image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Κεντρική σελίδα κειμένου | Προηγούμενη Σελίδα

Ευθύμιος (Στύλιος), Μητροπολίτης Αχελώου

Σειρά κειμένων επί του Ευαγγελισμού

Ἀπὸ τό «Η ΠΡΩΤΗ» Θεομητορικὸ Ἡμερολόγιο Γ’, ἔκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ, Ἀθῆναι 2003.


«Μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ»
(Ματθ. α' 18)

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἀναφέρεται σαφῶς στὴν μνηστεία τῆς Παρθένου Μαρίας μὲ τὸν «ξυλουργό» (Ματθ. ιγ' 55) Ἰωσήφ, χωρὶς ὅμως νὰ προχωρῆ σὲ λεπτομέρειες, γιὰ τὸ πῶς καὶ πότε ἔγινε ἡ μνηστεία αὐτή. Εἰδικώτερα, ὁ Εὐαγγελιστής, «ἐν πλήρει ἁρμονίᾳ πρὸς τὸ γαμικὸν δίκαιον τῶν Ἑβραίων, ὁμιλεῖ περὶ τῆς Μαρίας ὡς μνηστῆς, ὡς συζύγου καὶ ὡς γυναικός. Ἡ μνηστεία κατὰ τὸν ἀρχαῖον Ἰουδαϊκὸν νόμον... ἦτο οὐσιῶδες προκαταρκτικὸν τοῦ γάμου, καίπερ διακρινόμενον αὐτοῦ. Ἐδημιούργει σχέσιν δεσμευτικῆς ὑποχρεώσεως μεταξὺ τῶν μνηστευομένων... Μετὰ τὴν μνηστείαν καὶ πρὸ τοῦ γάμου...ὁ ἀνὴρ ἦτο ὁ κατά νόμον σύζυγος καὶ ὁ δεσμὸς ἠδύνατο νὰ λυθῆ μόνον διὰ κανονικοῦ διαζυγίου» (ΥΜ, 35).

Ἡ Παρθένος Μαρία, σὰν μνηστὴ ἔμεινε σὲ δικό της σπίτι καὶ ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν ὥρα τοῦ γάμου της μὲ τὸν Ἰωσήφ. Ἡ περίοδος αὐτὴ πρέπει νὰ ἦταν γιὰ τὴν Θεοτόκο περίοδος προετοιμασίας.


«Πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἒχουσα»
(Ματθ. α’ 18)

Ἡ Παρθένος συνέλαβε τὸν Ἰησοῦ μετά τὴν μνηστεία της μὲ τὸν Ἰωσὴφ καὶ ὄχι πρὸ τῆς μνηστείας. Ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἐρωτᾶ: «Ἀλλὰ διατὶ δὲν ἔμεινεν ἔγκυος προτοῦ νὰ μνηστευθῆ; Διὰ νὰ παραμείνη ἐπ' ὀλίγον κρυφὸν τὸ γεγονός... καὶ διά νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ κάθε πονηρὰν ὑποψίαν ἡ Παρθένος» (ΑΑΠ/Χ, 63, 83) . Διότι «πῶς ἦτο δυνατὸν οἱ Φαρισαῖοι νὰ παραδεχθοῦν ἐγκυμοσύνην ὑπερφυσικήν, πρωτάκουστον καὶ ἀκατανόητον καὶ μάλιστα καχύποπτοι καὶ κακόβουλοι ὅπως ἦσαν; Καὶ φυσικὰ ἡ φαρισαϊκὴ κακία δὲν θὰ ἐδυσκολεύετο νὰ ἐφαρμόση καὶ εἰς τὴν περίπτωσιν τῆς Παρθένου αὐστηρῶς τὸν νόμον, δηλαδὴ νὰ τὴν θανατώση μὲ λιθοβολισμόν» (Χ, 35) .

