Γεώργιος Παπαδόπουλος
Ιστορική επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής από των αποστολικών χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς (1-1900 μ.Χ)
Εκδόσεις "Τέρτιος", Κατερίνη.
Ο συγγραφέας είναι Μεγάλος Πρωτέκδικος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και Διευθυντής της Μουσικής Σχολής του εν Κων/πόλει Εκκλ. Μουσικού Συλλόγου.
ΠΕΡΙΟΔΟΣ Ζ'
ΑΠΟ ΠΕΤΡΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΥ
ΜΕΧΡΙ ΤΩΝ ΕΦΕΥΡΕΤΩΝ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΓΡΑΦΙΚΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ (1730-1814)
Πέτρος ο Πελοποννήσιος και η παρασημαντική αυτού.
Το όνομα Πέτρου τoυ Πελοποννησίου, Λαμπαδαρίου της Μ. Εκκλησίας, αποτελεί ιδίαν εποχήν εν τη ιστoρία της καθ’ημάς μουσικής. Υπήρξεν ούτος ο μέγας μουσικός του ΙΗ' αιώνος, η τετάρτη πηγή της μουσικής, ο δικαίως θαυμαζόμενος ως έξοχος μουσικοδιδάσκαλος και ως κλασικός συγγραφεύς, ου τα έργα και το απλούν και απέριττον και σεμνόν και επιβάλλον εκκλησιαστικόν μουσικόν μέλος και ύφος εσαεί διαμένουσιν ως πολύτιμος οδηγός εις τους παρ’ημιν ιεροψάλτας και ως μνημείον κλασικόν της ιεράς μουσικής. Μεγάλως ευηργέτησε την θείαν τέχνην ως χρήσιν ποιησάμενος, αντί των τέως δυσνοήτων μουσικών χαρακτήρων, νέου συστήματος γραφικού προς παρασήμανσιν των μελών, μάλλον ευμεθόδου, δι’ου ηπλοποίησε πλειότερον την κουκκουζέλειον και την του διδασκάλου αυτού Ιωάννου του Τραπεζουντίου παρασημαντικήν και ηρμήνευσε τας των αρχαιοτέρων μελών θέσεις. Ο Πέτρος εθαυμάζετο υπό των συγχρόνων αυτού και διά την έξοχον μουσικήν αυτού αντίληψιν και μίμησιν, δυνάμενος μάλιστα να διαφυλάξη πιστώς διά της γραφής οιονδήποτε μέλος έστω και άπαξ ψαλλόμενον υπ’άλλου. Εντεύθεν υπό των Οθωμανών εκαλείτο Χιρσίζ Πέτρος (κλέπτης) και Χότζας (διδάσκαλος), διότι ό,τι εκείνοι επί μακρόν μοχθούντες εμέλιζον, αυτός άπαξ ακούων ψαλλόμενον είχε την δεξιότητα αμέσως να κλέπτη αυτό διά της γραφής και καλλωπίζων να παραδίδη εις τον μελοποιόν ως νεοφανές δήθεν έργον αυτού· διηγούνται δε ότι oι εγκρατείς της αραβοπερσικής μουσικής εκ κοινής συμφωνίας ουδέν νέον έργον αυτών εμουσούργουν άνευ της αδείας του Πέτρου. Θεωρείται ο ευεργετήσας και την Αρμενικήν μουσικήν, άτε διδάξας εις τον Πρωτοψάλτην του εν Κοντοσκαλίω αρμενικού πατριαρχικού ναού Τερετζούν Χαμπαρτζούν τον τρόπον της γραφής των μουσικών μελών, χρήσιν ποιησάμενος των σημείων της μαρτυρικής ποιότητος των τριών γενών της ημετέρας αρχαίας μεθόδου διά την των φθόγγων της μουσικής κλίμακος Παραλλαγήν, ην φυλάττουσιν οι Αρμένιοι ως πολύτιμον κτήμα εις το πατριαρχείον αυτών και ενασχολούνται εις το να καταρτίσωσιν ιδίαν μουσικήν γραφήν.
