image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ








δείτε το αφιέρωμα
συντροφιά
με τους
γεροντάδες μας







ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Κεντρική σελίδα κειμένου | Προηγούμενη Σελίδα
Χρήστος Σωκρ. Σολομωνίδης

Ο αφανισμός της Σμύρνης. Η θυσία του Χρυσοστόμου.
Γιὰ τὰ 50 χρόνια τῆς καταστροφῆς.

ἔκδ. Συλλόγου Φοιτησάντων εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν Σχολὴν Σμύρνης, Ἀθήνα 1972.


Μέρος Πρώτο

Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας
γράψον... Γίνου πιστὸς μέχρι θανάτου
καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς».
Ἀποκάλυψις Ἰωάννου

Πενῆντα χρόνια συμπληρώνονται ἐφέτος ἀπὸ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ καὶ τὸ ξερριζωμὸ τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὶς προγονικές τους πατρίδες.

Πέντε δεκαετηρίδες ἀπὸ τὶς φλόγες, τὸ αἷμα καὶ τὸν ἀφανισμὸ τῆς Σμύρνης. Ἱερὰ χώματα, ἑλληνικώτατες πατρίδες, σεπτοὶ βωμοί, θερμὲς ἑστίες στὴ Μικρασία, ὅλα χαμένα, ἀφανισμένα ὅλα.

Στὸ νοῦ μας ἔρχονται οἱ στίχοι τοῦ Σμυρναίου σοφιστῆ καὶ ποιητῆ Αἴλιου Ἀριστείδη, ὅταν ἀντίκρυσε, στὰ 178 μ.Χ. τὰ ματωμένα ἐρείπια καὶ τὰ καπνισμένα, ἀπὸ τὶς φλόγες, συντρίμμια τῆς ὡραίας ἰωνικῆς πολιτείας:

Ὦ Σμύρνη, οἵας ἐκληρονόμησας τύχης;
Ὦ κοινὴ τοῖς Ἕλλησιν ἀποφράς,
οἵαν κεφαλὴν τοῦ γένους ἀπήνεγκας;

Καὶ στὰ 1922 ἡ Σμύρνη, ἡ «πρώτη Ἀσίας κάλλει καὶ μεγέθει», ἡ «καλλίστη πόλεων αἱ ὑφ' ἡλίῳ εἰσί», ἡ «κύκνων ὠδὴ καὶ ἀηδόνος χορός», τὸ «Νυμφῶν καὶ Χαρίτων ὕφασμα», τὸ «δάσος τῆς καλλιφωνίας», τὸ «Γῆς ἄγαλμα καὶ Στέμμα τῆς Ἰωνίας», ἡ «χαριεστάτη πόλις» καὶ «περιμάχητος ἀεί», σὲ ματωμένα συντρίμμια καὶ καπνισμένα ἐρείπια, ἀπὸ ἕναν ἀδυσώπητο ἐχθρό.

Μαῦρο σάβανο, ἡ στάχτη τῆς φωτιᾶς, τὴν κάλυψε πέρα ὡς πέρα:

Καὶ βούλιαξε κατακλυσμὸς
καὶ τίποτα δὲ μένει
ἀπὸ τὰ νέα θέμελα
κι ἀπὸ τ' ἀρχαῖα παλάτια.

Ἡ πατρώα γῆ, ὁλοκαύτωμα τῆς μοίρας κι ὁλόγυρά της ὁ καπνὸς ἀκράτητος, τὸ σκοτεινό του ξετύλιγε ἀδράχτι. Τὸ ὄνειρο τῆς μεγάλης ὑπερπόντιας 'Ελλάδος, θαμμένο στὰ φλογισμένα ἐρείπια τῆς ἰωνικῆς πολιτείας.

Ἡ τραγουδημένη, μὲ χίλιους σκοποὺς κι ἀπὸ χιλιάδες στόματα Σμύρνη, κάτω καὶ πάλι ἀπὸ τὴν Ἡμισέληνο.

Κι ἡ Εἰμαρμένη, τὸ μοιραῖο Σεπτέμβρη τοῦ 1922, ἐναπόθεσε καὶ χάραξε στὴν ἐπιτύμβια πλάκα της:
—Ἐδῶ, στὴν αἱματόβρεχτη γῆ. Ἐδῶ, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ γελαστοῦ καὶ σμαραγδένιου κόλπου, ποὺ ζείδωρες οἱ αὖρες τὴν χάϊδευαν, ἦταν κάποτε ἡ ἑλληνικὴ Σμύρνη...

Ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ εἶναι ἡ τραγικώτερη σελίδα τῆς τρισχιλιόχρονης ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, δραματικώτερη κι ἀπὸ τὴν πτώση τοῦ Βυζαντίου. Γιατί, ἂν ἔπεσε στὰ 1453 ἡ πόλις τοῦ Κωνσταντίνου, ἡ «ὑπερέχουσα πασῶν ἄλλων ὅσον γαίης οὐρανὸς ἀστερόεις», παρέμειναν οἱ ρίζες τῆς Φυλῆς μας, στὰ ἐδάφη τῆς ἄλλοτε βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.

