Μάξιμος ο Ομολογητής
Μυσταγωγία (στην δημοτική)
Εισαγωγὴ - Σχόλια: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Στανιλοάε,
Μετάφραση: Ἰγνάτιος Σακαλὴς.
ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1997.
Ἀνακεφαλαίωση
Γιὰ τὴν εὔκολη μνημόνευση, ἂν νομίζετε, μὲ σύντομη ἀναδρομὴ στὴν οὐσία ὅσων εἴπαμε, ἂς τ' ἀνακεφαλαιώσουμε μ'αὐτὸν τὸν τρόπο. Εἶναι ἡ ἁγία Ἐκκλησία, ὅπως ἔχει λεχθῆ, τύπος καὶ εἰκόνα πρῶτα τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή, ὅπως ἐκεῖνος τὴν ἀσύγχυτη ἕνωση σχετικὰ μὲ τὶς ποικίλες οὐσίες τῶν ὄντων, ποὺ πραγματοποιεῖ μὲ τὴν ἄπειρη δύναμη καὶ σοφία του, τὴ συνδέει ἀπὸ τὴν ἄκρη της μὲ τὸν ἑαυτό του σὰν δημιουργός, ἔτσι κι ἡ Ἐκκλησία συνδέει τοὺς πιστοὺς σ' ἑνότητα μεταξὺ τους μὲ τῆς πίστης τὴ μία χάρη καὶ τὴ μία κλήση• τοὺς πρακτικοὺς κι ἐνάρετους, μὲ τὴν ταυτότητα τῆς μιᾶς γνώμης• ὅσους ἔχουν δοθῆ στὴ θεωρία καὶ τὴ γνώση, κοντὰ σ' αὐτά, καὶ μὲ ὁμόνοια ἀράγιστη κι ἀδιάσπαστη.(77)
Ἔπειτα εἶναι τύπος καὶ τοῦ νοητοῦ καὶ τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου• σύμβολο τοῦ νοητοῦ κόσμου ἔχει τὸ ἱερὸ βῆμα, τοῦ αἰσθητοῦ τὸ ναό.
Εἶναι ἀκόμα εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου, γιατί μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα μιμεῖται τὴν ψυχὴ καὶ μὲ τὸ ναὸ προβάλλει τὸ σῶμα. Ἀλλὰ καὶ τῆς ψυχῆς, ὅταν νοηθῆ καθ' ἑαυτή, εἶναι τύπος κι εἰκόνα, γιατί μὲ τὸ ἱερὸ βῆμα παρουσιάζει τὴ λαμπρότητα τῆς θεωρίας καὶ μὲ τὸ ναὸ τὴ σεμνότητα τῆς πράξης.
Τῆς ἁγίας πάλι σύναξης, ποὺ γίνεται σ' αὐτήν, ἡ πρώτη εἴσοδος σημαίνει γενικὰ τὴν πρώτη παρουσία τοῦ Θεοῦ μας καὶ εἰδικὰ τὴν ἐπιστροφὴ ὅλων ἐκείνων πού, ἐξαιτίας του καὶ μὲ τὴ βοήθειά του, περνοῦν ἀπὸ τὴν ἀπιστία στὴν πίστη, ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετή, ἀπὸ τὴν ἀγνωσία στὴ γνώση.
Τὰ ἀναγνώσματα, ποὺ γίνονται ἔπειτ' ἀπ' αὐτή, γενικὰ φανερώνουν τὰ θελήματα καὶ τὶς βουλὲς τοῦ Θεοῦ, ποὺ σύμφωνα μ' αὐτὰ εἶναι ἀνάγκη ὅλοι νὰ παιδαγωγοῦνται καὶ νὰ ζοῦν. Καὶ εἰδικά, τὴ διδασκαλία καὶ προκοπὴ στὴν πίστη ὅσων ἐπίστεψαν, τὴ μόνιμη διάθεση στὴν ἀρετὴ ὅσων ἐδόθηκαν στὴν πράξη, πρᾶγμα ποὺ τοὺς κάνει, στοιχημένοι στὸ θεῖο νόμο τῶν ἐντολῶν, νὰ στέκονται ἀνδρικὰ καὶ ἀκλόνητα μπροστὰ στὶς παγίδες τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ξεφεύγουν τὶς ἀντίθετες ἐπιβουλές• ὅσων ζητοῦν τὴ γνώση, φανερώνουν τὴν ἕξη τῆς θεωρίας, ποὺ κατ' αὐτή, συγκεντρώνοντας ὅσο μποροῦν τοὺς πνευματικοὺς λόγους τῶν αἰσθητῶν καὶ τῆς πρόνοιας, ποὺ τοὺς διέπει, κατευθύνονται σταθερὰ πρὸς τὴν ἀλήθεια.(78)
Οἱ θεῖες μελωδίες τῶν ὕμνων δηλώνουν τὴ θεία ἡδονὴ κι εὐχαρίστηση,
ποὺ δημιουργεῖται στὶς ψυχὲς ὅλων. Μυστικὰ τονωμένες ἀπ' αὐτὸν λησμονοῦν τοὺς περασμένους μόχθους τῆς ἀρετῆς καὶ ρίχνονται μὲ νεανικὴ ὁρμὴ στὴν ἄκαμπτη ἐπιδίωξη τῶν θείων καὶ ἄφθαρτων ἀγαθῶν ποὺ μένουν νάρθοῦν.
Τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο πάλι συμβολίζει γενικὰ τὴ συντέλεια τῆς ζωῆς αὐτῆς καὶ εἰδικὰ φανερώνει τὸν ὁλοκληρωτικὸ ἀφανισμὸ τῆς παλιᾶς πλάνης ὅσων ἐπίστεψαν. Δηλώνει ἀκόμα τὴ νέκρωση καὶ τὴ συντέλεια τοῦ σαρκικοῦ νόμου καὶ φρονήματος ὅσων ἔχουν δοθῆ στὴν πράξη. Σ' ὅσους ἐπιδιώκουν τὴ μυστικὴ γνώση δείχνει τὴ συγκέντρωση καὶ τὴν ἀναφορὰ τῶν πολλῶν καὶ διάφορων λόγων στὸν κοινὸ λόγο ὅλων, ἀφοῦ ἔχη τελειώσει γι' αὐτοὺς καὶ τερματισθῆ ἡ λεπτομερειακὴ φυσικὴ θεωρία ποὺ ἐκτείνεται σὲ πολλά.(79)
Ἡ κάθοδος τοῦ ἀρχιερέα ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ ἡ ἀπομάκρυνση τῶν κατηχουμένων, σημαίνει γενικὰ τὴ δεύτερη παρουσία τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὸ ξεχώρισμα τῶν ἁμαρτωλῶν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴ δίκαιη ἀμοιβὴ καθενὸς κατὰ τὴν ἀξία του. Ἰδιαίτερα σημαίνει: ὅσων ἐπίστεψαν, τὴν τέλεια μὲ τὴ δύναμη τῆς πίστης πληροφορία, ποὺ δίνει ὁ Θεὸς καὶ Λόγος μὲ τὴν ἀόρατη παρουσία του —μὲ τὴν πληροφορία αὐτὴ ἀπομακρύνεται, ὅπως ὁ κατηχούμενος, κάθε λογισμός, ποὺ σ' ἕνα ὁποιοδήποτε σημεῖο χωλαίνει ἀκόμα στὴν πίστη— ὅσων ἐδόθηκαν στὴν πράξη, (δηλώνει) τὴν τέλεια ἀλήθεια, ποὺ μὲ τὴ δύναμή της ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ψυχὴ κάθε παθητικὴ κι ἁμαρτωλὴ σκέψη• ὅσων ἐπιδιώκουν τὴ γνώση, (σημαίνει) τὴν ἐπιστήμη ποὺ συγκρατεῖ ὅσα ἔγιναν γνωστὰ καὶ ποὺ μὲ τὸ φῶς της διώχνονται ἀπὸ τὴν ψυχὴ ὅλες οἱ εἰκόνες τῶν ὑλικῶν πραγμάτων.(80)
Τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν, ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων μυστηρίων, ὁ θεῖος ἀσπασμὸς καὶ ἡ ἀπαγγελία τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως συμβολίζουν γενικὰ τὴν παροδικότητα τῶν αἰσθητῶν καὶ τὴ φανέρωση τῶν νοητῶν, τὴν καινούργια διδασκαλία τοῦ θεϊκοῦ μυστηρίου σχετικὰ μ' ἐμᾶς, τὴν ταυτότητα ποὺ θὰ ἐπιτευχθῆ ὅλων μὲ ὅλους, μὲ τοὺς ἑαυτούς μας καὶ μὲ τὸ Θεό, ταυτότητα ὁμόνοιας, ὁμοφροσύνης καὶ ἀγάπης, τὴν Εὐχαριστία τέλος γιὰ τοὺς τρόπους τῆς σωτηρίας μας. Ἰδιαίτερα φανερώνουν τῶν πιστῶν, τὴν προκοπὴ ἀπὸ τὴν ἁπλῆ πίστη ὥς τὴ στηριγμένη πάνω στὰ δόγματα διδαχὴ καὶ μύηση καὶ συμφωνία κι εὐσέβεια• τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν φανερώνει τὸ πρῶτο, ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων τὸ δεύτερο, ὁ ἀσπασμὸς τὸ τρίτο καὶ ἡ ἀπαγγελία τοῦ συμβόλου τὸ τέταρτο. Ὅσων ἔχουν δοθῆ στὴν πράξη φανερώνουν τὴ μετάθεση ἀπὸ τὴν ἁπλὴ πράξη στὴ θεωρία μετὰ τὸ σφάλισμα τῶν αἰσθήσεων καὶ τὴν ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ τὴ σάρκα καὶ τὸν κόσμο μὲ τὴν ἀπάρνηση τῶν ἐνεργειῶν ποὺ προκαλοῦν καὶ τὴν ἀνάβασή τους ἀπὸ τὸν τρόπο στὸ λόγο τῶν ἐντολῶν. Ἐπίσης τὴν οἰκειότητα τὴ συγγενικὴ πρὸς τὶς ψυχικὲς δυνάμεις καὶ τὴ συνένωση τῶν ἴδιων τῶν ἐντολῶν κατὰ τὸ λόγο καθεμιᾶς καὶ τὴ διάθεση τὴν ἐπιτήδεια γιὰ θεολογημένη Εὐχαριστία. Ὅσων ἐπιδιώκουν τὴ γνώση, φανερώνουν τὴ μετάβαση ἀπὸ τὴ φυσικὴ θεωρία στὴν ἁπλῆ (ἄμεση) κατανόηση τῶν νοητῶν. Ὅπου καθόλου πιὰ δὲν ἐπιδιώκουν, μὲ κάποια αἴσθηση, εἴτε μὲ κάποιο ἄλλο ὁρατὸ ὄργανο, τὸ θεϊκὸ κι ἀνέκφραστο λόγο. Φανερώνουν ἀκόμα καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὴν ψυχὴ τῶν δυνάμεών της καὶ τὴν ἁπλότητα ποὺ μέσα στὸ νοῦ συλλαμβάνει ἑνιαῖα τὸ λόγο τῆς Πρόνοιας.(81)
Ἡ ἀσταμάτητη ἁγιαστικὴ δοξολογία τοῦ Τρισαγίου ἀπὸ μέρους τῶν ἁγίων ἀγγέλων γενικὰ σημαίνει τὴν ἰσότιμη συμβίωση καὶ ἀναστροφὴ καὶ συμφωνία στὴ θεία δοξολογία τῶν δυνάμεων τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ποὺ θὰ πραγματοποιηθῆ στὴ μελλοντικὴ ζωὴ μὲ μιὰ καὶ στὸν ἴδιο χρόνο, ἀφοῦ μὲ τὴν ἀνάσταση λάβουν ἀθάνατο οἱ ἄνθρωποι τὸ σῶμα τους, ποὺ δὲ θὰ βαραίνη πιὰ τὴν ψυχὴ μὲ τὴ φθορά του οὔτε τὸ ἴδιο θὰ βαραίνεται ἀπ' αὐτή. Μὲ τὸ πέρασμά του στὴν ἀφθαρσία θὰ ἔχη λάβει δύναμη κι ἱκανότητα νὰ βαστάξη τὸν ἐρχομὸ τοῦ Θεοῦ. Ἰδιαίτερα σημαίνει τὴ θεολογικὴ ἅμιλλα τῶν πιστῶν μὲ τοὺς ἀγγέλους, στὴν πίστη. Ὅσων ἔχουν δοθῆ στὴν πράξη, σημαίνει τὴν ἰσάγγελη -ὅσο γίνεται στοὺς ἀνθρώπους- λαμπρότητα τῆς ζωῆς καὶ τὴ γλυκειὰ δύναμη τῆς θεολογικῆς ὑμνολογίας. Ὅσων ἐπιδιώκουν τὴ γνώση σημαίνει τοὺς ἰσάγγελους -ὅσο μποροῦν οἱ ἄνθρωποι- στοχασμοὺς γιὰ τὴ θεότητα καὶ τοὺς ὕμνους καὶ τὴν ἀεικίνητη ὑπηρεσία.(82)
Ἡ μακάρια ἐπίκληση τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Πατέρα καὶ ἡ ἐκφώνηση τοῦ «Εἷς Ἅγιος...» καὶ τὰ λοιπά, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ μετάληψη τῶν ἁγίων καὶ ζωοποιῶν μυστηρίων, δηλώνουν τὴν υἱοθεσία, ποὺ ἀπὸ καλωσύνη τοῦ Θεοῦ μας θ' ἁπλωθῆ ἔπειτ' ἀπ’ ὅλ’ αὐτὰ σὲ ὅλους τοὺς ἄξιους, τὴν ἕνωση καὶ συνάφεια, τὴ θεϊκὴ ὁμοιότητα καὶ θέωσή μας. Μ' αὐτῆς τὴ δύναμη, θὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς τὸ πᾶν ἐξίσου σὲ ὅλους ποὺ σώζονται. Καθὼς ἀρχέτυπη ὀμορφιά, ἀστράφτοντας αὐτοδύναμα μέσα σ' αὐτούς, ποὺ μὲ ζωὴ ἀρετῆς καὶ γνώσης ἀστράφτουν ὅμοια μ' ἐκεῖνον κατὰ δικό του χάρισμα.
