image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ








δείτε το αφιέρωμα
συντροφιά
με τους
γεροντάδες μας







ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Κεντρική σελίδα κειμένου | Προηγούμενη Σελίδα
Παναγιώτης Παπατσώνης

Ἐθνεγερσία -Σολωμὸς - Κάλβος
(24 Μαρτίου 1970)

Ἀπό «Το Εἰκοσιένα» Πανηγυρικοί Λόγοι Ἀκαδημαϊκῶν, ἐκδ. Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Ἵδρυμα Κώστα καὶ Ἑλένης Οὐράνη, Ἀθῆναι 1977.


Μέρος Πρώτο

Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐτίμων καὶ ἐλάτρευον μεταξὺ τῶν θεοτήτων των τὴν Μνημοσύνην. Τῆς Μνημοσύνης θυγατέρες ἦσαν αἱ ἐκπροσωποῦσαι καὶ σκέπουσαι ὅ,τι καλὸν καὶ ὑψηλόν, αἱ ἐννέα Μοῦσαι, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἐφέρετο ἡ Κλειώ, ἢ ἐφορεύουσα ἐπὶ τῆς Ἱστορίας. Τῆς Μνημοσύνης γονεῖς ὑπῆρξαν οἱ Τιτᾶνες Οὐρανὸς καὶ Γαῖα, πατὴρ δὲ τῶν Μουσῶν, αὐτὸς ὁ Ζεύς. Τὴν Μοῦσαν Κλειὼ ἂς φέρωμεν σήμερον ἐνώπιόν μας, καθὼς τὴν ἀναπαριστοῦν οἱ μεγάλοι παλαιοὶ τεχνῖται, φέρουσαν στέφανον δάφνης, κρατοῦσαν εἰς τὴν δεξιὰν σάλπιγγα, κυλίνδρους χειρογράφων καὶ κάλαμον εἰς τὴν ἀριστερὰν καὶ ἔχουσαν πλησίον της κλεψύδραν, ἥτις χρονομετρεῖ τὴν τάξιν τῶν ἱστορουμένων εὐκλεῶν γεγονότων. Αὐτὴ εἶναι ἡ Θεὰ ἡ ἁρμοδία, ἡ ὁποία θὰ σαλπίσῃ τὴν δόξαν τῶν πατέρων μας, αὐτὴ εἶναι ἡ θεά, ἡ ὁποία θὰ χαράξῃ εἰς τοὺς παπύρους της, ὅσα ἡ μητρικὴ ἀρετὴ τῆς Μνημοσύνης τῆς ὑπαγορεύσῃ. Ἀπὸ τὴν περίσκεψιν καὶ τὸ μέτρον δὲν ἀποκλίνει, ἐφ' ὅσον ὁδηγὸν ἔχει τὴν κλεψύδραν. Ἡ δάφνη, τὴν ὁποίαν φέρει, εἶναι ἡ ἀνήκουσα εἰς τοὺς ἥρωας ποὺ θὰ μνημονεύσῃ, εἰς τοὺς ὁποίους καὶ θὰ τὴν ἐπιδώσῃ.