Κι ὁ Ἑλληνισμός, παρὰ τὶς διώξεις καὶ τοὺς κατατρεγμούς, ἀπὸ τὸν βάρβαρο κατακτητή, παρὰ τὶς σφαγὲς καὶ τὸ παιδομάζωμα κατώρθωνε, χάρις στὴν πνευματική του ἀνωτερότητα, τὴν τιμιότητα κι ἐργατικότητά του νὰ ἐπιζῆ, νὰ ἀκμάζη καὶ νὰ θάλλη στὶς ὑποδουλωθεῖσες πατρίδες.

Τὸ 1922 ὅμως ὑπῆρξε ἡ τελευταὶα φάση τοῦ ὑπερπόντιου Ἑλληνισμοῦ. Κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς ἀνείπωτης ἐκείνης συμφορᾶς, θάφτηκαν ὅλες οἱ Μικρασιατικὲς ἑλληνικὲς πατρίδες καὶ τὸ ἐκπολιτιστικὸ ἔργο τῶν Ἑλλήνων τῆς Τουρκοκρατίας.

Τὴν ἐποχὴ αὐτή, ποὺ εἶναι καθαγιασμένη μὲ τὸ ἁγιότερο ἑλληνικὸ αἷμα, τὸ Ἔθνος μας ἔχει καταγράψει στὶς αἱματηρότερες σελίδες τοῦ μαρτυρολογίου του καὶ δὲν θὰ πάψει ποτὲ νὰ προσφέρη σ' αὐτὴ τὸ θυμίαμα τῆς σκέψης καὶ τὸ λιβανωτὸ τῆς μνήμης του.

Εἴμαστε ἕνας λαὸς μνήμης. Κι οἱ μνῆμες τῶν καιρῶν πάντα θὰ μᾶς μιλοῦν γιὰ ματωμένους θρύλους κι ὀδυνηρὲς τραγωδίες. Γιὰ δράματα καὶ γιὰ κλάματα.

Γιὰ τελευταίους Αὐτοκράτορες καὶ στερνὲς Λειτουργίες. Γιὰ τραγικοὺς χοροὺς Ζαλόγγου καὶ αἱματόβρεχτες σελίδες Μεσολογγίου.Γιὰ Σούλια καὶ γι' Ἀρκάδια. Γιὰ κόκκινες ἀπὸ ἑλληνικὸ αἷμα πλαγιὲς τῆς Χίου καὶ γιὰ ὁλόμαυρες ράχες τῶν Ψαρῶν. Γιὰ βρόχους Φεραίων καὶ ἀνασκολοπίσματα Διάκων. Γιὰ σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη καὶ κρεούργηση τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης. Γιὰ σφαγὴ Ἀμβροσίου Μοσχονησίων καὶ ζωντανὸ θάψιμο Γρηγορίου Κυδωνιῶν. Γιὰ συμφορὲς καὶ καταστροφές. Γιὰ διωγμοὺς καὶ ξερριζωμούς.

Ἀπὸ τὰ βάθη τῶν ἑλληνικῶν αἰώνων τὸ δάκρυ κι ἡ ὀδύνη ἀχώριστοι σύντροφοι τοῦ Γένους. Ὅλα αὐτὰ σπαράσσουν τὴν καρδιὰ καὶ τὴ μνήμη.

Ἔτσι καὶ ἡ συμφορὰ τοῦ 1922 δὲν θὰ λησμονηθῆ. Δὲν θὰ τὴ σκεπάσουν οἱ ἀραχνιασμένοι ἱστοὶ τῆς λήθης. Δὲν θὰ γίνει «παληὰ ἱστορία». Στὴν ἀνάμνηση τῶν χαμένων Μικρασιατικῶν Πατρίδων οἱ Πανέλληνες θὰ κλίνουν πάντα εὐλαβικὰ τὸ γόνυ.

Καὶ ἱερὸ καθῆκον μας εἶναι ν' ἁπλώνεται ἡ σκέψη μας στὶς ἀκρογιαλιὲς τῆς Σμύρνης καὶ τῆς Ἐρυθραίας, τῆς Αἰολίδος καὶ τῆς Προποντίδος καὶ σ' ὅλες τὶς ἄλλες πολιτεῖες τῆς Ἀνατολῆς.

