Γεώργιος Φίλιας
Επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Η Εορτή της Κοιμήσεως
Από Γ.Ν. Φίλια: «Οι Θεομητορικές Εορτές στη Λατρεία της Εκκλησίας.» Εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ, Αθήνα 2002.
2. Οι περί της εορτής μαρτυρίες εκ των πανηγυρικών ή εγκωμιαστικών Ομιλιών
(II) Τελετουργικές πληροφορίες περί της εορτής
Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε να προσεγγίσουμε τις παραπάνω πηγές από την πλευρά του τελετουργικού της εορτής της Κοιμήσεως. Οι Λόγοι και τα προς την Κοίμηση εγκώμια των εκκλησιαστικών συγγραφέων σκοπό έχουν να αναδείξουν το εορτολογικό περιεχόμενο, να εξάρουν το σωτηριολογικό μήνυμα της εορτής και να ανακεφαλαιώσουν τη Μαριολογική διδασκαλία της ορθοδόξου ανατολικής Εκκλησίας. Τα κείμενα αυτά -οι πηγές της ερευνάς μας- δεν είναι ούτε «ευχολόγια» ούτε «τυπικά», επομένως δεν πρέπει να αναμένουμε από αυτά εκτεταμένη αναφορά στον τρόπο τελέσεως (το τελετουργικό) της εορτής της Κοιμήσεως. Επιχειρούμε, εν τούτοις, να ανιχνεύσουμε τις όποιες τελετουργικές πληροφορίες μας παρέχουν, με την πεποίθηση ότι οι πληροφορίες αυτές συνθέτουν ένα τελετουργικό πλαίσιο της εορτής σε εποχές, κατά τις οποίες ελλείπουν άμεσες λειτουργικές πηγές.
(α) Τόσο στην ιστορία της χριστιανικής λατρείας όσο και στη θρησκευτική λαϊκή συνείδηση, η έννοια της «εορτής» είναι στενά συνυφασμένη με την έννοια της «πανηγύρεως». Οι εγκωμιάζοντες την Κοίμηση εκκλησιαστικοί συγγραφείς επισημαίνουν την έννοια της πανηγύρεως, η οποία πηγάζει από το «θάνατο»(229). Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι το 14ο αι., Γρηγόριος ο Παλαμάς αποκαλεί την εορτή ως «παγκόσμιο πανήγυρη»(230), γεγονός το οποίο σημαίνει όχι μόνο την καθολική επικράτηση της εορτής αλλά και την αποβολή του όποιου πένθιμου χαρακτήρα.
Η πανήγυρη της Κοιμήσεως είναι κοινή για τους αγγέλους και τους ανθρώπους, για τα επίγεια και τα ουράνια(231). Η άποψη αυτή πηγάζει από τις ποικίλες διηγήσεις, στις οποίες σαφώς μαρτυρείται η παρουσία των αγγελικών δυνάμεων μαζύ με τους αποστόλους και τους λοιπούς πιστούς κατά την Κοίμηση και τον ενταφιασμό της Θεοτόκου. Πηγάζει, επίσης, από τις μαρτυρίες των διηγήσεων περί συμμετοχής της φύσεως στον προθανάτιο και επιθανάτιο θρήνο. Η πανήγυρη της Κοιμήσεως αποτελεί εορτή «σεβάσμιο»(232), πηγή χαράς(233) και λαμπρότητας(234). Οι μαρτυρίες αυτές αντανακλούν, προφανώς, τον τρόπο επιτελέσεως της πανηγύρεως κατά την εποχή των εκκλησιαστικών συγγραφέων τους. Τα στοιχεία του «σεβασμού», της «χαράς» και της «λαμπρότητας» είναι ενδεικτικά της σημασίας του εορτασμού, αλλά και της τελετουργικής μεγαλοπρέπειας η οποία θα εχαρακτήριζε προφανώς την πανήγυρη.