Οἱ συμβολισμοὶ αὐτοὶ τῆς πλουσίας καὶ φωτεινῆς μυθολογίας μας ὑπογραμμίζουν μὲ τὸν πλέον εὔγλωττον τρόπον τὸν ὑψηλὸν προορισμὸν τῆς Ἱστορίας, τὴν ὁποίαν ἀναβιβάζουν εἰς τὰς θείας πηγάς. Ἡ Ἱστορία εἶναι ὁ ἀποθησαυριστὴς καὶ ὁ ἐκθέτης γεγονότων ἐκτυλισσομένων ἐν χρόνῳ. Ἀλλὰ καὶ ἐγκύπτει εἰς τὴν διείσδυσιν τῶν νόμων καὶ τῶν αἰτίων, τὴν μετοχὴν τῆς μοίρας καὶ τὴν συμβολὴν τοῦ ἀνθρωπίνου σθένους, τοῦ ἤθους καὶ τῆς διανοίας. Ἡ Ἱστορία εἶναι ὁ ἀποθησαυριστής τῆς μνήμης, ὁδηγὸς τῶν ἐπαλλήλων γενεῶν καὶ σύμβουλος ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων. Ἡ Ἱστορία παρέχει διδάγματα ἐκ σφαλμάτων ἢ κακοδαιμονιῶν, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ἐκρίθη οὕτως ἢ ἄλλως ἡ πορεία ἑνὸς λαοῦ, ἀλλὰ καί, περιγράφουσα ἐνδόξους πράξεις ἡρώων ἢ ὁμαδικῆς δράσεως ἑνὸς ὁλοκλήρου Γένους ἢ μιᾶς στρατιᾶς, καλεῖ τοὺς μεταγενεστέρους πρὸς θαυμασμὸν καὶ μίμησιν. Πρέπει νὰ θεωρῆται εὐτυχὴς ἡ ἐθνότης, τῆς ὁποίας ἑκάστη περίοδος τῆς πορείας της εὗρε τὸν ἄξιον αὐτῆς ὑπομνημονευτὴν ἱστορικόν. Πόσῳ μᾶλλον τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων, τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ εἶναι ὑπερήφανον, διότι ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ σοφοῦ Διδασκάλου Κωνσταντίνου Παπαρρηγοπούλου κατέχει κειμήλιον τῆς συνθέσεως ὁλοκλήρου τῆς μακραίωνος ἱστορίας του. Χωρὶς νὰ παραγνωρίζεται ἡ συμπαθὴς καὶ πολύτιμος συμβολὴ ἑτέρου ἐπιφανοῦς ἱστορικοῦ, τοῦ Σπυρίδωνος Τρικούπη.

Ὡς ἐκ τῆς φύσεως ὅμως τῆς Ἱστορίας, ἔργου ἑκάστοτε ἑνὸς ἀνδρός, αὕτη παρέχει συγγραφάς, τὰς ὁποίας μοιραίως χαρακτηρίζει ποιά τις ἐπιβεβλημένη ὑπαγωγὴ εἰς κανόνα. Ἡ ἐπιστήμη, τῆς ὁποίας τὰς ἐπιταγὰς ἀκολουθεῖ ὁ ἱστορικός, ὁσονδήποτε ἐμπνευσμένος, ἀποστερεῖ τὴν ἀφήγησιν ἀπὸ τὴν ζωηρότητα τῆς ἀμεσότητος, ἐμποδίζει τὴν φαντασίαν τοῦ ἀναγνώστου, ἡ δὲ κλεψύδρα τῆς Κλειοῦς ἀναγκάζει τὸν ἱστορικὸν εἰς ὑπακοὴν πρὸς τὰς ὑπαγορεύσεις τοῦ μέτρου, προβαίνει εἰς ἀφαιρέσεις, περικοπάς, περιορίζει τὰς θαυμαστικὰς ἐξάρσεις, παρακάμπτει περιγραφὰς ὀξυτήτων καὶ τὸν ἄγει εἰς τὴν ἀποφυγὴν βαρέων ἢ ρεαλιστικῶν χαρακτηρισμῶν, πάντων τούτων ἐν τούτοις στοιχείων, τῶν ὁποίων ἡ συμβολὴ εἰς τὴν διαμόρφωσιν καταστάσεων ἢ τὴν ὑπαγόρευσιν πράξεων, ἀποτελοῦν ζωτικὸν μέρος τῆς πληρότητος τῶν γεγονότων, τὰ ὁποῖα προσφέρονται πολλάκις σχηματικῶς καὶ μὲ τὴν ψυχρὰν ἐνατένισιν τοῦ ἐρευνητοῦ.