Ἐκεῖ τ' ἅγια τῶν ἁγίων τῆς Φυλῆς μας. Ἐκεῖ καὶ οἱ τάφοι τῶν προγόνων μας. Πρὸς τὴ γῆ τοῦ μαρτυρίου νοῦς, ψυχὴ καὶ στοχασμοὶ στρέφονται. Εὐλαβικὴ λιτανεία ὁδεύουν πρὸς τὸ αἱματηρὸ θυσιαστήριο τοῦ Χρυσοστόμου. Μυροφόρες οἱ σκέψεις μας, σκορποῦν νάρδους καὶ ἀρώματα μπρὸς στὸ βωμὸ τῆς θυσίας ὅλων ἐκείνων, ποὺ πρόσφεραν τὴ ζωή τους στὴν ἱερότητα τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος. Οἱ νεκροί τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς δὲν λησμονοῦνται. Οἱ ἱερὲς σκιές των δὲν σβήνουν.
—Εἰ ἐπιλαθώμεθά σας ἐπλησθείη ἡ δεξιά μας...

Μὲ δέος στρέφομε τὰ φύλλα τῆς ἱστορίας μας ἀρχικὰ στὰ 1911, γιὰ νὰ σταθοῦμε ἔπειτα, στὴν τραγικώτερη σελίδα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ ἐγράφη πρὶν πενῆντα χρόνια.

Στὶς 15 Ὀκτωβρίου 1911 δολοφονεῖται, ἀπὸ ὄργανα τοῦ τουρκικοῦ κομιτάτου, στὸ δάσος τοῦ Σνίχοβο τῆς Μακεδονίας, σὲ ἡλικία 32 ἐτῶν, ὁ Μητροπολίτης Γρεβενῶν Αἰμιλιανός, ἀπὸ τὰ Περγάτα τοῦ Ἰκονίου. Ἡ δολοφονία τοῦ Μικρασιάτη Ἱεράρχη προκαλεῖ ἀπερίγραπτο σάλο στὴν Ἑλλάδα καὶ στοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμοὺς τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἰδιαίτερα στὴ Σμύρνη προκάλεσε ἀλγεινὴ ἐντύπωση καὶ ὁ σμυρναϊκὸς λαὸς πένθησε καὶ θρήνησε εἰλικρινὰ τὸν μάρτυρα Μητροπολίτη.

Ὁ Χρυσόστομος τελεῖ στὸ μητροπολιτικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς ἐπιβλητικὸ μνημόσυνο καὶ σὲ συνέχεια, ἀπὸ τοῦ ὕψους τῆς κλίμακος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ἐκφωνεῖ πρὸς τὸ «ἀσφυκτικῶς κατακλῦζον μεγάλον αὐλόγυρον τοῦ ναοῦ πλῆθος» λόγο, δονούμενο ἀπὸ πατρωτικὸ παλμό.

«Προσήλθομεν σήμερον πλήρεις ἄλγους καὶ ὀδύνης ἵνα ἀποτίσωμεν φόρον τιμῆς, εὐγνωμοσύνης καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸν θανατωθέντα Ἐθνομάρτυρα. Εἰς τὴν τελετὴν ὅμως ταύτην τὸ ἄλγος καὶ τὸ πένθος δὲν ἔχουσιν θέσιν.

» Ὀφείλομεν νὰ εἴμεθα εὐγνώμονες εἰς τὴν θείαν πρόνοιαν, ἥτις ηὐδόκησεν, ὅπως ἡ ἰδική μας Ἐκκλησία, ἐξ ὅλων τῶν στρατευομένων ἀποβῆ μαρτύριον τοῖς Ἔθνεσιν ὡς ἡ μόνη ἐκκλησία ἡ παρέχουσα ὁλοκαυτώματα εἰς τὸν θρόνον τοῦ Κυρίου. Ἐγιγαντώθη ἡ Ἐκκλησία μὲ δάκρυα καὶ πόνους. Ὀφείλομεν νὰ εἴμεθα ὑπερήφανοι, διότι ἀναβιοῦν οἱ παλαιοὶ χρόνοι καὶ παρουσιάζονται ἄνδρες ἐφάμιλλοι πρὸς τοὺς παλαιούς.

» Ἡμέραν ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας θὰ ἔπρεπε νὰ καλέσωμεν τὴν σημερινήν. Ὅταν Ἀρχιερεῖς καίωσιν ἑαυτοὺς ὡς λαμπάδας ἐνώπιον τοῦ εἰδώλου τῆς Πατρίδος, ὁ δὲ μαρτυρικός των θάνατος γίνεται ζωῆς καὶ δόξης ὑπόθεσις καὶ θεμέλιον ἀνωτέρου βίου, τὸ μνημόσυνόν των δὲν ἐναρμονίζεται μὲ δάκρυα καὶ θλῖψιν, ἀλλὰ μὲ ὑπερηφάνειαν καὶ ἀγαλλίασιν...».