Ο Πέτρος εγεννήθη περι το 1730 εν Πελοποννήσω, εμαθήτευσε δε παιδιόθεν εν Σμύρνη παρά τινι ιερομονάχω μουσικώ, είτα δε εν Κων/πόλει παρά 'Ιωάννη τω Τραπεζουντίω, Πρωτοψάλτη της Μ. Εκκλησίας, μεθ’ου και συνέψαλλεν ως Β' δομέστικος. Μετά τον θάνατον του Τραπεζουντίου, ο Πέτρος διωρίσθη Λαμπαδάριος της Μ. Εκκλησίας, Πρωτοψάλτου όντος του Δανιήλ, διατελέσας τοιούτος μέχρι του 1777, ότε αφηρπάγη υπό του τότε λυμαινομένου την βασιλεύουσαν λοιμού. Ανέδειξε πλείστους μαθητάς εκ των ημετέρων, των οθωμανών και των ευρωπαίων, προς ους εδίδασκε την καθ’ημας μουσικήν ή και την αραβοπερσικήν· εδίδαξε την μουσικήν μετά Δανιήλ του Πρωτοψάλτου και του τότε δομεστίκου Ιακώβου του Πελοποννησίου και εις την τω 1776 ιδρυθείσαν, πατριαρχούντος Σωφρονίου του από Ιεροσολύμων, πατριαρχικήν Μουσικήν Σχολήν, Β' μετά την Άλωσιν αριθμουμένην.
Ο Πέτρος Λαμπαδάριος ων ηρμήνευσεν εις την μέθοδον αυτού πολλών αρχαίων μουσικοδιδασκάλων μαθήματα, ως τα μεγάλα κεκραγάρια Ιωάννου του Δαμασκηνού, τα μεγάλα Εωθινά Ιωάννου του Γλυκέως, τα μεγάλα Ανoιξαντάρια διαφόρων ποιητών, αργά τινά Πασαπνοάρια του Όρθρου, το «Άνωθεν oι Προφήται» και άλλα τινα μαθήματα του Οικηματαρίου και Μαθηματαρίου. Εμελούργησε δε ο χαλκέντερος μουσικός άπασαν την σειράν των εγκυκλίων μουσικών μαθημάτων, ήτοι το Σύντομον και το Αργόν Στιχηράριον, το Ειρμολόγιον, το Κρατηματάριον, το Οικηματάριον, την Παπαδικήν, το Μαθηματάριον κατ’αναγραμματισμούς, και άλλα αναρίθμητα· συνύφανε δηλ. μελοποιήσας δύο Αναστασιματάρια, αργόν και σύντομον, Ειρμολόγιον Καταβασιών, και Δοξαστάριον ήτοι το νέον ή σύντομον Στιχηράριον. Εμελούργησε τρεις σειράς Χερουβικά αργά και μίαν σύντομα, τρεις σειράς Κοινωνικά των Κυριακών και μίαν σειράν Κοινωνικά της εβδομάδος και άλλα Χερουβικά και Κοινωνικά εις τας Δεσποτικάς και Θεομητορικάς εορτάς κατά τους οκτώ ήχους, ευλογητάρια αργά, σύντομα και συντομώτερα, πολυελέους, δοξολογίας συντόμους και αργοσυντόμους εις διαφόρους ήχους, πασαπνοάρια αργά του Όρθρου, εξ ων τρία εις ήχον Πλ. Β', Ειρμούς καλοφωνικούς, κρατήματα, και άλλα διάφορα μουσουργήματα, ψαλλόμενα εις τους μικρούς και μεγάλους Εσπερινούς, εις τας παννυχίδας, εις τον Όρθρον των διαφόρων εορτών, εις τας λειτουργίας του Χρυσοστόμου, Βασιλείου και των Προηγιασμένων, και εις άλλας τελετάς, oίoν, εις κηδείας, χειροτονίας, εις το βάπτισμα, τον γάμον, το ευχέλαιον κτ.λ. Εμέλισε δε και στίχους πολιτικούς κατά τα μακάμια των Οθωμανών και τους ρυθμούς αυτών.
