Μάξιμος ο Ομολογητής
Μυσταγωγία (στην δημοτική)
Εισαγωγὴ - Σχόλια: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Στανιλοάε,
Μετάφραση: Ἰγνάτιος Σακαλὴς.
ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1997.
Ζ'. Πῶς ὁ κόσμος λέγεται ἄνθρωπος καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος κόσμος
Σύμφωνα πάλι μὲ τὴν εἰκόνα αὐτή, μ' ἐπιτυχημένη ἀπομίμηση, ὁλόκληρος ὁ κόσμος, ποὺ ἀποτελεῖται, ἀπὸ ὁρατὰ κι ἀόρατα, ἐπρόσθετε, ὅτι εἶναι ἄνθρωπος. Καὶ πάλι, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κόσμος, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα. Ἔλεγε, ὅτι τὰ νοητὰ ἀναλογοῦν πρὸς τὴν ψυχή, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ψυχὴ πρὸς τὰ νοητά. Τὰ αἰσθητὰ πάλι ἀντιστοιχοῦν πρὸς τὸ σῶμα, καθὼς ἀκριβῶς καὶ τὸ σῶμα ἀντιστοιχεῖ πρὸς τὰ αἰσθητά.(42) Κι ὅτι ψυχὴ τῶν αἰσθητῶν εἶναι τὰ νοητὰ καὶ τῶν νοητῶν τὸ σῶμα εἶναι τὰ αἰσθητά. Κι ὅπως ἡ ψυχὴ ζῆ μέσα στὸ σῶμα, ἔτσι κι ὁ νοητὸς κόσμος βρίσκεται μέσα στὸν αἰσθητό. Καὶ ὁ αἰσθητὸς κόσμος ὅτι ὁλοκληρώνεται μὲ τὸ νοητό, ὅπως ἀκριβῶς τὸ σῶμα μὲ τὴν ψυχή. Καὶ γίνεται ἕνας κόσμος ἀπὸ τοὺς δύο, ὅπως ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴ μαζί, χωρὶς τὸ καθένα ἀπὸ τὰ δύο αὐτά, ποὺ εἶναι δεμένα μ' ἕνωση μεταξύ τους, ν' ἀποκρούη τὸ ἄλλο καὶ νὰ τὸ ἀποδιώχνη, ἐξαιτίας τοῦ νόμου, ποὺ ἔβαλε ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἔδεσε μαζί. Κι ἀπὸ τὸ νόμο αὐτὸ ἐσπάρθηκε μέσα τους ὁ λόγος τῆς ἑνοποιητικῆς δύναμης, ποὺ δὲν ἐπιτρέπει ν' ἀγνοηθῆ, ἐξαιτίας τῆς φυσικῆς τους διαφορᾶς, ἡ ὑποστατικὴ ταυτότητά τους, ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὴν ἕνωσή τους. Μήτε νὰ γίνη δυνατὸ νὰ φανῆ ἰσχυρότερη στὸ χωρισμὸ καὶ στὴ διαίρεση ἡ ἰδιότητα, ποὺ καθορίζει τὴ φύση τοῦ καθενὸς ἀπὸ τὴ συγγένεια ποὺ τὰ σπρώχνει στὴ φιλία καὶ ποὺ ρίχτηκε μυστικὰ μέσα τους κατὰ τὴν ἕνωσή τους. Καὶ κατὰ τὴ συγγένεια αὐτή, μὲ διαφορετικὴ μορφὴ σὲ κάθε ὄν, ὁ καθολικὸς καὶ μόνος τρόπος τῆς ἀόρατης κι ἀδιανόητης παρουσίας τῆς αἰτίας ποὺ συγκρατεῖ τὰ πάντα μέσα σὲ ὅλα, τὰ διατηρεῖ καὶ μόνα τους καὶ μεταξὺ τους ἀσύγχυτα καὶ ἀδιαίρετα καὶ δείχνει ὅτι ἀνήκουν, κατὰ τὸν ἑνοποιητικὸ σύνδεσμό τους, πιὸ πολὺ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο παρὰ στὸν ἑαυτό του. Ὥσπου νὰ σκεφθῆ νὰ τὰ διάλυση Ἐκεῖνος, ποὺ τὰ ἔδεσε μαζί, γιὰ χάρη κάποιας ἀνώτερης κι ἀπόκρυφης οἰκονομίας, κατὰ τὴν ὥρα τῆς συντέλειας τῶν ὅλων ποὺ περιμένομε. Τότε καὶ ὁ κόσμος τῶν φαινομένων, ὅπως ὁ ἄνθρωπος, θὰ πεθάνη καὶ πάλι θ' ἀναστηθῆ νέος ἀπὸ τὸ γερασμένο, κατὰ τὴν ἀνάσταση ποὺ προσδοκοῦμε σύντομα. Τότε κι ὁ ὅμοιός μας ἄνθρωπος, μέρος μαζὶ μὲ ὁλόκληρο, μικρὸς μαζὶ μὲ τὸ μεγάλο κόσμο, θὰ συναναστηθῆ, ἀφοῦ λάβη τὴ δύναμη ν' ἀποφύγη πιὰ τὴ μοῖρα τῆς φθορᾶς. Καὶ τοῦτο ὅταν τὸ σῶμα πλησιάση τὴν ψυχὴ καὶ τὰ αἰσθητὰ πλησιάσουν τὰ νοητὰ κατὰ τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴ λάμψη, ἐνῷ μέσα σὲ ὅλα μὲ ἰδιαίτερη ἀναλογία θὰ ἐκδηλώνεται ἡ ἲδια θεϊκὴ δύναμη, σὰν παρουσία λαμπρὴ κι ἐνεργητική, ποὺ συντηρεῖ μόνη της ἀδιάλυτο στοὺς ἄπειρους αἰῶνες τὸ σύνδεσμο τῆς ἑνότητας.