Θὰ ἔπρεπε κι ἐμεῖς νὰ μὴν «ἐναρμονίσωμεν μὲ δάκρυα καὶ θλῖψιν» τὴν ἐξιστόρησιν τῆς θυσίας τοῦ ἥρωα καὶ μάρτυρα Ἱεράρχη τῆς Σμύρνης ἀλλὰ νὰ ἀναφέρωμε αὐτὴν μὲ «ὑπερηφάνειαν καὶ ἀγαλλίασιν».

Ἀλλὰ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ κρατήσωμε τοὺς σπαραγμοὺς τῆς ὀδύνης μας γιὰ τὴν αἱματόβρεχτη θυσία τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τῶν μυριάδων μαρτύρων τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς;

Πῶς ἡ ἀβάσταχτη λύπη νὰ μὴν πλημμυρᾶ τὴν ψυχή μας καὶ τὸ φόρεμα τοῦ πένθους νὰ μὴν περιβάλλει τὴν καρδία μας γιὰ τὸ χαμὸ τοῦ Δεσπότη κι ἑνὸς ἁγνοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἰωνίας;

Μὲ δέος, γι' αὐτὸ θὰ ὁδεύσωμε νοερὰ πρὸς τὴ Χώρα τοῦ ἀνιστόρητου ὀλέθρου καὶ θὰ ζήσωμε τὸ δρᾶμα τῆς Μικρασίας, ποὺ ἔκλεισε, μὲ τὴν κατακόκκινη ἀπὸ τὶς φλόγες καὶ τὸ αἷμα, αὐλαία τῆς Σμύρνης.

Ἕνα θλιβερὸ ἀναπόλημα μνήμης καὶ καρδιᾶς. Ἕνας στεναγμὸς κι ἕνας λυγμός. Ἕνα ἀναφυλλητὸ κι ἕνα δάκρυ...

Αὔγουστος 1922. Ὕστερα ἀπὸ τὶς τόσες νίκες καὶ τὶς δάφνες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὴ Μικρασία, ἡ ἐχθρικὴ ἐπίθεση ἐκδηλώνεται στὶς 15 Αὐγούστου.

Ἡ κακιὰ ὥρα τῆς Φυλῆς φτάνει. Ἀκούγεται ἡ βοὴ τοῦ ὀλέθρου. Ἡ ἀσπίδα τῶν Ἀκριτῶν μας λυγίζει. Ἡ ἀήττητη, ὥς τότε, ἑλληνικὴ στρατιὰ διαρρέει. Οἱ πολεμιστές μας, ποὺ εἶχαν φέρει τὴν ἐθνικὴ ἀνάσταση στὶς Μικρασιατικὲς πατρίδες, γυρνοῦν, τώρα, στοὺς δρόμους τῶν τροπαίων, τσακισμένοι, ἐξουθενωμένοι. Σβησμένη ἡ νικητήριος ἰαχὴ!

Τὸ Μέτωπο ἔσπασε! Τὸ ἄγγελμα μεταδίδεται, σὰν ἀστραπή, στὴ Σμύρνη. Ἀπὸ συνοικία σὲ συνοικία, ἀπὸ δρόμο σὲ δρόμο, ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, ἀπὸ καρδιὰ σὲ καρδιά... Ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς συντριμμένος, σκορπισμένος. Καὶ μαζί του, μὲ χείλη σφιγμένα ἀπὸ θλίψη καὶ πόνο, μυριάδες πρόσφυγες ὁδεύουν πρὸς τὴν ἰωνικὴ πρωτεύουσα, ἐλπίζοντας πὼς θὰ βροῦν ἐκεῖ σωτηρία. Οἱ πῦλες τοῦ Ἅδου ἐξαπολύουν τὸν ὄλεθρο. Ἡ θεία Ἀποκάλυψη γίνεται πραγματικότητα:

«Ὦ πόλις αἱμάτων, φωνὴ μαστίγων καὶ φωνή σεισμοῦ, τροχῶν καὶ ἵππου διώκοντος καὶ ἅρματος ἀναβράζοντος καὶ ἱππέως ἀναβαίνοντος καὶ στιλβούσης ρομφαίας καὶ ἐξαστραπτόντων ὅπλων καὶ πλήθους τραυματιῶν καὶ βαρείας πτώσεως. Ἀνοιγόμενοι ἀνοιχθήσονται αἱ πῦλαι τῆς γῆς σου, ἐκεῖ κατάφαγεταί σε πῦρ, ἐξολοθρεύσει σε ρομφαία...».

Σὲ λίγο ἡ λεηλασία, ἡ ἀνελέητη σφαγή. Ἡ ἑλληνικὴ Σμύρνη θὰ παραδοθεῖ σὲ πύρινη ἀκολασία.

Ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἄλλοτε τόσο αἰσιόδοξος, ἀντιλαμβάνεται πὼς τὸ πᾶν πιὰ χάνεται. Ὑποβάλει στὶς 23 Αὐγούστου στὰ δυὸ Κοινοτικὰ Σώματα τῆς Σμύρνης, ὡς μόνη λύση, τὴν ἀποστολὴ ἐκπρόσωπού των στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ ἐκθέσει στοὺς ἐκεῖ ἀξιωματικοὺς τῆς Ἀμύνης τὸν ἄμεσο κίνδυνο τῆς Σμύρνης κι ἐπικαλεστεῖ τὴν κάθοδό τους πρὸς ἀναχαίτιση τοῦ ἐχθροῦ.

Ἡ πρόταση τοῦ Μητροπολίτη γίνεται ὁμόφωνα δεκτὴ ἀπὸ τὰ Κοινοτικὰ Σώματα κι ἀναθέτουν στὸ δημογέροντα καὶ διευθυντὴ τῆς ἐφημερίδος «Ἀμαλθείας» Σωκράτη Σολομωνίδη νὰ μεταβεῖ στὴν Πόλη. Ὁ Χρυσόστομος τὸν ἐφοδιάζει μὲ τὴν ἀκόλουθη ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Μελέτιο:

«Παναγιώτατε. Πιστεύω ὅτι ἐλήφθη τὸ ἀπὸ 18 καὶ 19 Αὐγούστου γράμμα μου, τὸ ἐξαγγέλλον τὰς μεγάλας καὶ ἀθεραπεύτους συμφορὰς τῆς Μικρασίας. Μὴ δυνάμενος διὰ τοῦ χάρτου καὶ μελάνης νὰ περιγράψω τὴν ἀφαντάστως κρίσιμον καὶ ὀδυνηρὰν κατάστασιν, ἔκρινα εὔλογον νὰ προτείνω εἰς τὰ δύο Κοινοτικὰ Σώματα τῆς πόλεως νὰ ἐξαποστείλωμεν εἰς τὴν Κων/πολιν τὸν ἐπιδότην γνωστὸν καὶ φίλον τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος ἔντιμον κ. Σωκράτην Σολομωνίδην, ἐκ τῶν δημογερόντων τῆς πόλεως, ὅστις θὰ ἐκθέση Ὑμῖν προφορικῶς τὰ πάντα καὶ θὰ συσκεφθῆ μεθ' Ὑμῶν καὶ τῶν ἀξιωματικῶν τῆς Ἀμύνης, ἔστω καὶ κατὰ τὴν δωδεκάτην ταύτην ὥραν, ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνη τι διὰ τὴν δυνατὴν θεραπείαν τῆς καταστροφῆς. Ὑποδιετελῶ μετὰ σεβασμοῦ. Ἐν Σμύρνῃ τῇ 23 Αὐγούστου 1922. Τῆς Ὑμετέρας θειοτάτης Παναγιότητος ἐλάχιστος ἐν Χριστῷ ἀδελφός. Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος».

Στὸ μεταξὺ τὰ γεγονότα ἐξελίσσονται ραγδαῖα. Ὁ ἐχθρὸς βρίσκεται λίγα πιὰ χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴ Σμύρνη...

Στὶς δραματικὲς αὐτὲς στιγμὲς γιὰ τὸ Μικρασιατικὸ Ἑλληνισμό, ἦταν μοιραῖο γιὰ τὸ Χρυσόστομο, νὰ ὑποστεῖ τρομερὴ δοκιμασία, τρεῖς μέρες ἀκριβῶς πρὸ τοῦ μαρτυρίου του.

Στὸ λιμάνι τῆς Σμύρνης κατέπλευσαν στὶς 24 Αὐγούστου, ἀπὸ τὴ Ραιδεστό, τρία ἐπίτακτα, ἑλληνικὰ πλοῖα κατάφορτα ἀπὸ στρατό. Ὁ συγκεντρωμένος στὴν προκυμαία κόσμος ἄρχισε νὰ ἐλπίζει, πὼς μὲ τὴν ἀπόβαση τῶν ὁπλιτῶν μας, θὰ γινόταν κάποια ἀνασυγκρότηση τῶν στρατιωτικῶν μας δυνάμεων καὶ ἄμυνα. Ὅμως οἱ στρατιῶτες δὲν ἀποβιβάζονταν στὴν ξηρά. Εἶχε ἁπλώσει καὶ σ' αὐτοὺς τὸ πνεῦμα τῆς αὐτοσυντηρήσεως κι οἱ φαντάροι δὲν ἐννοοῦσαν ν' ἀφήσουν τὰ πλοῖα.

—Δὲν βγαίνουμε! Στὰ σπίτια μας! Στὰ σπίτια μας!

Οἱ ἀξιωματικοί των εἶχαν χάσει τὸ κῦρος καὶ τὴν ἐπιβολή τους. Ἦταν φανερὸ πὼς ὁ στρατὸς κουρασμένος κι ἐξουθενωμένος δὲν ἤθελε πιὰ νὰ πολεμήσει. Τὸ Κράτος βρισκόταν σ' ἀδυναμία νὰ ἐπιβάλει τὴ θέλησή του.