Ενδιαφέρουσα παράμετρος στο θέμα της πανηγύρεως είναι η του Ι. Δαμασκηνού, περί διακρίσεως του εν λόγω χριστιανικού εορτασμού από αντίστοιχους ειδωλολατρικούς. Ο Δαμασκηνός σπεύδει να διευκρινίσει ότι η «εξόδιος εορτή της μητέρας του Θεού» δεν χαρακτηρίζεται από πανηγύρεις με «αυλούς» και «κορύβαντες» όπως συμβαίνει περί των εορτών «των μητέρων των ψευδωνύμων θεών», κατά τις όποιες επισυμβαίνουν όργια(235). Η σκέψη του ιερού συγγραφέα οδηγείται στη συνάφεια μεταξύ της τιμωμένης Θεοτόκου και του λατρευομένου Θεού, υπό την έννοια ότι η αρμόζουσα στο Θεό πνευματική λατρεία προεκτείνεται στην τιμή της μητέρας του Θεού, της Θεοτόκου(236). Τα υπό του Δαμασκηνού επισημαινόμενα ως προς το χαρακτήρα της πανηγύρεως της Κοιμήσεως διαφωτίζουν πτυχές της ιστορίας της εορτής: είναι γνωστή η διστακτικότητα της χριστιανικής εκκλησίας κατά τους πρώτους αιώνες περί της συστάσεως εορτών, οι οποίες θα δημιουργούσαν παρεξηγήσεις στις συνειδήσεις των Χριστιανών λόγω συναφείας τους με αντίστοιχες ειδωλολατρικές. Αν και οι αντιστοιχίες δεν ήσαν πλήρεις, η Εκκλησία δεν έσπευσε να θεσμοθετήσει εορτές περί Γεννήσεως του Κυρίου (οι ειδωλολατρικές εορτές των γενεθλίων των Θεών -dies natali- ήσαν έντονες και διαδεδομένες), αλλά και περί Κοιμήσεως της Θεοτόκου, εφόσον και στο θέμα του «θανάτου των θεοτήτων» η ειδωλολατρία επεδείκνυε τελετουργική κινητικότητα. Οι παρατηρήσεις του Δαμασκηνού, επομένως, απηχούν μία ιστορική πραγματικότητα και στοχεύουν στην αποφυγή παντός ειδωλολατρικού συνειρμού σε εποχή, κατά την οποία η εορτή της Κοιμήσεως έχει λάβει επίσημο χαρακτήρα.
(β) Μία τελετουργική πτυχή του εορτασμού της Κοιμήσεως είναι οι διάφοροι «χαιρετισμοί», οι οποίοι καταχωρίζονται -υπό διαφορετικές αφορμές- στους εγκωμιαστικούς προς την Κοίμηση Λόγους. Η επισήμανση του Ανδρέα Κρήτης ότι, κατά την εορτή της Κοιμήσεως, πάσα γλώσσα χορευέτω και προσαδέτω τη Θεοτόκω το χαίρε(237) δεν συνιστά μια απλή παρατήρηση, εκφραστική της προς την εορτή ευσέβειας, αλλά μας εισάγει στο ενδιαφέρον τελετουργικό θέμα πιθανής υπάρξεως εγκωμιαστικών χαιρετισμών κατά την επιτέλεση της εορτής.
