image with the sign of Myriobiblos





Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Αφιερώματα | Σεμινάρια | Παρουσιάσεις Βιβλίων

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


Προηγούμενη Σελίδα
Μιχαήλ Α. Καλινδέρης

Αι Συντεχνίαι και η Εκκλησία επί Τουρκοκρατίας

Εκκλησιαστικαί Εκδόσεις Εθνικής Εκατονπεντηκονταετηρίδος. Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1973


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'

ΓΕΝΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΙΝ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ


Γ'. Εις τας Μητροπόλεις και Επισκοπάς

β'. Τα συμφωνητικά των συντεχνιών. Το κύρος του Δεσπότου.

Αι κατευθύνσεις των απασχολήσεων των δημιουργών επιτοπίου κατά πρώτον εργασίας, φέρουσαι έκτυπον την εικόνα της εκμεταλλεύσεως του φυσικού περιβάλλοντος και της ψυχικής ιδιοσυστασίας των ανθρώπων, ως και η διοικητική επαγγελματική ιεράρχησις από του πρωτομαΐστορος μέχρι του μαθητευομένου βοηθού (τσιρακιού) έχουν διατυπωθή κατά καιρούς και κατά τόπους εις γραπτούς κανονισμούς, εις τα λεγόμενα συμφωνητικά των εσναφίων.

Δεν είναι ταύτα παλαιά, ήτοι των πρώτων αιώνων της Τουρκοκρατίας, αλλ' εκ φράσεων ως «την ανέκαθεν ημών καλώς έχουσαν συνήθειαν και τάξιν του ρουφετίου μας... υποσχόμεθα να φυλάττωνται ορθώς ως και πρότερον» εκ του συμφωνητικού των γουναράδων Κοζάνης έτους 1786 και εκ του συμφωνητικού της συντροφίας των Αμπελακιων έτος 1780 να ανακαινίσουν και ανασυγκροτήσουν κοινήν των «συντροφίαν και αδελφότητα ανακαλούντες τα αρχαία ήθη των» η «κατά τα παλαιά των θέσμια επέχοντα τόπον νομου» κατά το μνημονευθέν ανωτέρω φιρμάνιον του 1773, προκειμένου περί λύσεως διαφορών μεταξύ των εσναφικών ομίλων, συνάγεται η συνέχεια της παραδόσεως εις τους κατά ειδικότητας βιοτεχνικούς κλάδους, συμφώνως άλλωστε και προς καθολικόν αξίωμα καθ' ο τα καθεστηκότα των ομάδων έχουν οπωσδήποτε μακράν την παράδοσιν.

Αλλ' αι ιδιομορφίαι η και τα κοινά χαρακτηριστικά ολίγην έχουν σημασίαν εις την ουσίαν του θέματός μας, ή μάλλον δ' ενδιαφέρουσα πλευρά αφορά εις την σχέσιν όλων των προσπαθειών των συντέχνων εις το να κατοχυρώσουν τας συνηθείας των εγγράφως διά να έχουν αύται κύρος και ισχύν η «προς ειρήνην του ρουφετίου συντείνουσαι» ένεκα παραβάσεων των θεσμίων των εκ μέρους ομοτέχνων. Kαι κατά τούτο ο παράγων Εκκλησία λαμβάνει την προσήκουσαν θέσιν.

