Αντώνιος Παπαδόπουλος
Καρπός της αρχικής «καταλλαγής» Ανατολής και Δύσεως η επανακομιδή ιερών λειψάνων
Εισαγωγικά
Αίτημα της οικουμενικής εποχής, στην οποία ζούμε, είναι όπως οι «εκκλησίες» και οι διάφορες χριστιανικές ομολογίες πραγματοποιήσουν το ταχύτερο δυνατό τη μεταξύ τους ενότητα, οι δε χριστιανοί παρουσιάσουν στο σύγχρονο κόσμο τον «ένα Χριστό». Πολλοί σκαπανείς της οικουμενικής κινήσεως ευελπιστούν ότι η τρίτη χιλιετία, στις παρυφές της οποίας ήδη βρισκόμαστε, θα φέρει μαζί με την ενότητα του χριστιανικού κόσμου
και την ενότητα της ανθρωπότητας.
Ειδικότερα για την ενότητα του χριστιανικού κόσμου και για τη δημιουργία καλού κλίματος μεταξύ Ορθόδοξου και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας εργάσθηκαν με ζήλο και επιτυχία οι δύο «ειρηνοποιοί», ο Πάπας Παύλος ΣΤ' και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας. Οι δύο αυτές ευλογημένες προσωπικότητες συνετέλεσαν στο να επέλθει προσέγγιση των δύο εκκλησιών, να δημιουργηθεί κλίμα φιλίας και συναδελφώσεως, ύστερα μάλιστα από την ιστορική τους συνάντηση στα Ιεροσόλυμα (1964), την άρση των αναθεμάτων (1965), και τις συναντήσεις Πάπα και Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη και Ρώμη (1967). Έτσι εγκαινιάστηκε η εποχή της «καταλλαγής» και του «διαλόγου της αγάπης». Καρπός της «πρώτης βαθμίδος» καταλλαγής των δύο εκκλησιών είναι η επιστροφή ιερών λειψάνων που επί αιώνες φυλάσσονταν στη Δύση με ευλάβεια. Τέτοια λείψανα που επιστράφηκαν στον τόπο της προελεύσεώς τους είναι η Κάρα του Αποστόλου Ανδρέα (1964)(1), το ιερό σκήνος Σάββα του Ηγιασμένου (1965)(2), η Κάρα του Αγίου Τiτου (1966)(3), μέρος του ιερού λειψάνου του Αγίου Ισίδωρου στη Χίο (1967)(4), μέρος των ιερών λειψάνων του Αγίου Κυρίλλου, φωτιστού των Σλάβων και ολόκληρης της Ευρώπης (1974)(5), και ιδιαίτερα η επανακομιδή των χαριτοβρύτων λειψάνων του μεγαλομάρτυρα Αγίου Δημητρίου, προστάτη και πολιούχου της Θεσσαλονίκης και οικουμενικού Αγίου (1980)(6). Η επανακομιδή των ιερών λειψάνων χαροποίησε ολόκληρο το ορθόδοξο πλήρωμα που είχε την ευκαιρία να πληροφορηθεί ότι «κάτι» ίδιαίτερα καλό συντελείται στις μέρες μας μεταξύ των χριστιανών και ειδικότερα μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Και έτσι είναι, αφού η επανακομιδή ιερών λειψάνων αποτελεί το «προοίμιο» του θεολογικού διαλόγου Ανατολής και Δύσεως, ο οποίος διάλογος είναι πιά γεγονός και διεξάγεται μέσα σε ατμόσφαιρα εγκαρδιότητας.