Ἂν θέλη κάποιος, λοιπόν, νὰ ἔχη καὶ βίο καὶ λόγο θεάρεστο, ἂς προσέξη πολὺ τὰ ἀνώτερα καὶ πολυτιμότερα στοιχεῖα αὐτῶν τῶν τριῶν ἀνθρώπων, ἐννοῶ τὸν κόσμο, τὴν ἁγία Γραφὴ κι ἐμᾶς. Ἂς φροντίζη μ' ὅλη τὴ δύναμή του γιὰ τὴν ψυχή, τὴν ἀθάνατη καὶ θεία, ποὺ θὰ θεωθῆ μὲ τὶς ἀρετές. Ἂς περιφρονῆ ὅμως τὴ σάρκα, ποὺ τὴν ἐξουσιάζει ἡ φθορὰ κι ὁ θάνατος καὶ ποὺ μπορεῖ νὰ σπιλώση τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς, ἂν τὴν παραμελήσωμε. Βαραίνει τὴν ψυχή, μᾶς λέει, τὸ φθαρτὸ σῶμα καὶ τὸ χωματένιο σκήνωμα συνθλίβει τὸ νοῦ τὸν πλεγμένο σὲ πολλὲς φροντίδες. Μᾶς λέει ξανά• Ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος καὶ τὸ πνεῦμα, κατὰ τῆς σάρκας. Καὶ πάλι• Ὅποιος ρίχνει τοὺς σπόρους τῆς προκοπῆς του στὴ σάρκα του, θὰ θερίση ἀπὸ τὴ σάρκα φθορά. Ἂς στρέψη τὴν ἅμιλλά του μὲ ἔλλογη νοητικὴ ἐνέργεια πρὸς τὶς ἀσώματες καὶ νοερὲς δυνάμεις κι ἂς ἀφήση τὰ τωρινὰ καὶ ὀρατά• τὰ ὁρατὰ εἶναι προσκαιρα, μᾶς λέει, τὰ ἀόρατα αἰώνια• στὶς δυνάμεις αὐτὲς βρίσκει ἀνάπαυση ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι συνηθισμένος σὲ μακρὰ εἰρήνη. Ἂς ἀναφέρεται ἀκόμα μὲ φρόνηση στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ξεπερνῶντας τὸ γράμμα μὲ τὴ στοχαστικὴ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς. Σ' αὐτὸ ὑπάρχει τὸ πλήρωμα τῶν ἀγαθῶν κι οἱ θησαυροὶ τῆς γνώσης καὶ τῆς σοφίας κρυμμένοι. Κι ἂν κάποιος φανῆ ἄξιος στὴ διαχείριση τῶν θησαυρῶν αὐτῶν, θὰ βρῆ τὸν ἲδιο τὸ Θεὸ χαραγμένο στὶς πλάκες τῆς καρδιᾶς του μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος• μὲ ἀκάλυπτο πρόσωπο θὰ δῆ, ὅπως σὲ καθρέφτη, τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀφαιρέση τὸ κάλυμμα τῶν γραμμάτων.(43)
Ὑποσημειώσεις
42. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἔδειξε στὸ Β' κεφάλαιο, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει γίνει κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ κόσμου, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὴν τάξη τῶν αἰσθητῶν πραγματικοτήτων καὶ τὴν τάξη τῶν νοούντων ὄντων. Τώρα, ἀφοῦ ἔδειξε καὶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐπίσης εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου, μπορεῖ νὰ παρουσιάση καὶ τὴν ὁμοιότητα ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο καὶ στὸν κόσμο. Ἡ νοητὴ κατηγορία εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ κόσμου καὶ ἡ κατηγορία τοῦ αἰσθητοῦ εἶναι τὸ σῶμα του, ὅπως ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ νοητὴ κατηγορία του καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ αἰσθητὴ τάξη του. Ὅπως ὁ ἄνθρωπος, σύνθετος ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα, εἶναι ἕνας, ἔτσι κι ὁ κόσμος, σύνθετος ἀπὸ τὴν τάξη τῶν νοητῶν ὄντων καὶ τὴν τάξη τῶν αἰσθητῶν, εἶναι ἕνας. Καμμιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς πλευρὲς δὲν τείνει νὰ καταστρέψη τὴν ἄλλη καὶ δὲν ὑπάρχει δίχως τὴν ἄλλη, χάρη στὸ νόμο ποὺ τὶς συνδέει. Αὐτὸς ὁ νόμος εἶναι ἡ ἔκφραση τοῦ λόγου μιᾶς ἑνοποιητικῆς δύναμης, διάσπαρτης σ' ὅλα. Ὁ ἅγιος Μάξιμος χρησιμοποιεῖ γιὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ μυστηρίου αὐτοῦ τῆς δίχως σύγχυση ἑνότητας τῶν στοιχείων ποὺ τὴ συνθέτουν, τὶς ἐκφράσεις ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὸ δόγμα τῆς ὑποστατικῆς ἕνωσης τῶν δύο φύσεων μέσα στὸ Χριστό. Ὁ ἑνοποιητικὸς νόμος ἢ λόγος δὲν ἐπιτρέπει νὰ ἀγνοοῦμε τὴν ταυτότητα, κατὰ τὴν ὑπόσταση, τῶν μερῶν, χάρη στὴν ἕνωση, οὔτε νὰ δηλώνωμε ἰσχυρότερα τὴν ἰδιαιτερότητα ποὺ διακρίνει κάθε μέρος ἀπὸ τὴν ἑλκτικὴ συγγένεια ποὺ εἶναι φυτεμένη μυστηριωδῶς σ' αὐτὰ καὶ ποὺ γίνεται φανερὴ μέσα στὴν ἕνωσή τους. Ὁ κόσμος εἶναι μιὰ «ὑπόσταση», ὅπως καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι μιὰ ὑπόσταση. Ὁ ἑνοποιητικὸς λόγος δὲν προστίθεται στὰ μέρη ἀπ' ἔξω, οὔτε βρίσκεται ἀνάμεσά τους, ἀλλὰ ὑπάρχει μέσα σ' αὐτά, προέρχεται ἀπὸ τὴν οὐσία τους, εἶναι σὰν μιὰ συγγένεια φυτεμένη στὸ καθένα γιὰ ὅλὰ τὰ ἄλλα. Ὁ ἅγιος Μάξιμος βλέπει αὐτὴ τὴ συγγένεια σὰν μιὰ αἰτία κοινή, ἐνεργὸ μέσα σὲ ὅλα, γιὰ νὰ τὰ κρατῆ σὲ σύνδεσμο• τὰ συγκρατεῖ στὴν ὕπαρξη, στὸ μέτρο ποὺ τὰ κρατεῖ σὲ σύνδεσμο. Ἀλλά, ἀφοῦ ἡ διατήρησή τους στὴν ὕπαρξη ὀφείλεται καὶ στὴ δική τους τάση, ἡ κοινὴ ἐνεργητικὴ αἰτία μέσα τους γιὰ τὴ διατήρησή τους καὶ τὸ σύνδεσμό τους, εἶναι ἐντυπωμένη μέσα στὴ φύση τους σὰν μία ἰδιοκτησία τους ἢ σὰν μιὰ δική τους τάση.