image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Περιεχόμενα | Προηγούμενη Σελίδα

Γεώργιος Παπαδόπουλος

Ιστορική επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής από των αποστολικών χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς (1-1900 μ.Χ)

Εκδόσεις "Τέρτιος", Κατερίνη.

Ο συγγραφέας είναι Μεγάλος Πρωτέκδικος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και Διευθυντής της Μουσικής Σχολής του εν Κων/πόλει Εκκλ. Μουσικού Συλλόγου.



ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η'

ΑΠΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΕΦΕΥΡΕΤΩΝ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΓΡΑΦΙΚΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ

ΜΕΧΡΙ ΤΩΝ ΚΑΘ'ΗΜΑΣ ΧΡΟΝΩΝ (1814-1900)



Οι μουσικοί του ΙΘ' αιώνος.

Οι κατά το δεύτερον ήμισυ του ΙΘ' αιώνος ακμάσαντες διαπρεπείς μουσικοί είναι oι εξής:

Κυρικός Φιλοξένης, ιερεύς, Εφεσιομάγνης, λόγιος μουσικός και ευδοκίμως περί την φιλολογίαν της καθ’ημάς μουσικής ασχοληθείς, μαθητής γενόμενος εν μεν τη πράξει της μoυσικής του πάππου αυτού Χατζή Παλή του Εφεσίου, μουσικού μεγαλοφώνού αποθανόντος τω 1808, καί τινος Ιωσήφ ιερομονάχου τoυ Κρητός, εν δε τη θεωρία του Σελευκείας Αθανασίου, ου και ουκ ολίγα περί της φιλολογίας της μoυσικής χειρόγραφα εκληρονόμησεν. Εξέδωκε τω 1859 θεωρητικόν Στοιχειώδες της Μουσικής, μεταγράψας τα πλείστα εκ του θεωρητικού του Χρυσάνθου. Προσέτι εξέδωκε και Λεξικόν της ελληνικής εκκλησιαστικης μουσικής (από τoυ στοιχείου Α-Μ), εν τω οποίω εξηγούνται πάντες oι τεχνικοί όρoι της μουσικής κατ’αλφαβητικήν τάξιν, κυρίως δε διά θεωρητικής αναλύσεως, ενιαχού δε και διά μουσικών παραδειγμάτων προς πρακτικωτέραν κατάληψιν. Τω 1870 εφιλοπόνησεν, ανέκδοτον τυγχάνον Λεξικόν των Εβραίων μουσικών, των αρχαίων Ελλήνων, καί τινων Ευρωπαίων και Βυζαντινών μουσικών, επί τη βάσει της διτόμου Ελληνικής Βιβλιοθήκης του Ανθίμου Γαζή, του Μυθοϊστορικού Λεξικού Ιωσηφ του Μάγνητος, της Φιλολογικής και Κριτικής Ιστορίας του Κ.Κοντογόνου και άλλων συγγραμμάτων. Εκ της επισταμένης μελέτης του Λεξικού τούτου επείσθημεν ότι ίδιος πόνος του Φιλοξένους και δη χρήσιμος είναι μόνον τα σημειούμενα περί τινων μουσικών του ΙΗ' αιώνος, άπερ και μετεγράψαμεν εις το προεκδοθέν τω 1890 ημέτερον έργον «Συμβολαί εις την ιστορίαν της παρ’ημίν εκκλησιαστικής μουσικής κ.τλ...» καλλύναντες την κοινήν του μουσικολόγου λέξιν, και υπεραυξήσαντες αυτά διά πολλών προσθηκών επί τη βάσει αυθεντικών πληροφοριών, ας ηρύσθημεν παρά των συγχρόνων γηραιών μουσικοδιδασκάλων, oίτινες θεωρούνται oι πιστοί ταμίαι πάσης ιστορικής ειδήσεως περί των αποιχομένων κατά τας αρχάς του παρελθόντος αιώνος μουσικών. Ο Φιλοξένης απεβίωσε τω 1880 εν Κωνσταντινουπόλει, εν μέσω της πολυμελούς αυτού οικογενείας.

