Αντώνιος Παπαδόπουλος
Καρπός της αρχικής «καταλλαγής» Ανατολής και Δύσεως η επανακομιδή ιερών λειψάνων
3. Πληροφόρηση του λαού
Η επανακομιδή των λειψάνων ύστερα από πολλούς αιώνες γινόταν κατά τρόπο πανηγυρικό. Ο λαός είχε την ευκαιρία να πληροφορηθεί ότι η επιστροφή των αγίων τους ήταν καρπός ενεργειών αρμοδίων παραγόντων που ζούσαν το νέο κλίμα της Ανατολής και της Δύσεως.
Οι πρωταγωνιστές της επανακομιδής ιερών λειψάνων πληροφορούσαν δημόσια τον λαό του Θεού για όλες τους τις ενέργειες και οι ορθόδοξοι ιδιαίτερα ευχαριστούσαν όλα εκείνα τα πρόσωπα που συνείργησαν στην ευόδωση του σκοπού. Πρόσωπα προς τα οποία απευθύνονταν ευχαριστίες ήταν κατά πρώτο λόγο ο Πάπας Παύλος ΣΤ', ο Καρδινάλιος Αυγουστίνος Μπέα, ο Πατριάρχης Βενετίας Καρδινάλιος Ουρμπάνι και άλλα. Ευχαριστίες και θερμές εκδηλώσεις βαθιάς ευγνωμοσύνης οφείλονται στον περισπούδαστο και διακεκριμένο
Προκαθήμενο «της υπό των αιμάτων των Πρωτοκορυφαίων Α οστόλων Πέτρου και Παύλου καθηγιασμένης Ρώμης, Πάπαν Παύλον τον ΣΤ'», έλεγε ο μητροπολίτης Πατρών Κωνσταντίνος. Η διαφύλαξη των τιμίων θησαυρών στη Δύση και ιδιαίτερα από τον Πάπα Πίο Β' ήταν έργο της θείας Πρόνοιας. Ο ίδιος μητροπολίτης αναπέμποντας ευχή αναφέρθηκε στη φιλάδελφη διάθεση της πρεσβυτέρας Ρώμης για την επιστροφή των λειψάνων «το σεπτόν καταπίστευμα και ημέτερον περιπόθητον θησαυρόν«(1).
Ο Νικόλαος Νησιώτης (τώρα καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών) εξ αφορμής της επιστροφής της Αγίας Κάρας του Αποστόλου Ανδρέα έκαμε τις εξής παρατηρήσεις α) οφείλομεν να αναγνωρίσουμε με υπευθυνότητα τη χειρονομία της αποδόσεως της τιμίας Κάρας, χωρίς καχυποψίες. β) Έχουμε ανάγκη από τέτοιες χειρονομίες που αυτές και μόνο μπορούν να θερμάνουν τις ψυχές. γ) Χωρίς δουλοπρεπείς εκφράσεις πρέπει να είμαστε εν Κυρίω ευγνώμονες και να μη βλέπουμε παντού «δούρειο ίππο». δ) Ο μεγάλος όγκος
του ελληνικού λαού έδειξε προσήλωση στην ουσία των γεγονότων, στην εκκλησία και στην παράδοσή του, απέδωσε την οφειλόμενη τιμή στο λείψανο και βρίσκεται μακριά από πικρά υπερορθόδοξα δήθεν στην ουσία όμως αντιορθόδοξα δημοσιεύματα, τα οποία δεν προσφέρουν τίποτε το θετικό. ε) Πρέπει η Ορθοδοξία να εμφανισθεί απαλλασομένη από καχυποψίες που δεν ανήκουν στο πνεύμα της και πρέπει να αναγνωρίσουμε τις αγαθές προδιαθέσεις. στ) Χάρη της αληθείας πρέπει να λεχθεί ότι η χειρονομία της αποδόσεως των ιερών λειψάνων είναι έργο της Γραμματείας του Βατικανού επί της εκκλησιαστικής ενότητας και ιδιαίτερα του πατρός Πέτρου Ντυπρέ. ζ) Η Ορθοδοξία πρέπει να συμβάλει στην ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Να θέσει τον εαυτό της στήν υπηρεσία της ενότητας χωρίς δισταγμούς. Να θέσει ακόμα τον εαυτό της στο κέντρο της οικουμενικής κινήσεως ανοικτή σε διάλογο και με αγάπη προς όλους «καταδεικνύουσα συνεχώς την αληθή αποστολικήν παράδοσιν της μιας αδιαιρέτου Εκκλησίας»(2).
