Ιωάννης Στεφανόπολι
Το σχολείον παράγων της Εθνικής αφυπνίσεως
Πρώτη δημοσίευση: L’ Hellenisme Contemporain, Δ/ση ύλης: Διονύσιος Ζακυθινός, Αθήναι 1953
Κεφάλαιο IV
ΧΡEIΑZOΝΤΑI αριθμοί; Πάντως η ακρίβεια αποκλείεται. Ο Τρύφων Ευαγγελίδης επεχείρησε, ύστερα από τον Ματθαίον Παρανίκα, να καταγράψη τα κυριώτερα ελληνικά σχολεία επί Τουρκοκρατίας με τα ονόματα των διδασκάλων. Το συμπέρασμα του μεγάλου του κόπου πολλών ετών είναι να παραπονήται διά την ανεπάρκειαν των πηγών και μάλιστα την έλλειψιν, έξω από ορισμένα κέντρα. Ο Παρανίκας εις το Σχεδίασμα, όπου εδημοσιεύθη το 1867 εις την Κωνσταντινούπολιν, κατέστρωσε την ληξιαρχικήν πράξιν -ας ειπούμε- διά 209 σχολεία των κοινοτήτων του Οθωμανικού Κράτους και των παροικιών του εξωτερικού. Ο Ευαγγελίδης, καλλίτερα οπλισμένος από τας ερεύνας όπου είχαν έκτοτε γίνει εις την Ελλάδα, την Τουρκίαν και τας βιβλιοθήκας της Ευρώπης, ετριπλασίασε και πλέον τον αριθμόν αυτόν. Το έργον του, λέγει, είναι ατελές εξ αιτίας των πραγμάτων. Είναι όμως υπεραρκετό διά να τοποθετήσωμε ορόσημα και ιδίως τα δύο κυριώτερα. Την αρχήν και το τέλος του 18ου αιώνος ο οποίος έδωσε εις τα σχολεία της Τουρκοκρατίας την μεγαλυτέρα των ανάπτυξιν.
Ο Αναστάσιος Μιχαήλ από την Νάουσσαν της Μακεδονίας, γνώστης βαθύς της ελληνικής και της εβραϊκής γλώσσης, ρήτωρ φημισμένος και μέλος της Ακαδημίας του Βερολίνου αναφέρει διά την Ελλάδα εις το Περιηγητικόν Πυκτάτιον, το βιβλίον των ταξειδιών του εις την Ευρώπην, που εξεδόθη το 1706 εις Άμστερδαμ: «Έχει νυν εν πλείσταις των Ηπειρωτικών πόλεων, των Μακεδονικών, των Θεσσαλικών, των Πελοποννησιακών, και πάλιν των Κρητικών, ήδη δε και των της Μικράς Ασίας Ιωνικών τε και νησιωτίδων περίπου των τεσσαράκοντα σπουδαστηρίων». Εκατό έτη αργότερα ο Ιωάννης Κωλέττης, ο μέλλων πρωθυπουργός της ελευθέρας Ελλάδος, εθαύμαζε εις την Νομαρχίαν του(18) πώς «άρχισαν αι Μούσαι να επανορθωθώσιν εις τα χρυσόχροα όρη της Ελλάδος». Δεν ευρίσκεται πόλις της σήμερον, λέγει, όπου να έχη δύο και τρία σχολεία μέ 50 και 100 μαθητάς το καθένα. Ο Κωλέττης εννοούσε προφανώς τα σχολεία με κάποιαν ανεγνωρισμένην ιδιότητα απέναντι των κοινοτήτων τα στοιχειώδη, τα «κοινά», τα μόνα εις τας αρχάς του 17ου αιώνος και συγχρόνως τα «ανώτερα» που άρχισαν να ξεχωρίζουν κατά τα μέσα του ιδίου αιώνος. Επειδή απειράριθμοι(19) ήσαν οι «δάσκαλοι», ιερωμένοι προ πάντων, που εμάζευαν τα παιδάκια εις τα χωριά, («κατεγράφησαν ουν όλαι αι κώμαι του Μωρέως ούσαι υπέρ τας δύο χιλιάδας με πολλούς κατοικητάς», αναγράφει ο Υψηλάντης διά το έτος 1715)(20), απειράριθμα τα σχολεία του ιδίου είδους εις τας πόλεις. Υπήρχον δε επί πλέον και τα ιδιωτικά μαθήματα -αι πλούσιαι οικογένειαι τα επροτιμούσαν- από διδασκάλους σπουδασμένους εις την Ευρώπην οι οποίοι επέστρεφαν εις την πατρίδα των αντί να εγκατασταθούν εις το εξωτερικόν.