Εὐτυχῶς ὅμως τὴν ἐπίσημον αὐτήν, ἂς τὴν ὀνομάσω οὕτως, ἱστορικὴν ἀφήγησιν ἔρχονται καὶ συμπληρώνουν ἐν δαψιλείᾳ καὶ ἄλλα παράλληλα δῶρα τῆς Κλειοῦς, μὴ ἀφιστάμενα ἐν τῇ οὐσίᾳ των τῆς ἱστορικῆς προσφορᾶς. Πλήρη ἐνεργοῦ ζωῆς, μὴ ὑποκείμενα εἰς τοὺς κανόνας τῆς ἐπιστήμης, ἀπελεύθερα ἀπὸ τὴν αὐστηρὰν ἀντικειμενικότητα, προσφέρονται τὰ Ἀπομνημονεύματα τῶν ἐπὶ μέρους δημιουργῶν τῶν γεγονότων, τῶν ἄθλων, τῶν ἡρωισμῶν. Ὁ ὑποκειμενικὸς χαρακτὴρ τῶν Ἀπομνημονευμάτων, ἀδέσμευτος, ἀφήνει νὰ ἐκχυθῇ εἰλικρινὴς ὁ ἀνθρώπινος παράγων, μὲ τὰ συμπαρομαρτοῦντα πάθη, συναισθήματα φιλίας, μίση, προτιμήσεις, ἀπωθήσεις. Βεβαίως, ὁ μεταγενέστερος μελετητὴς δὲν δύναται νὰ μορφώσῃ, ἐκ τῆς ἀναγνώσεως τῶν Ἀπομνημονευμάτων ἑνὸς καὶ μόνου ἱστορικοῦ ἀπομνημονευματογράφου, ὀρθὴν καὶ ἀκριβῆ γνώμην. Ἡ ἱστορικὴ ὅμως ἀλήθεια ἀνακύπτει ἐκ τῆς παραλλήλου μελέτης πλείστων ἀπομνημονευμάτων. Ταῦτα, ὀφειλόμενα εἰς ἱστορικὰ καὶ σημαίνοντα πρόσωπα ἀνήκοντα εἰς διαφόρους μερίδας, ἀκολουθήσαντα καὶ ὑπερασπίζοντα ἰδίαν γραμμὴν σκέψεων καὶ δράσεως, ἐν τῷ συνόλῳ των καὶ ἐν τῇ παραβολῇ μελετώμενα, μὲ γνώμονα πάντοτε καὶ τὴν ὑπεύθυνον ἐπίσημον Ἱστορίαν, δύνανται νὰ μορφώσουν κατὰ τρόπον ζωηρὸν καὶ γραφικὸν πληρεστέραν τὴν εἰκόνα τῶν ἱστορουμένων γεγονότων τοῦ παρελθόντος.

Ἀνάλογον συμπληρωματικὴν ὑπηρεσίαν προσφέρουν καὶ οἱ χρονικογράφοι. Τὸ χρονικόν, συντεταγμένον παρ' αὐτοπτῶν, συγχρόνων πρὸς τὰ ἱστορούμενα, δίδει ταῦτα ἀνάγλυφα, μὲ τὴν σφραγῖδα ἴσως τῆς ἀντικειμενικότητας, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ὅμως δυνάμεθα ν' ἀπομακρυνθῶμεν συγκρίνοντες, παραλληλίζοντες καὶ μελετῶντες τὴν ποικιλίαν τῶν στοιχείων καὶ τῶν πηγῶν. Ἄλλη πλουσία πηγὴ εἶναι τὰ συλλεγόμενα καὶ ἐκδιδόμενα Ἀρχεῖα ἐπιφανῶν ἀνδρῶν, ἀγωνιστῶν, πολιτικῶν καὶ ἱστορικῶν πόλεων καὶ περιοχῶν. Πηγὴ καὶ αὐτὴ ζῶσα. Τέλος καὶ ἄλλη πηγή, ὀλιγώτερον συντεταγμένη, οὐδόλως κωδικοποιημένη, ὑπαγομένη εἰς ἀλλοιώσεις καὶ παρεξηγήσεις καὶ παραφθοράς, εἶναι ἡ διασωζομένη ἀπὸ γενεᾶς εἰς γενεὰν προφορικὴ παράδοσις. Πιθανὸν νὰ ὑστερῇ ἡ ἱστορικὴ ἀκρίβεια εἰς τὰ προφορικῶς παραδιδόμενα, ἡ γραφικότης ὅμως, ἡ ὁποία ἀναδίδεται ἀπὸ αὐτά, καὶ τῆς ὁποίας ὁ ἀπώτατος πηγαῖος πυρήν, ἀναζητούμενος, ἀσφαλῶς περιέχει δόσιν ἀληθείας, προστιθεμένη εἰς τὰ ξηρότερα διδάγματα τῆς Ἱστορίας καὶ εἰς τὰ ἀλληλοσυγκρουόμενα ἀφηγήματα τῶν Ἀπομνημονευμάτων, τελικῶς ἀνταμείβουν διότι δημιουργοῦν ἐν τῇ δυνατῇ πληρότητι, τὴν ἱστορικὴν ἀναπαράστασιν.