Γερμανός Αφθονίδης, αρχιμανδρίτης Σιναΐτης, εγκρατέστατος της εκκλησιαστικής μουσικής, της ευρωπαϊκής και της εξωτερικής, δεξιώς χειριζόμενος και διάφορα μουσικά όργανα. Υπήρξεν εκ των αρίστων τροφίμων της εν Ξηροκρήνη Μ.του Γ. Σχολής, σχών φίλον συμμαθητήν προς τοις άλλοις και τον επιζώντα ερασιτέχνην μουσικολόγον Λεωνίδαν Νικοκλήν. Τω 1875 παθών αμαύρωσιν των οφθαλμών εν Λονδίνω μετά πολλής της καρτερίας υπέμεινε το δεινόν πάθημα, ευρίσκων αρκούσαν παραμυθίαν εν τη καλλιεργεία της ποιήσεως και της μουσικής, ων εγένετο λάτρις ένθεος. Διεκρίνετο επί ευρεία παιδεία και συγγραφική ικανότητι, συγγράψας την ιστορίαν του Σινά και εκδούς «Τα μετά την άλωσιν» του Υψηλάντου. Πεπροικισμένος υπό σπανίας ευφυΐας εξυπηρέτησε σπουδαίως τα συμφέροντα της Εκκλησίας, ιδία περί του ζητήματος των εν Ρουμανία μοναστηριακών κτημάτων των αγίων Τόπων προκειμένου ου μόνον ως μέλος και γραμματεύς εκκλησιαστικών επιτροπών, αλλά και δια σειράς εμβριθών άρθρων δημοσιευθέντων εν τη «Εκκλησιαστική Αληθεία». Προς τούτοις ο Αφθονίδης εγκρατέστατος της τε ρουμανικής και της γαλλικής γλώσσης ων, εν μέρει δε και της αγγλικης, μετέφρασεν εις την γαλλικήν διάφορα υπομνήματα των αγίων Τόπων ως και πάσαν την μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των λοιπών ενδιαφερομένων σχετικήν αλληλογραφίαν, καταστάς αυτός η ψυχή του πολυθρυλλήτου τούτου ζητήματος. Εις αυτόν εξόχως οφείλεται το επί της α' πατριαρχείας του παναγιωτάτου Ιωακείμ του Γ' κατασκευασθέν μουσικόν όργανον «Ψαλτήριον». Εδημοσίευσε τω 1872 την εν τω Ημερολογίω ο «Χρόνος Κωνσταντινουπόλεως» περί Μουσικής αξιόλογον πραγματείαν υπό τον τίτλον «Δοκίμιον περί της ελληνικής ιεράς μουσικής κατ’αντιπαράθεσιν προς την ευρωπαϊκήν υπό την έποψιν της τέχνης». Αξιοσπούδαστος κρίνεται και η τω 1894 συζήτησις διά των εφημερίδων Κων/πόλεως μεταξύ του διαπρεπεστάτου τούτου κληρικού μουσικού και του μουσικολόγου Γεωργίου Παχτίκου «Περί του εις τον Απόλλωνα ύμνου». Τον Αφθονίδην πάσαι αι αγιώταται Εκκλησίαι της Ανατολής ετίμησαν και εξετίμησαν, ιδία δε oι πατριάρχαι Κων/πόλεως και Ιεροσολύμων, και ιδιαίτατα διά θερμής περιέβαλε συμπαθείας εκτιμών τας γνώσεις και την περί τα εκκλησιαστικά σπανίαν πείραν του ανδρός και ο εν Χάλκη εφησυχάζων μακαριώτατος πατριάρχης πρώην Ιεροσολύμων Νικόδημος. Απεβίωσεν εν Χάλκη τω 1895 εν ηλικία 72 ετών, εγκωμιασθείς πρεπόντως εν επικηδείω λόγω διά της αριστοτέχνου γραφίδος του Ιωάννου Τανταλίδου, αρχιγραμματέως του α΄ πατριαρχικού γραφείου.