Ο Pοuqueville, ο οποίος εγνώρισε την Ελλάδα και τους Έλληνας υπό τριπλήν ιδιότητα: αιχμάλωτος των Αλγερίνων πειρατών και κατόπιν των Τούρκων, γενικός πρόξενος της Γαλλίας εις την αυλήν του Αλή-πασά και εις το τέλος περιηγητής με πολλήν γνώσιν των αρχαίων συγγραφέων, έχει γράψει μίαν αστείαν εικόνα του κοινού σχολείου. «Ο διδάσκαλος, καθισμένος σε μίαν πολυθρόνα ή ένα σκαμνί, ωσάν άνθρωπος ζαλισμένος από τους καπνούς του οπίου, κρατεί μίαν μεγάλη βέργα, κτυπά μ’αυτήν όπου φθάσει και ακούει τους μαθητάς του. Ένας μόνον διαβάζει, αλλ’ όλοι κρατούν το ίσο εις διαφόρους τόνους.... Μετά την ανάγνωσιν έρχεται η γραφή. Αυτή γίνεται με καλλίτερον τρόπο αλλά ολίγα παιδιά κατορθώνουν να την συνηθίσουν. Διδάσκονται και τα πρώτα στοιχεία της θρησκείας, όταν τα γνωρίζει ο παπάς. Πάντως τους δείχνει να υποκλείνωνται όπως πρέπει διά να κάμουν τον σταυρό των. Τα διδάσκει πως οι Τούρκοι είναι σκύλοι, κολασμένοι, που θα πάγουν εις τα τάρταρα. Πως αυτά, αν σέβονται τους παπάδες και φροντίζουν να τους καλοπληρώνουν, (s' ils respectent les papas et οnt sοin de les bien payer), έχουν εξασφαλισμένο τον παράδεισον»(21).
Ο Αλέξανδρος Ελλάδιος ο Θεσσαλός, ο οποίος εμεταχειρίσθη την λατινικήν γλώσσαν διά να γράψη περί της Ελληνικής Εκκλησίας(22) και να κτυπήση τας προκαταλήψεις των διαμαρτυρομένων εναντίον των Ελλήνων, χρονολογικώς μεταξύ Κρουσίου και Πουκβίλ, παρουσιάζει ένα παρόμοιον θέαμα. Μία γωνία της εκκλησίας ή το σπίτι του ιερέως. Ο διδάσκαλος κρατεί την βέργα του «δίκην σκήπτρου». Τα παιδιά στέλνονται «εις τον πλησιέστερον ναόν, διά να μάθουν τα πράγματα της Εκκλησίας και όσα αναφέρονται εις την Χριστιανικήν θρησκείαν», άμα παύσουν να ψελλίζουν και αρχίσουν να λαλούν καθαρά. Η διδασκαλία του αλφαβήτου γίνεται με τα πινακίδια(23), η ανάγνωσις από το Οκτόηχον, τους Ψαλμούς, τας Πράξεις των Αποστόλων και τας Επιστολάς. Κατόπιν αρχίζουν η γραφή και η «λογαριθμητική». Έως εκεί, Αλλ’ου περαιτέρω. Οπωσδήποτε in schοlis, trivialibus, εις τα κοινά σχολεία, τα μαθήματα ήσαν αρκετά διά να γίνωνται ιερείς ή πρόκριτοι χωρών ή διά να έχουν βοήθημα εις το επάγγελμά των οι αστοί που δεν εζητούσαν σοφίαν (Ευαγγελίδης). Διά την σοφίαν εφρόντιζαν τα «ανώτερα».
