Βασίλειος Τατάκης
Η Συμβολή της Καππαδοκίας στη Χριστιανική Σκέψη
Απόσπασμα από το ομώνυμο βιβλίο, εκδ. Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1989.
16. ΚΕΙΜΕΝΑ TOΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ - Η ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥ ΩΡΙΓΕΝΗ
Δε θα παρακολουθήσουμε εδώ τη ζωή του και τη δράση του, θα σταματήσουμε μόνο σ' εκείνα τα κείμενά του που δείχνουν την επίδραση του Ωριγένη και της ελληνικής παιδείας. Το σπουδαιότερο από την άποψη αυτή είναι ο Χαριστήριος Λόγος• σπουδαία πηγή για τη διδακτική δράση
του Ωριγένη, όσο και αν ο Γρηγόριος μιλεί με έξαρση και ρητορικότητα.
Το πρώτο μέρος της διδασκαλίας του Ωριγένη ήταν προπαρασκευαστικό. Περιλάμβανε όλες τις επιστήμες της ελληνικής παιδείας (Διαλεκτική, Φυσική, Γεωμετρία, Αστρονομία, Ηθική), και, πάρα πέρα, όλες τις φιλοσοφικές θέσεις, ελληνικές ή βαρβαρικές. Έπρεπε να μην αφήσουν οι μαθητές του κανένα μόριο αλήθειας ανεξέταστο. Πού απέβλεπε όμως η εγκυκλοπαιδική τούτη μελέτη; Δεν ήταν δύσκολο, όταν μελετούσαν όλες αυτές τις θέσεις, να διαπιστώσουν τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τα κενά που άφηναν να δουν ότι καμιά απ’ αυτές δεν είναι τέλεια. Έτσι, καμιά απ' αυτές τις διδασκαλίες δεν θα τους αιχμαλώτιζε• αντίθετα, προετοιμάζουν την ψυχή τους να αναζητήσει Εκείνον που είναι η μοναδική πηγή της αλήθειας. Αυτός είναι ο μεθοδικός προσανατολισμός των σπουδών του πρώτου μέρους. Δεν απεργαζόταν τον προσανατολισμόν αυτό μόνο η διδασκαλία του Ωριγένη, — αλλά και το ήθος του, η αρετή του, η ζωή του η σύμφωνη με όσα εδίδασκε. Με όλ’αυτά ωθούσε ο Ωριγένης την ψυχή των μαθητών του σε κόσμο ανώτερο, σε στροφή προς τα έσω, όπου ο άνθρωπος είναι έτοιμος να ακούει στο βάθος του είναι του τη φωνή του Θεού. Όταν ο Ωριγένης είχε επιτύχει τούτη την ψυχική προετοιμασία καί καλλιέργεια, περνούσε στο δεύτερο και κυριότερο μέρος της διδασκαλίας του, την αποκάλυψη της αλήθειας και την ερμηνεία των Γραφών. Εδώ, λέει ο Γρηγόριος, ο θαυμαστός Ωριγένης ήταν εμπνευσμένος εξηγητής, άφθαστος.
Τούτη την περιγραφή δίνει ο Γρηγόριος για το διδακτικό έργο του Ωριγένη. Έτσι το είδε, έτσι μίλησε στην ψυχή του, αυτά τα αποτελέσματα είχε. Το μαθητή του ο Ωριγένης τον θέλει οπλισμένο με τα φώτα της ελληνικής επιστήμης• να είναι σοφός• να βλέπει όμως ότι η ανθρώπινη επιστήμη δεν είναι αυτάρκης. Την ολοκλήρωσή της τη βρίσκει στην αποκάλυψη. Έτσι, ο άνθρωπος υψώνεται προς το Θεό και η πίστη του γίνεται έλλογη. Έτσι ο άνθρωπος περνάει από το μόριο της αλήθειας, τη δήθεν σοφία, στην αλήθεια ολόκληρη, στην πραγματική σοφία. Αυτή τη συνεργασία δέχεται ο Ωριγένης ελληνικής παιδείας και χριστιανισμού. Σ’ αυτή τη σύνθεση καταλήγει: Η ελληνική επιστήμη και φιλοσοφία να υπηρετούν την αποκάλυψη.