Πιστοὺς κι ἐνάρετους καὶ γνωστικοὺς ὠνόμαζε ἐκείνους ποὺ πρωτοέμπαιναν στὴν πίστη, ἐκείνους ποὺ προχωροῦσαν καὶ τοὺς τέλειους• μ' ἄλλες λέξεις τοὺς δούλους, τοὺς μισθωτοὺς καὶ τοὺς γιούς, τὶς τρεῖς τάξεις ἐκείνων ποὺ σώζονται. Δοῦλοι εἶναι οἱ πιστοί, ποὺ ἀπὸ φόβο τῶν ἀπειλῶν ἐκτελοῦν τὶς προσταγὲς τοῦ Κυρίου καὶ παιδεύονται καλοδιάθετα σ' ὅ,τι τοὺς ἔχει ὁ κύριος ἐμπιστευθῆ. Μισθωτοί, ὅσοι ἀπὸ τὸν πόθο τῶν ὑποσχεμένων ἀγαθῶν σηκώνουν μ' ὑπομονὴ τὸ βάρος καὶ τὴν κάψα τῆς μέρας, (δηλαδὴ τὴ θλίψη τὴν ἔμφυτη καὶ στὸν ἴδιο ζυγὸ δεμένη μὲ τὴ ζωὴ αὐτὴ ἐξαιτίας τῆς προπατορικῆς καταδίκης) καὶ τοὺς πειρασμούς της γιὰ χάρη τῆς ἀρετῆς• εἶναι ἀκόμη ὅσοι μὲ δική τους σοφὴ γνώμη ἀλλάζουν ζωὴ μὲ ζωή, τὴν τωρινὴ μὲ τὴ μελλοντική. Καὶ εἶναι γιοί, ἐκεῖνοι πού, μήτε ἀπὸ τὸ φόβο τῶν ἀπειλῶν, μήτε ἀπὸ τὸν πόθο τῶν ὑποσχεμένων, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο καὶ τὴν ἕξη τῆς αὐτόγνωμης ψυχικῆς ροπῆς καὶ διάθεσης πρὸς τὸ ἀγαθό, δὲ χωρίζονται ἀπὸ τὸ Θεὸ ποτέ. Εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ γιοῦ ἐκείνου, ποὺ ἄκουσε τὸ λόγο: Παιδί μου, σὺ εἶσαι πάντα μαζί μου καὶ τὰ δικά μου ὅλα εἶναι δικά σου. Αὐτὸ τὸ ἀποχτοῦμε ἐμεῖς ἐνδεχόμενα, κατὰ τὴ θέση μας μέσα στὴ χάρη• ὁ Θεὸς τὸ ἔχει καὶ τὸ πιστεύομε ἀπὸ τὴ φύση του καὶ κατὰ λογικὴ συνέπεια.
Ἄς μὴ λείψωμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ παρέχει τόσο πλῆθος μυστηρίων γιὰ τὴ σωτηρία μας κατὰ τὴν τάξη τῶν θεϊκῶν συμβόλων ποὺ ζωντανεύονται σ' αὐτή. Μ' αὐτὰ καθέναν ἀπό μᾶς, ὅταν μάλιστα ζῆ σωστά, τὸν ὁλοκληρώνει ἀνάλογα μὲ τὸ χαρακτῆρα του σύμφωνα μὲ τὸ πρότυπο τοῦ Χριστοῦ καὶ -ἀποτέλεσμα ζωῆς χριστιανικῆς- ὁδηγεῖ στὴ φανέρωση τὸ δῶρο τῆς υἱοθεσίας, ποὺ δόθηκε μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄς παρουσιάσωμε λοιπὸν τοὺς ἑαυτούς μας μὲ ὅλη τὴ δύναμη καὶ τὴν προθυμία μας ἄξιους τῶν θεϊκῶν δωρεῶν κι ἂς εὐχαριστήσωμε τὸ Θεὸ μὲ τὰ καλά μας ἔργα. Ἂς μὴ ζοῦμε ὅμοια μὲ τοὺς ἐθνικούς, πού, μέσα στὴν ἀρρώστια τῆς ἐπιθυμίας, δὲ γνωρίζουν τὸ Θεό. Ἀλλά, καθὼς λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἂς νεκρώσωμε τὰ σαρκικὰ μέλη μας, τὴν πορνεία, τὴν ἀκαθαρσία, τὸ πάθος, τὴν κακὴ ἐπιθυμία καὶ τὴν πλεονεξία, ποὺ εἶναι εἰδωλολατρεία —γι' αὐτὰ ξεσπᾶ ἡ ὀργὴ ἐπάνω στοὺς γιοὺς τῆς ἀνυπακοῆς— ἂς νεκρώσωμε ἀκόμα κάθε πάθος καὶ θυμὸ κι αἰσχρολογία καὶ ψευτιά. Μ' ἕνα λόγο, ἂς ἀποθέσωμε ὁλόκληρο τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, ποὺ καταστρέφεται παρασυρμένος ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τῆς ἀπάτης, μαζὶ μὲ τὰ ἔργα του καὶ τὶς ἐπιθυμίες του κι ἂς περπατήσωμε ἄξια στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἐκάλεσε στὴ βασιλεία καὶ στὴ δόξα του. Ἂς φορέσωμε τὴν εὐσπλαχνία, τὴν καλωσὺνη, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν πραότητα, τὴν ὑπομονή. Ἂς ἀνεχώμαστε τοὺς ἄλλους μὲ ἀγάπη, κι ἂς χαριζώμαστε σ' αὐτούς, ἂν ἒχωμε κάποια ἀφορμὴ ἐναντίον τους, ὅπως κι ὁ Κύριος χαρίστηκε σ’ ἐμᾶς. Ἂς διατηροῦμε πάν' ἀπ' ὅλα τὸ δεσμὸ τῆς τελειότητας, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰρήνη, στὴν ὁποία ἔχομε κληθῆ, γιὰ ν' ἀποτελέσωμε ἕνα σῶμα. Ἂς φορέσωμε, γιὰ νὰ μὴν πολυλογῶ, τὸ νέο ἄνθρωπο, ποὺ ἀνανεώνεται στὴν ἐπίγνωση, σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Κτίστη του.
Μὲ τέτοιο τρόπο ζωῆς θὰ μπορέσωμε νὰ φτάσωμε στὸ τέρμα τῶν θεϊκῶν ὑποσχέσεων, μὲ τὴν ἀγαθὴ ἐλπίδα νὰ ὁλοκληρωθῆ ἡ ἐπίγνωση τοῦ θελήματός του, δίνοντας καρποφορία μὲ κάθε σοφία καὶ φρόνηση πνευματικὴ καὶ προοδεύοντας στὴν ἐπίγνωση τοῦ Κυρίου. Ἐνισχυμένοι μὲ κάθε ἰσχὺ κατὰ τὴ δύναμη τῆς δόξας του γιὰ κάθε κατάρτιση καὶ χαρούμενη ὑπομονὴ θὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Πατέρα, πού μᾶς ἔκαμε ἱκανοὺς νὰ μοιραστοῦμε μέσα στὸ φῶς τὴ μερίδα ποὺ κληρώθηκε στοὺς Ἁγίους.(83)
Τῆς χάρης αὐτῆς φανερὴ ἀπόδειξη εἶναι ἡ αὐθόρμητη διάθεση ἀγάπης πρὸς ἐκείνους ποὺ μοιραζόμαστε μαζί τους τὴν ἴδια καταγωγή. Ἔργο της εἶναι νὰ οἰκειωνώμαστε, ὅσο μποροῦμε, ὅπως τὸ Θεό, ὅποιον συνάνθρωπό μας ἔχει σ' ὁτιδήποτε τὴν ἀνάγκη μας• νὰ μὴν τὸν ἀφήνωμε ἀμελημένο κι ἀφρόντιστο• μὲ τὴν προθυμία ποὺ πρέπει, νὰ δείχνουμε ἔμπρακτα τὴν ἐσωτερική μας διάθεση ζωντανὴ πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἀδελφό μας. Γιατί ἀπόδειξη τῆς διάθεσης εἶναι ἡ πράξη. Τίποτα δὲν κάνει τόσο εὔκολο τὸ δρόμο πρὸς τὴ δικαιοσύνη, τίποτα δὲν εἶναι τόσο ἐπιτήδειο γιὰ τὴ θέωση