Ὁ Ἀρχιστράτηγος Πολυμενάκος, ποὺ εἶχε διαδεχτεῖ τὸν ἤδη αἰχμάλωτο τοῦ ἐχθροῦ, Τρικούπη, μαζὶ μὲ τὸν ὑποστράτηγο Σκαρλᾶτο, ἀνεβαίνουν στὸ ἐπίτακτο «Βασιλεὺς Κωνσταντῖνος» γιὰ νὰ πείσουν τοὺς στρατιῶτες κι ἀποβιβαστοῦν, ἀλλ' ἀποδοκιμάζονται.

Σ' ἄλλο ἐπίτακτο, τὴ «Βασίλισσα Σοφία», ἀνεβαίνει ξαφνικὰ ὁ Χρυσόστομος. Δραματικὴ ἀπόπειρα τοῦ Δεσπότη νὰ ἐκθέσει στοὺς πολεμιστὲς τὴν τραγικότητα τῆς καταστάσεως καὶ νὰ ζητήσει τὴ σωτηρία τῆς Σμύρνης ἀπὸ τὸ στρατό. Τὸν συνοδεύουν δυὸ δημογέροντες καὶ τρεῖς ἀξιωματικοὶ τῆς Ἀμύνης.

Μὲ πρόσωπο χλωμό, μὲ τὸν ἀόρατο στέφανο τοῦ μελλοντικοῦ του μαρτυρίου, ὁ Χρυσόστομος δὲν ἦταν πιὰ ὁ ὑμνητὴς καὶ δοξαστὴς τῆς μεγάλης ἐθνικῆς δημιουργίας. Ἦταν ὁ ἱκέτης! Συγκινητικὴ ἡ ἔκκλησή του «ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Πατρίδος, τῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ Ἀνθρωπισμοῦ!».

Στὴν ἔκκλησή του ἀπήντησε ἀρχικὰ ἡ εὔγλωττη σιωπὴ κι ἔπειτα ἡ κατηγορηματικὴ ἄρνηση.

Ὁ νικημένος Ἱεράρχης, ἀπελπισμένος ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἁλκή, ἔφυγε τρικλίζοντας ἀπὸ βαθύτατη συγκίνηση, γιὰ νὰ ζητήσει τὴν ἐλπίδα ψηλὰ στὸν Οὐρανό. Ὅταν βρέθηκε στὸ μητροπολιτικὸ μέγαρο, κλείστηκε στὸ δωμάτιό του, ἔσκυψε μπρὸς στὸ εἰκονοστάσι καὶ μ' ἀναφυλλητὰ ψιθύρισε συγκλονιστικὴ δέηση.

Ὁ Σωκράτης Σολομωνίδης, ποὺ βρισκόταν στὸ Μητροπολιτικὸ Μέγαρο, ἔκρουσε δειλὰ τὴ θύρα τοῦ δωματίου τοῦ Δεσπότη καὶ μπῆκε μέσα. Τὸν εἶδε νὰ κλαίει:
—Κλαῖτε, Δέσποτά μου, Σεῖς.

Ὁ Χρυσόστομος, μόλις κρατώντας τοὺς λυγμούς του ἀπήντησε:

—Κλαίω, ὄχι γιὰ τὴν τύχη μου, ποὺ ἔχω προεξοφλήσει, μὰ γιὰ ὅλα τὰ σβησμένα ὄνειρα, γιὰ τὰ συντρίμμια τῆς Πατρίδας. Αὐτό, ποὺ ἀντίκρυσα στὸ πλοῖο, δὲν εἶναι μόνο ὁ αὐριανὸς χαμὸς τῆς Σμύρνης, ἀλλ' ἀλοίμονο, ὁ χαμὸς κάθε ἐλπίδος γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος...

Τὸ βράδυ τῆς μέρας ἐκείνης ἡ Σμύρνη εἶχε κατακλυστεῖ ἀπὸ φυγάδες στρατιῶτες κι ἀπὸ χιλιάδες πρόσφυγες. Σκηνὲς ἀλλόφρονες διαδραματίζονται. Φαντάροι καὶ πολίτες δὲν ζοῦν παρὰ μὲ τὸ ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως. Ὁ σώζων ἑαυτὸν σωθήτω...

Ὁ Χρυσόστομος δὲν παύει ν' ἀγωνίζεται γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ποιμνίου, γιὰ τὴ σωτηρία τῆς τιμῆς τῆς Ἑλλάδος. Στὶς 25 Αὐγούστου, δυὸ μέρες πρὸ τοῦ μαρτυρίου του, γράφει πολυσέλιδη ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο καὶ τὴν ἐγχειρίζει στὸν Κυβερνήτη τῆς «Λήμνου», παρακαλώντας τον νὰ φροντίσει καὶ δοθεῖ τὸ ταχύτερο, στὸν τέως Πρωθυπουργό, ποὺ βρισκόταν στὸ Παρίσι.

Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ ἀποκαλύπτει τὸν ἀνώτερον ἄνθρωπο, τὸν καρτερικὸν Ἱεράρχη. Ἀναμένει τὸν θάνατο καὶ τὸν θεωρεῖ σὰν ἐπισφράγιση ἡρωϊκῆς σταδιοδρομίας, ποὺ ἦταν ὁλόκληρη ἡ ζωή του. Μὲ ψυχραιμία καὶ θάρρος, τὴ στιγμὴ τοῦ ἐγγίζοντος ὀλέθρου, προσπαθεῖ ν' ἀνακαλύψει κάποια ἐλπίδα:

«Ἀγαπητὲ φίλε καὶ ἀδελφὲ κ. Ἐλευθέριε Βενιζέλε. Ἐπέστη ἡ μεγάλη στιγμὴ τῆς μεγάλης ἐκ μέρους σας χειρονομίας. Ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὸ ἑλληνικὸν Κράτος, ἄλλα καὶ σύμπαν τὸ ἑλληνικὸν Ἔθνος, κατεβαίνει πλέον εἰς τὸν Ἅδην, ἀπὸ τοῦ ὁποίου καμμία πλέον δύναμις δὲν θὰ δυνηθῆ νὰ τὸ ἀναβιβάση καὶ τὸ σώση. Τῆς ἀφαντάστου ταύτης καταστροφῆς, βεβαίως αἴτιοι εἶναι οἱ προσωπικοί σας ἐχθροί, πλὴν καὶ Ὑμεῖς φέρετε μέγιστον τῆς εὐθύνης βάρος διὰ δύο πράξεις Σας.

» Πρῶτον, διότι ἀποστείλατε εἰς Μ. Ἀσίαν ὡς Ὕπατον Ἀρμοστὴν ἕνα τοῦτ' αὐτὸ παράφρονα καὶ ἐγωϊστήν, φλύαρον, ἀπερροφημένον ἐν τῷ αὐτοθαυμασμῷ του καὶ καταφρονοῦντα καὶ ὑβρίζοντα καὶ δέροντα καὶ ἐξορίζοντα καὶ φυλακίζοντα ὅλα τὰ ὑγιῆ καὶ σώφρονα στοιχεῖα τοῦ τόπου, διότι ἐν τῷ φρενοκομείῳ» του βεβαίως δὲν εἶχεν τόπον, καὶ εἰς τὸ τέλος ἀποδώσαντα αὐτοὺς τοὺς ἀγλαοὺς καρποὺς τῆς τελείας τοῦ Μικρασιατικοῦ λαοῦ καταστροφῆς, τοὺς ὁποίους νῦν θερίζομεν.

Καὶ δεύτερον, διότι πρὶν ἀποπερατώσετε τὸ ἔργον Σας καὶ θέσητε τὴν κορωνίδα καὶ τὸ ἐπιστέγασμα ἐπὶ τοῦ ἀνεγερθέντος ἀφαντάστως ὡραίου καὶ μεγαλοπρεποῦς δημιουργήματός Σας, τῆς καταθέσεως τῶν θεμελίων τῆς περικλεεστάτης ποτὲ Βυζαντινῆς μας Αὐτοκρατορίας, εἴχατε τὴν ἀτυχῆ καὶ ἔνοχον ἔμπνευσιν νὰ διατάξητε ἐκλογάς, κατ' αὐτὰς ἀκριβῶς τὰς παραμονὰς τῆς εἰσόδου Σας εἰς τὴν Κων/πολιν καὶ τῆς καταλήψεως αὐτῆς ὑπὸ τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ πρὸς ἐκτέλεσιν τῶν ὅρων τῆς—οἴμοι—τῆς διὰ παντὸς καταστραφείσης συνθήκης τῶν Σεβρῶν.

» Ἀλλὰ γέγονεν ὅ γέγονεν. Ἀκόμη ὑπάρχει καιρός, ἂν ὄχι νὰ σωθῆ ἡ συνθήκη τῶν Σεβρῶν, ἀλλὰ τουλάχιστον νὰ μὴ καταστραφῆ πλέον τὸ ἑλληνικὸν Ἔθνος διὰ τῆς ἀπώλειας ὄχι μόνον τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀλλὰ καὶ τῆς Θράκης καὶ αὐτῆς ἴσως τῆς Μακεδονίας. Καὶ ἐπειδὴ οἱ καιροὶ οὐ μενετοὶ πλέον, ἔκρινα καθῆκον καὶ ἐμὸν ἀπαραίτητον, νὰ κυλίσω τὸν λίθον μου ἐν μέσῳ τῆς γενικῆς κινήσεως τῆς παγκοίνου ἐδῶ συμφορᾶς μας.