Το κείμενο, το οποίο μας ενδιαφέρει -εν προκειμένω- περισσότερο είναι οι χαιρετισμοί Λέοντος ΣΤ’ του σοφού (+911), όπως καταχωρίζονται σε Ομιλία του στην Κοίμηση(238). Ο Λέων υπήρξε και υμνογράφος, ολίγοι δε πλην όμως εκλεκτοί ύμνοι του ευρίσκονται έως σήμερον σε λειτουργική χρήση. Παραθέτουμε κατωτέρω το κείμενο των χαιρετισμών του προς την κοιμηθείσα Θεοτόκο, έχοντες τη διαίσθηση ότι είτε μέρος αυτών είτε το όλον απετέλεσαν στοιχεία του τελετουργικού της εορτής:
Χαίρε η κιβωτός, δι’ης ο Θεός εν τω διά σου αναστήσαι το πλάσμα του πτώματος, εφ' ω κειμένω τα της στοργής ετρύχετο σπλάχνα, καντεύθεν ανεστηκότος αναπαυσάμενος, εις την εαυτόν ανέστη ανάπαυσιν. Χαίρε, το πίον όρος, ου την πιότητα κατιδών ο της φύσεως γεωργός, εκ σου ημίν εγεώργησε την αφθονίαν των αγαθών. Χαίρε, δι’ης οσφύος θνητής επί τον αιώνιον θρόνον αιωνίως καθίσων, ενίδρυται βασιλεύς. Χαίρε, εν η ύσας ο της ζωής υετός, αυχμώ κινδυνεύοντα θάνατον τα πέρατα διεσώσατο. Χαίρε, ο δεξιώτατος τόμος της τον Θεού Λόγου γραφής (επισυνήφθω γαρ τοις προπατορικοίς ιερολογήμασι, και α, τω αυτώ πνεύματι χειλέων ετέρων ιερολογήθη, τη αυτή προσαναρμόζοντα χορεία), δι’ου τετρυχωμένος ημίν τω βαρεί της δουλείας ζυγώ, αναφαίρετος εγράφη ελευθερία. Χαίρε, Ράβδος, εξ ης του ζωηρού άνθους της ευλογίας εξανθηκότος, η φθοροποιός απεφθάρη κατάρα. Χαίρε, η τον άστεκτον άνθρακα περισχούσα λαβίς, δι’ου της ρυπαράς αμαρτίας, εν τη χειλέων προσψαύσει εκκαθαιρόμεθα. Χαίρε, η τον καινώς και υπερφυώς γεωργηθέντα άρτον φέρουσα τράπεζα• ου τραφέντες οι τη γεωργία της ακάνθης λιμώ απολλύμενοι, του κινδύνου διασεσώσμεθα. Χαίρε, πύλη, η μόνω τω Βασιλεί, εις την είσοδον της καθ’ημάς αφωρισμένη ζωοπλαστίας, των κλείθρων σοι παλάτιον, εξ ου ταπεινώ σχήματι προεληλυθώς ο Βασιλεύς, και τον ανηρημένον το καθ’ ημάς κράτος θάνατον ανελών, το της εκείνου τυραννίδος οδυνηρόν, και επίπονον, εις ανάπαυσιν ήμειψεν,η και αυτή σήμερον προσομιλούσα, προς την διά σου κεχορηγημένην διαβαίνεις άθανασίαν(239).
(γ) Οι μαρτυρούμενες «υμνωδίες» κατά την εορτή της Κοιμήσεως αποτελούν μία ακόμα πτυχή του τελετουργικού. Η ποικιλία των περί την υμνωδία αυτή χαρακτηρισμών αποκαλύπτει ένα ευρύ φάσμα λειτουργικών στοιχείων: γίνεται αναφορά σε «μέλος επιτάφιο» και όχι «επιθαλάμιο», το οποίο «ανακρούεται»(240)• σε «ψαλμούς, ύμνους και ωδές πνευματικές», με τις οποίες «γεραίρεται» η Θεοτόκος(241)• σε «ιερούς ύμνους» οι οποίοι «μελωδούνται»(242)• σε «ιερά άσματα», με τα οποία «ευφημείται» η Θεοτόκος(243)• σε «ευφημίες, ψαλμούς και ευχαριστίες» επί τη εορτή(244). Στις μαρτυρίες αυτές η υμνωδία συμπλέκεται με το μέλος, η εξύμνηση με την πνευματική αγαλλίαση.