Όσον ταπεινά ήσαν τα «κοινά», τόσον γεμάτα φιλοδοξίας ήσαν τα «ανώτερα», τα γυμνάσια ή λυκεία. Τας διαλαλούσαν με όλους τους τρόπους. Πρώτα με τα ονόματά των: Ακαδημία, Μουσείον, Ελληνομουσείον και Ομαμόϊον ακόμη, όπως ονομάζοντο πάλαι ποτέ αι σχολαί των Πυθαγορείων. Έπειτα με τα προγράμματά των: Αρχαίοι Έλληνες κλασσικοί, Πατέρες της Εκκλησίας και πάσα επιστήμη: λογική, ρητορική, φυσική, μεταφυσική, μαθηματικά, ιστορία, ηθική, φιλοσοφία, θεολογία.... Ο Ελλάδιος έδωσε τας λεπτομερείας και τας εσυμπλήρωσε ο Γεώργιος Κωνσταντίνου εις τα Προλεγόμενα του τετραγλώσσου λεξικού του.
Άλλη σκέψις δεν υπήρχε παρά πώς να κερδηθούν οι χαμένοι αιώνες της αμαθείας. Τα αποτελέσματα όμως; Ο Κοραής τα κατήγγειλε: «Είναι τα οποία διά να μάθη ο υιός σου έπρεπε να δαπανά το περισσότερον μέρος της νεότητος και να μένη τον επίλοιπον χρόνον της ζωής αυτού εις την άγνοιαν όλων των βιοφελών μαθήσεων». Το χειρότερο ήτον ίσως η ξηρά, η μηχανική μέθοδος της διδασκαλίας των αρχαίων κειμένων, προσκολλημένη εις το στενώτατον γράμμα. Η ψυχαγωγία»(24) όπως ελέγετο με μίαν λέξιν βυζαντινής προελεύσεως, καθώς και η μέθοδος, η «ψυχοκτονία», όπως την έλεγε ο Κοραής. Αλλά ενωρίς τα παιδαγωγικά αυτά συστήματα είχαν εύρει αντιδράσεις. Ο Μεθόδιος Ανθρακίτης(25) άφησε κατά μέρος την ψυχαγωγίαν, διά να δώση γενικάς γνώσεις. Ο Ιωάννης Πατούσας με μίαν καλήν επιλογήν από αρχαίους συγγραφείς, εσχημάτισε την Εγκυκλοπαίδειαν φιλολογικήν προς χρήσιν των φιλολόγων και φιλομαθών της Ελληνικής γλώσσης. Τέσσαρες τόμοι οι οποίοι έγιναν η βάσις της διδασκαλίας εις όλα τα ελληνικά γυμνάσια και εστάθηκαν ακόμη και όταν ο Αδαμάντιος Κοραής άνοιξε το άγριον πυρ του εναντίον του διδακτικού συστήματος.
Ολίγα έτη κατόπιν από αυτήν την έφοδον ο Victοr Hugο έμελλε να εξαπολύση διά το ζήτημα της ποιητικής γλώσσης une tempete au fοnd de l’encrier, μίαν θύελλαν μέσα στο καλαμάρι. Ο Κοραής έκαμε με το καλαμάρι του μίαν επανάστασιν. Από το μακρινό Παρίσι όπου εζούσε και απέθανε, ο γραπτός του λόγος -τα συγγράμματα και η αλληλογραφία του, τα όπλα του αμειλίκτου πολέμου κατά της αμαθείας, της ημιμαθείας, της σχολαστικότητος και υπέρ της ζωντανής γλώσσας του λαού- εθρυμμάτισε όλα τα παλαιά καλούπια, ωδήγησε την ελληνικήν παιδείαν εις τον δρόμο όπου έμεινε έκτοτε(26). Η αλήθεια είναι ότι το έδαφος ήτον έτοιμο, όσον και αν ήτον αμφισβητήσιμος ο τρόπος του οργώματος. Τα σχολεία ημπορεί να είχαν ελαττώματα, αλλ’από αυτά είχαν έλθει τόσοι και τόσοι όπου έφθασαν εις υψηλά αξιώματα εις την Εκκλησίαν, τα γράμματα, τας υπηρεσίας του Οθωμανικού Κράτους. Αυτά είχαν θρέψει, στηρίξει, προωθήσει την πνευματικήν εξόρμησιν η οποία έφθασε εις την μεγαλυτέρα της έντασιν όταν κατά τα τέλη του 18ου αιώνος, με τας ενεργείας του μεγάλου διερμηνέως Δημητρίου Μουρούζη, ο Σουλτάνος Σελίμ Γ' έδωσε εις τους Έλληνας ελευθερίαν να ιδρύουν σχολεία(27).