Οι ευχαριστίες προς τον ουράνιο δομήτορα αναπέμπονταν δημόσια για την επανακομιδή των ιερών λειψάνων όπως επίσης και ικεσίες υπέρ των πρωταγωνιστών τους «Ας αναφέρωμεν ολόθερμους ευχαριστίας και αίνον δοξολογίας από βάθους ψυχής εις τον επουράνιον της Εκκλησίας δομήτορα», είπε δημοσία ο Πατρών
Κωνσταντίνος, «και ας προσπαθήσωμεν να διαφυλάξωμεν την ιεράν ταύτην παρακαταθήκην και πολύτιμον κληρονομίαν αλύμαντον και ασινή εις το διηνεκές και μέχρι της συντελείας των αιώνων. Ας ευχαριστήσωμεν έτι εν ευγνωμοσύνη πολλή και την αδελφήν ημών Δυτικήν Εκκλησίαν, η οποία επί πέντε ολοκλήρους αιώνας υπήρξε πιστή θεματοφύλαξ και φρουρός ακοίμητος της αποδήμου κάρας του Αγίου Αποστόλου Ανδρέα»(3).
Κατ' ανάλογο τρόπο και ο Μητροπολίτης Κρήτης Ευγένιος διερμήνευσε τα αισθήματα βαθιάς ευγνωμοσύνης κλήρου και εκκλησίας Κρήτης για το ευφρόσυνο γεγονός, της επανακομιδής της Κάρας του Αποστόλου Τίτου(4). Ο επίσκοπος Ειρηναίος, εκπρόσωπος της εκκλησίας Κρήτης, παραλαμβάνοντας το λείψανο
του Αγίου Τίτου εντός πνεύματος φιλίας παρατήρησε ότι κομίζει αδελφικούς ασπασμούς προς τους Ρωμαιοκαθολικούς αδελφούς. Ο Απόστολος Τίτος πρόσθεσε «εμόχθησε διά την θεμελίωσιν της χριστιανικής πίστεως και την οργάνωσιν της εν Κρήτη Εκκλησίας, και το έργον τούτον υπήρξε τεράστιον». Η Κρήτη παρά τις
περιπέτειές της διατηρήθηκε ορθόδοξη είναι «μία εκ των αρχαίων, αλλά και σημαντικωτέρων εκκλησιών εν τη καθ' ημάς Ορθοδοξία». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις θυσίες της Βενετίας για την επιστροφή των ι.λειψάνων, αλλά η χαρά που παρέχεται στους Κρήτες αξίζει για τη θυσία αυτή. Αυτή τη θυσία θα έπρεπε να εκτιμήσουν οι
ορθόδοξοι χριστιανοί της νήσου. Επίσης ο Μητροπολίτης Ειρηναίος με την ευκαιρία αυτή παρατήρησε και τα εξής. Οι πρώτοι μεγάλοι αιώνες της χριστιανικής πίστεως δημιουργήθηκαν με τις πορείες των Αποστόλων, με τις κοινές συνάξεις και τις Οικουμενικές Συνόδους και τα εξαίσια έργα των αγίων Μαρτύρων. Και μπορεί να παρατηρήσει κανείς αντίθετα πως οι χρόνοι της σιωπής και της αδρανείας των εκκλησιών μας συμπίπτουν με την εποχή που οι άγιοι και μάρτυρες της Εκκλησίας παρέμειναν κλεισμένοι στα Μουσεία των Ναών. Σήμερα όμως τα λείψανα των Αποστόλων και των Αγίων επαναλαμβάνουν τις πορείες τους, επανέρχονται στη ζωή και την κοινή ευλάβεια των εκκλησιών και γεμίζουν τις καρδιές από ιερές συγκινήσεις και ευσεβή αισθήματα. Το γεγονός αυτό το θεωρούμε ως δείγμα αφυπνίσεως και αναγνωρίσεως της Εκκλησίας του Χριστού στο σύγχρονο κόσμο, του οποίου ένας ισορροπημένος πολιτισμός δε χρειάζεται μόνο διπλωμάτες και τεχνικούς αλλά και αγίους(5). Με όσα παρατηρεί εδώ ο επίσκοπος Ειρηναίος, φρονούμε ότι ήθελε να υπογραμμίσει ακόμα μια φορά ότι η εποχή μας βιάζεται, θέλει την ενότητα του χριστιανικού κόσμου, και ότι οι άγιοι, και μάλιστα οι τόσο λαοφιλείς, συμβάλλουν στην ικανοποίηση αυτού του αιτήματος. Γι' αυτό αισθανόταν την ανάγκη να εκφράσει ευγνωμοσύνη προς τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ', τον διάδοχό του Παύλο ΣΤ' και τον Πατριάρχη Αθηναγόρα. Οι άνδρες αυτοί «διά των λόγων και πράξεών των ήνοιξαν τας επί αιώνας κεκλεισμένας πύλας της εκκλησιαστικής μας επικοινωνίας και εχάρισαν εις πάντας ημάς την χαράν της αδελφικής αγάπης»(6).