Ότι αυτή πραγματικά τη λύση έδωσε ο Ωριγένης στο τόσο επίκαιρο στην εποχή του πρόβλημα των σχέσεων χριστιανισμού και ελληνικής φιλοσοφίας, επικυρώνεται και από την επιστολή(114α) που έστειλε αργότερα στον Γρηγόριο. Δύναται οὖν ἡ εὐφυΐα σου, γράφει(115), Ρωμαῖον σε νομικὸν ποιεῖν τέλειον, καὶ ἑλληνικόν τινα φιλόσοφον τῶν νομιζομένων ἐλλογίμων αἱρέσεων(116). Ἀλλ' ἐγὼ τῇ πάσῃ τῆς εὐφυΐας δυνάμει σου ἐβουλόμην καταχρήσασθαί σε τελικῶς μὲν εἰς Χριστιανισμόν, ποιητικῶς δὲ διὰ τοῦτ' ἂν ηὐξάμην παραλαβεῖν σε καὶ φιλοσοφίας Ἑλλήνων τὰ οἰονεὶ εἰς Χριστιανισμὸν δυνάμενα γενέσθαι ἐγκύκλια μαθήματα ἢ προπαιδεύματα, καὶ τὰ ἀπὸ γεωμετρίας καὶ ἀστρονομίας χρήσιμα ἐσόμενα εἰς τὴν τῶν Ἱερῶν Γραφῶν διήγησιν, ἵν ὅπερ φασὶ φιλοσόφων παῖδες περὶ γεωμετρίας καὶ μουσικῆς, γραμματικῆς τε καὶ ρητορικῆς καὶ ἀστρονομίας ὡς συνερίθων(117) φιλοσοφίᾳ, τοῦθ' ἡμεῖς εἴπωμεν καὶ περὶ αὐτῆς φιλοσοφίας πρὸς Χριστιανισμόν. Εμείς δηλαδή θα κάμουμε όχι μόνο τις επιστήμες, αλλά και τη φιλοσοφία την ίδια ωφέλιμη προπαίδεια για το χριστιανισμό. Στη φιλοσοφία σταματούσαν οἱ φιλοσόφων παῖδες• ήταν το τελευταίο τους σκαλοπάτι. Εμείς οι χριστιανοί με τις επιστήμες και τη φιλοσοφία θα περάσουμε πιο πέρα, στην αποκάλυψη. Τελικός σκοπός της όλης παιδείας είναι η κατανόηση των θείων Γραφών. Σὺ οὖν, συνεχίζει ο Ωριγένης(118), προηγουμένως πρόσεχε τῇ τῶν θείων Γραφῶν ἀναγνώσει• ἀλλὰ πρόσεχε• πολλῆς γὰρ προσοχῆς ἀναγινώσκοντες τὰ θεῖα δεόμεθα• ἵνα μὴ προπετέστερον εἴπωμέν τινα, ἢ νομίσωμεν περὶ αὐτῶν• καὶ προσέχων τῇ τῶν θείων ἀναγνώσει μετὰ πιστῆς καὶ θεῶ ἀρεσκούσης προλήψεως, κροῦε τὰ κεκλεισμένα αὐτῆς, καὶ ἀνοιγήσεταί σοι ὑπὸ τοῦ θυρωροῦ ... Μὴ ἀρκοῦ δὲ τῷ κρούειν καὶ ζητεῖν ἀναγκαιοτάτη γὰρ καὶ ἡ περὶ τοῦ νοεῖν τὰ θεῖα εὐχή.
