Μιχαήλ Α. Καλινδέρης
Αι Συντεχνίαι και η Εκκλησία επί Τουρκοκρατίας
Εκκλησιαστικαί Εκδόσεις Εθνικής Εκατονπεντηκονταετηρίδος. Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1973
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'
ΓΕΝΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΙΝ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ
4. Συμμετοχή των συντεχνιών
Β'. Εις την επιτροπήν του Κοινού.
Διά των Γενικών Κανονισμών το Διαρκές Εθνικόν μικτόν Συμβούλιον αντικατέστησεν, από του 1862, τον παλαιότερον θεσμόν των καλουμένων Επιτρόπων του κοινού. Ούτοι ήσαν οι διαχειρισταί των εσόδων και εξόδων του Πατριαρχείου, είδος Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους της Μεγάλης Εκκλησίας. Εξελέγοντο δ' εκ των συντεχνιών της Κων/λεως, των μάλλον εγκρίτων, και συνειργάζοντο μετά του Πατριάρχου, της Ιεράς Συνόδου και των αρχόντων διά την λύσιν των καθ' όλου ζητημάτων του Γένους. Επί Ιωάσαφ (1555-1565) μνημονεύεται υπάρχουσα Επιτροπή του κοινού. Από της πρώτης Πατριαρχείας Ιερεμίου του Γ' (1718) η αντιπροσωπεία αύτη ενδιαφέρεται και λαμβάνει αποφάσεις περί γενικωτέρας συμφωνίας και αγάπης μεταξύ των διαφόρων τότε ιθυνουσών τάξεων κληρικών και λαϊκών. Κατά δε το επίσημον «Επιτροπικόν των αρχιερέων και αρχόντων» γράμμα του Πατριάρχου Κυρίλλου του Ε' (1752 ), εκτός των 3 Αρχιερέων και 3 αρχόντων, εξελέγοντο ως μέλη και «από του χρησίμου ρουφετίου των γουναράδων (o δείνα και δείνα. . . ), από δε των λοιπών ρουφετίων (ο δείνα και δείνα)... ». Εις την τοιαύτην ένταξιν εσναφλήδων ως μελών εις το σώμα της επιτροπής του Κοινού οφείλεται ο χαρακτηρισμός (του Υψηλάντου, Τα μετά την άλωσιν σ. 370 ) ως «παρ' επιτρόπων βαναύσων » συγκειμένης.
Διά την παντοδυναμίαν της Επιτροπής ταύτης του Κοινού εις τα πράγματα της Εκκλησίας εγράφησαν αρκετά και τινα εχθρικά. Η κατάργησις πάντως και αντικατάστασις αυτής διά του Διαρκούς Εθνικού Μικτού Συμβουλίου απέβλεπεν εις την μείωσιν της δυνάμεως των λαϊκών και δη της επιρροής των εσναφίων.
Οι Γενικοί Κανονισμοί, κατά τον Μανουήλ Γεδεών, υπενόμευσαν την ισχύν και το γόητρον του Πατριαρχείου, περιεφρόνησαν δε τα εσνάφια διά της αφαιρέσεως του δικαιώματος της εκλογής του Πατριάρχου. «Κατασκευασθέντος δε Διαρκούς Εθνικού Μικτού Συμβουλίου αντί της αιωνοβίου "Επιτροπής του Κοινού" και επινοηθεισών των κοινών ιεράς συνόδου και μικτού συμβουλίου συνεδριάσεων, εις ας οι κληρικοί ήσαν δώδεκα και οι λαϊκοί οκτώ, περιτταί εκρίθησαν αι εκ συντεχνιών κατά το πλείστον αποτελούμεναι γενικαί συνελεύσεις, και εμειώθη και εξηυτελίσθη η προς τας συντεχνίας τιμή». Η γνώμη του Γεδεών, σεβαστή και ως εκ της εμπειρίας των χρόνων του, συνεχίζεται κατ' επέκτασίν τινα και ευρυτέραν αντίληψιν περί του γενικωτέρου ρόλου των συντεχνιών διά των κάτωθι: «Αλλ' αυταί, δηλαδή αι συντεχνίαι, τα εσνάφια, πολυπληθεστάτους εργάτας έχουσαι εκ πασών των επαρχιών της τουρκικής αυτοκρατορίας, επιστεύοντο κατά συγκατάθεσιν και επίνευσιν της τουρκικής κυβερνήσεως, υπ' αυτής και υπό του "ευσεβούς ημών Γένους" αντιπρόσωποι νόμιμοι του υπό τους σουλτάνους ορθοδόξου έθνους των Ρωμαίων, Ελλήνων, δήλα δη, Βουλγάρων, Αλβανών, ώστε να γίνωνται δεκταί παρά της κυβερνήσεως αναφοραί εσφραγισμέναι συντεχνιών 70 ή 80, ζητουσών δίκαιον τι αφαιρούμενον απ' αυτών ή αμφισβητούμενον. Εθεωρούντο ως μεγάλη βουλή, διά το ευσεβές ελληνικόν γένος και τα μετ' αυτού συνεργαζόμενα αλβανικόν και βουλγαρικόν».
Η κατά των Γενικών Κανονισμών στάσις του Γεδεών, ενώ είναι τόσον ευμενής διά τας συντεχνίας, ενέχει το μειονέκτημα της εμμονής εις ιδέας, εις την υπεράσπισιν των οποίων ενετάχθη αρχήθεν μετά των δρώντων της εποχής προσώπων. Διότι οι συντάξαντες αυτούς κληρικοί και λαϊκοί, οι θεωρούντες τους Κανονισμούς αντιθέτως ως εθνοσωτηρίους, υπέκειντο εις τα γενικά των χρόνων ρεύματα, τα οποία υπηγόρευον εις τους ιθύνοντας τα της Τουρκίας την οπωσδήποτε επικράτησιν και επιβολήν ανασταλτικών μέτρων κατά «των υπό τον Οικουμενικόν θρόνον δια τελούντων Ορθοδόξων Χριστιανών υπηκόων της Αυτού Μεγαλειότητος του σουλτάνου» επί το ευφημότερον και εις την πραγματικότητα κατά των εσναφλήδων και των κατευθυνόντων τούτους.
Τα ανασταλτικά μέτρα, υπό μορφήν εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων, ήδη από του Μαχμούτ Β' (1808-1839) και ενωρίτερον, υπηγορεύοντο εκ της ανάγκης αντιμετωπίσεως των ποικιλομόρφως εκδηλωθεισών από των αρχών του ΙΘ' αιώνος τάσεων απειθαρχίας, ως αιτίων παρακμής της Τουρκίας διά των κινήσεων αυτονομίας Τοπαρχών Πασσάδων, εθνικοτήτων Σερβίας, Ελλάδος κλπ., συνεργούσης και της διεισδύσεως των ξένων δυνάμεων εις τα της Τουρκίας προς εκμετάλλευσιν και εξ ενδιαφέροντος διά την διαδοχήν της κληρονομίας των χώρων της.
|