Θα εκτεθούν εν πάση δυνατή συντομία, αυτά τα δεδομένα κατά χρονολογικήν σειράν, δεν θα χρειασθή δ' εν προκειμένω γενικωτέρα εποπτεία η κρίσις σχετική διά το σαφές και συγκεκριμένον των στοιχείων των συμφωνητικών. Θα ηδύναντο ταύτα να εξετασθούν εις ίδιον κεφάλαιον, αλλά λόγω προελεύσεώς των εξ επαρχιακών μόνον κέντρων δεν εκρίθη απροσάρμοστος η υπαγωγή των εις τα των Μητροπόλεων και Επισκοπών και υπό το γενικώτερον περί συμμετοχής των εσναφλήδων εις τα της ανασυγκροτήσεως του Γένους. Ούτω: Το συμφωνητικόν των σαπουνάδων γυναικών της πόλεως Τρικκάλων είναι έτους 1735. «Παλαιόθεν εστάθη συνήθεια άνδρες να μην ανακατώνωνται εις το ρουφέτι αυτό ούτε να δουλεύουν την τέχνην αυτήν». Η συμφωνία καταστρώνεται εις τον ιερόν κώδικα της Μητροπόλεως Τρίκκης, επιβεβαιούται διά της υπογραφής του Δεσπότου (του Λαρίσης Ιακώβου) και φέρει τας υπογραφάς των κληρικών και αρχόντων της Μητροπόλεως ως μαρτύρων. Διά τον τυχόν παραβάτην (άνδρα) «της συμφωνίας ταύτης και ανυπότακτον της εκκλησιαστικής αποφάσεως ορίζεται παιδεία εκκλησιαστικώς και εξωτερικώς».

Tο συμφωνητικόν του ρουφετίου των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως είναι του έτους 1779. Εκ των δύο μόνον αναγνωσθεισών υπογραφών (εκ των 7) των βεβαιούντων την πράξιν (δεν διασαφηνίζεται, εάν το «κατάστιχον, λεγόμενον, των μπακάληδων» είναι πρωτότυπον, εάν κατεχωρίσθη αλλού που κλπ.) δεν δύναται να εξαχθή ασφαλές συμπέρασμα, εάν ανήκουν εις κληρικούς. Η του πρώτου μετά το «βεβαιοί» έχει το σημείον του σταυρού, η δευτέρα υπογραφή είναι του Κων/τίνου Μιχάλη Παπαθανάση. Εγράφη (το συμφωνητικόν) δέκα έτη μετά τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1769 και υπό τας νέας δημιουργηθείσας εντός της πόλεως συνθήκας. «Mε το να έλειψεν η τάξις και η αρμονία εις το κεφάλαιον των απάντων, η πρός αλλήλους αιδώ, τώρα όπου έχομεν διά της δεξιάς του Υψίστου άκραν ελευθερίαν και μεγάλην ησυχίαν θεσπίζομεν όρους τινάς». Tο θρησκευτικόν πνεύμα δηλούται και εκ των διατυπώσεων εις την αρχήν του συμφωνητικού ως προς το σύστημα διοικήσεως του παντός και εις το τέλος αυτού ως προς τον τυχόν παραβάτην των όρων του ρουφετίου: «Όποιος όμως θελήση να τους χαλάση (τους όρους ), να έχουν αντίδικον την Αγίαν Τριάδα και να δώσουν λόγον τω αδεκάστω κριτή εν ημέρα κρίσεως». Ο αείμνηστος Ξάνθης Ιωακείμ (Μαρτινιανός ) θεωρεί το συμφωνητικόν ως ιδιόγραφον του λογίου πρωτοπαπά Θεοδώρου Καβαλλιώτου.

Της εν Αμπελακίοις συντροφίας βιομηχανίας νημάτων βάμβακος το συμφωνητικόν γράμμα το συνταχθεν (εις διπλούν ) το 1780 «εις ένδειξιν και ασφάλειαν των αποφασισθέντων» επιβεβαιούται παρά του πανιερωτάτου Δεσπότου Διονυσίου του Πλαταμώνος εκτός των υπογραφών των συντρόφων του συνεταιρισμού. Εκ του περιεχομένου του συμφωνητικού αξιοπρόσεκτα είναι: πρώτον ότι αι αποφάσεις «των ευρισκομένων πραγματευτών και τεχνιτών νημάτων της πολιτείας ταύτης Αμπελακίων» αφορούν εις το νά ανακαινίσουν και ανασυγκροτήσουν κοινήν των «συντροφίαν και αδελφότητα ανακαλούντες τα αρχαία ήθη των» και δεύτερον ότι τα χαρακτηριστικά του πνεύματος των συνελθόντων μαρτυρούν βαθείαν την θρησκευτικήν των πίστιν. «Συν τω αγίω θεώ» άρχεται το συμφωνητικόν. «Kαι οι ευαγγελικοί νόμοι και οι ηθικοί δεσμοί μας παρασταίνουσι το στέρεον και ακράδαντον της ενότητος και ομονοίας». «Εν ονόματι αυτού του Δεσπότου Χριστού απεφασίσαμεν ...». Το συμφωνητικόν επιβεβαιούμενον παρά του Δεσπότου Διονυσίου θα κατεγράφη εις τον κώδικα της Επισκοπής Πλαταμώνος, εν Αμπελακίοις, «εις ένδειξιν και ασφάλειαν». (Τα ίσα εις τον κώδικα, τα πρωτότυπα εις χείρας, βλ. συμφωνητικά Κοζάνης κατωτέρω). Εκ της εκδόσεως τούτου λείπουν αι υπογραφαί.