Πάντες οὗτοι οἱ παράγοντες, οἱ τελικῶς συγκροτοῦντες τὴν Ἱστορίαν, εἶναι δῶρα τῆς διαιωνιζομένης Μνήμης. Πόσον ἀναλάμπει ἡ ἀλήθεια ἡ περικλειομένη ἐν τῷ συμβολισμῷ τοῦ ἀρχαίου μύθου, πόσον εὐκόλως ἀναγνωρίζομεν εἰς τὰ ὑπὸ τῆς Μούσης Κλειοῦς προστιθέμενα τὴν ἀδιαφιλονίκητον μητρότητα τῆς Μνημοσύνης.

Ἂς μὴν νομισθῇ ἐν τούτοις, ὅτι ὑποτιμῶ τὰ συνετὰ θέλγητρα τῆς Κλειοῦς, ἂν ταχέως ἀντιπαρέλθω τὴν ἐξιστόρησιν ἀτελευτήτου σειρᾶς γεγονότων εὐκλεῶν, ὅπως τὰ μυθολογούμενα Τρωικά, οἱ Μαραθῶνες, αἱ Σαλαμῖνες, αἱ Θερμοπύλαι, αἱ σκιεραὶ πτυχαὶ τῶν ἐνδοελληνικῶν ἐρίδων, ἡ θρυλικὴ ἐξόρμησις μέχρι τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς τοῦ κατακτητοῦ μακεδόνος Ἀλεξάνδρου, αἱ ἐναλλαγαί τῆς μοίρας μὲ τὴν κατάκτησιν τῶν σιδηροφράκτων κοσμοκρατόρων Ρωμαίων, ἡ θαυμασία ἐξέλιξις, διὰ τῆς ἐγκαθιδρύσεως καὶ ἐπιβολῆς τῆς Ἀνατολικῆς Αὐτοκρατορίας, ἡ ὁποία μετέπλασε τὴν Ρωμαϊκὴν κατάκτησιν εἰς ἑλληνικὸν θρίαμβον, τὸν ἔνδοξόν μας Βυζαντινισμόν, ὅστις κατέστησε τὴν Βασιλίδα τῶν πόλεων ὁμοῦ μετὰ τῆς Θεσσαλονίκης, τοῦ ἱεροῦ Ἄθω, τῶν Ἀθηνῶν καὶ τοῦ Μυστρᾶ, κοιτίδας τοῦ ἐπεκτεινομένου Χριστιανισμοῦ καὶ χώρους, ὅπου ἔλαμψαν οἱ μεγάλοι ἀνατολικοὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀκολουθήσασα, τέλος, ὀλίγον κατ' ὀλίγον μοιραία φθορά, κατόπιν τῆς πρόσκαιρου ἀπὸ Δύσεως Φραγκικῆς κατακτήσεως, διὰ νὰ καταλήξῃ εἰς τοὺς ἀγῶνας ἀποκρούσεως τῶν ἀλλεπαλλήλων ἀπὸ Ἀνατολῶν πληγμάτων τῶν ἀπίστων εἰς τὰ ὁποῖα τελικῶς ὑπέκυψαν ὑπερηφάνως.