Ὑπάρχουν, ἔτσι, καὶ τείνουν νὰ ὑπάρχουν σὰν ἕνα σύνολο• τὸ σύνολο εἶναι ἕνας τρόπος ὕπαρξης παρὼν σὲ ὅλα. Μὲ τὴν τάση, ὅμως, νὰ ὑπάρχουν, φανερώνουν ὄχι μόνο τὸ σύνδεσμο μεταξύ τους, ἀλλὰ καὶ τὴ διάκριση καὶ τὸ χωρισμό τους. Εἶναι ἑνωμένα μέσα στὸ χωρισμὸ καὶ διακεκριμένα ἢ χωρισμένα μέσα στὴν ἕνωση. Καθένα ἀνήκει περισσότερο στὰ ἄλλα ἀπ' ὅ,τι στὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ προσφέρεται στὰ ἄλλα. Ὁ ἄνθρωπος, σὰν μία ἑνότητα, κρατιέται μέσα στὴ μεγάλη ἑνότητα, μὲ τὸ δεσμὸ ποὺ ἑνώνει ὅλα. Ὁ ἀμοιβαῖος αὐτὸς δεσμὸς δὲν εἶναι φυτεμένος μόνο ἀνάμεσα στὰ στοιχεῖα τῆς ὕλης, ἀλλὰ κι ἀνάμεσα στὴν ψυχὴ καὶ τὴν ὕλη, κι ἀνάμεσα στὸν ἀγγελικὸ κόσμο καὶ τὸν ἀνθρώπινο καὶ τὸ γήινο κόσμο. Ἡ ψυχὴ ἔχει σημασία γιὰ τὸ σῶμα κι ἀντίστροφα, ὅπως καὶ ἡ ἀγγελικὴ τάξη ἔχει σημασία γιὰ τὴ γήινη τάξη καὶ τὸ ἀντίστροφο. Αὐτὸς ὁ δεσμὸς θὰ διαρκῆ, ὥσπου νἀρθῆ ὁ καιρός, ὁπότε ὁ λόγος ποὺ τὰ ἑνώνει θὰ τὰ ἀποσυνδέση γιὰ τὴν οἰκονομία ἑνὸς ἄλλου δεσμοῦ πιὸ μυστηριώδους στὸ τέλος καὶ τὴ συντέλεια ὅλων. Τότε ὁ κόσμος τῶν ὁρατῶν πραγμάτων θὰ ἀποθάνη, ὅπως ὁ ἄνθρωπος, καὶ θ' ἀναστηθῆ ἀνανεωμένος ἀπὸ τὴν παλαιότητά του, ὅπως θ' ἀναστηθῆ καὶ ὁ ἄνθρωπος σὰν μέρος τοῦ ὅλου, ὅπως ἕνας μικρόκοσμος μαζὶ μὲ τὸν μακρόκοσμο. Ὁ νέος δεσμός, ποὺ θὰ ἐγκατασταθῆ τότε ἀνάμεσα σ' ὅλα, δὲ θὰ μεταβληθῆ πιὰ στὴν αἰωνιότητα, ὅπως θὰ μεταβληθῆ καὶ θὰ χαθῆ ὁ σύνδεσμος τοῦ αἰῶνος τούτου. Αὐτὸς ὁ δεσμὸς θὰ εἶναι ἡ θεία δύναμη, ποὺ θὰ ἐκδηλωθῆ σὲ ὅλα μὲ τρόπο λαμπρὸ καὶ ἀποτελεσματικό, ἀντίστοιχο μὲ τὸ καθένα. Θὰ κάμη τὸ σῶμα ὅμοιο μὲ τὴν ψυχὴ καὶ τὰ αἰσθητὰ πράγματα ὅμοια μὲ τὶς νοητὲς πραγματικότητες, γιατί ὅλα θὰ εἶναι διαπερασμένα ἀπὸ τὴ θεότητα. Ἡ ἑνότητα τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸν κόσμο κατὰ τὸν ἱστορικὸ χρόνο ἐξηγεῖται μὲ τὸ δεσμὸ ποὺ δημιουργεῖται ἀνάμεσά τους μὲ τὴ θεία αἰτία, ποὺ ἑνοποιεῖ καὶ στηρίζει καὶ εἶναι παροῦσα σὲ ὅλα. Μετὰ τὸ τέλος τοῦ ἱστορικοῦ χρόνου ἡ ἑνότητα ἐξηγεῖται μὲ τὴ θεία καὶ θεοποιὸ δύναμη, ποὺ ἐκτείνει στὸ ὑπέρτατο τὸν ἐνεργητικὸ δεσμὸ ποὺ ὑπάρχει μέσα στὸν ἱστορικὸ χρόνο.