Παναγιώτης Κηλτζανίδης, μουσικοδιδάσκαλος εγκύψας ευδοκίμως εις την θεωρίαν και παλαιογραφίαν της παρ’ημίν μουσικής. Εγεννήθη κατά την δευτέραν δεκαετηρίδα του ΙΘ' αιώνος εν Προύση, ένθα και το του ιεροψάλτου επάγγελμα μετήλθε το πρώτον. Από του έτους 1848-1882 εχρημάτισεν ιεροψάλτης διαφόρων εκκλησιών της αρχιεπισκοπής Κων/πόλεως, έκτοτε δε εφησύχαζε μέχρι του θανάτου αυτού, γενομένου τη 11νοεμβρίου 1896. Ο ακαταπόνητος ούτος μουσικοδιδάσκαλος εξέδωκε διάφορα μουσικά βιβλία, ως, την «Καλλίφωνον Σειρήνα», περιέχουσαν τουρκικά και ελληνικά άσματα, το «Εκκλησιαστικόν Απάνθισμα», το «Σύντομον Δοξαστάριον», εις ο υπάρχουσι και, ανέκδοτα μαθήματα Μανουήλ του Χρυσάφου, το «Αναστασιματάριον» Αντωνίου Λαμπαδαρίου της Μ.Εκκλησίας, μετενεχθέν εκ της αρχαίας παρασημαντικής εις την νυν εν χρήσει, το «Ιερατικόν Μουσικόν Εγκόλπιον», τα «Χερουβικά» Δανιήλ του ΙΙρωτοψάλτου και το «Αναστασιματάριον» Κωνσταντίνoυ του Πρωτοψάλτου (από του βαρέως ήχου μέχρι τέλους) ερμηνευθέν εκ της αρχαίας γραφής εις το αναλυτικόν γραφικόν σύστημα, και «Μεθοδικήν Διδασκαλίαν προς εκμάθησιν του εξωτερικού μέλους της καθ’ ημάς Μουσικής κατ’αντιπαράθεσιν προς την Αραβοπερσικήν». Επεστάτησεν εις την έκδοσιν διαφόρων μουσικών βιβλίων Στεφάνου του Λαμπαδαρίου και Ιωάννου του Πρωτοψάλτου. Ειργάσθη ευδοκίμως εις τον τω 1863 ιδρυθέντα εν Πέραν Εκκλησιαστικόν Μουσικόν Σύλλογον, μεθ’ημών δε εις τον τω 1880 εν Γαλατά Ελληνικόν Μουσικόν Σύλλογον και εις τον εν Φαναρίω τω 1889 Μουσικόν Σύλλογον «Ορφέα». Τω 1876 εδημοσίευσε διαφόρους διατριβάς περί μουσικής, ας εξέδωκε τύποις και εν ιδιαιτέρω φυλλαδίω. Εδίδαξε την μουσικήν εις την τω 1868 λειτουργησασαν πατριαρχικήν Μουσικήν Σχολήν, και τω 1883 εις την Μουσικήν Σχολήν του Συλλόγου «Ορφέως», διετέλεσε μέλος της Επιτροπής της κατά το έτος 1868 αναλαβούσης την έκδοσιν της «Μουσικής Βιβλιοθήκης», και της το 1881 συστάσης Μουσικής Επιτροπής εν τοις πατριαρχείοις. Εφιλοπόνηαε το υπό τον τίτλον «Κλεις της καθ’ημάς Εκκλησιαστικής Μουσικης» σπουδαίον σύγγραμμα, δι’ oυ, ως έγραφον εν τοις Προλεγομένοις το τω 1890 εκδοθέντος ιστορικού περί Μουσικής συγγράμματός μου, θα κατορθώσωμεν ημείς oι νεώτεροι ινα ανoίξωuεν την πύλην του παμπλουτου μουσείου της Βυζαντινής των πατέρων ημών μουσικής και εντρυφήσωμεν εν αυτώ, προσομιλούντες τοις αρχαίοις μουσικοίς χειρογράφοις, άτινα τα νυν απροσπέλαστα και ακοινώνητα ημίν τυγχάνουσι.Το έργον τούτο εβραβεύθη διά του χρυσού αριστείου υπό της Μουσικης Επιτροπής της κρινάσης τα έργα τα υποβληθέντα εις την εν Αθήναις Δ΄Ολυμπιακήν Έκθεσιν· ταις ενεργείαις δε του εν τοις πατριαρχείοις Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου, ο εν Οδησσώ ζάπλουτος ομογενής Γρηγόριος ο Μαρασλής, ανέλαβε την έκδοσιν αυτού, ήτις άρχεται προσεχώς. Ανέδειξε πολλούς μαθητας ου μόνον εν τη ψαλμωδία αλλά και εν τη θεωρία της μουσικής, ων εις, ο Νηλεύς Καμαράδος, α΄ψάλτης της εν Πέραν εκκλησίας του αγίoυ Κωνσταντίνου, δικαίως θεωρείται εκ των αρίστων, αν μή ο άριστος, μουσικοδιδασκάλων της συγχρόνου εποχής, τα σκήπτρα της μουσικής θεωρίας εκ των παρ’ημίν μουσικών διακατέχων, της ψαλμωδίας απαράμιλλος εκτελεστής αναδειχθείς, μελοποιός αμίμητος, μύστης της ασιατικής, ευρωπαϊκής και αρμενικής μουσικής και δεξιώς χειριστής μουσικών οργάνων.