Τώρα η δούλη γη αντιλαλούσε παντού. Ο λόγος ενός καλογήρου του Κοσμά του Αιτωλού(28), εδημιουργούσε δέκα ανώτερα σχολεία, διακόσια κοινά. Κάθε κοινότης εφιλοδοξούσε να έχη το σχολείο της. Κάθε πολίτης εφιλοτιμείτο να βοηθήση(29). Ο Ελληνισμός της διασποράς εσυμπλήρωνε με τας δωρεάς του όπου δεν αρκούσαν τα τοπικά μέσα διά την παιδείαν και την φιλανθρωπίαν. Τα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας και της Βιέννης, παραλλήλως με τα τυπογραφεία της Κωνσταντινουπόλεως, της Μοσχοπόλεως, του Βουκουρεστίου, του Ιασσίου δεν έπαυαν να τυπώνουν βιβλία. Παρίσι, Λειψία, Άμστερδαμ, εβοηθούσαν. Εις τρεις χιλιάδας πρωτότυπα ή μεταφράσεις, υπολογίζει ο ιστορικός Καρολίδης τα ελληνικά βιβλία δια τα τελευταία έτη του 18ου αιώνος και τα πρώτα του 19ου. «Μόλις εκυκλοφορούσε η αγγελία ενός νέου ελληνικού βιβλίου, λέγει ο Ρίζος Νερουλός αυτόπτης μάρτυς, ένα πλήθος συνδρομητών ευκόλυνε την έκδοσίν του».
Από τας παροικίας του εξωτερικού ήρχετο και εκείνο που δεν ημπορούσε να φανή εις την Τουρκία. Εις τα 1793 εξεδόθη εις την Βιέννην η πρώτη ελληνική εφημερίς, Η Εφημερίς πολιτική των αδελφών Μαρκιδών Πουλίου. Από την Βιέννην πάλιν ήλθαν ο Τηλέγραφος, εφημερίς πολιτική και φιλολογική (1811-1819), ο Λόγιος Ερμής μόνον φιλολογική και επιστημονική (1816-1821) και εκυκλοφορούσαν ελεύθερα μεταξύ των Ελλήνων(30).
Εις το τέλος του 18ου αιώνος και τας αρχάς του 19ου τα σχολεία του Ελληνικού Έθνους ήσαν πραγματικώς ανώτερα, οι διδάσκαλοι ανωτέρας αξίας και πολλοί ανωτάτης. Γαλουχημένοι με τα αρχαία γράμματα και εμπνευσμένοι με νέας ιδέας από τα Πανεπιστήμια της Δύσεως όπου είχαν σπουδάσει, εξ ίσου ικανοί ν’ανεβαίνουν εις τα αφηρημένα ύψη της φιλοσοφίας και να χειρίζωνται τας θετικάς επιστήμας, να πηγαίνουν από τον Πλάτωνα εις τον Καντ, από την γλώσσα του Ομήρου εις τις ζωντανές γλώσσες της Ευρώπης. Αδιάφοροι διά το χρήμα και με μόνην φροντίδα ν’ανοίξουν τον νου των παιδιών της Ελλάδος, που έτρεχαν άπληστα να τους ακούσουν, εις τας μεγάλας πνοάς που μετεμόρφωναν τον κόσμον. Μεταξύ σε τόσους άλλους ο Ιωάννης Πίζαρος(31), ο Αθανάσιος Πάριος, ο Αθανάσιος Ψαλίδας, ο Λάμπρος Φωτιάδης, ο Δωρόθεος Πρώϊος, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Γεώργιος Γεννάδιος, ο Κωνσταντίνος Κούμας. Με επί κεφαλής τον Ευγένιον Βούλγαρην, τον φημιζόμενον ως ένα από τους σοφωτέρους άνδρας της Ευρώπης, ο οποίος εκλήθη εις την Πετρούπολιν από την Μεγάλην Αικατερίνην, όταν άκουσε τον Ορλώφ να της ομιλή δι’αυτόν, διωρίσθη αρχιεπίσκοπος Ζβλινίου και Χερσώνος και μέλος της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας. Με τον Νικηφόρον Θεοτόκην, διάδοχον του Βουλγάρεως εις την αρχιεπισκοπήν της Χερσώνος και κατόπιν αρχιεπίσκοπον Αστραχάν.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
18. Νομαρχία (= κράτος του νόμου) Ελληνική. Εξεδόθη το 1805 εις την Πίζαν όπου ο Κωλέττης είχε σπουδάσει ιατρικήν.
