Φώτιος Σωτ. Ιωαννίδης
Το ορθόδοξο εκκλησιαστικό ήθος: Η πνευματική ιδιαιτερότητα της Ανατολής και η αναζήτηση της Δύσης
Η προσέγγιση των όρων
Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε μία ξαφνική και συνεχιζόμενη έξαρση της αναφοράς πολλών ανθρώπων, διάφορων πεποιθήσεων, μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικών στρωμάτων, γύρω από το θέμα «Ορθοδοξία».
Από την προσέγγιση που γίνεται, διαπιστώνει κανείς πως στις πιο πολλές περιπτώσεις υπάρχει μία πολυποίκιλη ιδεολογική χρήση του όρου, η οποία όμως δεν έχει καμία σχέση με το περιεχόμενο και τη δυναμική του. Σε άλλες πάλι προσεγγίσεις επιχειρείται μία αποστεωμένη «φολκλορική» προβολή των εξωτερικών του στοιχείων, ενώ σε κάποιες άλλες συνδέεται η «Ορθοδοξία» αποκλειστικά με το πολιτιστικό προϊόν που προσφέρει στην ανθρωπότητα (αρχιτεκτονική, τέχνη κλπ.).
Όλα αυτά, ή έχουν σχέση με μία εσκεμμένη απόπειρα αποπροσανατολισμού από την εγνωσμένη κυριολεξία του όρου και του περιεχομένου που αυτός κομίζει, άρα πρόκειται για μία αιρετική - επιλεκτική προσέγγιση του θέματος από εκείνους που εξυπηρετούνται από αυτήν, ή σχετίζονται με την οδυνηρή άγνοια των μυημένων - με το βάπτισμα - και ταυτόχρονα ακατάρτιστων - ακατήχητων - πιστών.
Το κείμενο αυτό δε διεκδικεί τη συστηματική και κριτική παρουσίαση του θέματος. Άλλωστε προηγήθηκαν αρκετοί διακεκριμένοι ερευνητές και με επιτυχία ανέλυσαν όλες σχεδόν τις πτυχές του. Ο συντάκτης του επιθυμεί για παιδευτικούς και μόνο λόγους να συνοψίσει τη διαπιστωμένη πραγματικότητα και να διατυπώσει κάποιες σκέψεις του.
Το επίθετο «ορθόδοξος» σημαίνει εκείνον που έχει την ορθή γνώμη για κάτι. Η μεταφορά του όρου στο πεδίο της πίστης, μολονότι αποτελεί αποδεκτό «τεχνικό όρο» για πολλούς αιώνες, φρονούμε πως είναι άστοχο να προφέρεται χωρίς τον ουσιαστικό προσδιορισμό του, που καθορίζει άλλωστε και το περιεχόμενο αυτής της πίστης, τη λέξη δηλαδή Εκκλησία. Τα μέλη αυτής της Εκκλησίας πιστεύουν και εκδηλώνουν την πίστη τους, με ορθότητα, στη μόνη αληθινή και οντολογική αλήθεια, τον προσωπικό Τριαδικό Θεό, που είναι ο ιδρυτής της. Κατά συνέπεια, μία είναι η ορθή πίστη και συνιστά μία αδιάσπαστη πληρότητα στην ολότητά της, ώστε να καθίσταται Καθολική.
Ο όρος λοιπόν «Ορθοδοξία», αν απομονωθεί και δε συνδεθεί, όπως συχνά συμβαίνει, με το πιο πάνω συγκεκριμένο ουσιαστικό και προσδιοριστικό του περιεχόμενο, τότε πολύ εύκολα καθίσταται ένα ιδεολόγημα, που στις πιο πολλές περιπτώσεις είναι πολυσήμαντο και μάλλον χωρίς συγκεκριμένη ταυτότητα. Μία τέτοια θεώρηση των πραγμάτων, χαρακτηρίζεται από τη θεολογική γλώσσα ως αποπνευματικοποιημένη ή κάπως κομψότερα ως εκκοσμικευμένη.