Παναγιώτης Κουπιτώρης, ευρυμαθής λόγιος και μουσικολόγος εκ των κρατίστων, αγωνισθείς εν Αθήναις υπέρ της επικρατήσεως της ημετέρας μουσικής ευθαρσώς αντεπεξελθών κατά των τετραφωνιστών. Μετέφρασεν εκ της λατινίδος φωνής την «Περί των Ελλήνων μουσικών» διατριβήν του Ι. Φραντζίου, εξεφώνησε τη 4 Δεκεμβρίου 1874 λαμπρόν πανηγυρικόν εν τη επετείω εορτή του εν Αθήναις Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου, τω δε 1875 δι’ωραίoυ λογυδρίου προέτρεπε το ελληνικόν δημόσιον να ιδρυθή εν Αθήναις Εκκλησιαστική Μουσική Σχολή. Προσέτι εδημοσίευσε και μελέτην περί της πραγματείας του σοφού γαλάτου Ερρίκου Στεβένσωνος, της επιγραφομένης «Περί του ρυθμού εν τη υμνογραφία της Ελληνικής Εκκλησίας». Απεβίωσε τω 1881 εν Υπάτη, τη επί του Σπερχειού πόλει.

Εμμανουήλ Ιωαννίδης, Αμοργίνος, λόγιος μουσικολόγος, μετά σπανίου ζήλου εργασθείς εις τε τον εν Κωνσταντινουπόλει (1863) Εκκλησιαστικόν Μουσικόν Σύλλογον και τον εν Αθήναις. Απέθανε προ δεκαετίας περίπου εν Αθήναις.

Αδαμάντιος Ιωαννίδης, μαθητής Ζαφειρίου του Ζαφειροπούλου, εκδούς και μελέτην περί της εκκλησιαστικής ημών μουσικής. Εδίδαξε την μουσικήν εν τω Διδασκαλείω Αθηνών, ειργάσθη δε και εν τω εν Αθήναις Εκκλησιαστικώ Μουσικώ Συλλόγω. Απεβίωσε τω 1886 εν Αθήναις.

Σ.Σ. Κλήμης, Καλύμνιος μουσικός, απεβίωσε τω 1887 εν Αθήναις. Μετά ζήλου ειργάσθη εν τη ελληνική πρωτεύούση κατά των νεωτεριστών της μουσικής, δημοσιεύσας επί τούτω εν διαφόροις εφημερίσι και πραγματείας καλάς, εν αις διακρίνεται η υπό τον τίτλον «Η ελληνική μουσική και η μελετωμένη εν Κωνσταντινουπόλει μεταρρύθμισις αυτής» δημοσιευθείσα τω 1881 εις την «Στοάν» (Έτος Η΄, αριθ. 327).

Ζαχαρίας Καραλλής, πρωτοψάλτης της Τήνου διατελέσας· διεκρίθη ως μελοποιός, τα δε μουσουργήματα αυτού εβραβεύθησαν εις την εν Αθήναις Γ' Ολμπιακήν Έκθεσιν. Απεβίωσε τω 1887.

Μηνάς Δομένικος, μουσικός εμπειρότατος, γαμβρός του ονομαστού μουσικοδιδασκάλου Θεοδώρου του Φωκαέως. Απεβίωσε προ εικοσιπενταετίας εν Αθήναις. Τω 1872 εξητήσατο την άδειαν παρά της ιεράς Συνόδου της Ελλάδος όπως μετατυπώση υπό τον τίτλον «Νέα Μουσική Κυψέλη», μoυσικόν βιβλίoν, περιέχον το υπό του Φωκαέως εκδοθέν Δοξαστάριον του τε Τριωδίου και Πεντηκοσταρίου και απάντων των Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών Πέτρου του Πελοποννησίου.