Ενδιαφέρουσες είναι οι μαρτυρίες περί ορισμένης ακολουθίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ανεπέμπετο η υμνωδία. Ο Δαμασκηνός αναφέρεται σε «παννύχεις στάσεις»(245), υποδηλώνοντας προφανώς την τέλεση ολονύκτιου εορτασμού επί τη εορτή της Κοιμήσεως. Στον τύπο αυτό της ακολουθίας αναφέρεται αναλυτικότερον ο Γερμανός Α' Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος μαρτυρεί περί τριών παννυχίδων, οι οποίες προηγούνται της εορτής της Κοιμήσεως(246). Η πληροφορία αυτή του Γερμανού αποκαλύπτει ότι υφίστατο τριήμερος εορτασμός. Εφόσον η συγκεκριμένη τελετουργική πρακτική ίσχυε για την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, θα πρέπει να τη θεωρήσουμε ως διαδεδομένη και σε άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας. Ο τριήμερος εορτασμός υποδηλώνει και την τελετουργική λαμπρότητα της εορτής και πιστοποιεί τη διάδοση και εδραίωσή της στην εορτολογική συνείδηση της Εκκλησίας.
(δ) Οι Λόγοι και τα εγκώμια επί τη εορτή της Κοιμήσεως περιέχουν, ενίοτε, κάποιες προσευχές, απευθυνόμενες προς τη Θεοτόκο. Οι προσευχές αυτές δεν μαρτυρούνται σε ιδιαίτερα λειτουργικά βιβλία (στις ευχολογιακές συλλογές) και δεν γνωρίζουμε εάν αποτελούσαν ατομικές ευχές των συγγραφέων τους ή συλλογικές ευχές της Εκκλησίας. Το κύρος των συγκεκριμένων συγγραφέων, πάντως, δεν αποκλείει την ευρύτερη αποδοχή των προσευχών αυτών από τη λειτουργική πράξη της εποχής, αλλά και τη θεώρησή τους ως προτύπων για τη δημιουργία θεομητορικών προσευχών.
Οι σημαντικότερες εκ των προσευχών αυτών προέρχονται από το Γερμανό Κωνσταντινουπόλεως. Η καταγραφόμενη στο Εγκώμιο εις την Κοίμησιν προσευχή περιέχει τμήμα, το οποίο προσομοιάζει με τμήμα της ευχής των Δίπτυχων στις περισσότερες Λειτουργίες των ανατολικών λειτουργικών τύπων(247). Ο επίλογός της παραπέμπει σε λειτουργική προσευχή, όπως και μία ακόμη προσευχή του Γερμανού, η οποία όμως έχει περισσότερο προσωπικό παρά συλλογικό χαρακτήρα(248). Λειτουργικού χαρακτήρος, επίσης, πρέπει να θεωρηθεί και η του Θεοδώρου Στουδίτου(249), του δε Γρηγορίου του Παλαμά ευρίσκεται μάλλον σε πλαίσια ατομικής προσευχής(250).
Υπήρχαν ιδιαίτερες προσευχές κατά την επιτέλεση του εορτασμού της Κοιμήσεως; Στο ερώτημα αυτό δεν μπορούμε να έχουμε σαφή απάντηση, οι δε μαρτυρούμενες ευχές θα πρέπει να θεωρηθούν ως ελεύθερη έμπνευση των συγγραφέων τους, η οποία (έμπνευση) ουδέποτε έλαβε καθολικό χαρακτήρα. Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς των Λόγων και εγκωμίων προς την Κοίμηση θα μπορούσαν να καταγράψουν το περιεχόμενο των προσευχών αυτών υπό άλλη συγγραφική μορφή. Το γεγονός ότι προτίμησαν τη μορφή της προσευχής προϊδεάζει περί κάποιας έμμεσης λειτουργικής μαρτυρίας και, πάντως, ενισχύει τη μαρτυρία περί λαμπρού εορτασμού επί τη Κοιμήσει της Θεοτόκου.