Άφησε και άλλα ενδιαφέροντα κείμενα ο Γρηγόριος. Την Έκθεσιν της πίστεως(119) και την Επιστολήν κανονικήν(120). Διαφαίνεται και σ' αυτά η συνεργασία της ελληνικής παιδείας στη σύλληψη των χριστιανικών αληθειών. Το πρώτο κείμενο αποτελεί ενδιαφέροντα σταθμό προς το Σύμβολο της Πίστεως της Νικαίας. Μας δείχνει πόσο έχει κιόλας γίνει όχι μόνο η επεξεργασία του εδάφους, η διευκρίνιση βασικών εννοιών, αλλά και η συνθετική και περιληπτική διατύπωσή τους. Δείχνει ακόμα πόσο πολύτιμη είναι η τεχνική βοήθεια και συνεργασία της διαλεκτικής (μεθοδική ανάλυση και σύνθεση, όροι κλπ. ) για τη διερεύνηση της πίστεως. Το κείμενο τούτο παρουσιάζει και πρόσθετο ενδιαφέρον για την Καππαδοκία. Ο ίδιος ο άγιος Γρηγόριος το δίδαξε στη Μακρίνα(121), τη μάμμη του Μεγάλου Βασιλείου από τον πατέρα του. Η Μακρίνα, η θαυμαστή χριστιανή που μεγάλη στάθηκε η αφοσίωση και η συμβολή της στη χριστιανοπρεπή ανατροφή του Βασιλείου, δε δίδαξε στον Βασίλειο μόνο την Έκθεσιν της πίστεως του αγίου Γρηγορίου. Μπροστά του θα έβαλε θαυμαστό πρότυπο όλη τη ζωή και τα έργα του θαυματουργού ανδρός• ζωή και έργα με τα οποία τόσο προετοίμασε τον τελικό θρίαμβο του χριστιανισμού κατά τον 4ον αιώνα. Αυτά ομολογεί και ο ίδιος ο Μ. Βασίλειος(122): Πίστεως δὲ τῆς ἡμετέρας, γράφει, τίς ἂν καὶ γένοιτο ἐναργεστέρα ἀπόδειξις ἢ ὅτι τραφέντες ἡμεῖς ὑπὸ τίθλῃ μακαρίᾳ γνναικί, παρ' ὑμῶν ὡρμημένη; Μακρίναν λέγω, τὴν περιβόητον, παρ' ἧς ἐδιδάχθημεν τὰ τοῦ μακαριωτάτου Γρηγορίου ρήματα, ὅσα πρὸς αὐτὴν ἀκολουθίᾳ μνήμης διασωθέντα αὐτή τε ἐφύλασσε, καὶ ἡμᾶς ἔτι νηπίους ὄντας ἔπλαττε καὶ ἐμόρφου τοῖς τῆς εὐσεβείας δόγμασιν... Στην ίδια επιστολή(123) ονομάζει ο Μέγας Βασίλειος δάσκαλό του τὸν Γρηγόριον τον Πάνυ και τους επισκόπους που τον διαδέχτηκαν όλοι τους, λέει, ὥσπερ τινὲς ἀστέρες ἐπανατέλλοντες, κατὰ τῶν αὐτῶν ἰχνῶν ἐπέβησαν, ὥστε διάγνωστα καταλιπεῖν τῆς κατ' οὐρανὸν πολιτείας τὰ σημεῖα τοῖς βουλομένοις.