-νὰ πῶ ἔτσι- καὶ γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, ὅσο τὸ ἔλεoς ποὺ προσφέρεται ἀπὸ τὸ βάθος τῆς ψυχῆς μὲ ἱκανοποίηση καὶ χαρὰ σὲ ὅσους τὸ ἒχουν ἀνάγκη. Ὁ Λόγος ἔδειξε ὅτι εἶναι Θεὸς αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ εὐεργετηθῆ. Μὴ δὲν εἶπε• Ὅσο ἐπράξατε σ' ἕναν ἀπ' αὐτοὺς τοὺς ἀσήμαντους ἀδελφούς μου, τὸ ἐπραξατε σ' ἐμένα; Ὁ Θεὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸ εἶπε. Ἑπομένως πολὺ περισσότερο, κι αὐτὸν ποὺ μπορεῖ νὰ εὐεργετήση κι εὐεργετεῖ θὰ τὸν παρουσιάση ἀληθινὰ πὼς εἶναι Θεὸς κατὰ χάρη καὶ συμμετοχή, ἐπειδὴ τῆς δικῆς του εὐεργετικότητας ἀνέλαβε τὴν ἄσκηση καὶ δέχθηκε τὴν ἰδιότητα σὰν καλὸς μιμητής. Κι ἂν εἶναι Θεὸς ὁ φτωχὸς ἀπὸ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε φτωχὸς γιὰ μᾶς καὶ δέχεται μὲ ἀγάπη ἐπάνω στὸν ἑαυτὸ του τὰ πάθη τοῦ καθενὸς κι ὥς τὸ τέλος τῆς ζωῆς αὐτῆς ἀνάλογα πρὸς τὸ πάθος καθενὸς πάντα θὰ ὑποφέρη μυστικὰ ἀπὸ ἀγάπη, εἶναι φανερὸ κατὰ φυσικὸ λόγο ὅτι περισσότερο θεὸς θὰ εἶναι αὐτός, ποὺ μιμητὴς τοῦ Θεοῦ, θεραπεύει ὅπως ὁ Θεὸς τῶν ἄλλων τὰ πάθη ἀπὸ φιλανθρωπία μὲ δικό του πάθος καὶ δείχνει πὼς ἔχει μέσα του κατ' ἀναλογία τὴν ἴδια μὲ τὸ Θεὸ δύναμη σωστικῆς πρόνοιας.(84)
Ποιὸς λοιπὸν εἶναι τάχα τόσο ἀδιάφορος κι ἀργοκίνητος, ὥστε νὰ μὴν ἐπιθυμῆ τὴ θεότητα, ἐνῶ ἡ ἀπόκτησή της εἶναι τόσο λιγοέξοδη, εὔκολη καὶ ξεκούραστη; Ὑπάρχει γι'αὐτὴν ἀσφαλισμένο κι ἀπαραβίαστο φυλακτήριο κι εὐρύχωρος διάδρομος γιὰ τὴ σωτηρία. Χωρὶς αὐτή, νομίζω, καμμιὰ στ' ἀλήθεια ἀρετὴ δὲ θὰ διατηρηθῆ ἀλώβητη, γιὰ ὅποιον τὴν ἔχει ἐπιτύχει. Εἶναι ἡ αὐτοπραγία ἢ ἰδιοπραγία, ποὺ μαθαίνοντας μ' αὐτὴν νὰ ἐξετάζωμε καὶ νὰ συλλογιζώμαστε μόνοι μας τὰ προβλήματά μας, ἐξασφαλιζόμαστε ἀπὸ τὸ νὰ πάθωμε ἄδικα ἀπὸ τοὺς ἄλλους κάποια ζημία. Ἂν δηλαδὴ συνηθίσωμε νὰ παρατηροῦμε καὶ νὰ ἐξετάζωμε τὸν ἑαυτό μας μόνο, ποτὲ δὲ θὰ ἐνοχληθοῦμε μὲ ὅσα ἀνήκουν στοὺς ἄλλους, πῶς τάχα τὰ ἔχουν ἀποχτήσει. Θ' ἀναγνωρίζωμε ἕνα μονάχα κριτὴ καὶ σοφὸ καὶ δίκαιο, τὸ Θεό, ποὺ κρίνει μὲ σοφία καὶ δικαιοσύνη ὅλα ὅσα γίνονται καὶ μάλιστα γιὰ ποιὸ λόγο ἔχουν γίνει κι ὄχι μὲ ποιὸ τρόπο μόνο ἐκδηλώνονται. Γιὰ τὸν τρόπο μποροῦν ἴσως νὰ κρίνουν κι οἱ ἄνθρωποι παρατηρῶντας ἀμυδρὰ τὰ φαινόμενα• ἀλλὰ βέβαια οὔτε ἡ ἀλήθεια οὔτε ἡ αἰτία ὅσων γίνονται βρίσκονται σ' αὐτά. Ὁ Θεὸς ὅμως βλέπει τὴ μυστικὴ τῆς ψυχῆς κίνηση, τὸ ἀόρατο σάλεμα, τὸν ἴδιο τὸ λόγο ποὺ ἔγινε κίνητρο τῆς ψυχῆς καὶ τὸ σκοπὸ καὶ τὸ στόχο τοῦ λόγου, δηλαδὴ τὸ προστοχασμένο τέλος κάθε πράξης. Καὶ κρίνει δίκαια, ὅπως εἶπα, ὅλα ὅσα πράττουν οἱ ἄνθρωποι. Τοῦτο ἂν ἐπιδιώξωμε νὰ ἐπιτύχωμε κι ἂν αὐτοπεριορίσωμε τὸν ἑαυτό μας κόβοντας ὁλότελα, ἂν μποροῦμε, τὴν προσκόλλησή μας στὰ ἐξωτερικὰ κι ἂν δὲν ἀφήνωμε οὔτε τὸ μάτι νὰ βλέπη οὔτε τὸ αὐτὶ ν' ἀκούη οὔτε τὴ γλῶσσα νὰ μιλάη γιὰ τὰ ξένα πράγματα, ἔχει καλά. Ἀλλιῶς, ἂς τὰ χρησιμοποιοῦμε περισσότερο μὲ συμπάθεια παρὰ μὲ ἐμπάθεια καὶ νὰ τ' ἀφήνωμε νὰ βλέπουν πρὸς ὠφέλειά μας, ν' ἀκοῦνε καὶ νὰ μιλοῦν. Καὶ πάλι τόσο μονάχα, ὅσο κρίνει ὁ θεῖος λόγος, ποὺ ἡνιοχεῖ. Γιατί δὲν γλιστρᾶ στὴν ἁμαρτία τίποτ' ἄλλο περισσότερο ἀπὸ τὰ ὄργανα αὐτά, ἂν δὲν τὰ παιδαγωγῆ ὁ λόγος καὶ τίποτα πάλι δὲν εἶναι προθυμότερο ἀπ' αὐτὰ γιὰ τὴ σωτηρία, ὅταν ὁ λόγος τὰ βάζη σὲ τάξη καὶ σειρὰ καὶ τὰ ὁδηγῆ ὅπου πρέπει καὶ θέλει.
Ἂς μὴ δείξωμε λοιπόν, κατὰ τὴ δύναμή μας, ἀμέλεια στὸ θέμα τῆς ὑπακοῆς μας στὸ Θεό, ποὺ μᾶς καλεῖ σὲ ζωὴ αἰώνια καὶ μακάριο τέλος μὲ τὴν ἐκτέλεση τῶν θεϊκῶν καὶ σωστικῶν ἐντολῶν του. Γιὰ νὰ δεχθοῦμε τὴν εὐσπλαχνία του καὶ νὰ βροῦμε χάρη γιὰ μιὰ βοήθεια στὴν κατάλληλη στιγμή. Γιατί, λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἡ χάρη, ἂς ἀγκαλιάζη ὅλους ὅσοι ἀγαποῦν τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ἀπαραποίητα, θέλει νὰ πῆ ὅσοι ἀγαποῦν τὸν Κύριο χωρὶς παραχάραξη τῶν ἀρετῶν, μὲ τὴν καθαρὴ κι ἀνυπόκριτη σεμνότητα τῆς ζωῆς τους κατὰ τὴν ἐκτέλεση τῶν θελήσεών του καὶ χωρὶς νὰ παραποιοῦμε στὸ παραμικρὸ τὰ θεϊκὰ προστάγματά του.