Με την επανακομιδή των αγίων λειψάνων ασχολούμενοι δεν πρόκειται να επιμείνουμε σε ιστορικές λεπτομέρειες που αναφέρονται στα ιερά λείψανα. Στην παράθεση της βιβλιογραφίας ανατρέχοντας ο αναγνώστης μπορεί να βρει πληροφορίες. Σε μας ενδιαφέρει να εξετάσουμε το πνεύμα της νέας εποχής που χαρακτηρίζεται ως οικουμενικό, και τις δυνατότητες για παραπέρα καταλλαγή μεταξύ Ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Μας ενδιαφέρει επίσης να αναφερθούμε στη συμβολή των αγίων γιά την ανάπτυξη αδελφοσύνης Ανατολής και Δύσεως και να μνημονεύσουμε τους συνεργούς της δημιουργίας κλίματος αγάπης. Κατά την ανάπτυξη του θέματός μας δε θα προβαίνουμε σε κρίσεις επί εκκλησιολογικών ή άλλων θεολογικών διαφορών που διαφαίνονται από τα παρατιθέμενα κείμενα, αφού όλες οι διαφορές θα τεθούν και θα συζητηθούν από τους υπεύθυνους εκπρόσωπους του διμερούς διαλόγου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. - Ο πρωτόκλητος Απόστολος Ανδρέας μαρτύρησε στην Πάτρα. Το ιερό λείψανό του διακομίσθηκε στις 3 Μαρτίου του 357 επί Κωνσταντίου, γιου του Μ. Κωνσταντίνου, από τον τόπο του μαρτυρίου του στην Κωνσταντινούπολη και «κατετέθη εν τοις Αγίοις Αποστόλοις τοις Μεγάλοις». Η Κάρα όμως του Αγίου δωρήθηκε στην Πάτρα πιθανότατα από τον Βασίλειο τον Μακεδόνα. Μετά την άλωση της πελοποννησιακής πρωτεύουσας από τους Τούρκους, ο τελευταίος των Δεσποτών, ο Θωμάς ο Παλαιολόγος, μετέφερε αυτή στη Ρώμη επί πάπα Πίου του Β' το 1460 όπου και φυλασσόταν στο Ναό του Αγίου Ανδρέα. Επί πάπα Πίου Θ' (1846-1878) διακομίσθηκε στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου και εναποτέθηκε οριστικά εντός ιδιαίτερου παρεκκλησίου του Αγίου. Από το παρεκκλήσιο αυτό τον Σεπτέμβριo του 1964 διακομίσθηκε στην πελοποννησιακή πρωτεύουσα. Βλ. σχετική βιβλιογραφία. Acta Apostolicae Sedis, τόμ. Δ', (31.7.1964) σ. 586. L'Osservatore Romano «La Reliqua di Sant' Andrea che sarà restituita alla Chiesa Greco-Orthodossa (144, 24.5.1964). Τόμος Αγάπης. Vatican-Phanar (1958-1970) Rome-Istanbul 1971, σ. 145, Π. Γρηγορίου, «Η εκ Πατρών εις Ρώμην ανακομιδή της σεπτής Κάρας του Αγίου Ανδρέου», Καθολική (1964), 216-217. Γ. Π. Μπούρου. Το ιστορικόν της κάρας του Αποστ. Ανδρέου», Πάτραι, (Ανάτυπο από το περιοδικό «Νέος Ελληνομνήμων»). Χρονικόν των τιμίων λειψάνων του πολιούχου Αποστόλου Ανδρέου, Ιερά Μητρόπολις Πατρών 1969, Μ.Σ. Θεοχάρη, «Η μεταφορά της Κάρας του Αγίου Ανδρέου εις Ρώμην», Καθημερινή (1.7.1964). «Ανδρέας ο Πρωτόκλητος, Ιδρυτής της Εκκλησίας του Βυζαντίου», Καθημερινή (30.9.1964). Νέος Ελληνομνήμων, Τόμος Ι, Αθήναι 1913, σ. 13, Μ. Γεδεών, Βυζαντινόν Εορτολόγιον, Κωνσταντινούπολις 1899, Ματθαίου Αμαλφιτανού, «Translatio Corporis Sancti Andrea Apostoli de Constantinopoli In Annalfian», Comte Paul Riant, Exuvial Sacrae Constantinopolitane, Γενεύη 1877, Τόμος Α', σ. CV. Ν. Θωμοπούλου, Ο Απόστολος Ανδρέας, Αθήναι 1969. Ι. Bekker, Corpus Script. Byzant. Βοnn 1838, σ. 410, Η. Vast, Le Cardinal Bessarion, Paris 1878, σ. 257.