19. Το επάγγελμα δεν ήτον επικερδές. Δι’αυτό και οι διδάσκαλοι εξασκούσαν και ένα άλλο. Όχι μόνον του ιερέως ή του ιατρού αλλά και του ράπτου, και το εκτελούσαν ενίοτε ενώ συγχρόνως ήκουαν τους μαθητάς των. Όμως αυτό -παρατηρεί ο Ευαγγελίδης- συνέβαινε εκείνην την εποχήν και εις σχολεία της Γερμανίας και της Γαλλίας.
20. Ο Ambrοise Firnin Didοt, Γάλλος ελληνιστής και μεγάλος εκδότης, ο οποίος εσυμπλήρωσε τας ελληνικάς σπουδάς του εις την σχολήν των Κυδωνιών, είδε εις το Λιγουριό, το γειτονικό χωριό του ιερού του Ασκληπιού εις την Επίδαυρον, ένα σχολείο υπαίθριον κάτω από ένα δένδρον, «επειδή κάτω από τον ωραίον ουρανό της Ελλάδος, τα γυμνάσια και άλλα δημόσια κέντρα ευρίσκονται πάντοτε εις την σκιά ενός δένδρου ή εις κάποιο μέρος όπου να φθάνη ελεύθερα η πνοή της ατμοσφαίρας» (Vοyage dans le Levant).
21. Vοyage en Mοrée, à Cοnstantinοple et en Albanie et dαns plusieurs autres parties dans l' Empire Οthοman pendant des années 1798, 1799, 1800 et 1801.
22. Praesens stαtus Ecclesiae Grecce, 1714.
23. Τά πρώτα τυπωμένα αλφαβητάρια και τα παρόμοια ενεφανίσθησαν εις το τέλος του 18ου αιώνος. Έως τότε και κατόπιν ακόμη, τα γράμματα, αι συλλαβαί και λέξεις ήσαν γραμμένα εις τα πινακίδια ή εις τις «φυλλάδες», τα φύλλα χάρτου τυλιγμένα εις ένα ξυλάκι τα οποία ο μαθητής εξετύλιγε καθώς επροχωρούσε εις την ανάγνωσι.
Τα παιδιά εκάθηντο κατά γης σταυροπόδι. Όμως ο La Quilletière είδε κατά το 1669 εις τας Αθήνας, πλησίον εις το Θησείον, ένα σχολείον όπου τριάντα παιδιά εκάθηντο σε θρανία και εδιάβαζον από βιβλία. Le didascalοs μετεχειρίζετο μίαν μέθοδον την οποίαν ο Γάλλος περιηγητής ηύρε «πολύ έξυπνη» και ανωτέραν από την μέθοδον της πατρίδος του. Επί πλέον «είχε αυτό το προσόν διά τον διδάσκαλον, ότι οι μαθηταί δεν ήσαν αναγκασμένοι να έρχωνται ένας-ένας πλησίον του, διότι ο καθένας ήτον ο διδάσκαλος του συμμαθητου του». Ο Fauvel, ο περιώνυμος Γάλλος πρόξενος εις τας Αθήνας, εβεβαίωσε τον Pοuqueville ότι και εις την εποχήν των το σύστημα αυτό εξακολουθούσε να εφαρμόζεται εις την Πελοπόννησον και την Ήπειρον. Και επρόσθεσε: «Την Ευρώπην που τόσο κομπάζει σήμερον διά την υπεροχή της θα την εντρόπιαζε ο τελευταίος μπαλωματής της οδού Τριπόδων αν έλεγε εις τους Τουρκοφίλους ότι από τους έλληνας έχομε ως και την κοινώς λεγομένη λαγκαστριανήν μέθοδον» (Την αλληλοδιδακτικήν, την οποίαν ο Άγγλος Andrew Bell εισήγαγε το 1790, εις την Ευρώπην και διεδόθη αργότερα εις την Ελλάδα χάρις εις την επιμονήν του Κοραή).