Γεώργιος Φωτιάδης ο Λαρισσαίος, υπήρξε ψάλτης του εν Αθήναις ναού του Ορφανοτροφείου των κορασίων και ιδιωτικός διδάσκαλος. Ην εγκρατής της ημετέρας μουσικής και της των Ευρωπαίων, ην εδιδάχθη παρά διαφόρων διδασκάλων και εν τω Ωδείω Αθηνών. Εδημοσίευσε μελέτας περί της εκκλησιαστικής μουσικής και της τετραφώνου. Απεβίωσεν υπερεβδομηκοντούτης τω 1888.

Κωνσταντίνος Σακελλαρίδης ο Θετταλομάγνης, μουσικός έγκριτος και περί την θεωρίαν της μουσικής ευδοκιμώτατα ασχοληθείς και Θεωρητικόν συγγράψας, ανέκδοτον τυγχάνον, υπό τον τίτλον «Κλεις της Εκκλησιαστικής Moυσικής». Εν τη νεότητι αυτού επί μακρόν διέτριψεν εν Κων/πόλει, ακουστής γενόμενος των ονομαστοτέρων της εποχής εκείνης μουσικών. Αποφοιτήσας δε του Αθήνησιν Εθνικού Πανεπιστημίου, ένθα ιατρικήν και φιλολογίαν εσπούδασε, πρώτον τα του σχολάρχου εν ταις επαρχίαις, είτα δε και τα του δημοσιογράφου καθήκοντα εξετέλεσεν εν τε Αθήναις και Βώλω. Ειργάσθη ζηλωτώς υπέρ της ημετέρας Μουσικής, γράψας κατά καιρούς και διαφόρους περί μουσικής πραγματείας κατά των εν Ελλάδι εμφανισθέντων νεωτεριστών, των αποπειρωμένων την αντικατάστασιν της εθνικής ημών μουσικής διά της τετραφώνου ευρωπαϊκής. Διετέλεσεν ο τελευταίος πρόεδρος του εν Αθήναις Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου, άμα και πρόεδρος και εισηγητής της επιτροπής των Ελλανοδικών επί των ελληνικών μουσικών έργων των αποσταλέντων κατά την Δ' Ολυμπιάδα, συντάξας και λαμπράν Κριτικήν Έκθεσιν εξ ονόματος των μουσικωτάτων συναδέλφων αυτού Αθανασίου Σακελλαριάδου, Θεοχάρους Γερογιάννη, Ευστρατίου Βαφειάδου και Δημητρίου ΙΙαπαρίζου. Τω 1890 εξέδωκε το Αναστασιματάριον Πέτρου του Πελοποννησίον, εν ω εύρηνται αποτετυπωμέναι απαράλλακτοι και αυτούσιοι αι ιεραί μελωδίαι του εξόχου εκείνου μουσικοδιδασκάλου τoυ ΙΗ' αιώνος. Ο Σακελλαρίδης ανέδειξεν ικανούς μαθητάς, απεβίωσε δε εν Αθήναις τη 20 Ιουλίου 1890 εν ηλικία 45 ετών.

Νικόλαος Ιωαννίδης ο εκ Νεοχωρίου του Βοσπόρου, ιεροψάλτης ηδύφωνος και μουσικός ευδόκιμος. Γεννηθείς κατά Μάϊον του 1839 απεβίωσε κατ’Απρίλιον του 1883. Εμαθήτευσε παρά Ιωάννη τω Πρωτοψάλτη της Μεγάλης Εκκλησίας. Εξέδωκεν Ασματολόγιον προς χρήσιν των δημοτικών σχολείων, εμέλισε δε και άλλα πολλά μαθήματα, ων την έκδοσιν επιχειρήσει ο φέρελπις υιός αυτού Δημήτριος Ιωαννίδης ιεροψάλτης. Διετέλεσεν εκ των ιδρυτών του εν Κων/πόλει Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου, και μέλος της τω 1881 συστάσης εν τοις πατριαρχείοις Moυσικής Επιτροπής. Τον διαπρεπή τούτον ιεροψάλτην διά πολλής ήγεν εκτιμήσεως και ο μουσικολόγος τραπεζίτης Δημήτριος Πασπαλλής.