Πρόκειται γιὰ ἐκδήλωσι τῆς θείας Προνοίας. Ἐὰν ἡ Παρθένος συνελάμβανε πρὸ τῆς μνηστείας, ἡ δοκιμασία της θὰ ἦταν μεγαλύτερη γι' αὐτὴν καὶ τὸ κυοφορούμενον. Μὲ τὸν πέπλο τῆς μνηστείας ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ σκεπάζει τὸ γεγονὸς γιὰ τοὺς πολλούς, ἐνῷ ταυτόχρονα δὲν ἀφήνει καὶ τὸν ἕνα, τὸν Ἰωσήφ, στὸ πέλαγος τῆς καχυποψίας. «Διότι, ὅταν ἐκεῖνος (ὁ Ἰωσήφ) ποὺ ἔπρεπε νὰ ζηλεύση περισσότερον ἀπὸ ὅλους ἐμφανίζεται ὄχι μόνον νὰ μὴ προβαίνη εἰς τὴν διαπόμπευσιν καὶ τὴν ἀτίμωσιν τῆς Παρθένου, ἀλλὰ καὶ ἐπιπλέον νὰ τὴν κρατῆ κοντά του καὶ νὰ τὴν ὑπηρετῆ μετὰ τὴν κύησιν, καθίσταται φανερόν, ὅτι οὔτε θὰ τὴν ἐδέχετο κοντά του οὔτε θὰ προσέφερε τὰς ἄλλας ὑπηρεσίας του, ἐὰν δὲν εἶχε πιστεύσει ἀπολύτως ὅτι τὸ συμβὰν προήρχετο ἐκ τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (ΑΑΠ/Χ, 63, 73) .

Ὁ ἀπόστ. Παῦλος βεβαιώνει ὅτι ὁ Θεὸς «οὐκ ἐάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὅ δυνάμεθα, ἀλλὰ ποιήσει σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ἡμᾶς ὑπενεγκεῖν» (Α' Κόρ. ι' 13) . Αὐτὸ μαρτυρεῖ καὶ ἡ περίπτωσις τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Θεοτόκου. Ὁ Θεὸς ἐλαφρύνει τὸ βάρος τῆς δοκιμασίας της• δὲν ἐπιτρέπει τὸ βάρος αὐτὸ νὰ τὴν συνθλίψη. Ὁ Κύριος δὲν περιορίζεται μόνο σὲ ἐντολὲς καὶ στὸ νὰ ἀναθέτη στοὺς ἀνθρώπους διάφορες δύσκολες ἀποστολές. Ἔρχεται καὶ βοηθεῖ ὁ Ἴδιος. Ἐνισχύει τὸν ἐντολοδόχο καὶ μὲ τὸ παντοδύναμο χέρι του ἁπαλύνει τὸ βάρος τῆς ἀποστολῆς ποὺ Ἐκεῖνος τοῦ ἀνέθεσε. Χωρὶς τὸ παντοδύναμο αὐτὸ χέρι κανένας ἄνθρωπος οὔτε καὶ ἡ Θεοτόκος θὰ μποροῦσε νὰ σηκώση τὸ βάρος τῆς κλήσεως καὶ τῆς ἀποστολῆς τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἴδιος ἄλλωστε ὁ Κύριος δήλωσε κατηγορηματικά: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. ιε' 5).


«Ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ... πρὸς παρθένον» (Λουκ. α’ 26 - 27).

Ἐὰν γιὰ τὰ προηγηθέντα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ περιστατικὰ τῆς ζωῆς τῆς Θεοτόκου ποὺ ἀναφέρονται στὴν ἀνεπίσημη, ἰδιωτικὴ ζωή της ἔχομε λίγα μόνο στοιχεῖα καὶ αὐτὰ ἀπὸ τὴν παράδοσι τῶν Ἀπόκρυφων, γιὰ τὰ σημαντικὰ καὶ οὐσιώδη γεγονότα ποὺ συνδέονται ἄμεσα μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ Θεανθρώπου ἔχομε στοιχεῖα καὶ μαρτυρίες ἀπὸ τὰ θεόπνευστα καὶ ἱερὰ βιβλία τῆς Κ. Διαθήκης.