Θερμός σε εκδηλώσεις ήταν και ο Μητροπολίτης Χίου Παύλος, του οποίου η διακονία στη Χίο ήταν βραχεία. «Η ευλογημένη σας απόφαση», είπε προς τον Καρδινάλιο Ουρμπάνι, «να επιστρέψετε στην αιματόβρεκτη Χιακή γη τμήμα του σεπτού λειψάνου του Αγίου Ισιδώρου, αποτελεί απτό δείγμα της ειλικρινούς αδελφικής φιλίας και περίτρανη απόδειξη της ευλογημένης προσπάθειας που άρχισε για την ενότητα όλων εν Χριστώ»(7). Ο τοποτηρητής του μητροπολιτικού θρόνου γράφοντας προς τον Ουρμπάνι ανέφερε τα εξής Είναι αδύνατο να φανταστήτε πόση χαρά προκαλέσατε και πόση παρηγοριά έφερε στον ευσεβή λαό της Νήσου Χίου το περιεχόμενο του Γράμματος (αρ. 513/66 από 29.11.66) για την οριστική απόφαση της Εκκλησίας της Βενετίας να αποστείλει τμήμα των ιερών λειψάνων του Αγίου Ισιδώρου απ' εκείνα που φυλάσσονται από δώδεκα αιώνες στην ιστορική σαρκοφάγο του παρεκκλησίου του αγίου, που στολίζει τη Χρυσή Βασιλική του αγίου Μάρκου. Η χειρονομία αυτή αποτελεί ένδειξη αδελφικής και ειλικρινούς αγάπης και δείγμα οικουμενικής ενότητας των αγίων του Θεού εκκλησιών. Ο Μητροπολίτης Ιάκωβος δηλώνει ακόμη ότι το περιεχόμενο της επιστολής για την επιστροφή μέρους των λειψάνων του Αγ. Ισιδώρου το ανακοίνωσαν επίσημα στον ευσεβή λαό της Xίου κατά τη μεγάλη γιορτή των Θεοφανείων. Οι χριστιανοί δακρυσμένοι από συγκίνηση, άκουσαν τη χαρμόσυνη είδηση ότι ο προσφιλής τους άγιος Ισίδωρος, που καθαγίασε το νησί τους με το μαρτυρικό του αίμα, θα επιστρέψει στον τόπο του μαρτυρίου(8).
Ενημερώνοντας πλατύτερα το λαό ο Μητροπολίτης Ιάκωβος είπε σε σύσκεψη αρχών και παραγόντων της πόλεως τα εξής :
1) Η Καθολική Εκκλησία έκανε τρεις χειρονομίες για να εκδηλώσει αισθήματα αγάπης, εκτιμήσεως και φιλίας προς την Ορθόδοξη Εκκλησία.
2) Δημιούργησε ένα νέο κλίμα φιλίας και ευαρεσκείας μεταξύ των εκκλησιών Ορθοδόξου και Καθολικής. Τούτο οφείλεται αφενός στον Πάπα Ιωάννη τον ΚΓ', φιλοορθόδοξο και φιλέλληνα, τον Πάπα Παύλο ΣΤ', και αφετέρου στον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα.