Γεώργιος Κυριακίδης, πατήρ του ευρυμαθέσατου των ιεραρχών του οικουμενικού θρόνου μητροπολίτου Αγχιάλου Βασιλείου Γεωργιαδου. Λόγιος ιεροψάλτης και μουσικοδιδάσκαλος, μελοποιός άριστος, γνώστης της εξωτερικής μουσικής και εκ των δεξιώς χειριζομένων την πανδουρίδα· εγεννήθη εν Φιλαδελφεία της Μ. Ασίας κατά την πρώτην δεκαετηρίδα του ΙΘ΄ αιώνος, εξεπαιδεύθη εγκυκλοπαιδικώς εν τη κατά Ξηροκρήνην του Γένους Σχολή, εν δε τη μουσική ακουστής εγένετο του εγκρατούς της μουσικής μητροπολίτου Γάνου και Χώρας Χρυσάνθου (αδελφού του μητροπολίτου Ηρακλείας Παναρέτου). Διετέλεσε πρώτος ψάλτης εις σειράν ετών εν τη εν Κοντοσκαλίω Κωνσταντινουπόλεως εκκλησία της ΙΙαναγίας Ελπίδος, εν τη εν Χρυσουπόλει του Προφήτου Ηλιού, εν τη εν Γαλατά του Σωτήρος Χριστού, είτα δε πρωτοψάλτης της μητροπόλεως Αθηνών και κατόπιν της Σύρου, διδάξας άμα την μουσικήν εν τω Διδασκαλείω Αθηνών και εν τη Ιερατική Σχολή Σύρου. Απεβίωσε τω 1890 εν λιπαρώ γήρατι εις την εν Αγχιάλω ιεράν μητρόπολιν παρά τω υιώ αυτού.

Βασίλειος Φωτιάδης, εκ των παρ’ημίν πρωτευόντων ιεροψαλτών, άμα δε και καλός ελληνιστής, μετά ζήλου διδάξας τα ελληνικά γράμματα επί εικοσαετίαν εν τω κατά Φανάριον Κων/πόλεως αγιοταφιτικώ Παρθεναγωγείω, επί πολλά έτη εν διαφόροις άλλαις σχολαίς της βασιλευούσης και εν τη κατά Βαλατάν λειτουργησάση κεντρική Ιερατική σχολή, εις ην και την εκκλησιαστικήν μουσικήν εδίδαξεν. Εγεννήθη τω 1825 εν Υψωμαθείοις, απεβίωσε δε εν Φαναρίω τώ 1892. Την μoυσικήν εσπούδασε παρά Ονουφρίω τω Βυζαντίω και Στεφάνω τω Λαμπαδαρίω της Μ.Εκκλησίας. Παναγιώτης Γριτσάνης, μουσικός εν Αλεξανδρεία, εγεννήθη εν Ζακύνθω τώ 1835, εξεπαιδεύθη εγκυκλοπαιδικώς εν τη πατρίδι αυτού, άμα δε επεδόθη εις την σπουδήν της τε ημετέρας και της ευρωπαϊκής μουσικής, διατελέσας και ιεροψάλτης εν τω ναώ του αγίου Διονυσίου επί δεκαετίαν (1855-1865). Τω 1863 επί της πατριαρχείας Σωφοονίου του από Αμασείας, συστάντος εν Κων/πόλει του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου, ανετέθη εις τον Γριτσάνην η περιγραφή της εν τοις Ιονίοις νήσοις ψαλλομένης Κρητικής ή Επτανησιακής μουσικής. Τω 1865 διορισθείς μουσικός της εν Νεαπόλει ελληνικής ορθοδόξου κοινότητος, ανέπτυξε τας μουσικάς αυτού γνώσεις επί οκταετίαν θεωρητικώς τε και πρακτικώς σπουδάσας την ευρωπαϊκήν μουσικήν (1865-1873). Τω 1873 προσεκλήθη υπό της εν Αλεξανδρεία ελληνικής κοινότητος όπως γείνη ιδρυτής του τετραφώνου μουσικού συστήματος εν τη εκκλησία του Ευαγγελισμού, ότε και πολλαί διατριβαί εδημοσιεύθησαν υπό των διαφωνουσών εν τω ζητημάτι τούτω μερίδων. Το υπό του Γριτσάνη εφαρμοσθέν σύστημα της τετραφωνίας είναί τι μικτόν, διότι παρεδέχετο μετ’ ακριβείας, εκ του συστήματος του Χαβιαρά όσα εθεώρει αρμόδια, απέβαλε δε όσα εφαίνοντο αυτώ ελλιπή κατά τι, συμπληρών αυτά δι’ιδίων συνθέσεων, εν αις προσεπάθει όσον ενήν να τηρή τους οκτώ ήχους της ημετέρας μουσικής. Διετέλεσε και διδάσκαλος της μουσικής εις τα σχολεία της εν Αλεξανδρεία ελληνικής κοινότητος. Εδημοσίευσε διαφόρους διατριβάς περί του ζητήματος της καθ’ημάς μουσικής, δημοσιευθείσας εις ελληνικάς εφημερίδας. Τω 1889 εξέδωκεν εν Αθήναις μουσικόν της ευρωπαϊκής μουσικής θεωρητικόν, υπό τον τίτλον «Στοιχεία της φωνητικής μουσικής προς χρήσιν της εν τοις σχολείοις σπουδαζούσης νεολαίας». Κατέλιπεν ημίν και ωραίον έργον (1891) υπό τον τίτλον «Στυχουργική της καθ’ημάς νεωτέρας ελληνικής ποιήσεως και αντιπαράθεσις των στίχων ταύτης προς τους της αρχαίας μετά σχετικής προσθήκης περί του ρυθμού της υμνογραφίας της ελληνικής εκκλησίας».