Πάντα ταῦτα προσφέρει ἀφθόνως ἡ Ἱστορία• διατηροῦνται δέ, εἰς τὴν μνήμην πάντων ἡμῶν ἐσαεὶ ζωηρά, καὶ εἰς οὐδὲν θὰ συμβάλῃ ἡ παρ' ἐμοῦ συμβατικὴ ἐπανάληψις. Μνημονεύω μόνον μετὰ κατανύξεως τὸν ζόφον, ὁ ὁποῖος ἐκάλυψεν ὄχι μόνον ἅπαν τὸ Ἑλληνικόν, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρον τὴν μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης ἀδιαφοροῦσαν Δύσιν• ἅμα διεδόθη τὸ ἀπαίσιον μήνυμα ὅτι «ἑάλω ἡ Πόλις», ὠκεανοὶ αἵματος τὴν κατέκλυσαν, ἐσφαγιάσθη ὁ μαρτυρικὸς Βασιλεὺς καὶ ἐσπιλώθη τὸ Μέγα Μοναστήρι, τὸ περικαλέστατον ἐνδιαίτημα τοῦ Θεοῦ. Σκότος ἐκάλυψε πᾶσαν τὴν γῆν, ὅπως καὶ κατὰ τὴν Σταύρωσιν τοῦ Σωτῆρος, ὁ σεισμὸς ἐγένετο πανταχοῦ αἰσθητὸς καὶ τὸ Γένος ἡμῶν εἰσῆλθεν εἰς τὴν μαρτυρικὴν περίοδον, ἡ ὁποία ἐπέπρωτο νὰ διατηρηθῇ ἐπὶ τέσσαρας ὅλους αἰῶνας. Ὁ μακρότατος ὅμως αὐτὸς δρόμος τοῦ Σταυροῦ ὡδήγει σταθερῶς καὶ κρατερῶς πρὸς τὴν Ἀνάστασιν, τῆς ὁποίας ἡ ἐλπίς, ἀλλὰ καὶ ἡ προεργασία, οὐδ' ἐπὶ στιγμὴν ἀνεκόπη. Ὑπὸ ζυγὸν στυγνῆς δουλείας ἀπηνῆ, ἡ φυλὴ ἀνεδείχθη ὑπέροχος πρόμαχος πίστεως καὶ σθένους. Οἱ ζηλωταὶ τοῦ Χριστοῦ, τῆς Πατρίδος καὶ τῆς Ἐλευθερίας, ἀψηφοῦντες τὴν ἀπειλήν τῆς μαχαίρας καὶ τῆς ἀγχόνης, ἐχαλύβδωναν τὴν ἐμμονήν των εἰς τὰ πάτρια. Θρησκεία καὶ γλῶσσα διασωζόμεναι, ἡ μία μέσῳ τῆς ἄλλης, ὑπὸ τὴν σκέπην ἁπλοϊκῶν ὁσίων ἱερωμένων καὶ καλογήρων, ἀπέβησαν τὰ ὄργανα καὶ οἱ φορεῖς τῆς σωτηρίας. Ἂν μέχρι σήμερον ἀκόμη εἰς τὸ στόμα τῶν Ἑλλήνων, ἀστῶν καὶ χωρικῶν, ἀκούωμεν ρητὰ καὶ φράσεις ἐχούσας τὴν πηγήν των εἰς τὸ Ψαλτήριον, τὴν Ὀκτώηχον, τὰ Εὐαγγέλια, τὰ Μηναῖα καὶ τὸ Τριώδιον, φράσεις καταστάσας παροιμιώδεις, καθημερινῶς ἐν χρήσει, τοῦτο δὲν ὀφείλεται εἰς τὴν κατὰ πολὺ δυστυχῶς ἀμβλυνθεῖσαν προσήλωσιν τῶν σημερινῶν Ἑλλήνων εἰς τὰ Θεῖα καὶ δὴ εἰς τὰ ἐκκλησιαστικὰ τυπικά, ὅσον εἰς τὸ ὅτι πηγάζουν ἀπὸ τὴν μακραίωνα ἐθνικὴν μνήμην, τὴν ἀπὸ γενεᾶς εἰς γενεὰν κληροδοτουμένην, ἀπὸ τῶν χρόνων ἐκείνων τῆς ἐνθουσιώδους καὶ ἡρωικῆς δουλείας, κατὰ τοὺς ὁποίους ἡ διαρκὴς οἰκείωσις πρὸς τὰ ἅγια Γράμματα ἦτο ὂχι μόνον σχολεῖον, ὄχι μόνον πάροχος παραμυθίας, ἀλλὰ καὶ πολεμικὸν προγυμναστήριον, ὑπὸ τὴν εὐλογίαν τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ. Ἀπ' αὐτὴν ἐπίστευον ἀκραδάντως ὅτι θὰ ἤρχετο καὶ πάλιν ἡ σωτηρία, ὅπως καὶ ὄντως ἐγένετο.