Την έξοχον μουσικήν αξίαν και ευφυΐαν του Πέτρου ως και την μεγάλην υπόληψιν, ης απήλαυε παρά τοις συγχρόνοις αυτού μουσικοίς, ημετέροις τε και οθωμανοίς, μαρτυρούσι και τα εξής περί αυτού σωζόμενα ανέκδοτα ιστορικά:
Τω Ι770 αφίκοντο εκ Περσίας εις Κων/πολι,ν τρεις οθωμανοί, χανεντέδες φέροντες μουσούργημα αυτών, όπερ προυτίθεντο να ψάλωσι το πρώτον ενώπιον του Σουλτάνου Χαμίτ του Α΄ την ημέραν του Βαϊραμίου. Επειδή δε τούτο έθιγε την φιλοτιμίαν των αυλικών μουσικών και των άλλων εμπείρων μουσικών της βασιλευούσης, εζήτησαν τας περι τούτου οδηγίας του Πέτρου, όστις κατέσχε το άσμα δια του επομένου τεχνάσματος: Τους τρεις ξένους μουσικούς προσεκάλεσαν εις γεύμα oι δερβίσαι του εν ΙΙέραν Τεκκέ (μοναστηρίου), διαιρεθέντες εις τρεις τάξεις κατά τους εαυτών βαθμους. Η μία τάξις, η το γεύμα προσφέρουσα εις τους εκ Περσίας ξένους και συνευθυμούσα, παρεκάλεσεν αυτοίς να τραγωδήσωσι κατ’αρχάς μεν εκ των συνήθων ασμάτων μετά των μουσικών οργάνων, είτα δε και το άσμα, όπερ έμελλον να ψάλωσιν ενώπιον του Σουλτάνου κατά την εορτήν του Βαϊραμίου. Η παράκλησις των δερβισών εισηκούσθη, ο δε Πέτρος εν καταλλήλω θέσει κεκρυμμένος ων υπέκλεπτε διά της μουσικής παρασημαντικης το άσμα. Αλληλοδιαδόχως ενεφανίσθησαν κατόπιν ενώπιον των ξένων μουσικών και oι αποτελούντες την δευτέραν και τρίτην τάξιν των Δερβισών, προς ευχαρίστησιν των οποίων επανελήφθη το άσμα. Ο Πέτρος, αφού έγραψεν επί του χαρτον το τρις ψαλέν άσμα, εφάνη ερχόμενος εκ του προαυλίου του Τεκκέ προς την αίθουσαν του συμποσίου, οι δε Δερβίσαι έσπευσαν προς υποδοχήν αυτού λέγοντες τουρκιστί «ο διδάσκαλος έρχεται». Μετά τας ειθισμένας συστάσεις, εψάλη και πάλιν το άσμα υπό των ξένων μουσικών προς ευχαρίστησιν και τoυ ρωμαίου διδασκάλου των Δερβισών. Αλλ’ο ΙΙέτρος τότε σοβαρώς παρετήρησεν ότι το ψαλέν άσμα είναι έργον του, όπερ αναμφιβόλως μαθητής τις αυτού εκ των διεσπαρμένων εις Αραβίαν και Περσίαν εδίδαξεν εις τους παρισταμένους μελωδούς, ουχί ομως πιστώς και ακριβώς. Επί τούτω oι τρεις ξένοι ισχυρίζονται ότι το άσμα ειναι έργον αυτών, μελισθέν κατόπιν μεγάλων κόπων, ο δε Πέτρος ψάλλει αυτό ως ίδιον έργον προς πανδουρίδα εκ χειρογράφου, το οπoίoν εξάγει εκ του θυλακίου αυτού. Τότε σοβαρά επεγένετο λογομαχία, καθ’ην εις των τριών ξένων μελωδών κατέθραυσεν εν οργή την πανδουρίδα του Πέτρου, έτερος δε εξ αυτών γινώσκων ότι oι Έλληνες μουσικοί έχουσι γραπτήν μουσικήν, και εννοήσας τον δόλον, ώρμησε να φονεύση διά του εγχειριδίου αυτού τον Πέτρον. Εκ του τολμήματος τούτου επωφεληθέντες oι Δερβίσαι έδησαν τας χείρας και τους πόδας των τριών ξένων μελωδών και τους εφυλάκισαν εις τι μέρος του Τεκκέ. Mετά τινας ημέρας εξωρίσθησαν ούτοι ως αγύρται, και oύτω διεσώθη η υπόληψις και η αξιοπρέπεια των Οθωμανών του παλατίου μουσικών, χάρις εις την απαράμιλλον μουσικήν αντίληψιν και μίμησιν του μουσικωτάτου Πέτρου του Πελοποννησίου, oυ το όνομα «Χιρσίζ Πέτρος» εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης εγράφη εις το ιερόν δελτίον της παρουσίας των ενδόξων Οθωμανών σέχιδων και επί του παρά την ενδοτέραν πύλην του Τεκκέ κειμένου δευτέρου μαυσωλείον. ΙΙροσθετέον δε ότι η φήμη του Πέτρου έφθασεν εις τας ακοάς του Σουλτάνου, όστις διέταξεν όπως ελευθέρως εισέρχηται ο πεφημισμένος ούτος μουσικός εις τα Ανάκτορα. Αλλά το εξής γεγονός έδωκεν αφορμήν όπως ο Πέτρος απολέση τήν κτηθείσαν δαψιλή εύνοιαν του Σουλτάνου.