Υποσημειώσεις
229. Ανδρέου Κρήτης, Λόγος ΙΓ', Εις την Κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97, 1072C/1. Δαμασκηνού, Λόγος Α' εις την Κοίμησιν,12, εκδ. Ρ .Voulet, SC 80, 1961, σ. 112/Λόγος Β' εις την Κοίμησιν,15,16, έκδ. P. Voulet, SC 80, 1961, σ. 162/ Ισιδώρου Θεσσαλονίκης, Λόγος Δ', Εις την πάνσεπτον κοίμησιν, Β', PG 139,120Β.
230. Λόγος ΛΖ', Εις την πάνσεπτον Κοίμησιν της πανυπεράγνου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, 6, ΕΠΕ 76,1985, σ. 444.
231. Ουκούν γινέσθω μία κοινή σήμερον πανήγυρις, και αγγέλοις συνενφραινέσθωσαν άνθρωποι... (Ανδρέου Κρήτης, Λόγος ΙΓ', Εις την Κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97, 1072C)/Nυv ουρανοί ευφραινέσθωσαν, και κροτείτωσαν άγγελοι• νυν «αγαλλιάσθω η γη» και σκιρτάτωσαν άνθρωποι• νυν αήρ αφεγγής περιαιρείσθω ζόφον τον αμειδή και δυσείμονα, και μιμείσθω φαιδρώς την της ημέρας στιλπνότητα τοις εκ πυρός αμαρύγμασιν (Ι. Δαμασκηνού, Λόγος Β’ εις την Κοίμησιν, 15,16, εκδ. P. Voulet, SC 80, 1961, σ. 134)/Ουκούν εορτάσωμεν της Θεοτόκου την κοίμησιν, άμα ταις θείαις και φιλεόρτοις δυνάμεσι (Ιωάννου Θεσσαλονίκης, Εις την κοίμησιν ήτοι ανάπαυσιν και προς Θεού μετάστασιν της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου 1, εκδ. M. Jugie, «Homélies mariales byzantines», εν P. Graffin, Patrologia Orientalis 19 (2), 1926, σ. 406 (10-12).
232. Ι. Δαμασκηνού, Λόγος A' εις την Κοίμησιν, 12, εκδ. P. Voulet, SC 80,1961, σ. 90.
233. Ι. Δαμασκηνού, Λόγος Α' εις την Κοίμησιν, 12, εκδ. P. Voulet, SC 80, 1961, σ.112/Γρηγορίου του Παλαμά, Λόγος ΛΖ', Εις την πάνσεπτον Κοίμησιν της πανυπεράγνου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, 6, ΕΠΕ 76,1985, σ. 444/Ιωάννου Θεσσαλονίκης, Εις την κοίμησιν ήτοι ανάπαυσιν και προς Θεού μετάστασιν της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου 1, έκδ. M. Jugie, «Homélies mariales byzantines», εν Ρ. Graffin, Patrologia Orientalis 19 (2), 1926, σ. 377 (19-21).
234. Θεοδώρου του Στουδίτου, Eγκώμιον εις την Κοίμησιν της αγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, στ', PG 99, 728D-729B.
235. Η αναφορά του Δαμασκηνού γίνεται περί της λατρείας της Κυβέλης (βλ. P. Voulet, SC 80,1961, σ.160, σημ.1).
236. Δεύτε τοιγαρούν και ημείς σήμερον εορτήν εξόδιον τη μητρί του Θεού εορτάσωμεν, ουκ αυλούς τινας και κορύβαντας φέροντες, και τα της μητρός των ψευδωνύμων θεών, ως αυτοί λέγουσι, θιασεύοντες όργια, ην πολύτεκνον μυθοπλαστούσιν οι άφρονες, ο δε της αληθείας λόγος παρίστησιν άτεκνον... Ημείς δε οις Θεός εστι το λατρευόμενον, Θεός ουκ εκ μη όντος εις το είναι παραγενόμενος, αλλ’αεί ων εκ του αεί όντος υπέρ αιτίαν, και λόγον και έννοιαν και χρόνον και φύσεως, μητέρα Θεού τιμώμεν και σέβομεν (Λόγος Β'εις την Κοίμησιν, 15, έκδ. P. Voulet, SC 80,1961, σ.160).