3) Οι δύο κορυφαίοι εκκλησιαστικοί ηγέτες σκέφτηκαν ότι θα έπρεπε οι εκκλησίες να λησμονήσουν το παρελθόν, να άρουν τα αναθέματα, να αρχίσουν ένα διάλογο αγάπης για να πετύχουν τώρα μεν μια προσέγγιση για να κατορθωθεί σε κατάλληλο καιρό μια κοινή συνεργασία επί καθαρώς πρακτικού πεδίου,
στο οποίο να μετάσχει ο Προτεσταντισμός με σκοπό την ενοποίηση όλων των δυνάμεων του χριστιανικού κόσμου σε ένα ενιαίο μέτωπο εναντίον της αθεΐας, του υλισμού, του σκεπτικισμού και όλων των αντιχριστιανικών αιρέσεων. Με τη συνεργασία όλων των χριστιανών αποβλέπουμε να συμπήξουμε, υπογράμμισε ακόμα ο Μητροπολίτης Ιάκωβος, μια δύναμη προς δημιουργία συνειδήσεως χριστιανικής στον κόσμο μεταξύ των ηγετών των χριστιανικών κρατών. Το μέτωπο αυτό θα εξυπηρετήσει ακόμα και την ιδέα της παγκόσμιας ειρήνης.
4) Η προσπάθεια αυτή προσκρούει στην αντίδραση που δημιουργούν τα λεγόμενα συντηρητικά στοιχεία των δύο εκκλησιών. Οι ορθόδοξοι επηρεασμένοι από το παρελθόν φοβούνται μήπως η προσέγγιση αυτή οδηγήσει σε ένωση, η οποία κατά τη γνώμη τους, θα σημαίνει την υποταγή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Παπική και εξαφανισμό της Ορθοδόξου Ελλάδος.
5) Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έδωσε ήδη τις δέουσες εξηγήσεις. Είπε ότι η ένωση δεν είναι έργο ανθρώπινο αλλά του Θεού. Μεταξύ των εκκλησιών υπάρχουν διαφορές χιλίων ετών, και θα απαιτηθεί μεγάλο χρονικό διάστημα για να αρθούν. Θα χρειασθεί κόπος και μόχθος. Συνέδρια, διάλογοι θεολόγων, έρευνες ιστορικές, δογματικές συζητήσεις και μεγάλη υπομονή.
6) Οι σημερινές προσπάθειες καταβάλλονται για να φύγει η μισαλοδοξία και να λέμε επί τέλους ο ένας στον άλλο μια καλημέρα(9). Ο Μητροπολίτης δεν παρέλειψε να αναφέρει όλες τίς θετικές ενέργειες και πράξεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας προς δημιουργία κλίματος «καταλλαγής» με την ικανοποίηση των αιτήσεων περί ιερών λειψάνων(10). Φρονούμε ότι μια τέτοια ενημέρωση χρειάζεται να γίνεται πάντοτε ώστε ο λαός του Θεού να γνωρίζει τι ακριβώς γίνεται στην οικουμενική κίνηση και μάλιστα από υπεύθυνα πρόσωπα, ώστε να μη δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις και προπάντων να μη γίνεται εκμετάλλευση από ανεύθυνα πρόσωπα.