43. Ὅποιος θέλει νὰ ζήση ζωὴ εὐάρεστη στὸ Θεό, ὀφείλει νὰ καλλιεργήση ὅ,τι ὑπάρχει καλύτερο καὶ πιὸ ὑψηλὸ στοὺς τρεῖς αὐτοὺς «ἀνθρώπους»• τὸν κόσμο, τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ τὸν καθ' ἑαυτὸ ἄνθρωπο. Καλλιεργῶντας τὸ καλύτερο ποὺ ὑπάρχει στὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ τρία, καλλιεργεῖ ἐπίσης τὸ καλύτερο σημεῖο τῶν ἄλλων δύο, πρᾶγμα ποὺ δείχνει καὶ πάλι τὴν ἀλληλεπίδραση τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κόσμου καὶ τῆς Γραφῆς. Πρέπει νὰ καλλιεργῆ κανεὶς τὴν ψυχή, συντελῶντας στὴ θέωσή της μὲ τὶς ἀρετές, τροχοπεδῶντας τὸ σῶμα, ποὺ μπορεῖ νὰ σπιλώση τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς. Πρέπει ἔτσι νὰ δημιουργήση μιὰ ἅμιλλα μὲ τὶς ἀσώματες καὶ νοητὲς δυνάμεις, ἐνισχύοντας τὴ δραστηριότητα τοῦ νοῦ καὶ τροχοπεδῶντας τὶς ἐπιθυμίες τοῦ σώματος. Γιατί, μέσα στὰ ἀσώματα ὄντα, ἀναπαύεται ὁ Θεὸς γιὰ τὴν προσήλωσή τους στὴν κατάσταση τῆς εἰρήνης, δηλαδὴ στὴν κατάσταση τὴν ἀδιατάρακτη ἀπὸ πάθη. Κατὰ συνέπειαν, ὁ Θεὸς θ' ἀναπαυθῆ ἐπίσης, σ' αὐτὸν ποὺ μιμεῖται τοὺς ἀγγέλους καὶ ποὺ ἀποκτᾶ τὴ δική τους κατάσταση εἰρήνης. Τέλος ὀφείλει νὰ ὑψωθῆ, πέρ' ἀπὸ τὸ γράμμα τῆς Γραφῆς, στὸ πνεῦμα της (στὸ πνευματικὸ νόημά της) μὲ τὴ σοφὴ μελέτη της. Γιατί μέσα στὸ πνευματικὸ νόημα τῆς Γραφῆς, βρίσκεται ἡ πληρότητα τῶν ἀγαθῶν καὶ εἶναι κρυμμένοι οἱ θησαυροὶ τῆς γνώσης καὶ τῆς σοφίας. Κι ὅποιος φτάνει στὸ ἐσωτερικὸ τῶν θησαυρῶν αὐτῶν, θ' ἀνακαλύψη τὸ Θεὸ γραμμένο στοὺς πίνακες τῆς ψυχῆς του μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος, καὶ θὰ καθρεφτίση, μὲ πρόσωπο ἀκάλυπτο, ἀφοῦ ἀπομακρύνη τὸν πέπλο τοῦ γράμματος, τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ σημειώσωμε πὼς ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐναλλάσσει τὶς ἀναφορὲς στὸ ἐσωτερικό του ἀνθρώπου καὶ στὸ ἐσωτερικό τῆς Γραφῆς. Ὅποιος ὑψώνεται πάνω ἀπὸ τὸ γράμμα τῆς Γραφῆς, στὸ πνευματικὸ νόημά της, βρίσκει τὸ Θεὸ γραμμένο στοὺς πίνακες τῆς καρδιᾶς του. Μέσα στὸ σχέδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὸ ἐσωτερικό τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι πιὰ χωρισμένο ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό, ἢ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς Γραφῆς. Ὁ πέπλος τοῦ γράμματος, ποὺ καλύπτει τὰ πνευματικὰ νοήματα τῆς Γραφῆς, γίνεται διάφανος, ὅταν γίνεται διάφανος ὁ σαρκικὸς πέπλος ποὺ ἔχει ἐπιβληθῆ στὴ γνωστικὴ λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸς ἐδῶ ὁ ἄνθρωπος φωτίζεται συναντῶντας τὸ φῶς τῶν πνευματικῶν νοημάτων τῆς Γραφῆς. Ἀκριβέστερα, αὐτὰ τὰ δύο γεγονότα συμπίπτουν, ἢ ὁ ἄνθρωπος προχωρεῖ ταυτόχρονα μέσα σ' αὐτά: Ὁ ἄνθρωπος καὶ ἡ Γραφή, γεμίζουν ταυτόχρονα μὲ τὸ θεῖο φῶς καὶ μὲ τὴν ἀμοιβαία ἐπικοινωνία, καὶ ἀκτινοβολοῦν μὲ τρόπο μοναδικό, ὅμοια μὲ τὰ δύο νήματα τοῦ ἠλεκτρικοῦ λαμπτῆρα.
|