Δυστυχώς αι γνώμαι διαφωνούν όσον αφορά την αξιοπιστίαν του La Guilletière αφ’ότου ο σύγχρονός του Spοn τον κατηγόρησε δημοσία ότι δεν είχε πατήσει ποτέ εις την Ελλάδα και ότι εις τα δύο βιβλία του, Athènes ancienne et nοuvelle και Lacédèmοne ancienne et nοuvelle, έχει συρράψει μόνον πληροφορίας όπου του έστελναν Καπουκίνοι καλόγηροι εγκατεστημένοι εις ελληνικά μέρη. Πάντως ο Fauvel, ο οποίος ήτον πλησιέστερα εις τα πράγματα τον εθεωρούσε ως σπουδαίαν πηγή.
24. Η «Ψυχαγωγία», καθώς εμφανίζεται από τα πολλά τετράδια μαθητών όπου σώζονται εις τας βιβλιοθήκας μονών και σχολών, εγίνετο με τον εξής τρόπον. Ο μαθητής έγραφε μίαν φράσιν αρχαίου συγγραφέως που επρόκειτο να ερμηνευθή. Επάνω από κάθε λέξιν ή στήλην κατακόρυφον εσημείωνε με μικρότερα γράμματα ό,τι αντιστοίχους νεωτέρας λέξεις ημπορούσε να εύρη.
25. Ο Ανθρακίτης, ο οποίος είχε σπουδάσει εις την Ιταλίαν, εδίδασκε εκτός άλλων με τα «Τετράδια» όπου συνέγραψε τους νεωτέρους φιλοσόφους, Descartes, Malebranche. Ο Υψηλάντης δίδει ολόκληρη την απόφασιν της Πατριαρχικής Συνόδου, η οποία διέταξε το 1720 την καθαίρεσιν του Ανθρακίτου από την ιερωσύνην «και τα ρηθέντα τετράδια αυτού αναθέματα υποβληθήναι». Είχε κατηγορηθή ότι διδάσκων εις την Καστοριά και άλλα μέρη κατεγίνετο να διαδόση την «άθεον και δυσεβεστάτην αίρεσιν του Μολίνου, επινόησιν του διαβόλου». Ο Ανθρακίτης επέτυχε αργότερα την άρσιν της καταδίκης.
26. «Όταν τα φώτα λάμψωσιν η δουλεία εξ ανάγκης πρέπει να παύση», έγραφε το 1803 ο Κοραής εις τον Ανδρέα Ιδρωμένον. «Όταν ύστερα από είκοσι έτη εξεπληρώθη η προφητεία, η ένοπλη Ελλάς εθεώρησε ότι ένα από τα πρώτα της χρέη ήτον να τιμήση τον νουν που είχε εργασθή διά να της ανοίξη τον δρόμο, που εξακολουθούσε να εργάζεται ακαταπόνητα διά να της φέρη την ηθικήν και υλικήν βοήθεια της Ευρώπης. Ψήφισμα της Τρίτης Εθνοσυνελεύσεως εν Τροιζήνι εξέφρασε την ευγνωμοσύνην του Έθνους προς τον Κοραή διά «τα ανεκτίμητα αγαθά» που του είχε προσφέρει.