Δὲν πρόκειται ὅμως νὰ ἐπεκταθῶ εἰς τὸ ἐπακολουθῆσαν Ἔπος. Νομίζω ὅτι μᾶλλον ἁρμοδία δι' ἡμέραν πανηγυρισμοῦ εἶναι ἄλλη ὁδός. Ἄς μοῦ ἐπιτραπῇ νὰ ἐπανέλθω εἰς τοὺς χώρους τῆς ἀρχαίας μυθολογίας, ἀπὸ ὅπου ὡρμήθην.
Ἡ Κλειὼ δὲν εἶναι ἡ μόνη θυγάτηρ, ὅσον καὶ ἂν εἶναι σεβάσμια, τῆς Θεᾶς Μνημοσύνης. Εἰς τὸν Ἑλικῶνα, ὑπὸ τὴν ἐπιστασίαν τοῦ Μουσηγέτου, ἐν ἁρμονίᾳ εὐδαίμονι, περιφέρονται καὶ ἄλλαι ἀδελφαί. Ἐλέχθη ὅτι εἰς τὰ πράσινα ὑψίπεδα τοῦ τερπνοῦ αὐτοῦ ὀρεινοῦ ὄγκου ἀκόμη καὶ τοῦ ὄφεως τὰ δήγματα εἶναι ἀνώδυνα, διότι χόρτον φαρμακερὸν δὲν φύεται, ὅπου ἡ ἁρμονία εἶναι ὑπερτάτη. Ὁ λόγος οὗτος ταυτίζεται μὲ τὰς προφητικὰς ρήσεις τοῦ Ἠσαΐου, περιγράφοντος τὴν μακαριότητα, ἥτις θὰ ἐπεκράτει κατὰ τὴν ἔλευσιν τοῦ ὑπ' αὐτοῦ ἀναμενομένου Μεσσίου. Ἐκεῖ, λέγει ὁ Προφήτης, τὰ παιδὶα ἀφόβως θὰ παίζουν μὲ τὰς φωλεὰς τῶν ἐχιδνῶν, τὰ πρόβατα μετὰ τῶν σκύμνων καὶ ὁ λέων θὰ τρέφεται μὲ τὰ χόρτα τῶν λειμώνων, ὅπως ὁ βοῦς.

Παρομοία ἡ μακαριότης τῆς κατοικίας τῶν ἀδελφῶν Μουσῶν. Ἐκεῖ παρὰ τὴν Κλειώ, τὴν ὁποίαν ἤδη ἐδοξάσαμεν, συμπάρεδρος εἶναι καὶ ἡ κατὰ Πλάτωνα «πρεσβυτάτη Καλλιόπη», ἡ ἔφορος τοῦ Ἔπους, ἡ φερομένη ὡς μήτηρ τοῦ Ὀρφέως. Ἐκεῖ καὶ ἡ σκεπτικὴ ἐν τῇ φαντασιώσει της Πολύμνια, ἡ ἐφορεύουσα ἐπὶ τῶν ἡρωικῶν ὕμνων, ἐκεῖ καὶ ἡ Ἐρατώ, ἡ Ἐρασμία, ἡ ὑμνοῦσα τὰ ἐρωτικά, ἀλλὰ καὶ τὴν μελάγχολον ἐλεγείαν. Αὐταὶ θὰ βοηθήσουν, διὰ νὰ καταστῇ ὁ ἑορτασμός, ὅπως ἐμπρέπει εἰς κάθε μεγάλην πανήγυριν, χαρίεις καὶ δοξαστήριος.

Εὐτυχῆ εἶναι τὰ ἔθνη, τῶν ὁποίων αἱ γενναῖαι καὶ ἡρωικαὶ πράξεις, αἱ μαρτυρικαὶ θυσίαι, οἱ τελικοὶ θρίαμβοι εὑρίσκουν τὰ κλέη των, ἀντικατοπτριζόμενα οὐχὶ μόνον εἰς τὴν σοβαρὰν καὶ ξηρὰν Ἱστορίαν, ἀλλ' εὑρίσκουν τοὺς προβολεῖς των μεταξὺ τῶν μεγάλων ὑμνωδῶν. Καὶ αὐτοὶ ἀπὸ τὴν Μνημοσύνην ἀντλοῦν τὰς ἐμπνεύσεις των, ἀπὸ τὰ αὐτὰ ὡς καὶ ἡ Ἱστορία γεγονότα ἐκκινοῦν, ἀλλ' ὅ,τι ἀποδίδουν, βοηθούσης τῆς μαγγανείας τῆς ἐνθέου Τέχνης, ἀντιβοᾷ μὲ τὰς ὠδὰς των εἰς τοὺς αἰῶνας.