Το των γουναράδων Κοζάνης έτους 1786, εις 10 άρθρα διηρθρωμένον, κατασφαλίζεται διά της επιβεβαιώσεως του Δεσπότου Αγίου Σερβίων και Κοζάνης και των υπογραφών των εντιμοτάτων κληρικών ως μαρτύρων εκτός της εγγράφου βεβαιώσεως πάντων των «εν τη τέχνη των γουναράδων ευρισκομένων μικρών και μεγάλων». Το βεβαιωτικόν και υποσχετικόν τούτο γράμμα καταχωρίζεται ως ίσον απαράλλακτον του πρωτοτύπου εις τον ιερόν κώδικα της Επισκοπής.

Το 1789 εκπρόσωποι των οπλοποιών, χαλκιάδων, κασσιτερωτών και πεταλωτών Κοζάνης προσέρχονται ενώπιον του Δεσπότου και παρισταμένων των οφφικιούχων της Επισκοπής κληρικών και αρχόντων ζητούν συνοδικήν απόφασιν επί χρησίμων τινών διατάξεων της συντεχνίας των. Τό συντασσόμενον συμφωνητικόν εις 8 άρθρα επιβεβαιοί ο Δεσπότης, υπογράφουν κληρικοί και άρχοντες και βεβαιούν διά των υπογραφών των οι εκπρόσωποι τεχνίται. Και το αυλικόν συνοδικόν τούτο γράμμα καταχωρίζεται εις τον κώδικα της Επισκοπής ως ίσον του πρωτοτύπου, το οποίον παραδίδεται εις χείρας του πρωτο- μαΐστορος των τεχνιτών.

Το συμφωνητικόν της εν Φιλιππουπόλει συντεχνίας των αμπατζήδων, μιας των μάλλον παλαιών, πολυμελών και ευπόρων, έτους 1804, εις άρθρα 8, δεν συντάσσεται παρουσία του Μητροπολίτου κλπ. της συνόδου του, αλλά παρά των ιδίων μαστόρων, παρ' ων και βεβαιούται διά των υπογραφών των. Διαπνέεται όμως υπό του πνεύματος της θρησκευτικότητος των εσναφλήδων. Ούτω εν αρχή αυτού: «Όπου είναι η συμφωνία και η υποταγή και η ένωσις, εκεί και η ευσπλαχνία του Θεού χαρίζει όλα τα αγαθά». Και ολίγον κατωτέρω, «και δη με την βοήθειαν του Θεού υποσχόμεθα και αποφασίζομεν». Και προς το τέλος επί τυχόν παραβατών των θεσπιζομένων: «oι τέτοιοι ομού ως κακοβληταί του εσναφίου μας να έχουν την κατάραν του Θεού και του τιμίου Προδρόμου (προστάτου αγίου της συντεχνίας των ), των τε αγίων..., ομού δε και την κατάραν του πανιερωτάτου ημών δεσπότου αγίου Φιλιππουπόλεως κυρίου κυρίου Κυρίλλου...». Από δε τα πρακτικά των συνεδριών της συντεχνίας αρχόμενα από του 1685 εκτός του πλήθους των αφιερώσεων, περί ων θα γίνη λόγος κατωτέρω, άξια μνείας σχετικώς είναι τα του έτους 1703 «εσυνάχθηκαν το ρουφέτι μικροί και μεγάλοι και ευρήκαν εύλογο ιερείς τε και κοσμικοί και εσυμφώνησαν», μάλλον δ' αξιόλογα τα ως ενθύμησις αναγραφόμενα περιληπτικώς το 1706 «το πώς εσυνάχθηκαν οι μαστόροι των αμπατζήδων, γέροντες και νέοι εις τον ναόν του Αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου και ... και εις τούτο εγένετο το παρόν συμφωνητικόν γράμμα ενώπιον των εντιμοτάτων κληρικών και ευλαβεστάτων ιερέων και τιμιωτάτων μαστόρων» κλπ. κλπ.