» Καὶ πρῶτον μὲν ἔγραψα, μὲ ἡμερομηνίαν 21 Αὐγούστου, πρὸς τὸν ἐπὶ τοῦ θρόνου τοῦ Ἑλληνισμοῦ εὑρισκόμενον Κωνσταντῖνον νὰ προβῆ εἰς τὰς μεγάλας ἀποφάσεις, ἐν αἷς πρωτίστην θεωρῶ τὴν ἀνάληψιν τῆς πηδαλουχίας τοῦ ἑλληνικοῦ σκάφους, παρὰ τὴν πάγκοινον τὴν εὐρωπαϊκὴν ὑπόληψιν κεκτημένης Σας κορυφῆς. Τὴν παράδοσιν τῆς διοικήσεως τοῦ στρατοῦ εἰς τοὺς ἐκδιωχθέντας ἀξιωματικούς της Ἀμύνης, οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν πῶς ἀνασυντάσσεται κατεστραμμένος στρατὸς καὶ ὁδηγεῖται εἰς τὴν νίκην καὶ τὴν ἄμεσον ἐντεῦθεν ἐκδίωξιν Στεργιάδου καὶ Χατζηανέστη καὶ ἄλλα σχετικά.

»Ἔκρινα δὲ πρὸ παντὸς ἀπαραίτητον ἐκ τῶν φλογῶν τῆς καταστροφῆς ἐν αἷς ὀδυνᾶται ὁ Μικρασιατικὸς Ἑλληνισμός, καὶ ζήτημα εἶναι ἐάν, ὅταν τὸ παρόν μου γράμμα ἀναγιγνώσκεται ὑπὸ τῆς Ὑμετέρας Ἐξοχότητος, ἡμεῖς ὑπάρχωμεν πλέον ἐν τῇ ζωῇ, προοριζόμενοι—τις οἶδε—κατὰ ἀνεξερευνήτους βουλὰς τῆς θείας προνοίας εἰς θυσίαν καὶ μαρτύριον, νὰ ἀπευθύνω τὴν ὑστάτην ταύτην ἔκκλησιν πρὸς τὴν φιλογενῆ καὶ μεγάλην ψυχήν Σας καὶ νὰ Σᾶς εἴπω μόνον δύο λέξεις.

» Ἐὰν διὰ νὰ σώσητε τὴν Ἑλλάδα ἐκρίνατε καθῆκον Σας νὰ προβῆτε εἰς τὸ ἐπαναστατικὸν κίνημα τῆς Θεσσαλονίκης, μὴ διστάσητε τώρα νὰ προβῆτε εἰς ἑκατὸν τοιαῦτα κινήματα, ἵνα σώσητε τώρα ὁλόκληρον τὸν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ ἰδίᾳ τὸν Μικρασιατικὸν καὶ Θρακικὸν Ἑλληνισμόν, ὁ ὁποῖος τόσον θρησκευτικὴν λατρείαν τρέφει ,πρὸς Ὑμᾶς.

» Δὲν εἶναι ἀνάγκη ὁ Ἑλληνισμὸς οὗτος καὶ αἱ Χῶραι αὗται μετὰ τῆς Κων/πόλεως, νὰ ἑνωθῶσιν μετὰ τῆς Ἑλλάδος, διότι τὸ ὄνειρον τοῦτο ἀπεμακρύνθη ἀφ' ἡμῶν τουλάχιστον δι' ἑκατὸν ἔτη• ἀλλὰ νὰ ὑψώσετε πανταχοῦ τὴν ἐπιβλητικὴν φωνήν Σας, ὥστε αὐταὶ αἱ Χῶραι νὰ ἀποτελέσουν ἕνα αὐτόνομον ἀνατολικὸν Χριστιανικὸν Κράτος, ἔστω ὑπὸ τὴν κυριαρχίαν τοῦ Σουλτάνου, καὶ Ὕπατον Ἁρμοστήν, τὴν σὴν περινουστάτην κορυφήν.

Εἶναι ἡ μόνη καὶ ἐνδεδειγμένη λύσις, ἥτις θὰ θέση τέρμα εἰς τὰς συμφορὰς τῶν κατοίκων τῆς Ἀνατολῆς καὶ θὰ δώση τὴν ἡσυχίαν καὶ εἰρήνην εἰς τὴν εὐρωπαϊκὴν διπλωματίαν, διότι δι' ὅλους τότε θὰ ὑπάρχη τόπος καὶ τρόπος ἐκμεταλλεύσεως τῶν ἀνεκμεταλλεύτων πηγῶν τοῦ πλούτου, τῆς τόσον ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εὐνοηθείσης καὶ εὐλογηθείσης, ἀλλὰ τόσον οἰκτρῶς κακοδαιμονούσης πλουσίας καὶ εὐδαίμονος ταύτης Χώρας.


Κεντρική σελίδα κειμένου | Προηγούμενη Σελίδα