Ημέραν τινά ο Σουλτάνος, αναχωρήσας εκ των ανακτόρων του Βυζαντίου, μετέβη εις το κατά το ΙΙαλούκ παζάρ τέμενος Γενή τζαμί, δειπνήσας δε διενυκτέρευσεν εις το περίπτερον του τεμένους. Την αυτήν εσπέραν κατά σύμπτωσιν μετέβη και ο Πέτρος προς επίσκεψιν τουν μεϊζίνη (ιεροψάλτου) του ρηθέντος τεμένους, παρ’ω και συνεδείπνησε. Κατά το δείπνον ο Πέτρος έψαλε και εις άλλον ήχον το εις δύο μόνον ήχους τότε ψαλλόμενον «σελάκ», ο δε μεϊζίνης όπως ωφεληθή εκ της τέχνης τoυ Πέτρου, θεις κατά χώραν πάντα θρησκευτικόν λόγον, υπεχρέωσε τον μουσικοδιδάσκαλον να ψάλη το «σελάκ» από του μιναρέ προς το λυκαυγές, τουθ’όπερ και εγένετο. Αλλ’ο Σουλτάνος ακούσας το ψαλέν, ηθέλησε την πρωΐαν να μάθη τον εις νεώτερον μέλος ποιήσαντα το «σελάκ». Πληροφορηθείς δε τα γενόμενα κατ’αλήθειαν, εχολώθη λίαν και διέταξε δύο εισαγγελείς όπως μεταβώσιν εις τα πατριαρχεία και αναγγείλωσι τω Πατριάρχη την τόλμην Πέτρου του Λαμπαδαρίον της Μ. Εκκλησίας, συλλάβωσι δε και απαγάγωσι τον τολμητίαν εις το Σεϊχουλισλαμάτον ίνα γείνη η ανάκρισις αυτού θρησκευτικώς. Εν τη ανακρίσει ο Πέτρος τον φρενοβλαβή προσποιούμενος έβλεπεν άνω και κάτω, δεξιά και αριστερά, ηδολέσχει, προσέβαλε τους παρισταμένονς και έπαιζε κάρυα εν τη επιπέδω αιθούση του κριτηρίου. Oι δικασταί, πιστεύσαντες ότι παρεφρόνησεν ο ημέτερος μουσικοδιδάσκαλος, ενέκριναν να οδηγηθη εις το εν Εγρήκαπου τότε ευρισκόμενον εθνικόν φρενοκομείον, ένθα τα πάντα εχορηγούντο αυτώ, κελεύσει σουλτανική, πλην χάρτου και μελάνης. Kαι την έλλειψιν δε ταύτην εθεράπευσεν ο ευφυής. Πέτρος, διότι παρά μεν των επισκεπτομένων αυτόν μαθητών της παρακειμένης σχολής Εγρήκαπου ελάμβανε χάρτην, εκ δε των προσενεχθέντων αυτώ βυσσίνων εσχημάτισε μελάνην και διά του μίσχου αυτών έγραψε το εις ήχον Πλ. Β' αργόν πασαπνοάριον του Όρθρου, το και Βυσσινόγραφον καλούμενον. Εξελθών δε του φρενοκομείου ως ιαθείς δήθεν μετά τεσσαρακονθήμερον εν αυτώ διαμονήν, εξηκολούθησε τα καθήκοντα αυτού εν τη Μεγάλη Εκκλησία και εν τω παλατίω.