237. Λόγος ΙΓ’, Εις την Κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97,1072C.
238. Λόγος ΙΔ', Ομιλία εις την Κοίμησιν της παναγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, PG 107,157C-172B.
239. Όπ.π., 164C-165B.
240. Ανδρέα Κρήτης, Λόγος ΙΓ’, Εις την Κοίμησιν της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, PG 97,1072C.
241. Ι. Δαμασκηνού, Λόγος Α’ εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου, 14, έκδ. P. Voulet, SC 80,1961,σ.118.
242. Ι. Δαμασκηνού, Λόγος Γ’ εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου, 5, εκδ. Ρ. Voulet, SC 80,1961, σ. 194.
243. Ι. Δαμασκηνού, Λόγος Β' εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου, 15, 16, εκδ. P. Voulet, SC 80,1961, σ.162.
244. Νικηφόρου Χούμνου, Θέσπισμα επί τη μεγάλη και τελευταία εορτή του κατά Χριστόν παντός μυστηρίου, PG 140,1525Β.
247. Μέμνησο Χριστιανών των σων δούλων. Παράθου και πάντων δεήσεις, τας όλων ελπίδας. Την πίστιν στερέωσον, τας Εκκλησίας ένωσον την βασιλείαν τροπαιοφόρησον, τω στρατώ συμπολέμησον, τον κόσμον ειρήνευσον και πάντας κινδύνων και πειρασμών λυτρουμένη, ακατάκριτον εκάστω την ημέραν της ανταποδόσεως παρασχεθήναι δυσώπησον. Προς τίνα γαρ άλλην απελευσώμεθα; Ρήματα ζωής έχεις τα προς τον Θεόν υπέρ ημών της σης παραθέσεως ικετεύματα. Συ γαρ ει η πάντοτε ποιήσασα, και ποιείν μη ενδιδούσα μεγαλεία μεθ' ημών και άγιον το όνομά σου το εξ αγγέλων και ανθρώπων μακαριζόμενον εν πάσαις γενεαίς γενεών, από του νυν, και έως του αιώνος των αιώνων. Αμήν (Εγκώμιον εις την αγίαν και σεβάσμιον κοίμησιν της υπερενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, PG 98,372C-D).
248. ...Άπιθι σώματι και ημίν συνπαράμενε πνεύματι, τοις δεσμίοις και προσφύγοις σου, ιδού γαρ πάσαν την ελπίδα ημών εις σε ανατιθέμεθα, πιστεύοντες δια των αγίων σου ευχών σωθήναι, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν (Εις την κοίμησιν της παναγίας Θεοτόκου, Λόγος Α', 19, εκδ. A. Wenger, όπ.π., σ. 53).
249. ...κατευλογήσαι αξίωσον, Θεοτόκε, τα της οικουμένης πέρατα• πρεσβείαις σου τους αέρας ευκρατούσα, τους όμβρους ευκαίρως δωρούμενη, τους ανέμους ευθετούσα, την γήν ευκαρπούσα, την Εκκλησίαν ειρηνεύουσα, την ορθοδοξίαν κρατύνουσα, την βασιλείαν φυλάττουσα, τα βάρβαρα έθνη αποσοβούσα, άπαν των Χριστιανών φύλον περιέπουσα... εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών... (Εγκώμιον εις την Κοίμησιν της αγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, στ’, PG 99,728D-729B).
250. Ομιλία ΛΖ', εις την πάνσεπτον κοίμησιν της πανυπεράγνου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, 20, ΕΠΕ 76,1985, σ. 462.
|