Ζῶμεν εἰς ἐποχὴν πεζὴν καὶ δυσοίωνον. Πλεῖστα θέσμια θεωρούμενα ἀπαρασάλευτα ἔχουν χάσει τὸν αἰώνιον χαρακτήρα των. Εἰς κλίμακα παγκόσμιον, πλεῖσται συνθῆκαι μετεβλήθησαν καὶ ἠλλοιώθησαν. Ἡ πρὸς τὴν ἐλευθερίαν λατρεία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀσκῇ εἰς ἕνα ἐλεύθερον ἤδη λαὸν τὴν ἕλξιν, τὴν ὁποίαν ἤσκει, εἰς τὸν ἐπὶ τέσσαρας αἰῶνας ὑπόδουλον, καὶ δὴ ὑπὸ συνθήκας ἀγρίας. Διάφοροι ροπαί, ὑποδαυλιζόμεναι καὶ ὑπὸ τῆς διευρύνσεως τῆς παγκοσμίου εὐκόλου ἐπικοινωνίας καὶ ὑπὸ θεωριῶν, δι' ὧν τὰ ἀνθρωπιστικὰ καὶ οἰκουμενικὰ ἰδεώδη ὑποσκελίζουν ὀλίγον κατ' ὀλίγον τὴν προσκόλλησιν εἰς τὴν ἐθνότητα, καθιστοῦν τὴν καλλιέργειαν τῆς ἡρωικῆς, τῆς ἐπικῆς καὶ τῆς ἐθνικῆς ποιητικῆς τέχνης σχεδὸν ἀδιανόητον• ἔχει παύσει αὕτη νὰ ἀσκῇ τὴν μαγικὴν ἐπιβολήν, τὴν ὁποίαν ἀναμένει τις ἀπὸ τὴν τέχνην. Ὅσον καὶ ἄν, ἡμεῖς τουλάχιστον οἱ Ἕλληνες, εἴμεθα καὶ μένομεν περισσότερον ἀπὸ ἄλλους λαοὺς προσκεκολλημένοι εἰς τὸ πολυσχιδὲς πρόσφατον, ἀπώτερον καὶ ἀπώτατον ἱστορικὸν παρελθόν μας, τοῦ ὁποίου στεροῦνται οἱ περισσότεροι τῶν ἄλλων λαῶν, ἐν τούτοις δὲν εἶναι δυνατὸν ν' ἀποφύγωμεν τὰς συνεπείας τῶν τεραστίων παγκοσμίων νέων ἐπιρροῶν.

Εἰς ἄλλας ἐποχὰς οἱ λαοὶ ἦσαν μεστοὶ ἰδεωδῶν ἐνεργῶν καὶ ἐπιθυμιῶν φλογερῶν, ὅπου ἡ Ἐλευθερία, ἡ Πατρίς, τὸ Γένος, ἡ Ἀνεξαρτησία, ὁ Ἀγών, ἡ Τόλμη, ὁ Ἡρωισμὸς ἀπετέλουν πηγὰς ποιητικοῦ οἴστρου ἀναβλύζοντος ἀπὸ τὰς καρδίας, δημιουργοῦντος συγκινήσεις, παρορμήσεις, ἐνθουσιασμούς, πικρίας, ἤτοι ἀπετέλουν συναισθήματα ἐξ ἴσου ἰσχυρά, ὁδηγοῦντα μὲ τὴν ἰδίαν ποιητικὴν ὁρμὴν καὶ ἰσοτίμως, πρὸς τὰς λοιπὰς πηγὰς Τέχνης, τὸν Ἔρωτα, τὸν Θάνατον, τὴν Ζηλοτυπίαν, τὴν Ἀπόγνωσιν ἢ καὶ τὴν ζῶσαν θρησκευτικὴν πίστιν καὶ τὴν μεταφυσικὴν διάθεσιν.

Κατέχομεν ἄλλωστε ὑψίστην ἀπόδειξιν τῆς δημιουργίας τῶν προγόνων μας:

Τὰ Ὁμηρικά Ἔπη, αἱ Πινδαρικαὶ Ὠδαί, ἔργα παγκοσμίως ἀθάνατα κατὰ τὸ παρελθόν, σήμερον καὶ ἀσφαλῶς διὰ τὸ μέλλον, τί ἄλλο ὑμνοῦν, εἰμὴ κλέα δρώντων ἐν κοινωνίᾳ μετὰ τῶν Θεῶν ἡρώων, καὶ ἡ ἐξ αὐτῶν ἀντλουμένη συγκίνησις εἶναι πάντοτε ἀπαραμείωτος, καί, κάτι πλέον, παροῦσα εἶναι ἡ μεταρσίωσις, τὴν ὁποίαν ἐπὶ τῷ ἀκούσματι τῶν ἀθανάτων τούτων ἔργων αἰσθανόμεθα, καθὼς ἢ ἀπαράμιλλος τέχνη τὰ τοποθετεῖ εἰς χώρους ὑπερφυσικούς, ὅπου ἀναμὶξ χωροῦν θεοὶ καὶ ἄνθρωποι.