Τὸ γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, εἰδικώτερα, τὸ ἀφηγεῖται ὁ ἱ. Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος σὲ θέματα ποὺ ἀναφέρονται στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ἔχει σχεδὸν τὴν «ἀποκλειστικότητα», μὲ τὴ σύγχρονη δημοσιογραφικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου.

Εἶναι ἀξιοπρόσεκτη ἡ ἱεραρχικὴ σειρὰ ποὺ διαγράφεται στοὺς δύο ὑπὸ μελέτην στίχους (26-27): Θεὸς — Ἄγγελος — Γαλιλαία — Ναζαρὲτ — Παρθένος! Ἔχομε ἔτσι μιὰ εὐθεία γραμμὴ ποὺ συνδέει δύο πρόσωπα: τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο! Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ ἁγιογραφικὸς Εὐαγγελισμὸς φανερώνει ταυτόχρονα καὶ τὸ περιεχόμενό του ποὺ εἶναι ἡ συμφιλίωσις καὶ συνένωσις τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐὰν τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν ὀνομαζόταν «Εὐαγγελισμός» θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ ὀνομάσωμε «Συμφιλίωσις» ἢ «Εἰρήνη»!

Ἡ ἱεραρχικὴ σειρὰ Θεὸς — Παρθένος φανερώνει ἀκόμη τὸ προσωπικὸ στοιχεῖο τῆς κλήσεως τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς καλεῖ τὴν Παρθένο, κάτοικο τῆς πόλεως Ναζαρέτ, ὁδὸς τάδε, ἀριθμὸς τάδε... Ὁ Θεὸς κάνει μιὰ συγκεκριμένη κλῆσι σὲ συγκεκριμένο πρόσωπο. Καὶ περιμένει μιὰ συγκεκριμένη ἀπάντησι. Ὑπεύθυνη καὶ προσωπική, ὅπως θὰ δοῦμε πιὸ κάτω.

Ἡ εὐθεία γραμμὴ Θεὸς —Παρθένος εἶναι μιὰ ἀκόμη ἔνδειξις ὅτι εἶναι δυνατὴ ἡ ἄμεση ἐπικοινωνία μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ὁ Δημιουργὸς ἐδημιούργησε ἔτσι τὸν ἄνθρωπο ὥστε νὰ μπορῆ νὰ ἐπικοινωνῆ μαζί του. Μέσα στὴν ὕπαρξὶ του τοῦ ἐτοποθέτησε ἕνα μυστικὸ τηλέφωνο. Ὁ πρῶτος μάλιστα ἄνθρωπος εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ ἐπικοινωνῆ μὲ τὸ Θεὸ πρόσωπο μὲ πρόσωπο. «Ἐνώπιος Ἐνωπίῳ» (Ἐξ. λγ' 11. Γέν. γ' 8 ἑξ.) . Τὴν ἄμεση αὐτὴ ἐπικοινωνία διέκοψε ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος, καταστρέφοντας τὴν μυστικὴ αὐτὴ σύνδεσι μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς ἔρχεται τώρα καὶ διὰ τῆς ἐνσαρκώσεως ἐπανασυνδέει ὁριστικὰ τὴν κομμένη τηλεφωνικὴ γραμμή. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἔχει πιὰ τὸ μεγάλο προνόμιο νὰ ἐπικοινωνῆ ξανὰ «κατ’ εὐθείαν» μὲ τὸ Δημιουργό του. Σὲ ὁποιαδήποτε στιγμὴ μπορεῖ πιὰ ὁ ἄνθρωπος νὰ σήκωσῃ τὸ ἀκουστικό... Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἄκρη τῆς γραμμῆς θ' ἀκουστῆ ἀμέσως ἡ φωνὴ τοῦ Πατέρα: «Ἐμπρός! Ἐγὼ εἶμαι, παιδί μου»!


«Διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ» (Λουκ. α' 29).

Ἡ Παρθένος Μαρία, ὅταν ἄκουσε τὰ ἐγκώμια καὶ τὶς φιλοφρονήσεις τοῦ Ἀγγέλου «διεταράχθη». Ἴσως ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ἄκουγε τέτοια λόγια καὶ τόσους ἐπαίνους γιὰ τὸν ἑαυτό της. Εἶναι ὅμως χαρακτηριστικὸ ὅτι ἐνῷ ταράχθηκε ἐσωτερικὰ δὲν ἔκανε καμμιὰ ἐξωτερικὴ ἐκδήλωσι. Δὲν εἶπε τίποτε, δὲν ἔκανε καμμιὰ ἔκφρασι ἀποδοκιμασίας ἢ ἐπιδοκιμασίας, οὔτε ἄλλη κίνησι ἢ χειρονομία. Μόνο «διελογίζετο», στοχαζόταν τὰ λόγια ποὺ ἄκουσε καὶ προσπαθοῦσε ν' ἀνακαλύψη τὸ νόημά τους: «διελογίζετο ποταπὸς εἲη (=ποιὰ νὰ εἶναι ἡ ἔννοια) ὁ ἀσπασμὸς οὗτος». «Ἐνῷ ἡ Εὔα ἔδωκε προσοχὴν καὶ ἐμπιστοσύνην εἰς τὰ λόγια τοῦ ὄφεως ἡ Παρθένος δεικνύεται ἐπιφυλακτικὴ εἰς τοὺς λόγους τοῦ Ἀγγέλου. Δὲν εἶναι ἀπιστία οὔτε κἄν ὀλιγοπιστία ἐκεῖνο ποὺ κάμνει τὴν Παρθένον νὰ εἶναι ἐπιφυλακτική. Ὅτι εἶναι πρόθυμος νὰ πιστεύση καὶ νὰ ὑπακούση εἰς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ δείχνει εὐθὺς ἀμέσως. Ἡ Εὔα, χωρὶς νὰ λάβη κανένα προφυλακτικὸν μέτρον, χωρὶς νὰ ἐξετάση τοὺς σκοποὺς τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως, ἔσπευσε νὰ παραβῆ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ Παρθένος, ὅταν ἐπείσθη ὅτὶ ὁ Γαβριὴλ δὲν ἦτο ὁ ἀποστάτης διάβολος, ἀλλ' ὁ παραστάτης ἄγγελος... καὶ ὅταν ἐπληροφορήθη πλήρως, ὅτι δὲν διατρέχει κανένα κίνδυνον ἡ ἁγιότης της, τότε πείθεται καὶ εἰρηνεύει, πιστεύει καὶ ὑπακούει» (Χ, 68).

Ἡ συναισθηματικὴ ὡριμότης τῆς Θεοτόκου ἐντυπωσιάζει. Δὲν δέχεται ἀμέσως τὶς φιλοφρονήσεις ἔστω κι’ ἂν προέρχωνται ἀπὸ ἀγγελικὰ χείλη, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὶς ἀποδοκιμάζει ἀμέσως, πρᾶγμα ποὺ θὰ φανέρωνε μιὰ ἐπιπόλαια καὶ κούφια σεμνοτυφία. Ὅ,τι ἄκουσε καὶ ὅ,τι εἶδε διετάραξε βέβαια τὴν ἤρεμη ἐσωτερική της ἰσορροπία, χωρὶς ὅμως νὰ τὴν καταστρέψη. Ἡ Θεοτόκος ἀπεδείχθη κυρίαρχη τοῦ συναισθηματικοῦ της κόσμου.


«Μὴ φοβοῦ Μαριάμ» (Λουκ. α’ 30).