Άλλο είναι το ενδιαφέρον της Επιστολής κανονικής(124). Επιδρομή βαρβάρων στον Πόντο και τη Βιθυνία (253-254) δημιούργησε καταστάσεις, ευνόησε τη διάπραξη αδικιών, ώθησε γενικά σε συμπεριφορά όχι σύμφωνη προς το χριστιανισμό. Όλα έπρεπε να κριθούν, να δικαστούν, να διορθωθούν από την Εκκλησία κατά τρόπο σύμφωνο προς το πνεύμα του χριστιανισμού και ενιαίο. Τίς απόψεις του πάνω σ' αυτά τα ζητήματα διατυπώνει ο Γρηγόριος στην επιστολή του, που απευθύνεται προς κάποιον επίσκοπο τον οποίον επονομάζει Πάππαν. Τον επίσκοπο αυτό τον απασχολούσε φαίνεται προπάντων το γεγονός ότι κατά την επιδρομή των βαρβάρων χριστιανοί έφαγαν ειδωλόθυτα, ή υπέστησαν άλλες βίαιες δοκιμασίες. Οὐ τὰ βρώματα ἡμᾶς βαρεῖ(125), Ἱερώτατε Πάππα, ἀπαντάει ο Γρηγόριος, εἰ ἔφαγον οἱ αἰχμάλωτοι ταῦτα ἅπερ παρετίθεσαν αὐτοῖς οἱ κρατοῦντες αὐτῶν... — αν έφαγαν ειδωλόθυτα ή αν οι γυναίκες διεφθάρησαν διά της βίας. Ἀλλ' εἰ μὲν καὶ πρότερον κατέγνωστό τινος ὁ βίος πορευομένου ὀπίσω ὀφθαλμῶν τῶν ἐκπορνευόντων κατὰ τὸ γεγραμμένον, δῆλον ὅτι ἡ πορνικὴ ἕξις ὕποπτος καὶ ἐν τῷ καιρῷ τῆς αἰχμαλωσίας. Πόσο δείχνει ο πρώτος κιόλας κανών, ότι ο Γρηγόριος ξέρει να πηγαίνει στην ουσία των ζητημάτων, πράγμα που σε τούτη την περίπτωση και αίσθημα αληθινής φιλανθρωπίας προδίδει και φιλοσοφημένο νου. Τα ίδια διαπιστώνουμε και στους άλλους κανόνες, που αναφέρονται σε εκδηλώσεις πλεονεξίας. Διακρίνει με οξύτητα τίς διάφορες περιπτώσεις, και αποτιμά το βαθμό του αμαρτήματος κάθε φορά. Η σκέψη του δε γίνεται ποτέ δικονομική, μένει πάντα ουσιαστική. Σε τούτο η περιπτωσιολογία του διαφέρει πολύ από την περιπτωσιολογία των στωικών(126). Την ίδια ώρα ο Γρηγόριος δείχνει ποια θα ήταν σε κάθε περίπτωση η ορθή συμπεριφορά του χριστιανού. Πολύτιμος για το τελευταίο τούτο σημείο είναι ο 10ος κανόνας: Τοὺς δὲ τὴν ἐντολὴν πληρούντας, λέει, ἐκτὸς πάσης αἰσχροκερδείας πληροῦν δεῖ, μήτε μήνυτρα, ἢ σῶστρα, ἢ εὕρετρα, ἢ ὧ ὀνόματι ταῦτα καλοΰσι ἀπαιτοῦντας, γιατί, όπως επεξηγεί ο Βαλσαμών, η απώλεια δὲν έγινε από αμέλεια ἢ τυχαία, ἀλλὰ ἀπὸ περιστάσεως μεγάλης καὶ ἐπιδρομῆς βαρβαρικῆς(127).