Αὐτὰ εἶχα κατὰ τὴ μπόρεσή μου νὰ σᾶς ἐκθέσω σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μου, ὅπως διδάχθηκα, γιὰ τὸ μισθὸ τῆς ὑπακοῆς. Δὲν ἐτόλμησα ν' ἀγγίξω σημεῖα μυστικώτερα καὶ πιὸ ὑψηλά. Ἂν κάποιος ἀπὸ τοὺς φιλομαθεῖς ἐπιθυμῆ νὰ τὰ γνωρίση κι αὐτά, ἂς καταφύγη στὰ ἔνθεα πονήματα τὰ σχετικὰ τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτη. Ἐκεῖ θὰ βρῆ ἀληθινὴ ἀποκάλυψη ἀνείπωτων μυστηρίων χαρισμένη στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ἀπὸ τὴ θεία αὐτὴ διάνοια καὶ γλῶσσα, γιὰ ὅσους εἶναι νὰ κληρονομήσουν τὴ σωτηρία. Ἂν οἱ σκέψεις μου δὲν ἔχουν σταματήσει σὲ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅση ἀπόσταση ποθούσατε, εὐχαριστῶ τὸ Χριστό, χορηγὸ τῶν καλῶν, καί σᾶς, ποὺ ἀσκήσατε βία γιὰ τὴ διατύπωσή τους. Ἂν ὅμως τὶς χωρίζη μεγάλη ἀπόσταση ἀπὸ τὸ σημεῖο τῆς ἐλπίδας σας, τί πρέπει νὰ πάθω ἢ τί νὰ κάμω, ἒπειτ' ἀπὸ τὴν ἀδυναμία μου στὸ λόγο; Εἶναι ἄξια συγγνώμης ἡ ἀδυναμία ὄχι τιμωρίας. Κι εἶναι πιὸ πολὺ εὐπρόσδεκτο ἀπὸ ὅλους παρὰ ἀξιοκατηγόρητο ὅ,τι συμβαίνει στὰ μέτρα καὶ στὶς δυνατότητές μας καὶ πιὸ πολὺ ἀπὸ μέρους σας, ποὺ ἔχετε στόχο σας τὴν ἀγάπη γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ καὶ στὸ Θεὸ εἶναι ἀγαπητὸ ὅ,τι ἀποτελεῖ γνήσια προσφορὰ κατὰ δύναμη, μέσα ἀπὸ τὴν ψυχὴ κι ἂς φαίνεται μικρὴ σὲ σύγκριση μὲ ἄλλες μεγάλες. Δὲν ἀπομάκρυνε μήτε τὴ χήρα ποὺ πρόσφερε τὰ δύο λεπτά της. Ὅποια κι ἂν ἦταν ἡ χήρα αὐτή. Μπορεῖ μ' αὐτὴ νὰ ὑποδηλώνεται ἡ ψυχὴ ποὺ χηρεύει ἀπὸ τὴν κακία καὶ ποὺ ἔχει χάσει, σὰν νὰ ἦταν σύζυγός της, τὸν παλαιὸ νόμο, δὲν εἶναι ὅμως ἄξια γιὰ τὴν τέλεια σχέση μὲ τὸ Λόγο καὶ Θεό. Τοῦ προσφέρει ὡστόσο σὰν ἀρραβῶνα τὸ δίλεπτο τὸν ὣς τότε δηλαδὴ μετρημένο στὴ φρόνηση λόγο καὶ βίο• ἢ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγαθὴ συνείδηση• ἢ τὴ διάθεση γιὰ τὰ καλὰ καὶ τὴν ἄσκησή τους• ἢ τὴν κατάλληλη γι' αὐτὰ θεωρία καὶ πράξη• ἢ τὴν ἀνάλογή τους γνώση κι ἀρετή. Ἢ τοῦ προσφέρει τοὺς λίγο ἀνώτερους ἀπ' αὐτὰ λόγους, ἐννοῶ ἐκείνους ποὺ περικλείονται στὸ φυσικὸ καὶ γραπτὸ νόμο. Αὐτοὺς ὅταν τοὺς ἀποχτήση ἡ ψυχὴ τοὺς προσφέρει, σὲ ἔκσταση ἀπὸ ὅλα τοῦτα καὶ σάμπως μ' ἐγκατάλειψη ὅλης τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης, ἐπιθυμῶντας νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸ Λόγο καὶ μόνο Θεό. Καὶ δέχεται, σὰν ἀπὸ συζύγους, νὰ χηρεύση ἀπὸ ὅλες τὶς βίαιες ἐκδηλώσεις κι ἀντιλήψεις κι ἔθιμα ποὺ πηγάζουν εἴτε ἀπὸ τὴ φύση εἴτε ἀπὸ τὸ νόμο. Εἴτε ὁ θεῖος λόγος κάνει ὑπαινιγμό, μὲ τὸ γράμμα του ποὺ βρῆκε τὴν ἱστορική του πλήρωση, γιὰ κάτι ἀκόμα πνευματικώτερο ἀπ' ὅλ’ αὐτά, ποὺ μόνο οἱ καθαροὶ στὸ νοῦ ἀντικρύζουν. Ὅταν συγκριθοῦν μὲ τὸν ἐποπτικὸ θεολογικὸ λόγο, ὅλα ποὺ νομίζουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι ἔχουν μέγεθος ἀρετῆς, φαίνονται μικρά. Κι ἂν ὅμως εἶναι μικρὰ κι ἀπὸ ὑλικὸ φτηνὸ κι ὄχι πολὺ ἀκριβό, ἔχουν ὡστόσο ἐξίσου μὲ τὰ νομίσματα ἀπὸ χρυσάφι, ποὺ εἶναι τὸ πολυτιμότερο στοιχεῖο καὶ τὸ προσφέρουν οἱ πιὸ πλούσιοι, ἔχουνε τὴ βασιλικὴ σφραγῖδα, ἔχουν ἲσως κάτι περισσότερο, τὴν ὁλόψυχη προαίρεση ἐκείνης ποὺ τὰ προσφέρει.
Τῆς χήρας αὐτῆς κι ἐγὼ μιμητής, ἐπρόσφερα στὸ Θεὸ καὶ σ' ἐσᾶς, ἀγαπημένοι μου, ἀπὸ μηδαμινὴ καὶ φτωχικὴ διάνοια καὶ γλῶσσα τοὺς ἀσήμαντους καὶ μηδαμινοὺς αὐτοὺς στοχασμοὺς καὶ λόγους, καθὼς λεπτά, ὅπως μου ἐζητήσατε. Παρακαλῶ τὴν εὐλογημένη κι ἅγια ψυχή σας γιὰ τίποτα πιὰ ἀπὸ ὅσα λέγω νὰ μή μοῦ ζητήσετε γραφτὴ διατύπωση γιὰ δύο λόγους: ἕνα, γιατί δὲν ἀπόχτησα ἀκόμα τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, τὸν ἁγνὸ καὶ μόνιμο, οὔτε τῆς ἀρετῆς τὴ στερεὴ διάθεση, οὔτε τῆς ἀληθινῆς δικαιοσύνης τὴ σταθερὴ κι ἀσάλευτη παγίωση, ποὺ ἀποτελοῦν ἰσχυρὴ μαρτυρία γιὰ τὴ βεβαιότητα τῶν λόγων. Κι ἄλλον, γιατί δαρμένος ἀκόμα ἀπὸ τὴν τρικυμία τῶν παθῶν, σὰν ἀπὸ θάλασσα ἄγρια, μακρυὰ ἀκόμα πολὺ ἀπὸ τὸ θεϊκὸ λιμάνι τῆς γαλήνης, μὲ τὸ τέλος τῆς ζωῆς ἀδιευκρίνιστο, δὲ θέλω ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἔργα μου νὰ ἔχω κατήγορο καὶ τὸ γραφτὸ λόγο. Παρακαλῶ, δεύτερο, γιὰ χάρη πρόθυμης ὑπακοῆς, ἂν εἶναι σωστό, νὰ ἀκούσετε καὶ νὰ μ' ἐμπιστευθῆτε στὸ Χριστὸ μὲ τὴν προσευχή σας, στὸ μεγάλο καὶ μοναδικὸ Θεὸ καὶ Σωτῆρα τῶν ψυχῶν μας.