Ἐνῷ ἡ Παρθένος Μαρία δὲν εἶπε τίποτα καὶ δὲν ἔκανε τίποτα παρὰ μόνο «διεταράχθη» ἐσωτερικά, ὡστόσο ὁ Ἄγγελος διεπίστωσε τὴν ἐσωτερικὴ αὐτὴ ταραχὴ καὶ γι' αὐτὸ σπεύδει νὰ τὴν καθησυχάση, βεβαιώνοντάς την, ὅτι ὁ χαιρετισμὸς προερχόταν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος τῆς ἐπεφύλασσε ἐξαιρετικὴ χάρι καὶ εὔνοια.

Ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει ἡ ταραχὴ τῆς Παρθένου νὰ μεταβληθῆ σὲ φόβο. Ὁ φόβος βασίζεται συνήθως στὴν ἐνοχή. Ὁ Ἀδάμ, μετὰ τὴν πτῶσι, φοβήθηκε καὶ κρύφθηκε: «Τῆς φωνῆς σου ἤκουσα... καὶ ἐφοβήθην... καὶ ἐκρύβην» (Γέν. γ' 10). Στὴν καρδιὰ τῆς Πανάγνου δὲν ὑπῆρχε ἡ προϋπόθεσις αὐτὴ τοῦ φόβου, ἡ ἐνοχή. Ἀντίθετα ὑπῆρχε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία «ἔξω βάλλει τὸν φόβον», ὅπως βεβαιώνει ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς Ἀγάπης (Ἰω. δ' 18). Γι' αὐτὸ καὶ στὴν καρδιὰ τῆς Θεοτόκου ἐπικρατοῦσε ἡ χαρά,, ποὺ εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ συνέπεια τῆς ἀγάπης (Γαλ. ε' 22) . Μὲ τὸ «μὴ φόβοῦ» λοιπὸν ποὺ εἶπε ὁ Ἄγγελος στὴν Παρθένο τὴν καλοῦσε νὰ διατηρήση στὴν καρδιά της τὴν χαρὰ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ ποὺ κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ τῆς ἀφαιρέση (Ἰω. ιστ' 22).


Ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ» (Λουκ. α’ 31).

Ἡ Παρθένος Μαρία ἀκούει πιὰ καθαρὰ τὸ εἰδικὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ πρόσωπό της. Καλεῖται νὰ πατήση τὸ πρῶτο σκαλοπάτι τῆς «Κλίμακος» ποὺ θὰ τὴν ἀνεβάση στὸν οὐρανό. Ἀπὸ μικρὴ παιδούλα μέσα στὸ ναὸ προσευχόταν νὰ γίνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή της. Ὁ Κύριος τὴν ἄκουε μὰ δὲν ἀπαντοῦσε ἀκόμα. Τὰ χρόνια περνοῦσαν στὴ σιωπὴ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἀφοσιώσεως στὸν Κύριο. Τώρα ὅμως ἡ Θεοτόκος παίρνει συγκεκριμένη ἀπάντησι τῶν προσευχῶν της...


«Τέξῃ Υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν»
(Λουκ. α' 31).

Ἡ οὐσία τοῦ μηνύματος τοῦ Θεοῦ πρὸς τὴν Παρθένο Μαρία: «Τέξῃ Υἱόν»! Πολλὲς γυναῖκες, πρὶν ἀπὸ τὴν Θεοτόκο, εἶχαν εὐαρεστήσει στὸν Θεὸ καὶ εἶχαν πάρει τὴ χάρι καὶ τὴν εὐλογία του εἴτε γιὰ νὰ τεκνοποιήσουν (Σάρρα, Ἄννα, Ἐλισάβετ) εἴτε γιὰ νὰ κυβερνήσουν τὸν Ἰσραὴλ (Ἰουδίθ, Δεββώρα, Ἐσθήρ). Αὐτὸ ὅμως ποὺ εὐαγγελίζεται ὁ Ἄγγελος στὴν Παρθένο εἶναι κάτι τὸ ξεχωριστὸ καὶ πρωτάκουστο στὴν ἱστορία: θὰ συλλάβης καὶ θὰ γεννήσης τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου (ἡ Ἑβραϊκὴ λέξις «Ἰησοῦς» σημαίνει Θεὸς Σωτήρ)!

