Ανδρέας Θεοδώρου
Ἀπὸ τὴν Ὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος
Ὕμνοι στὸ πρωτότυπο καὶ σὲ μετάφραση Ἀνδρέα Θεοδώρου
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Πρὸς τὸ ἑκούσιον πάθος»,
ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας
Μεγάλη Πέμπτη
«Ὁ λίμνας καὶ πηγὰς καὶ θαλάσσας ποιήσας, ταπείνωσιν ἡμᾶς ἐκπαιδεύων ἀρίστην, λεντὶῳ ζωννύμενος ὑπερβολῇ εὐσπλαγχνίας καὶ ὑψῶν ἡμᾶς ἀπὸ βαράθρων κακίας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος».
Αὐτὸς ποὺ δημιούργησε τὶς λίμνες, τὶς πηγὲς καὶ τὶς θάλασσες, θέλοντας νὰ μᾶς διδάξει τὴν πιὸ τέλεια ταπείνωση, ἀφοῦ ζώστηκε τὸ λέντιο (ποδιά), ἔνιψε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν, ταπεινούμενος ἀπὸ ὑπερβολικὴ εὐσπλαχνία, καὶ ἀνυψώνοντας ἐμᾶς ἀπὸ τὰ βάραθρα τῆς κακίας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
***
«Μαθηταῖς ὑποδεικνύει ταπεινώσεως ὁ Διδάσκαλος τύπον• ὁ νεφέλαις δὲ τὸν πόλον περιβάλλων ζώννυται λέντιον καὶ κάμπτει γὸνυ δούλων ἐκπλῦναι πόδας, οὗ ἐν τῇ χειρὶ πνοὴ πάντων τῶν ὄντων».
Ὁ Διδάσκαλος παρέχει στοὺς μαθητὲς του παράδειγμα ταπεινώσεως• αὐτὸς δέ, ποὺ ντύνει τὸν οὐρανὸ μὲ σύννεφα, ζώνει τὴ μέση του μὲ λέντιο (ποδιά) καὶ γονατίζει, γιὰ νὰ διακονήσει τοὺς μαθητές, ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος κρατεῖ στὰ χέρια του τὴ ζωὴ ὅλων τῶν ὄντων.
***
«Ξενίας δεσποτικῆς καὶ ἀθανάτου τραπέζης, ἐν ὑπερώῳ τόπῳ, ταῖς ὑψηλαῖς φρεσί, πιστοί, δεῦτε ἀπολαύσωμεν, ἐπαναβεβηκότα Λόγον ἐκ τοῦ λόγου μαθόντες, ὃν μεγαλύνομεν».
Ἐλᾶτε πιστοὶ μὲ φρόνημα ὑψηλό, στὸ ὑπερῷο (τῆς Ἱερουσαλήμ), γιὰ ν' ἀπολαύσουμε δεσποτικὴ δεξίωση (φιλοξενία) καὶ τράπεζα παρεκτικὴ ἀθανασίας, ἀφοῦ μάθουμε τὸ λόγο (τὴ διδασκαλία) ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο ὁ Λόγος, τὸν ὁποῖο μεγάλως δοξάζουμε.
***
«Σήμερον τὸ κατὰ τοῦ Χριστοῦ πονηρὸν συνήχθη συνέδριον καὶ κατ’αὐτοῦ κενὰ ἐβουλεύσατο, παραδοῦναι Πιλάτῳ εἰς θάνατον τὸν ἀνεύθυνον. Σήμερον τὴν τῶν χρημάτων ἀγχόνην Ἰούδας ἑαυτῷ περιτίθησι καὶ στερεῖται κατ' ἄμφῳ ζωῆς, προσκαίρου καὶ θείας. Σήμερον Καϊάφας ἄκων προφητεύει, Συμφέρει, λέγων, ὑπὲρ τὸν λαοῦ ἕνα ἀπολέσθαι. Ἦλθε γὰρ ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν τοῦ παθεῖν, ἵνα ἡμᾶς ἐλευθερώσῃ ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος».
Σήμερα συνεκλήθη τὸ πονηρὸ συνέδριο κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποφάσισε πράγματα ἀστήρικτα ἐναντίον του, νὰ παραδώσει δηλαδὴ τὸν ἀνεύθυνο (ἀθῶο) στὸν Πιλάτο γιὰ νὰ θανατωθεῖ. Σήμερα ὁ Ἰούδας δένει στὸ λαιμὸ του τὸ σχοινὶ τῆς ἀγχόνης καὶ στερεῖται τὴ ζωὴ καὶ στὶς δυό της μορφὲς (τὴν ἐπίγεια καὶ τὴν ἐπουράνια). Σήμερα ὁ ἀρχιερέας Καϊάφας προφητεύει ἄθελά του, λέγοντας ὅτι συμφέρει νὰ θανατωθεῖ ἕνας ὑπὲρ τοῦ λαοῦ• διότι ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο μὲ σκοπὸ νὰ πάθει, γιὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ ἐχθροῦ (διαβόλου), ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.
***
«Μυσταγωγῶν σου, Κύριε, τοὺς μαθητάς, ἐδἰδασκες λέγων• Ὦ φίλοι, ὁρᾶτε, μηδεὶς ὑμᾶς χωρίσει μου φόβος• εἰ γὰρ πάσχω, ἀλλ' ὑπὲρ τοῦ κόσμου• Μὴ οὖν σκανδαλίζεσθε ἐν ἐμοί• οὐ γὰρ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύτρον ὑπὲρ τοῦ κόσμου. Εἰ οὖν ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ, ἐμὲ μιμεῖσθε• ὁ θέλων πρῶτος εἶναι ἔστω ἒσχατος• ὁ δεσπότης ὡς ὁ διάκονος• μείνατε ἐν ἐμοί, ἵνα βότρυν φέρητε• ἐγὼ γάρ εἰμι τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος».
Κύριε, θέλοντας νὰ μυήσεις τοὺς μαθητὲς στὸ θεῖο σου μυστήριο, τοὺς δίδασκες, λέγοντας: Ὢ φίλοι μου, προσέχετε κανένας φόβος νὰ μή σᾶς χωρίσει ἀπὸ ἐμένα• γιατί ἂν πάσχω, τὸ κάνω γιὰ τὸν κόσμο• νὰ μὴ σκανδαλίζεστε μὲ τὴ διαγωγή μου, ἐπειδὴ δὲν ἦλθα νὰ ἐξυπηρετηθῶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπηρετήσω καὶ νὰ δώσω τὴ ζωή μου λύτρο ἐξαγορᾶς τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία (καὶ τὸ διάβολο). Ἐάν, λοιπόν, εἶστε φίλοι μου, νὰ μιμεῖσθε τὸ παράδειγμά μου• ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, ἂς εἶναι ὁ τελευταῖος• ὁ δεσπότης, ἂς εἶναι ὅπως ὁ διάκονος (ὄχι βέβαια μὲ λειτουργικὴ ἔννοια). Μείνετε, λοιπόν, μαζί μου, γιὰ νὰ καρποφορήσετε βότρυ (σταφύλι)• διότι ἐγὼ εἶμαι ἡ ἄμπελος τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
|