Σ' αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Ὑποσημειώσεις
77. Γιὰ νὰ διευκολύνη τὴ διατήρηση μέσα στὴ μνήμη, ὁ ἅγιος Μάξιμος συγκεφαλαιώνει τὶς προηγούμενες ἐσχατολογικὲς καὶ πνευματικὲς ἐξηγήσεις. Ἀλλὰ προσκομίζει, νέες διακριβώσεις σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴ σπουδαιότητα τῶν λειτουργικῶν στιγμῶν γιὰ καθένα ἀπὸ τοὺς τρεῖς βαθμοὺς τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν γενικὰ μὲ τὶς προηγούμενες ἐξηγήσεις ὁ ἅγιος Μάξιμος ἤθελε νὰ βοηθήση τὸ πνευματικὸ ἀνέβασμα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὶς διακριβώσεις τοῦ κεφαλαίου ΚΔ' θέλησε νὰ βοηθήση τὴν πνευματικὴ ἄνοδο κάθε βαθμοῦ ἰδιαίτερα. Δείχνει τώρα ὅτι ἡ λειτουργικὴ κλίμακα ἔχει σὲ κάθε μία ἀπ' αὐτὲς τὶς στιγμὲς τρεῖς βαθμοὺς ὑπερτεθειμένους, ἀντίστοιχους στὸν πνευματικὸ βαθμὸ τῶν πιστῶν. Ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Λειτουργία παρέχουν ἔτσι μία συμβολὴ οὐσιαστικὴ στὴν πνευματικὴ πρόοδο τῶν πιστῶν. Ὁ μυστικισμὸς τοῦ ἁγίου Μαξίμου φανερώνεται ἔτσι σὰν μυστικισμὸς ἐκκλησιαστικὸς καὶ λειτουργικός. Ἡ «Μυσταγωγία» μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ σὰν μία συστηματικὴ διδασκαλία περὶ μυστικισμοῦ, μέσα στὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Λειτουργία κρατοῦν ἕνα μέρος πολὺ σημαντικό. Εἶναι μία διδασκαλία, ὅπου ἔχει ἐκτεθῆ συστηματικὰ ὅλη ἡ θεωρία τοῦ ἁγίου Μαξίμου, σὰν θεωρία τῆς προόδου τῶν πιστῶν «ἐν τῷ Θεῷ», μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ γενικοῦ προορισμοῦ τοῦ κόσμου, ἀκόμα κι ἂν ἡ ἔκθεση τῶν ἀληθειῶν εἶναι πολὺ συμπυκνωμένη. Ἔτσι, ἐπαναλαμβάνοντας τὴ σύγκριση ἀνάμεσα στὸ Θεό, ποὺ τὰ συνδέει ὅλα μέσα του σὰν δημιουργὸς καὶ γι' αὐτὸ τὰ συνδέει καὶ μεταξύ τους, κι ἀνάμεσα στὴν Ἐκκλησία ποὺ πραγματοποιεῖ τὸ ἴδιο ἔργο γιὰ τὰ μέλη της, ὁ ἅγιος Μάξιμος καθορίζει τώρα ὅτι ἀνάμεσα στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν τρεῖς βαθμοὶ: οἱ πιστοί, οἱ πρακτικοὶ καὶ οἱ θεωρητικοί. Ἡ 'Εκκλησία συνδέει τοὺς πιστοὺς μὲ τὴ χάρη, ἑνώνει τοὺς πρακτικοὺς μὲ τὶς ἀρετὲς μέσα στὴν ταυτότητα τῆς θέλησης καὶ τέλος ἑνώνει τοὺς θεωρητικοὺς καὶ γνωστικοὺς στὴν ἑνότητα μιᾶς ἀδιαίρετης γνώσης.
78. Μέσα στὰ ἀναγνώσματα τῆς Λειτουργίας, ὁ ἅγιος Μάξιμος βλέπει τώρα ὄχι μόνο τὴν ἀγγελία τῶν θελήσεων τοῦ Θεοῦ ἐν γένει, ἀλλὰ τὴ διαφορετικὴ σπουδαιότητα τῆς ἀγγελίας αὐτῆς γιὰ τοὺς τρεῖς πνευματικοὺς βαθμούς• οἱ πιστοὶ καλοῦνται νὰ δεχθοῦν τὴ διδασκαλία τῆς πίστης καὶ νὰ προοδεύσουν σ’ αὐτή• οἱ πρακτικοὶ νὰ πετύχουν μιὰν ἄθραυστη παραμονὴ μέσα στὴν ἀρετή, νὰ μείνουν σταθερὰ μέσα στὴ συμφωνία μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ν' ἀγωνισθοῦν ἐνάντια στοὺς πειρασμοὺς τοῦ ἐχθροῦ• οἱ θεωρητικοὶ ν' ἀποχτήσουν τὴ βοήθεια τῆς θεωρίας, μὲ τὴν ὁποία, συγκεντρώνοντας τοὺς πνευματικοὺς λόγους τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων καὶ τοὺς σχετικοὺς μ' αὐτοὺς λόγους τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, νὰ ὁδηγηθοῦν πρὸς τὴν ἀλήθεια.
79. Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα δείχνει στοὺς πιστοὺς τὴν ἐξαφάνιση τῆς ἀρχαίας πλάνης• στοὺς πρακτικοὺς τὴν τροποποίηση τῆς σαρκικῆς σκέψης• στοὺς θεωρητικοὺς τὴ συγκέντρωση καὶ σύμπτωση τῶν πολλαπλῶν καὶ διάφορων λόγων μέσα στὸν περιληπτικὸ λόγο ταυτόχρονα μὲ τὸ τέλος τῆς ἐκτεταμένης καὶ ποικίλης θεωρίας. Βλέπομε ἐδῶ ὅτι φυσικὴ θεωρία εἶναι, κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο, κάθε θεωρία τῶν λόγων τῶν πραγμάτων• τόσο αὐτὴ ποὺ βλέπει αὐτοὺς τοὺς λόγους μέσα στὴν ποικιλία τους, ὅσὸ κι ἐκείνη ποὺ τοὺς βλέπει νὰ ἔχουν συνοψισθῆ στὸν ἕνα μόνο, στὸ θεῖο Λόγο. Ἀλλὰ σχεδὸν πάντα μὲ τὴ λέξη «θεωρία» ἐννοεῖ τὴν τελευταία.
80. Ἡ κάθοδος τοῦ ἐπισκόπου ἀπὸ τὸ θρόνο μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, σημαίνει γιὰ τοὺς πιστοὺς τὴ βεβαίωση τῆς πίστης μὲ τὴν ἀόρατη ἔλευση τοῦ Θεοῦ Λόγου, (τοῦ προσωπικοῦ ὑποκειμένου τοῦ ὑπέρτατου Λόγου) γεγονὸς ποὺ ἀπομακρύνει κάθε ἀβέβαιη σκέψη, ποὺ ὑπάρχει ἀκόμα σχετικὰ μὲ τὴν πίστη καὶ ποὺ μοιάζει μὲ ἕνα κατηχούμενο• γιὰ τοὺς πρακτικοὺς σημαίνει τὴν τέλεια ἀπάθεια, ποὺ κάνει νὰ ἐξαφανισθῆ ἀπὸ τὴν ψυχὴ κάθε σκέψη δεμένη μ' ἕνα πάθος κι ὄχι φωτεινή• γιὰ τοὺς θεωρητικοὺς τὴν περιληπτικὴ θεώρηση τῶν λόγων τῶν πραγμάτων, ποὺ ἀπομακρύνει ὅλες τὶς ὑλικὲς εἰκόνες τῆς ψυχῆς.
81. Τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν, ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων μυστηρίων, ὁ ἀσπασμὸς καὶ τὸ σύμβολο τῆς πίστεως σημαίνουν νέες ἀναβάσεις τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας γιὰ καθένα ἀπὸ τοὺς τρεῖς βαθμοὺς ποὺ ἀναφέραμε. Γιὰ τοὺς πιστοὺς αὐτὲς οἱ στιγμὲς δηλώνουν τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν ἁπλὴ πίστη στὴ διδασκαλία τῶν δογμάτων, στὴ μύηση, στὴν ὁμοφωνία τῶν πιστῶν καὶ στὴν εὐχαριστία. Γιὰ τοὺς πρακτικούς, οἱ στιγμὲς αὐτὲς σημαίνουν τὸ πέρασμα ἀπὸ τὰ ἔργα στὴ θεωρία μὲ τὸ κλείσιμο τῶν αἰσθήσεων ἔναντι τῶν ἐξωτερικῶν πραγμάτων, ἀπὸ τοὺς τρόπους τῶν ἐντολῶν στοὺς λόγους τους, στὴν ἕνωση τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς μὲ τοὺς λόγους της καὶ στὴ συνήθεια τῆς εὐχαριστίας. Εἶναι μία φάση, μέσα στὴν ὁποία ἔχει γίνει στὸ βάθος του κατανοητὸ τὸ νόημα τῶν ἐντολῶν καὶ ἡ συγγένειά τους μὲ τὶς ἀληθινὲς δομὲς τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ἔτσι ποὺ ζῆ κανεὶς τώρα ἀπὸ ἐσωτερικὴ προσωπικὴ κλίση σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές. Γιὰ τοὺς θεωρητικούς, οἱ λειτουργικὲς στιγμὲς ποὺ ἀναφέρθηκαν σημαίνουν τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ φυσικὴ θεωρία στὴν ἁπλῆ ἔννοια τῶν νοητῶν, ἔτσι ποὺ δὲ ζητοῦν νὰ γνωρίσουν τὸ Θεῖο κι ἀνέκφραστο Λόγο μὲ τὰ νοήματα ἢ μὲ τὰ φαινόμενα. Αὐτὸ σημαίνεται μὲ τὸ κλείσιμο τῶν θυρῶν καὶ μὲ τὴν εἴσοδο τῶν ἁγίων μυστηρίων. Ἔχομε ἐδῶ τὸν καλύτερο ὁρισμὸ τῆς φυσικῆς θεωρίας καὶ τῆς διαφορᾶς της ἀπὸ τὴν ἄμεση ἀντίληψη τῶν νοητῶν. Ταυτόχρονα, μέσα στοὺς θεωρητικοὺς πραγματοποιεῖται ἡ ἕνωση τῆς ψυχῆς μὲ τὶς δυνάμεις της (ὁ ἀσπασμός), ἡ ἐμφάνιση τῆς ἱκανότητας τοῦ νοῦ νὰ συλλαμβάνη μὲ τὴν ἁπλότητα ἑνὸς τρόπου ἑνιαίου τὸ Λόγο τῆς Πρόνοιας (ἡ ὁμολογία τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως). Γιατί ὁ νοῦς δὲ θὰ μποροῦσε νὰ συλλάβη μὲ ἁπλότητα τὸ θεῖο Λόγο ἢ τὸ Λόγο τῆς θείας Πρόνοιας, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ σωτηρία, χωρὶς τὴ συγκέντρωση τῶν ψυχικῶν δυνάμεων μέσα στὸ βάθος της.
82. Στὴν ἐσχατολογικὴ ἐξήγηση τοῦ Τρισαγίου ὕμνου σὰν ἐξίσωσής μας μὲ τοὺς ἀγγέλους, μὲ τὸ βίο μας καὶ τὴ δοξολογία μας, ὁ ἅγιος Μάξιμος προσθέτει τώρα τὴν ἐξήγηση αὐτῆς τῆς ἐξίσωσης• ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι τὰ σώματά μας, καθὼς θὰ εὑρεθοῦν μέσα στὴ μέλλουσα ζωὴ σὲ κατάσταση ἀνάστασης, δὲ θὰ εἶναι πιά, μὲ τὴν ἀέναη ἀλλαγή τους, βάρος γιὰ τὴν ψυχή, ἀλλὰ μὲ τὸ ἀμετάβλητό τους θὰ τὴν κάμουν κατάλληλη νὰ συλλάβη τὴ θεία παρουσία. Ἂν ἐφαρμοσθῆ στὶς τρεῖς κατηγορίες τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Τρισάγιος ὕμνος σημαίνει γιὰ τοὺς πιστούς, τὴ θεολογικὴ ἅμιλλα μὲ τοὺς ἀγγέλους ὡς πρὸς τὴν πίστη• γιὰ τοὺς πρακτικούς, τὴν ἰσότητα μὲ τοὺς ἀγγέλους ὡς πρὸς τὴν ἀκτινοβολία τοῦ βίου τους καί τὸ δυναμισμὸ τοῦ θεολογικοῦ ἅσματος• γιὰ τοὺς θεωρητικούς, τὴν ἰσάγγελη γνώση, τοὺς ἰσάγγελους ὕμνους καὶ τὴν ἰσάγγελη ἀδιάκοπη κίνηση. Βλέπομε σ' ὅλα αὐτὰ πῶς ὁ ἅγιος Μάξιμος ἑνώνει πάντοτε τὰ ἔργα καὶ τὴ γνώση μὲ τὸν ἐνθουσιασμὸ ποὺ γίνεται ὕμνος. Τὸ ἅσμα διευρύνει τὶς πρακτικὲς καὶ θεωρητικὲς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ἀνοίγει τοὺς ὁρίζοντες τῆς πραγματικότητας ποὺ εἶναι γνωστὴ καὶ κείνης ποὺ μπορεῖ νὰ γνωριστῆ. Κι ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, οἱ δυνατότητες ποὺ πραγματοποιήθηκαν καὶ οἱ ὁρίζοντες τῆς πραγματικότητας ποὺ διευρύνθηκαν, παράγουν τὸν ἐνθουσιασμὸν τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχουν ἐνεργητικὲς καὶ γνωστικὲς δυνατότητες μέσα στὴ χαρά. Καὶ ὑπάρχουν δυνατότητες χαρᾶς μέσα στὴν ἀγαθὴ ἐνεργητικότητα, ποὺ ἀναπτύσσει ὀρθὰ τὴν πραγματικότητα, καθὼς καὶ μέσα στὴν πραγματικότητα ποὺ ἔχει γίνει γνωστή. Ἡ ἀγαθὴ καὶ ἀληθινὴ πραγματικότητα εἶναι χαρούμενη.