Είναι ίσως δύσκολο στην εποχή μας να προσδιορίσει κάποιος με παρρησία την ορθή πίστη και ίσως ακόμα δυσκολότερο να τη νοηματοδοτήσει βιωματικά, υιοθετώντας την κατά φύση εν Χριστώ ζωή με τη μετοχή του στο Σταυρό και στην Ανάσταση του Κυρίου. Κατά συνέπεια, είναι πολύ βολική η χρησιμοποίηση του απρόσωπου όρου «Ορθοδοξία» χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο και ταυτότητα Χριστοκεντρική.
Η υιοθέτηση και η βίωση της ορθής εν Χριστώ ζωής δεν έχει καμία σχέση με κάποια «πνευματική μόδα», με πολιτική ή πολιτιστική δύναμη που ενώνει ή ακόμα και διαιρεί τους λαούς, όπως δεν έχει σχέση με οποιαδήποτε «ορθόδοξη αποκλειστικότητα» ελληνικού ή σλαβικού τύπου. Η αποδοχή και η βίωση της αλήθειας του Τριαδικού Θεού προϋποθέτει την ασκητική σταυρική πορεία του ανθρώπου μέσα από τη λειτουργική μετοχή του στην Εκκλησία και στην προοπτική της σωτηρίας του.
Η χριστιανική και άρα ορθόδοξη πνευματικότητα είναι ασκητική. Η στάση τού πιστού απέναντι στη γνώση και τη βίωση της αλήθειας του Χριστού είναι ταυτόσημη με την άσκηση. Κατά συνέπεια, η άσκηση δεν αποτελεί δυνατότητα επιλογής του μέλους της Εκκλησίας. Η δυνατότητα της επιλογής συνίσταται στον έγγαμο ή άγαμο βίο του ανθρώπου. Και οι δύο όμως επιλογές συνιστούν δεδομένη ασκητική τοποθέτηση, η οποία είναι το αντίδοτο στην αλλοτρίωση του ανθρώπου από την υποδούλωση και την εξάρτησή του από τα κοσμικά πάθη, αλλά και την αναγκαιότητα που δημιουργεί η αμαρτία.
Η ασκητική τοποθέτηση του Χριστιανού δεν αποτελεί αρνητική στάση απέναντι στη ζωή, αλλά ορθή κατανόησή της μέσα στην οδό της ελευθερίας, της καταξίωσης του ανθρωπίνου προσώπου και της αγάπης. Η ασκητική τοποθέτηση του μέλους της Εκκλησίας είναι κοινωνική, φιλάνθρωπη, κενωτική και μεταμορφωτική. Ολοκληρώνει τον άνθρωπο πνευματικά και προσανατολίζει την εικόνα του προς το θεϊκό της αρχέτυπο.
Η ασκητική τοποθέτηση του ορθόδοξου μέλους της Εκκλησίας δεν εξαντλείται αποκλειστικά στη χρήση των βρωμάτων, αλλά κινείται δυναμικά στην αναζήτηση του μέτρου, της διάκρισης, του ταπεινού φρονήματος, της διακονίας, της αυτοπροσφοράς, της αγωνιστικότητας, αλλά και πολλών άλλων αρετών που μπορεί κανείς να τις αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Κυρίου και των αγίων Του.
Τα παραπάνω ανταποκρίνονται προς ένα συγκεκριμένο ήθος. Είναι το ήθος του Χριστού, το ήθος των αγίων, το ήθος του ορθόδοξου πιστού. Ήθος ευχαριστιακό, που υπερβαίνει την ατομικότητα και ως πρόσωπο πραγματώνει εν δυνάμει την κοινωνία της θεώσεως. Αυτό το συγκεκριμένο, αλλά όχι μονοδιάστατο ορθόδοξο ήθος, δεν έχει καμία ανάγκη από κανόνες και συστήματα ηθικής δυτικού τύπου και ευσεβοφάνειας.
|