmaticus de sacris Ecclesiae ordinationibus secundum antiques et recentiones Latinos, Graecos, Syros et Babylonios…, τόμ. 1-3, Paris 1655, Amsterdam 1695) και εν χειρογράφω του Bamberg (εκ του ια’ αιώνος) (Michel Andrieu, Les Ordines Romani du haut Moyen Age, Louvain 1931, σ. 36). Η περί ης ο λόγος «Ordo ad diaconam faciendam» δημοσιεύεται επίσης εν Δευτέρα εκδόσει του έργου του M. Hittorp (De divinis catholicae ecclesiae officiis et mysteriis) (εν τη σειρά Magna bibliotheca veterum partum, τόμ. 10, Paris 1644, σσ. 161 εξ.), αλλά και υπό των L. A. Muratori (Antiquitates italicae medii aevi, τόμ. 5, Milano 1741, σ. 577), J. Pinius (Tractatus de ecclesiae diaconissis, εν Acta Sanctorum, Sept. T. I, Antwerpen 1746, κεφ. Χ, § 5, 47 εξ.), Adolf Kalsbach (μν. έ., σσ. 81 εξ.) κ.ά.
59. Πρβλ. Jacobi Goar, ένθ’ ανωτ., σσ. 218 εξ.
60. Α. Δμητριέβσκη, ένθ’ ανωτ., σ. 16. Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Ηρωΐδες της χριστιανικής αγάπης, σ. 47.
61. Α. Δμητριέβσκη, ένθ’ ανωτ., σσ. 996 και 346. Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, ένθ’ ανωτ., σσ. 47-48.
|