Θέλω νὰ καταλήξω εἰς τὴν διαπίστωσιν, ὅτι ἡ Ἑλλὰς ηὐτύχησεν, ἐξ ἀγαθῆς συγκυρίας κατὰ τὴν κρίσιμον ἐκείνην περίοδον τοῦ μεγάλου ἀγῶνος, νὰ εὑρεθῇ προικισμένη, μεταξὺ πολλῶν φλογερῶν πνευμάτων, ἀπὸ δύο ἐκ τῶν μεγαλυτέρων ποιητῶν, οἵτινες ἀπὸ Θεοῦ ἐτάχθησαν καθιερωθὲντες ἱεροφάνται τῆς Μούσης νὰ ἐκφράσουν διὰ τῆς ὑψηλῆς Τέχνης των τὸ συντελεσθὲν θαῦμα, διὰ ποιητικῶν τρόπων τοσούτου μεγαλείου καὶ τοιαύτης ἠθικῆς ἀνατάσεως, κατὰ τρόπον μεταθέτοντα τοῦτο ἀπὸ τοὺς χώρους τῆς δράσεως καὶ τῆς πολεμικῆς ὁρμῆς, εἰς τὰς σφαίρας τοῦ πνεύματος, ὅπου τὰ γενόμενα, οὐ μόνον κατηξιώθησαν, ἀλλὰ καθωσιώθησαν. Μεταξὺ τῶν ἑκατοντάδων καὶ χιλιάδων ἐπωνύμων καὶ ἀφανῶν ἡρώων, προεργατῶν καὶ ἀγωνιστῶν, τῶν κατεργασαμένων τὴν πολυπόθητον ἐλευθερίαν, μεταξὺ τῶν ἐπιφανῶν ἱστορικῶν, τοὺς ὁποίους, ὡς ὤφειλον, ἐμνημόνευσα ἤδη, χρεωστοῦμεν νὰ καταγράψωμεν ὡς φωτεινοὺς λαμπροὺς ἀστέρας καὶ τοὺς δύο αὐτοὺς ὑμνητάς, τοὺς ἀποθεώσαντας τὸ θυσιαστικὸν θαῦμα τῆς παλιγγενεσίας καὶ τοποθετήσαντας τοῦτο εἰς τοὺς οὐρανούς. Χωρὶς τὴν ἱερατικὴν φωνὴν τούτων, ὁ ὅλος ὑπέροχος ἀγὼν τοῦ Γένους θὰ ἐστερεῖτο μεγάλου μέρους τῆς αἴγλης του.

Περιττὸν νὰ ἐξηγήσω ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ καὶ τοῦ Ἀνδρέου Κάλβου. Ὑπὸ τὰς πτέρυγας καὶ τὴν αἰγίδα τῆς Πολυμνίας καὶ τῆς Καλλιόπης καὶ τῆς Ἐρατοῦς, οἱ ἐμπνευσμένοι αὐτοὶ τεχνῖται, οἱ λάτρεις τῆς Ἑλληνικῆς Πατρίδος, οἱ μυσταγωγοὶ φωτιζόμενοι ἀπὸ τὸν Μουσηγέτην Ἀπόλλωνα, ἐξερεύξαντο ρῆμα ἀγαθόν, μῦσται μᾶλλον καὶ Ἱερουργοὶ παρὰ ποιηταὶ λόγων καὶ μύθων, ἔδωκαν τὴν μεγάλην πνοήν, αὐτὴν ἡ ὁποία διαιωνίζει καλλίτερον ἀπὸ κάθε ἄλλην μνήμην ἢ ἱστορίαν, ὅ,τι εἶναι ἄξιον νὰ ἐπιζήσῃ εἰς τὸ μεταφυσικὸν ὕψος, ὅπου μὲ τὴν θείαν των τέχνην καὶ πίστιν τὸ ἐτοποθέτησαν. Παρὰ τοὺς δύο τούτους ποιητικοὺς γίγαντας συνελειτούργησαν καὶ ἄλλοι ὑμνηταὶ τοῦ Ἀγῶνος, ὁ Ζαλοκώστας, οἱ Σοῦτσοι, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἄριστος ὁ Βαλαωρίτης. Ἡ λαμπηδὼν ὅμως τῶν δύο μεγάλων ποιητῶν παραμένει ἱερατικὴ ἐν τῷ θάμβει της.


Κεντρική σελίδα κειμένου | Προηγούμενη Σελίδα