2. - Ο Άγιος Σάββας εξεδήμησε προς Κύριο το 533 σε ηλικία 94 χρόνων στα Ιεροσόλυμα και τάφηκε στη Λαύρα του. Αργότερα το ιερό λείψανο διακομίσθηκε στην Κωνσταντινούπολη και απ' εκεί στή Βενετία όπου και φυλασσόταν μέχρι το 1965. Σχετική βιβλιογραφία βλ. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, Ιερουσαλήμ 1910. Κλεόπα Μ. Κοικυλίδου, Περί των εν Παλαιστίνη Αρχαίων και Νεωτέρων Ελληνικών Μοναστηρίων, Ιερουσαλήμ 1906. Ιωάννου Φωκυλίδου, Η Ιερά Λαύρα Σάββα του Ηγιασμένου, Αλεξάνδρεια 1927. Ρ. Blondel, «Saint Sabbas, le moine, l'organisatcure, le saint», La Terre Sainte (1965) 283, Α. Couret, La Palestine sous les empereus Grecs, Grenoble 1869. Παπαδοπούλου Κεραμέως, Ιεροσολυμιτική Βιβλιοθήκη, Πετρούπολις 1984, Τόμ. Β'. «Αναμνηστικόν Τόμον επί τη ανακομιδή του σεπτού σκηνώματος Σάββα του Ηγιασμένου εκ Βενετίας εις Αγίαν Πόλιν Ιερουσαλήμ». Εν Ιερουσαλύμοις 1965. (Ανάτυπον εκ του Ξ' Τόμου «Νέα Σιών» Τύποις Ιερού Κοινού του Παναγίου Τάφου).
3. - Η Κάρα του πρώτου επισκόπου Κρήτης φυλασσόταν μέχρι την κατάκτηση της Μεγαλονήσου από τους Σαρακηνούς (824) στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Τίτου της Γορτύνης, πρωτεύουσας μέχρι τότε του νησιού και έδρας της Μητροπόλεως Κρήτης. Oι κάτοικοι Γορτύνης φεύγοντας για να μη πέσουν στα χέρια των Αράβων πήραν μαζί τους και την Αγία Κάρα. Μετά την ανάκτηση της νήσου από τον Νικηφόρο Φωκά (961) τοποθέτησαν την Κάρα στο μεγαλοπρεπή καθεδρικό Ναό του Aγίoυ Τίτου στον Χάνδακα (Ηράκλειο ), που έγινε νέα πρωτεύουσα. Το ιερό λείψανο από το 961 μέχρι το 1669 διαφυλάχθηκε στον Καθεδρικό Ναό. Όταν όμως η πόλη του Ηρακλείου έπεσε στα χέρια των Τούρκων (1669 ) οι Ενετοί μετέφεραν την Κάρα στη Βενετία και την εναπέθεσαν στο Ναό του Αγίου Μάρκου. Βλ. Σχετική βιβλιογραφία στου Π. Γρηγορίου, Πορεία προς την Ενότητα, Τόμος Β', Αθήναι 1978, σ. 410.