Ἡ μοναδικότης τοῦ μηνύματος καὶ τῆς κλήσεως τῆς Θεοτόκου ἀποδεικνύει καὶ τὴν μοναδικότητα τῆς μορφῆς της. Ἡ κλῆσις της νὰ γίνη μητέρα τοῦ Ἰησοῦ τὴν τοποθετεῖ ἀμέσως στὴν κορυφὴ τῶν μεγάλων μορφῶν τῆς ἱστορίας. Ἐκείνη ποὺ ἐκλήθηκε νὰ γίνη Μητέρα τοῦ πρώτου στὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ πῆρε ἀμέσως τὴν πρώτη θέσι στὴ γῆ καὶ τὸν οὐρανό. Ἡ γυναῖκα ποὺ παίρνει γιὰ σύζυγό της τὸν Βασιλιὰ γίνεται ἀμέσως Βασίλισσα. Ἡ Παρθένος ποὺ ἐκλήθηκε νὰ γίνη Μητέρα καὶ Νύμφη τοῦ «Βασιλέως τῆς δόξης» (Ψάλμ. κγ' 7) ἔγινε ἀμέσως Βασίλισσα τοῦ κόσμου (Ψάλμ. 44, 10).

Μπροστὰ στὸ «δυσθεώρητο» αὐτὸ ὕψος τῆς μορφῆς καὶ τῆς κλήσεως τῆς Θεοτόκου στέκονται μὲ ἀφάνταστο δέος ὅλοι οἱ μεγάλοι της Π. καὶ Κ. Διαθήκης. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ὅλοι οἱ πιστοὶ ὅλων τῶν αἰώνων καὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν.


«Εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον, πῶς ἔσται μοι τοῦτο;»
(Λουκ. α’ 34).

Ἡ Παρθένος Μαρία δὲν ἀρνεῖται τὴ κλῆση τοῦ Θεοῦ, διερωτᾶται ὅμως γιὰ τὸν τρόπο. Ἐκεῖνο ποὺ τὴν ἀπασχολεῖ καὶ ποὺ ἀνακοινώνει στὸν Ἄγγελο εἶναι τὸ «πῶς»! Δὲν ἔχει ἀντίρρησι γιὰ τὸν ρόλο ποὺ τῆς ἀναθέτει ὁ Θεός. Αὐτό, σὰν πιστὴ καὶ εὐσεβὴς ψυχή, οὔτε κἄν τὸ σκέπτεται. Προχωρεῖ στὴν ἐκτέλεσι καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ... Γιατί αὐτὸ μόνο ἔχει μάθει νὰ κάνη. Ὄχι νὰ κρίνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄλλα νὰ τὸ ἐφαρμόζη. Ζητεῖ λοιπὸν περισσότερες ἐξηγήσεις γιὰ τὸν τρόπο καὶ τὴν μέθοδο ἐκπληρώσεως τοῦ θείου θελήματος, διότι αὐτή, ἀπὸ τὴ δική της πλευρά, μόνο στὸ ζήτημα αὐτὸ βλέπει δυσκολίες καὶ μάλιστα μεγάλες.

Ὤ, ἁγία ὕπαρξις τῆς Θεοτόκου! Πόσο διαφορετικὴ ἤσουν ἀπό μᾶς! Ἐμεῖς, οἱ κοινοὶ ἄνθρωποι, ὅταν συναντοῦμε στὴ ζωή μας τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ πρῶτο ποὺ συνήθως κάνομε εἶναι νὰ τὸ κρίνωμε. Ὁ Θεὸς γίνεται ὁ μεγάλος Ἀνακρινόμενος ἀπὸ τὴν μωρία καὶ τὴν ἀφροσύνη μας! Τοῦ κάνωμε ἀνάκρισι, ὑποβάλοντάς του ἀναρίθμητα, ἐρωτήματα: «Γιατί τοῦτο... γιατί ἐκεῖνο...». Ἀμφισβητοῦμε τὶς ἀγαθὲς προθέσεις του, τὴν ἀγάπη του, τὴν εἰλικρίνειά του. Πολλοὶ μάλιστα τοῦ ἀποδίδουν δόλο καὶ κακία, εἰς βάρος μας!... Καὶ τελικὰ διαφωνοῦμε καὶ ἀπορρίπτομε τὸ θεῖο θέλημα στὴν οὐσία του... Ἐμεῖς ἔχομε διαφορετικὴ γνώμη ἀπὸ τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης...


«Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ» (Λουκ. α’ 35)

Πρόκειται γιὰ τὴν πρώτη κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ Θεοτόκο ποὺ τὴν ἐκαθάρισε ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, τὴν ἐξαγίασε καὶ ἐνήργησε μὲ
ὑπερφυσικὸ καὶ ἄρρητο τρόπο τὴ σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ μέσα της.

Κατὰ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου καί, εἰδικώτερα, ὅταν ἐκυοφορῆτο ἡ πρώτη ζωὴ «Πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γεν. α' 3) . Τὸ δημιουργικὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ παρουσιάζεται ἐδῶ σὰν ἕνα πουλὶ ποὺ ἐπῳάζει τὰ πρῶτα σπέρματα τῆς ζωῆς ποὺ βρίσκονταν μέσα στὰ ὕδατα. Ἡ ἴδια σκηνὴ ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὴν περίπτωσι τῆς Θεοτόκου. «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ»! Ὑπάρχει μάλιστα καταπληκτικὴ ὁμοιότης ποὺ δείχνει ὅτι τὸ πρῶτο εἶναι προτύπωσις τοῦ ἄλλου (ΥΛ, 55) . Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατεβαίνει στὴν Παρθένο καὶ ἐνεργεῖ τὴ σύλληψι τοῦ νέου Ἀδὰμ καὶ κυοφορεῖ μέσα στὴν μήτρα τῆς Παρθένου τὴν ἀνακαίνισι τοῦ σύμπαντος κόσμου.

Ὁ «μακρόκοσμος» (= σύμπαν) καὶ ὁ «μικρόκοσμος» (= ἄνθρωπος) ἐδημιουργήθησαν ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πρὶν ἀπὸ δισεκατομμύρια καὶ ἑκατομμύρια χρόνια. Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη δημιουργία. Ἡ ἀναδημιουργία τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἄνθρωπου, ἡ δεύτερη δημιουργία ἔγινε πάλι ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεΰμα πρὶν ἀπὸ 2.000 χρόνια, στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου. Καὶ ἡ τρίτη καὶ ἡ τελευταία δημιουργία θὰ γίνη στὰ «ἔσχατα», στὸ τέρμα τῆς ἱστορίας, ὅταν τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ θὰ ἀνακαινίση ὁριστικὰ τὸν κόσμο καὶ θὰ ἀναστήση τοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ ζήσουν αἰώνια στὸν «καινὸν οὐρανὸν καὶ τὴν καινὴν γῆν» (Ἀποκ. κα’ 1) . Ἡ τρίτη αὐτὴ δημιουργία θὰ εἶναι ἢ «Ὀγδόη» καὶ ἀτελεύτητη Ἡμέρα. Ἡ Αἰωνιότης!


«ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω;... Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ»
(Λουκ. α' 34-35)

Ἡ Θεοτόκος μὲ ἀφέλεια παιδιοῦ καὶ μὲ ἀθῳότητα παρθένου καὶ ὄχι μὲ λίγη ἴσως ντροπή, ὁμολογεῖ αὐτὸ ποὺ ἡ ἁγνή της σκέψις ἔβλεπε σὰν ἐμπόδιο στὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ: «Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω»; Καὶ ὁ Ἄγγελος τῆς ἀποκαλύπτει, ὅτι θὰ συλλάβη καὶ θὰ γεννήση χωρὶς τὴ μεσολάβησι ἀνδρός, ἀλλὰ μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, μὲ τὴ δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Οὐδὲ ὁ Γαβριήλ, οὐδὲ ὁ Ματθαῖος ἐδυνήθησάν τι πλέον εἰπεῖν:, ἀλλ' ἢ ὅτι ἐκ Πνεύματος Ἁγίου μόνον, τὸ δὲ πῶς ἐκ Πνεύματος καὶ τίνι τρόπω, οὐδεὶς τούτων ἡρμήνευσεν• οὐδὲ γὰρ δυνατὸν ἦν» (ἱ. Χρυσόστομος, βλ. Χ, 88) . Τὸν ὡραῖο αὐτὸ διάλογο μεταξὺ Θεοτόκου καὶ Ἀγγέλου ὁ ὑμνῳδὸς τῶν Χριστουγέννων ἀπέδωσε μὲ τὸ ἕξης θαυμάσιο τροπάριο:

«Τὶ θαυμάζεις Μαριάμ; τί ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοί;
...ἄνανδρος εἰμὶ καὶ πῶς τέξω Υἱον;
ἄσπορον γονὴν τὶς ἑώρακεν;
ὅπου Θεὸς δὲ βούλεται
νικᾶται φύσεως τάξις, ὡς γέγραπται» (ΜΔ) .

Ἡ Θεοτόκος ἦταν ἡ πρώτη ποὺ μυήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸ ὑπερφυσικὸ στοιχεῖο τῆς δυνάμεώς Του καὶ τοῦ θελήματός Του. Εἶχαν βέβαια γίνει ὑπερφυσικὰ θαύματα καὶ στὴν Π. Διαθήκη. Μερικὰ ἀπ' αὐτὰ ἀναφέρονταν κυρίως στὴ φύσι (Βάτος, Ἐρυθρὰ θάλασσα κλπ). καὶ σ’ἄλλα ὑπῆρχε καὶ ἡ συμβολὴ τοῦ ἀνθρώπου (τεκνογονία Ἄννης. Σάρας κλπ.). Στὴν περίπτωσι ὅμως τῆς Παρθένου Μαρίας τὸ ὑπερφυσικὸ στοιχεῖο ἐκδηλώνεται κατὰ μοναδικὸ τρόπο.

Ἔτσι μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν ἡ πρώτη τῶν πιστῶν. Ἡ πίστις της ἀποδείχθηκε πιὸ μεγάλη καὶ ἀπὸ τὴν πίστι τοῦ Ἀβραάμ. Ἐκεῖνος εἶχε μιὰ κάποια ἀνθρώπινη ἐμπειρία, σὰν βάσι τῆς πίστεώς του. Ἡ Παρθένος δὲν εἶχε κανένα ἀνθρώπινο στήριγμα, καμμιὰ ἀνθρώπινη ἐμπειρία. «Δὲν εἶχε τίποτε ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινην πεῖραν καὶ γνῶσιν καὶ λογικὴν διὰ νὰ ἐννοήση ὅτι θὰ ἠμποροῦσε νὰ συλλάβη καὶ νὰ γεννήση, παρθένος αὐτή, χωρὶς πεῖραν ἀνδρός... Διὰ πρώτην φορὰν εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ κόσμου θὰ ἐνεργοῦσε ὑπερφυσικῶς, κατὰ τρόπον μυστηριώδη καὶ ἀκατάληπτον εἰς τὴν ἀνθρωπίνην διάνοιαν, τὸ τρίτον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον» (Χ, 59). Ἡ Θεοτόκος βασίσθηκε μόνο στὸν λόγο καὶ τὴν ὑπόσχεσι τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἄνοιξε τὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν μύησι καὶ τὴν ἀνεπιφύλακτη ἀποδοχὴ τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ.


Κεντρική σελίδα κειμένου | Προηγούμενη Σελίδα