Τ. Κ.
Παπατσώνης
Κραβγή
Ο άλλοτε μεταστραμμένος προς το
φως του Ελέους,
Θεέ του Ελέους, Κρεμάμενε του
Ξύλου, μένει μήνες τώρα,
άκλαφτος, ασυμπάθητος και
ανελέητος. Δεν είναι μακριά σου,
αλλά έγινες εσύ μακριά του. Εσύ ο
Οιχτίρμονας,
αιφνίδια ανοιχτίρμονας και
Σκληρός, κι εσύ ο πλησίον των
πονούντων,
μάκρυνες ξαφνικά από τον
πονούντα τόσο
που του χεριού σου η εβλογία και
η θωπεία του δεν φαίνονται.
Ό βουτηγμένος στα Αίματα της
θλίψης, ο Βασιλιάς της Πορφύρας,
βέβαια και δεν βδελύσσεται το
βάφτισμα τούτο της Αγωνίας.
Ήρθε η στιγμή, με τη σειρά του
τώρα να σ' αρωτήσει,
ο Μαθητής τον Δάσκαλο «μιαν ώρα
δεν βάσταξες
να ξαγρυπνήσεις μετ' εμού;»
Αστεία ιδέα, παιδιάστικη,
πολύ ανθρωπινή, του Θεού ν'
αποκοιμιέται σε στρώμα
Αστοργίας!
Ο Ξάγρυπνος, το Μάτι της
Δικαιοσύνης και της Αγάπης,
ο έξω της Κούρασης, η άκαφτη
Φλόγα που δεν αναλίσκει,
και ο Περιπατών επί Φτερύγων των
Ανέμων,
ν' αποκοιμιέται σε Κρεβάτι της
Σκληρότητας! Εντούτοις πάσχω
καθώς έπαθες. Προσθέτω κάθε
νύχτα νέους θρόμβους κακής σκιάς,
και κάθε μέρα μου, μου προσθέτει
στο κεφάλι νέα αγκάθια,
και μου εμπηγνύει στις παλάμες
νέα καρφιά. Βλέπω την 'Αδικία
πανύψηλα μπροστά μου και τα
ακατέργαστα πελώρια δύο ξύλα
του σταβρού. Δεν είναι ο σταβρός
σου, να προστρέξω,
να προσπέσω και να αναπαφθώ.
Είναι ο σταβρός μου,
που βέβαια δεν τον πελεκάνε σε
άγνοιά σου, και άνευ θελήματός
σου.
Η έλξη μου να προσπέσω προς εκεί,
με φέρνει αναρτημένον
και δεν είμαι Θεός. Και δεν με
παραστέκουν οι μυριάδες
των Αγγέλων. Είναι Ζέστη ενού
Θέρους απηνούς. Διψώ.
το σκεύος που μου προσφέρονν το
ζωγραφιστό, περιέχει το φαρμακι.
Μου εξαποστέλλεις έναν Άγγελό
Σου. ήταν το μόνο Μήνυμά σου
που μου στάλθηκε τους
τελεφταίους αφτούς βαριούς
καιρούς.
Αλλά ένας άγγελος παραλλαγμένος.
Την μεγάλη Σφραγίδα
έφερε τ' Ουρανού. Φτασμένος δια
Οδού των Υδάτων.
Υδάτινος της Εβλογίας.
Αλλά όχι Κομιστής Παρηγορίας.
Δεν κρατούσε στο χέρι Λουλούδι
του Μηνύματος.
Περίεργο κι αφάνταστο: Άγγελος
να επισείει Μαστίγιο.
Μαστίγιο τιμωρίας ενώ εκόμιζε
τα Φώτα τ' ουρανού και Διάβγεια
των Υδάτων. Άγγελος διαβγής
που μου 'φερε την αδιαφάνεια του
Σκότους.
Θεέ μον, του Ελέους και των
Οιχτιρμών,
άφησέ μου τον Άγγελο τούτον του
Μαστίγιου κοντά μου.
Όσο κι αν φέβγεις και αν
αποκοιμιέσαι,
μη μου τον ανακαλείς.
Άφησέ μου τον Άγγελο κοντά μου
του Μαρτυρίου και του Θανάτου.
Άφησέ μου τον Άγγελο τούτο του Ιlένθους
στο πλεβρό μου.
Άκουσε την Κραβγή της Αδυναμίας
μου, Θεέ της Αγάπης,
και τούτο μόνο σου δέομαι, στην
παράλυση της σκοτείνιας
Άφησέ μου κοντά μου, τον Άγγελο
του Φωτός και των Υδάτων.
18 Ιουλίου
1931