Γεώργιος Σαραντεκκλησιώτης, ιεροψάλτης ηδυφωνότατος, διακρινόμενος επί ευστροφία φωνής, μελοποιός άριστος και γνώστης της εξωτερικής μουσικής· εγεννήθη τω 1841 εν 4 0 Εκκλησίαις της Θράκης, εμαθήτευσε δε παρά τω πρωτοψάλτη της μονής Ιβήρων Ζωσιμά τω μοναχώ και άλλοις περιωνύμοις μουσικοδιδασκάλοις της Κων/πόλεως. Από δε του 1864 μέχρι του θανάτου αυτού, γενομένου τη 15 Σεπτεμβρίου 1891, έψαλεν εις τας κεντρικωτέρας εκκλησίας της βασιλευούσης. Εμέλισε πολλά και διάφορα μαθήματα, εξ ων εδημοσιεύθησαν το εις ήχον Α΄ «Μακάριος ανήρ» εις το «Εν άνθος της εκκλησιαστικής ημών μουσικής» υπό Αγαθαγγέλου Κυριαζίδου, το Δύναμις «Όσοι εις Χριστόν» και το Δύναμις «Τον Σταυρον σου προσκυνουμεν» και διάφορα άλλα εις το «Μουσικόν Δωδεκαήμερον» υπό Αλεξάνδρου Βυζαντίου, ύμνοι και ωδαί προς την Α.Α.Μ. τον Σουλτάνον εις την «Καλλίφωνον Σειρήνα» υπό Παναγιώτου Κηλτζανίδου. Εκ των μαθητών αυτού κράτιστοι της ψαλμωδίας εκτελεσταί ανεδείχθησαν ο Εμμανουήλ Κρεμέζης, πρωτοψάλτης της ιεράς μητροπόλεως Φιλιππουπόλεως, ο Στέφανος Αναστασιάδης, α΄ ψάλτης της εν Νεοχωρίω εκκλησίας της Παναγίας Κουμαριωτίσσης, ο Ιωάννης Βασιλειάδης α΄ ψάλτης της εν Γαλατά εκκλησίας της Παναγίας Καφατιανής και ο Βασίλειος Γεωργιάδης, α΄ ψάλτης της εν Χάσκιοϊ εκκλησίας της αγίας Παρασκευής.

Κωνσταντίνος Φωκαεύς, υιός και μαθητής εν τη μουσική του μουσικοδιδασκάλου Θεοδώρου Φωκαέως. Εγκρατέστατος της ημετέρας μουσικής και της των Ευρωπαίων. Διετέλεσεν ιεροψάλτης εις την πατρίδα αυτού Φωκαίαν και εις Κων/πολιν. Εδίδαξε την εκκλησιαστικήν μουσικήν καρποφορώτατα, εις την εν Χάλκη Θεολογικήν Σχολήν και εις την Μουσικήν Σχολή του εν Φαναρίω Μουσικού Συλλόγου «Ορφέως», την δε ευρωπαϊκήν εις διάφορα παρθεναγωγεία της βασιλευούσης. Απεβίωσε προ διετίας υπερεξηκοντούτης εν Περαία της Σμύρνης.

Περιεχόμενα | Προηγούμενη Σελίδα