27. «Ο Σελίμ Γ', όχι τόσον από πνεύμα ανεκτικότητος, όσον από φόβον της Ρωσσίας υπήκουσε εις τας εισηγήσεις του πρίγκηπος Δημητράκη Μουρούζη, οποίος δι’αυτογράφου διαταγής του Σουλτάνου διωρίσθη γενικός επόπτης των σχολείων και νοσοκομείων» (Ι.Ρ. Νερουλός).
28. «Εις την χείρα την βακτηρίαν του αποστόλου της ιδέας εβάδισεν ανά την Ελληνικήν γην από Θράκης μέχρι Κερκύρας από των νήσων του Aιγαίου μέχρι Βερατίου.... Εσφάγη υπό των αντιχρίστων, προ των μαρτυρίων γαλήνιος λέγων το του ψαλμωδού: «Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος και εξήγαγεν ημάς εις αναψυχήν». Υπό της Εκκλησίας εκηρύχθη ισαπόστολος και μάρτυς» (Ζησίου, Οι Διδάσκαλοι του Γένους).
29. Οι πλουσιώτεροι σπουδάζουν με τα έξοδά των τους πτωχοτέρους (Didοt, Vοyage dans le Levant).
Εις τας Εκλογάς του από τα τραγούδια του Ελληνικού λαού ο Νικόλαος Πολίτης αναφέρει ένα που ετραγουδούσε η Χιώτισσα μητέρα για να νανουρίση το παιδί της:
«Να μάθη γράμματα καλά και φρόνιμο να γίνη
για να τσερδίζει χρήματα παντού καλή να κάμνη
ένα και είκοσι σχολιά μ’αληθινούς δασκάλους
να μάθουν γράμματ’οι φτωχοί, αθρώποι νά γεννουν»
30. Τέσσαρες πολιτικαί εφημερίδες εκυκλοφορούσαν ελεύθεραι, λέγει ο Νερουλός. Και ιδού πώς εξηγεί αυτό το παράδοξον. Η Τουρκία, αφού την εγκατέλειψε ο Ναπολέων, με την συνθήκην του Τιλσίτ (1807), χάριν της Ρωσσίας, δεν είχε πλέον υποστήριξιν παρά από την Αυστρία. Aι σχέσεις των δύο δυνάμεων έγιναν στενώταται και τίποτε δεν εθεωρούσαν οι Τούρκοι ύποπτον όταν ήρχετο από τας αυστριακάς χώρας.
31. Ο Ιωάννης Δημητριάδης Πέζαρος είναι χαρακτηριστικόν παράδειγμα του πώς αντελαμβάνοντο το έργον των οι διδάσκαλοι του καιρού εκείνου. Ανέπτυξε το σχολείον του Τυρνάβου «ώστε και εκ της άλλης ελληνικής γης εφοίτουν. Εδίδασκεν εις τας επτά κλάσεις του σχολείου γραμματικά μεν από των αρχών της γραμματικής μέχρι της συνθέσεως εις τον αρχαίον ελληνικόν λόγον, ερμηνείαν από των αισωπείων μύθων μέχρι των σκηνικών ποιητών και άμα θεολογικά και φιλοσοφικά και μαθηματικά.... Aπό βαθείας πρωίας μέχρι νυκτός εδίδασκε. Τας Κυριακάς και τας εορτάς εις τας τότε δέκα εξ εκκλησίας του Τυρνάβου εκήρυττε κατά διαδοχήν». Δι’όλα αυτά η αμοιβή του ήτον 250 γρόσια το έτος (Ζησίου, 0ι Διδάσκαλοι του Γένους).
Ο Λάμπρος Φωτιάδης που ενεβάθυνε εις τους αρχαίους συγγραφείς με νέον φως και νέας μεθόδους «παρεσύρετο τόσον από τον ενθουσιασμό του, που με λύπην εσταματούσε το μάθημα. Όταν κατέβαινε από την έδρα εγένετο ο στοργικός πατέρας όλων των μαθητών. Εις το σημείον ώστε να μοιράζεται τον καρπόν της εργασίας του με τους απόρους από τους μαθητάς του (Ι.Ρ. Νερουλός, Cοurs de Littérature grecque mοderne).
|