Στην ενημέρωση του πληρώματος συνέβαλε θετικά και ημερήσιος και περιοδικός τύπος. Η απόφαση του Πάπα Παύλου ΣΤ' χαρακτηρίστηκε ως «χειρονομία αγάπης»(11). Η χειρονομία αυτή «απέφερε μεγάλα οφέλη στην υπόθεση της καλλιεργουμένης ενότητας»(12). Ο πάνδημος συναγερμός σημείωσε φωτεινό ορόσημο «εις τα χρονικά όχι μόνον των Πατρών», έγραφαν εφημερίδες της Πελοποννήσου, «αλλά κυρίως εις το χρονικόν της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας»(13). Με το ίδιο πνεύμα έγραφε και η «Καθημερινή». Η ανάπτυξη καλών σχέσεων μεταξύ Ορθοδόξου και Καθολικής Εκκλησίας, «τας οποίας ο Οικουμενικός Πατριάρχης θεωρεί απαραιτήτους διά την στερέωσιν της χριστιανικής θρησκείας, δεν σημαίνει και ένωσιν, πολύ δε ολιγώτερον υπαγωγήν της Ορθοδοξίας εις το Βατικανόν. Μόνον πλήρης άγνοια των νέων συνθηκών ζωής αι οποίαι προήλθαν εκ των σημειωθεισών από του δευτέρου πολέμου εξελίξεων δικαιολογεί αρνητικήν στάσιν εις την προσπάθειαν προσεγγίσεως Ορθοδόξων και Καθολικών»(14). Οι παρατηρήσεις της Καθημερινής κατά πάντα σωστές και εποικοδομητικές έρχονταν να βοηθήσουν τον λαό του Θεού να κατανοήσει ότι η προσέγγιση των δύο εκκλησιών δεν εσήμαινε και ένωση. Αυτόν τον φόβο ακριβώς ήθελε και η Εκκλησία της Ελλάδος να διασκεδάσει, γι' αυτό και τα πυρά εναντίον της δεν οικοδομούσαν. Αλήθεια όμως είναι και κατά πάντα σωστό το αίτημα του Τύπου ότι η Εκκλησία της Ελλάδος έπρεπε και πρέπει να συμπαρασταθεί θετικά
το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην προσπάθειά του να διαλεχθεί με τους Ρωμαιοκαθολικούς(15). Γεγονός είναι ότι η Εκκλησία της Ελλάδος πάντοτε ήταν παρά το πλευρό του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ουδέποτε απουσίασε από τον ουσιαστικό διάλογο με τους ετεροδόξους δίδοντας την πρέπουσα μαρτυρία(16).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. - Ομιλία του Μητροπολίτου Πατρών, στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 372 και 374.
2. - Ν. Νησιώτου, «Οφειλομένη απόδοσις», Καινή Κτίσις (1964) 620. Στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 380-381.
3. - Βλ. Δηλώσεις του Μητροπολίτου Πατρών, στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 356. Πρβλ. «Η κάρα του Αποστόλου Ανδρέου, πολιούχου Aγίoυ των Πατρών. Διαμοιφθείσα αλληλογραφία μεταξύ Δημάρχου Νίκου Βέτσου και Αγίας Έδρας Βατικανού», Πάτραι, 1964, σ. 5-6.
4. - Βλ. Γράμμα του Μητροπολίτου Κρήτης Ευγενίου «Προς τον Σεβασμιώτατον Πατριάρχην Βενετίας Kύριον Ουρμπάνι, στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 418.
5. - Βλ. Ομιλία του Μητροπολίτου Ειρηναίου, στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 429-430.
6. - Στο ίδιo μέρος.
7. - Βλ. Γράμμα του Μητροπολίτου Xίoυ Παύλου «Τη Αυτού Αγιότητι τω Πατριάρχη Bενετίας Καρδιναλίω Τζιοβάννι Ουρμπάνι», στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 446.
8. - Βλ. Γράμμα του Μητροπολίτου Μυτιλήνης «Τω Εκλαμπροτάτω Καρδιναλίω και Πατριάρχη Βενετίας Giovanni Urbani», στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 449.
9. - Βλ. Πρακτικό κοινής συσκέψεως Ι. Μητροπόλεως και τοπικών αρχών, στου Π. Γρηγορίον, ό.π., σ. 451. Όλα τα έγγραφα περιέχονται στον Αναμνηστικό Τόμο, Ο Άγιος Ισίδωρος, Προστάτης και Πολιούχος της Xίου, επί τη μετακομιδή των σεπτών λειψάνων εκ Βενετίας εις Xίοv την 18ην Ιουνίου 1967, Αθήναι 1966.
10. - Στο ίδιο μέρος.
11. - Έθνος (28.9.1964).
12. - Ανάπλασις (121, 1964). 13.- Πελοπόννησος (27.9.1964). 14.- Καθημερινή (24.9.1964).
15. - Στου Π. Γρηγορίου, ό.π., σ. 380-385.
16. - Βλ. Αντ. Παπαδοπούλου, Η Εκκλησία της Ελλάδος έναντι θεμάτων Πανορθοδόξου Ενδιαφέροντος κατά τον εικοστόν αιώνα, Θεσσαλονίκη 1975, σ. 67-69.
|