***
Το έργο πού εγκαινίασαν οι Απολογητές έδωσε, όπως βλέπουμε, πλουσιότατους καρπούς κατά τον 3ον αιώνα. Ο Κλήμης και ο Ωριγένης συγκρότησαν συστηματική και σοφή θεολογία με τη γόνιμη και όλο ευρύτερη συνεργασία της ελληνικής φιλοσοφίας και επιστήμης. Η συνεργασία αυτή προκαλεί τα ειρωνικά βέλη μεταξύ άλλων και του Πορφυρίου, του σφοδρού πολέμιου του χριστιανισμού: Ὠριγένης ... Ἕλλην ἐν ἕλλησι παιδευθεὶς λόγοις, πρὸς τὸ βάρβαρον ἐξώκειλε τόλμημα. Ὧ δὴ φέρων αὐτόν τε καὶ τὴν ἐν τοῖς λόγοις ἕξιν ἐκαπήλευσε. Κατὰ μὲν τὸν βίον χριστιανῶς ζῶν καὶ παρανόμως, κατὰ δὲ τὰς περὶ τῶν πραγμάτων καὶ τοῦ θείου δόξας, ἑλληνίζων τε καὶ τὰ Ἑλλήνων τοῖς ὀθνείοις ὑποβαλλόμενος μύθοις. Συνῆν γὰρ ἀεὶ τῷ Πλάτωνι, τοῖς τὲ τοῦ Νουμηνίου καὶ Κρονίου, Ἀπολλοφάνους τε καὶ Λογγίνου, καὶ Μοδεράτου, Νικομάχου τε καὶ τῶν ἐν τοῖς Πυθαγορείοις ἐλλογίμων ἀνδρῶν ὡμίλει συγγράμμασιν ...(128) Ορθά βλέπει ο Πορφύριος ότι πολλά αντλεί ο Ωριγένης από τους Έλληνες, η ουσία όμως του έργου για το οποίο τα αντλεί ολότελα του διαφεύγει• βλέπει τα υλικά, δεν μπορεί να συλλάβει την οικοδομή, τη σύνθεση. Δεν υπάρχει γι' αυτόν θύρα εισόδου. Όπως βλέπουμε, οι χριστιανοί δεν ξοδεύουν τώρα τις δυνάμεις τους μόνο στην πολεμική. Οικοδομούν νέα επιστήμη, που συναγωνίζεται την εθνική. Η χριστιανική σχολή της Αλεξανδρείας συναγωνίζεται το Μουσείον της Αλεξανδρείας.
Εκτός από την επαφή και το συναγωνισμό με την ελληνική σκέψη, αρχίζει τώρα η χριστιανική σκέψη να αναζητά και τη μορφή που της ταιριάζει. Σα να διαβλέπει ότι μπορεί, ότι επιτρέπεται να υπάρχει κάποια χριστιανική τέχνη. Έτσι ο λυρικός τόνος δε λείπει από τα κείμενα του Κλήμη, ούτε κάποια αισθητική αξία από το Συμπόσιον των δέκα Παρθένων(129) του Μεθοδίου του Ολύμπου. Μ' άλλα λόγια, το έργο που άρχισαν οι απολογητές, αφού αναπτύχθηκε και θαυμαστά ευρύνθηκε από την Αλεξανδρινή Σχολή, βαδίζει τώρα προς την ολοκλήρωσή του. Αυτή την ολοκλήρωση θα μας δώσουν τον 4ον αιώνα κατά πρώτιστο λόγο οι μεγάλοι Καππαδόκες.
Notes
114α. Ε.Π. ΙΑ', 87-92. Ό Koetschau (στις εκδόσεις Krüger ) προσδιορίζει ότι η επιστολή ανήκει στην πενταετία 238-243 μ.Χ.
115. Ε.Π. ΙΑ', 88.
116. Σχολών.
117. Βοηθών.
118. Ε.Π. ΙΑ', 92.
119. Ε.Π. Ι’,983-988.
120. Ε.Π. Ι’,1019-1048. Ράλλης-Ποτλής, τ. Δ', σ. 45-66.
121. Ε.Π. Mς', 912.
122. Επιστολή ΣΔ', Τοις Νεοκαισαρεύσι, ς', Ε.Π. ΛΒ', 752 c κ.έ.
123. β', Ε.Π. ΛΒ', 746 b κ.έ.
124. Τη διαίρεσαν σε 11 κανόνες, αλλά ο 11ος είναι μεταγενέστερος. Συνοψίζει τις απόψεις του Μεγάλου Βασιλείου για τα στάδια της μετανοίας. Βλ.: Μπαλάνος, σ. 175.
|