83. Μιὰ νέα παρότρυνση γιὰ νὰ μὴν ἀπουσιάζωμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, μέσα στὴν ὁποία τελοῦνται τὰ Μυστήρια τῆς σωτηρίας μας. Μόνο μ' αὐτὸ κάνομε νὰ ἐμφανισθῆ ἡ χάρη ποὺ πήραμε κατὰ τὸ Βάπτισμα, σὲ μία ζωὴ σύμφωνη μὲ τὸ Χριστό. Ὁ ἅγιος Μάξιμος δὲ νομίζει ὅτι ἡ ἁπλῆ παρουσία στὴν τέλεση τῶν Μυστηρίων μέσα στὴν Ἐκκλησία, μᾶς ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ νομίζει ὅτι στὴ διαδρομὴ τῶν ἀκολουθιῶν, ποὺ τελοῦνται μέσα στὴν Ἐκκλησία, δεχόμαστε τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν πνευματική μας πρόοδο, στὴν ὁποία ὀφείλομε νὰ συντελέσωμε κι ἐμεῖς μὲ τὶς προσπάθειες μας. Στὴν κυριολεξία, ἡ ἴδια ἡ παρουσία σ' αὐτὲς τὶς ἀκολουθίες, ὅταν γίνεται μὲ προσοχὴ στὸ νόημα κάθε πράγματος ποὺ γίνεται καὶ λέγεται στὴ διαδρομὴ τῆς ἀκολουθίας, εἶναι μιὰ τέτοια προσπάθεια. Ὑπάρχει πάντοτε ἕνας δεσμὸς ἀδιάλυτος ἀνάμεσα στὸ δῶρο καὶ στὴν προσπάθεια νὰ τὸ δεχθοῦμε καὶ νὰ τὸ φυτέψωμε μέσα στὴν ψυχή. Μόνο μὲ τὴ συζυγία τῶν προσπαθειῶν μας μὲ τὴ συμμετοχή μας στὰ Μυστήρια ποὺ τελοῦνται μέσα στὴν Ἐκκλησία μποροῦμε νὰ φτάσωμε στὸ νέον ἄνθρωπο κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Καταλήγομε σ' αὐτὴ τὴν κατάσταση μόνο πραγματοποιῶντας τὴ θεία θέληση καὶ προχωρῶντας στὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, πάντοτε βοηθημένοι ἀπὸ τὸ Θεό. Ἔτσι μόνο, θὰ μετάσχωμε στὸν κλῆρο τῶν ἁγίων μέσα στὸ φῶς. Εἶναι τὸ φῶς τῆς ὡλοκληρωμένης γνώσης καὶ τῆς τέλειας καθαρότητας τῆς καρδιᾶς, ποὺ εἶναι συνάμα ἡ ἀντανάκλαση τῆς ὑπερπλεονάζουσας θείας πνευματικότητας καὶ τῆς τέλειας καθαρότητας μέσα στὸ εἶναι μας.
84. Γιὰ νὰ δείξη ὅτι οἱ ἐξηγήσεις του δὲν προτρέπουν στὸ κλείσιμο τῶν ἀνθρώπων μέσα στὴ μοναχικὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ, ὁ ἅγιος Μάξιμος τελειώνει τὸ ἔργο του μ' ἕνα ἐγκώμιο, ἀφιερωμένο στὴν εὐσπλαχνία καὶ στὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Θέτει αὐτὲς τὶς ἀρετές, ὅπως καὶ στὰ ἄλλα ἔργα του, πάνω ἀπὸ κάθε τί. Ἡ ἀπόδειξη ἡ πιὸ λαμπρή της ἐνέργειας τῆς χάρης μέσα μας εἶναι τὸ συμπαθητικὸ συναίσθημα πρὸς τὸν πλησίον. Μ' αὐτὸ ἐπιθυμοῦμε νὰ κάνωμε οἰκεῖο σ' ἐμᾶς αὐτὸν ποὺ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴ βοήθειά μας, ὅπως θέλομε νὰ κάνωμε οἰκεῖο σ' ἐμᾶς τὸ Θεό. Τίποτα δὲ συντελεῖ τόσο δυνατὰ στὴ δικαίωση, στὴ θέωση καὶ στὴν προσέγγισή μας στὸ Θεό, ὅσο ἡ εὐσπλαχνία ποὺ ἐκδηλώνεται πρὸς ἐκείνους ποὺ τὴν ἔχουν ἀνάγκη. Ἐὰν ὁ Λόγος ἔχη διακηρύξει Θεὸν ἐκεῖνον ποὺ ὑποφέρει (Ματθ, κε' 40), πολὺ περισσότερο θ' ἀποδειχθῆ Θεὸς κατὰ χάρη, ἐκεῖνος ποὺ πράττει τὸ ἀγαθό, ἀφοῦ οἰκειοποιεῖται τὴν εὐεργετικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν ὁ φτωχὸς εἶναι Θεὸς γιὰ τὴ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε φτωχὸς γιὰ μᾶς καὶ πῆρε ἐπάνω του, μὲ συμπάθεια, τὸν πόνο τοῦ καθενὸς ὣς τὸ τέλος τοῦ κόσμου, ὑποφέροντας μυστηριωδῶς, ἐξαιτίας τῆς καλωσύνης του, κατὰ τὸ μέτρο τοῦ πόνου καθενὸς (ὁ Πασκὰλ εἶπε πολὺ πιὸ ἀργά: ὁ Ἰησοῦς θὰ βρίσκεται σὲ ἀγωνία ὣς τὸ τέλος τοῦ κόσμου), τόσο περισσότερο θὰ εἶναι θεὸς ἐκεῖνος, ποὺ θεραπεύει κατὰ μίμηση τοῦ Θεοῦ τοὺς πόνους τῶν ἄλλων, δείχνοντας ἔτσι ὅτι ἔχει τὴν ἴδια δύναμη συναισθήματος μὲ τὸ Θεό, κατ' ἀναλογία πρὸς τὴ θεία Πρόνοια. Ὁ ἅγιος Μάξιμος δίνει ἀνάγλυφα τὴ διάκριση ἀνάμεσα στὴν ἐκτέλεση ἑνὸς πράγματος μὲ συμπάθεια ἢ μὲ πάθος —ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ ἔχη τὴ συμπάθεια, ὄχι ὅμως μὲ πάθος. Ἡ συμ-πάθεια εἶναι ἡ ἀφιλοκερδὴς ἀγάπη γιὰ τὸν ἄλλο, τὸ σύμ-πάσχειν μαζὶ του• τὸ πάθος εἶναι ἐγωισμός, εἶναι πόνος γιὰ μᾶς τοὺς ἴδιους. Ὁ ἅγιος Μάξιμος χρησιμοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τῆς ἄκτιστης ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ κάνη ἀνάγλυφο τὸ γεγονὸς ὅτι μᾶς κρατεῖ ὅλους δεμένους μαζί Του, μὲ τὴν πράξη τῆς συμπάθειάς Του πρὸς ὅλους, σύμφωνα μὲ τὸν πόνο καθενὸς καὶ μὲ τὶς εὐεργεσίες ποὺ παρέχει σ' ὅλους μὲ τὴν ἐνέργειά Του ποὺ ἀπευθύνεται σ' ὅλους. Γιατί ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι κλεισμένη σ' Αὐτόν, ἀλλὰ κατευθύνεται πρὸς τὰ δημιουργήματα, σ' ὅλα τὰ δημιουργήματα. Οἰκειωνόμαστε κι ἐμεῖς ἐπίσης αὐτὴ τὴν ἐνέργεια μὲ τὴ συμπάθεια καὶ τὴν ἀγαθοποιΐα. Μ’ αὐτὰ τὰ τελευταῖα ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μᾶς κρατάει ὅλους δεμένους μεταξύ μας. Γιατί δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ δὲν κάνει κάποτε συγκεκριμένη τὴ συμ-πάθειά του ἔναντι μερικῶν ἀνθρώπων καὶ δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν εἶναι ἀντικείμενο κάποιας συμ-πάθειας καὶ ἀγαθοποιΐας. Εἶναι ἡ πιὸ εὐεργετική, κοσμικὴ καὶ ἀποτελεσματικὴ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο καὶ ταυτόχρονα ἡ πιὸ εὐγενικὴ μορφὴ τοῦ παγκόσμιου συνδέσμου ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Μόνο μὲ τὴν πραγματοποίηση τῆς σὺμ-πάθειας αὐτῆς, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γνωρίζη μὲ τὴν ἐμπειρία τὸ θεῖο Λόγο, ποὺ ἑνώνει ὅλους τοὺς λόγους μεταξύ τους καὶ μ' ἐκεῖνο τὸν Ἴδιο.
|