Ο Δεσπότης Κοζάνης διά λόγους «ευταξίας των εκκλησιών και του κοινού» συγκαλεί εις την Επισκοπήν τους κληρικούς και άρχοντας της Κοζάνης αφ' ενός, τους κηροπώλας αφ' ετέρου και λαμβάνει συνοδικήν απόφασιν «κοινή γνώμη και συμφωνία», όπως του λοιπού ο κηρός κατασκευάζεται καθαρός και άδολος. Το υποσχετικόν του σωματείου των κηροπωλών γράμμα εκδίδεται το 1815 και καταχωρίζεται εν αντιγράφω εις τον κώδικα της Επισκοπής.

Το 1826 συντάσσεται διά την συντεχνίαν των βυρσοδεψών Κοζάνης συμφωνητικόν γράμμα, το οποίον και καταχωρίζεται εις τον ιερόν κώδικα της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Το πλέον χαρακτηριστικόν τούτου είναι ότι οι βυρσοδέψαι ως πρωτομαΐστορα βάνουν πρώτον ουχί εσναφλήν, αλλά τον Άγιον Νικόλαον, πολιούχον της πόλεως και δεύτερον τους επιτρόπους της αυτής εκκλησίας, ήτοι τους υπηρετούντας τον ναόν.

Οι αρτοποιοί Κοζάνης «κοινή γνώμη και αυτοπροαιρέτω θελήσει» αποφασίζουν, «ίνα όλοι ομού συνδεθώσι και συνέλθωσι γινόμενοι εις Ισνάφι ψωμαδικόν», συνεργαζόμενοι και συμπάσχοντες διά το κοινόν αυτών όφελος. Το συμφωνητικόν συντάσσεται «προκαθημένης» της ταπεινότητος του Δεσπότου και συνοδικώς διατελούσης μετά των περί αυτήν εντιμοτάτων κληρικών και καταχωρίζεται εις τον κώδικα της αγιωτάτης Επισκοπής. Το πρωτότυπον δίδεται εις τον πρωτομάστορα του εσναφίου. Έτος συντάξεως το 1827.

Του αυτού έτους είναι και το συμφωνητικόν των υφαντάδων Κοζάνης υπογεγραμμένον παρά πάντων των μαστόρων του εσναφίου και δια των μαρτυριών των εντιμοτάτων κληρικών κατησφαλισμένον, έτι δε κεκυρωμένον διά της σφραγίδος και επιβεβαιώσεως του Δεσπότου. Και τούτο εν αντιγράφω εις τον κώδικα αλληλογραφίας και πράξεων της Επισκοπής.

Παραλείπομεν τα συμφωνητικά των κηπουρών Κοζάνης έτος 1829, των κεραμιδάδων 1855, των κουρέων 1900 κλπ. απομείναντα ανέκδοτα, διότι και εκ των ανωτέρω καταδεικνύεται ότι η Κοζάνη, παρά την σμικρότητά της εν σχέσει προς άλλα κέντρα πολυαριθμότερα, εμφανίζεται με κάποιαν πληρότητα εις δεδομένα συντεχνιακής οργανώσεως και κατά το πνεύμα της απολύτου συνεργασίας μετά της τοπικής Εκκλησίας.