4. - Ο Άγιος Ισίδωρος καθαγίασε με το μαρτύριό του τη Νήσο Xίo το 250. Στη Χίο διασώζεται ζωντανή μέσω των αιώνων, η ανάμνηση του φρικτού μαρτυρίου του. Τα λείψανα της Βασιλικής που κτίσθηκε τον Ε' αιώνα κοντά στην κρύπτη όπου σώζεται ο κενός τάφος, άλλα παρεκκλήσια, που ανήγειρε η πίστη του λαού σε διάφορα σημεία του δρόμου του μαρτυρίου, απ' όπου πέρασε δέσμιος και αιμόφυρτος ο Άγιος, μιλούν.γι' αυτόν. Το ιερό του λείψανο μεταφέρθηκε αργότερα από το Δόγη Δομίνικο Μιχαήλ γύρω στα 1125 στη Βενετία και τοποθετήθηκε στο Ναό του Αγίου Μάρκου. Δύο αιώνες αργóτερα ο Δόγης Ανδρέας Δάνδολο (1342-1350) έδωσε εντολές να τοποθετηθεί μέσα σε πολυτελή μαρμάρινη σαρκοφάγο και να αποθησαυρισθεί σε ειδικό παρεκκλήσιο του ναού που τιμάται με το όνομα του Αγίου. Αρχικά το Άγιο λείψανο ήταν ακέφαλο. Όταν όμως αργότερα ανακαλύφθηκε η σεπτή κάρα μεταφέρθηκε και αυτή στη Βενετία. Βλ. Γράμμα του Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιακώβου, Τοποτηρητού Χίου, («τω σεβασμιωτάτω και Αγιωτάτω Πατριάρχη Βενετίας Καρδιναλίω Ιωάννη Ουρμπάνι)», στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 442. Αναμνηστικόν Τόμον, Ο Άγιος Ισίδωρος, Προστάτης καί πολιούχος της Χίου, Αθήναι 1968.
5. - Βλ. «Μεταφορά των Αγίων Λειψάνων του Αγίου Κυρίλλου εις Κωνσταντινούπολιν και συνεορτασμός της θρονικής εορτής του Αγίου Ανδρέου (30.11.1974)», Στάχυς (Ι. Μητρόπολις Αυστρίας. Ιούλιος 1977-Ιούνιος 1981, τεύχος 52-67, σ. 531). Βλ. επίσης και τα τείχη 28-39 (1971-74), και 40-51 (1974-1975) 45, του ίδιου περιοδικού.
6. - Tα ιερά Λείψανα του μεγαλομάρτυρα Αγίου Δημητρίου τα ανακάλυψε στην κρύπτη του Αββαείου του Σαν Λορέντζο Ιν Κάμπο τής Ιταλίας η βυζαντινολόγος-αρχαιολόγος Μαρία Θεοχάρη. Για την ανακάλυψη των ιερών λειψάνων έκανε σχετική ανακοίνωση στην Ακαδημία Αθηνών την 15.6.1978 ο Ακαδημαϊκός Αναστάσιος Ορλάνδος. Ευθύς αμέσως ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κινήθηκε δραστήρια και πέτυχε αρχικά την επιστροφή της Αγίας Κάρας (τον Οκτώβριο του 1978) και ύστερα ολόκληρο το ιερό λείψανο στις (24.4.1980). Στο μέλλον πρόκειται να εκδοθεί αυτοτελές τεύχος αφιερωμένο ειδικά στον Πολιούχο Άγιο Δημήτριο τον Μυροβλήτη όπου θα εκτίθενται τα αφορώντα στην ανεύρεση του τιμίου λειψάνου, τη μεταφορά και ειδικότερα στη γνησιότητα αυτού. Βλ. Δ. Βακάρου, «Η επανακομιδή της Τιμίας Κάρας του Αγίου και ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου», Γρηγόριος ο Παλαμάς, 61 (1978) 384-389. «Εκδηλώσεις Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης κατά το έτος του Αγίου Δημητρίου του Μεγαλομάρτυρος», Γρηγόριος ο Παλαμάς 63 (1980 ) 78-82. «Λόγος του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος εν τω Μεγάλω Εσπερινώ της 12.4.1980 επί τη επανακομιδή των ιερών Λειψάνων του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλήτου», Γρηγόριος ο Παλαμάς, 63 (1980) 83-86. «Λόγος του Αρχιμ. Παντελεήμονος Καλπακίδη, Πρωτοσυγκέλλου Ι.Μ Θεσσαλονίκης, Γρηγόριος ο Παλαμάς 63 (1980 ) 86-91. «Προσφώνησις Π. Παντελεήμονος Καλπακίδη», Γρηγόριος ο Παλαμάς 63 (1980 ) 91-93. «Λόγος του εφημερίου του Σάν Λορέντζο Ιν Κάμπο Don Araldo», Γρηγόριος ο Παλαμάς 63 (1980) 93-95.
|