Κατά την κηδείαν του Πέτρου, γενομένην εν τω πατριαρχικώ ναώ, ιστορείται ότι έλαβε χώραν το εξής ανέκδοτον: Προσηλθον εις αυτήν εκ πάντων των Τεκκέδων της βασιλευούσης oι Δερβίσαι, ζητήσαντες την άδειαν παρα του Πατριάρχου Σωφρονίου Β' όπως και αυτοί εις ένδειξιν σεβασμού προς τον κηδευόμενον διδάσκαλον ψάλωσιν επί του νεκρού την πένθιμον αυτών ωδήν μετά του πλαγιαύλου· ο δε Πατριάρχης απήντησε: «Συναισθάνομαι και εγώ την υμετέραν μεγίστην λύπην, την οποίαν προυξένησεν εις όλους μας ο θάνατος του μακαρίτου διδασκάλου· δεν σας λέγω μεν το όχι, αλλ’ίνα μη δυσαρεστηθή η Κυβέρνησις, παρακαλώ πάντας υμάς όπως ακολουθήσητε άχρι του τάφου, και εκει πράξατε το προς αυτόν καθήκον υμών». Εις τους λόγους του Πατριάρχου υπακούσαντες oι Δερβίσαι, ηκολούθησαν μετά δακρύων τον νεκρόν μέχρι του εν Εγρήκαπου νεκροταφείον των Ορθοδόξων, ένθα μετά το ψαλέν τρισάγιον και την κατάθεσιν του νεκρού εν τω τάφω, έμελψαν αυλωδώς παθητικώτατα. Εις δε εξ αυτών καταβάς εις τον τάφον και φέρων ανά χείρας ως λαμπάδα καιομένην τον πλαγίαυλον αυτού, είπε τουρκιστί τάδε: «Ω μακαρίτα διδάσκαλε, λάβε και αφ’ημών των ορφανών μαθητών σου το τελευταίον τούτο δώρον, ίνα συμψάλλης άσματα δι’αυτού εις τον Παράδεισον μετά των αγγέλων». Τον δε πλαγίαυλον θεις εις τας αγκάλας του νεκρού, εξήλθε του τάφου ένδακρυς. Είτα oι Χριστιανoί, κατά τα νενομισμένα, έθαψαν τον Πέτρον.
Ο επιφανέστατος ούτος μουσικοδιδάσκάλος απήλαυε της ευνοίας των πατριαρχών Σαμουήλ του Χαντζερή (1763-1768 και 1773-Ι774) και Σωφρονίου Β' (1774-1780), και των Σουλτάνων Χαμίτ του Α' και Σελίμ του Γ', έλατρεύετο δε υπό των απειραρίθμων αυτού μαθητών.
Επειδή δε και η παρασημαντική του Πέτρου εθεωρείτο πως δύσνόητος υπό των συγχρόνων αυτού ψαλμωδών, ανεζητείτο δε απλούστερον σύστημα παρασημαντικής, ενεφανίσθη τότε, επί της Α΄ πατριαρχείας Γρηγορίον Ε΄ του από Σμύρνης (1797) ο εκ Xίoυ ορμώμενος, σπουδάσας δε την ευρωπαϊκήν μουσικήν εν Ευρώπη, και κάτοχος εν μέρει και της ημετέρας εκκλησιαστικής, Αγάπιος ο Παλιέρμος, ενώπιον του Πατριάρχου και της Ιεράς Συνόδου και επεχείρησεν ίνα πείση την Μ. Εκκλησίαν όπως δεχθή το ίδιον αυτού Παλλιέρμειον μουσικόν σύστημα και επί τη βάσει τούτου ενεργήση την μεταγραφήν πάντων των εκκλησιαστικών μελών, ή, να πείση τους μουσικούς να φροντίσωσι περί της διορθώσεως του υπάρχοντος δυσνοήτον συστήματος, ή να εφεύρωσιν άλλο νεώτερον και βασιμώτερον. Και αληθές μεν ότι, μεθ’όλας τας δικαίας αντιστάσεις του τότε Πρωτοψάλτου της Μ. Εκκλησίας Ιακώβου του Πελοποννησίου, ο Αγάπιος ανέλαβε να διδάξη εν τοις πατριαρχείοις την Μουσικήν διά της ευρωπαϊκής παρασημαντικής, αποτυχών όμως εν τη διδασκαλία, μετέβαλεν είτα σύστημα, χρήσιν ποιησάμενος εις γραφήν των μελών αλφαβητικού τινος συστήματος. Επειδή δε ο Αγάπιος παρετήρησεν ότι η διδασκαλία αυτού ως ξενίζουσα κατά τε την προφοράν και το ύφος ιδία απέβη άγονος, ηναγκάσθη ινα μεταβή εις Βουκουρέστιον, ένθα και αποθνήσκει τω 1815. Οφείλομεν δε ενταύθα να ομολογήσωμεν ότι αι πυρετώδεις ενέργειαι του Αγαπίου προς απλοποίησιν της παρασημαντικής Πέτρου του ΙΙελoπoννησίoυ συνετέλεσαν τα μάλιστα όπως εργασθή επί τούτω αποτελεσματικώς ο μουσικώτατος Γεώργιος ο Κρης.
|