Εάν και εκ των άλλων πόλεων της Τουρκοκρατίας συνήγοντο εγκαίρως ανάλογοι προσπάθειαι αφορώσαι εις την γραπτήν κατοχύρωσιν των συμφερόντων των εσναφλήδων εν συνεργασία μετά της Εκκλησίας, Θα είχομεν μίαν πληρεστέραν εικόνα του σπουδαιοτάτου κεφαλαίου της ιστορίας, το οποίον σαφέστερον παντός άλλου χαρακτηρίζει την κοινωνικήν πραγματικότητα κινουμένην βραδέως ως τα ρείθρα βαθέος ποταμού και διά ποσοστού δυνάμεων σταθερωτέρων και ολιγώτερον ευθραύστων διά να μη είπωμεν ολιγώτερον επιπολαίων, της μορφής πομφόλυγος εις τον σιγανόν ρουν του ποταμού.

Βαθύτεραι οργανικαί προϋποθέσεις εντός της ιστορικής πραγματικότητος της μακροχρονίου δουλείας μικρόν περιθώριον άφηναν εις την απρόσκοπτον έκφρασιν του ατομικισμού. Διά τούτο η απόδοσις εις φυλετικήν ιδιότητα του φαινομένου των ανταγωνισμών εντός της κοινοτικής ζωής της Τουρκοκρατίας φαίνεται μεν ευχερώς ερμηνεύουσα το ζήτημα (ανάλογα τα λεγόμενα περί διχονοίας εις τον ιερόν ημών αγώνα του 1821), αλλ' ευρίσκονται έξω των εκασταχού και κατά καιρούς πραγματικών καταστάσεων και αναγκών, ων η αναζήτησις κατά τα λεπτομερειακά είναι το έργον του ιστορικού και ουχί η εξ αστόχων γενικεύσεων ικανοποίησις η νουθεσία.

Ο περί των συμφωνητικών των συντεχνιών λόγος θα ήτο ατελής, εάν δεν επεσημαίνετο επαρκέστερον το νόημα του κύρους του Δεσπότου εκ του αποτελεσματικού μέσου, το οποίον διησφάλιζε την συμμόρφωσιν των εσναφλήδων εις τα συμπεφωνημένα των. Πρόκειται περί των εκκλησιαστικών επιτιμίων διά τους απειθούντας ή παραβαίνοντας τα θέσμια. Η κατανόησις της σημασίας των φρικτών αναθεματισμών είναι κατορθωτή μόνον διά της προσεγγίσεως προς τας αντιλήψεις των χριστιανών των χρόνων εκείνων. Διότι το να αποβληθή κανείς επισήμως και δι' ιερού γράμματος αναγινωσκομένου ενώπιον πάντων από του σώματος της Εκκλησίας, εθεωρείτο το πλέον μεγαλύτερον δυστύχημα, ανώτερον και αυτού του θανάτου, εφ' όσον ο αφοριζόμενος θα έχανε και αυτήν την παρηγορίαν της μελλούσης αιωνίου ζωής.

Εσημειώθη εις τα ανωτέρω των συμφωνητικών γραμμάτων η εκκλησιαστική ποινή, «η παιδεία», καλουμένη (ήτο και εξωτερική) κατά των παραβατών. Διά συντεχνίας δύο παραδείγματα εκδόσεως αφοριστικών γραμμάτων διέσωσεν ο Β. Μυστακίδης, το μεν έτους 1750 αποφάσει και αιτήσει των μαστόρων της εν Κων/λει ισχυράς συντεχνίας των χαβιαρτζήδων εξ αιτίας υποψίας περί δολιότητος, ραδιουργίας και ζημίας εκ μέρους μερικών εργαστηρίων ψαράδικων, αφ' ων και απηγορεύθη η αγορά, το δε του ρουφετίου των σησαμολαδάδων κατά τινος των συντεχνιτών αυτών επί παραβάσει όρων του ρουφετίου τούτου.

Προσθέτομεν και το φρικτόν εκκλησιαστικόν επιτίμιον Βενιαμίν του Δεσπότου Κοζάνης κατά των χατζήδων και μπακάληδων, εάν ούτοι εδολιεύθησαν και εσφετερίσθησαν των πτωχών και αδυνάτων συμπατριωτών των και της ορφάνιας το δίκαιον κατά τους πέντε δυστυχείς χρόνους από 1820-1825.

[...]


Προηγούμενη Σελίδα