Γεώργιος Αντουράκης
Αρχαία Μαρτύρια και χριστιανικοί ναοί
Η επίδραση της τιμής των Μαρτύρων στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας
Αθήνα 1994, ιδιωτική έκδοση.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΟΙ ΠΕΡΙ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
Β'. Η προς τους Μάρτυρες αγάπη και τιμή.
α. Γενικά: Η πίστη ότι ο μάρτυρας ήταν "χριστοφόρος" ή και "ναός του Αγίου Πνεύματος" οδήγησε από πολύ ενωρίς την Εκκλησία στην αντίληψη -ή πεποίθηση- ότι: τα σώματα των μαρτύρων είχαν υπερφυσικές ιδιότητες, ευωδίαζαν κ.λπ. Οι αντιλήψεις αυτές είναι διάχυτες στα "Μαρτυρολόγια", και μάλιστα στο παλαιότερο εκείνο κείμενο του μαρτυρίου του Αγίου Πολυκάρπου, σύμφωνα με το οποίο: α) οι χριστιανοί της Σμύρνης έσπευδαν να αγγίξουν το σώμα του Αγ. Πολυκάρπου, επειδή πίστευαν ότι ήταν "πνευματοφόρος". β) Oι φλόγες περικύκλωναν και δεν κατέκαιαν το σώμα του Αγ.Πολυκάρπου και της Αγ.Θέκλας. γ) Μετά το μαρτυρικό θάνατο του Αγ. Πολυκάρπου, οι χριστιανοί της Σμύρνης ήθελαν, πάση θυσία,, να πάρουν το πολύτιμο λείψανό του, "κοινωνήσαι τω αγίω αυτού σaρκίω", να αγγίξουν δηλαδή και να ασπασθούν το νεκρό σώμα του μάρτυρα. δ) Τα λείψανα του Επισκόπου Σμύρνης Πολυκάρπου οι πιστοί τα θεωρούσαν "ως τιμιώτερα λίθων πολυτελών και πολυτιμώτερα υπέρ χρυσίον". Κατά συνέπεια, ήδη από τον 2ο αιώνα, υπήρχε διάχυτη η πίστη του πληρώματος της Εκκλησίας ότι κοινωνούν του Αγίου Πνεύματος όχι μόνο τα ζώντα σώματα αλλά και τα τίμια λείψανα των μαρτύρων τους, τα οποία είχαν ιδιαίτερη αγιαστική και σωστική δύναμη για τους πιστούς. Έτσι ερμηνεύεται και το γεγονός, ότι τα μέλη της χριστιανικής κοινότητος προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να αποσπάσουν τα τίμια λείψανα των μαρτύρων ή ακόμη και τα προσωπικά τους αντικείμενα (ενδύματα κ.λπ.), επειδή και αυτά έχουν υπερφυσικές ιδιότητες, αφού ήλθαν σε άμεση επαφή με το αγιασμένο σώμα του μάρτυρα.
Όλες oι παραπάνω περί μάρτυρος και μαρτυρίου θεολογικές προϋποθέσεις (αντιλήψεις, βιώματα κ.α.) οδήγησαν την κάθε τοπική Εκκλησία σ' ένα απέραντο σεβασμό και σε μια ιδιαίτερη τιμή (ή και "λατρεία") προς τους Μάρτυρές της. Έτσι, τα λείψανα και oι τάφοι των Μαρτύρων αποβαίνουν σταδιακά το επίκεντρο της κοινής λατρείας των χριστιανικών κοινοτήτων- Εκκλησιών. Όμως, ως προκύπτει και από το γνωστό μαρτύριο του Αγ. Πολυκάρπου (κείμενο του 2ου αιώνα), ήδη από ενωρίς γινόταν σαφής διάκριση μεταξύ της μοναδικής προσκυνήσεως και λατρείας προς το Θεό και της οφειλομένης τιμής και σεβασμού προς τους Μάρτυρες της Χριστιανικής Πίστεως. Η λατρεία δηλαδή ανήκει μόνο στον Ένα και Τριαδικό Θεό, ενώ η τιμή και η αγάπη των πιστών αναφέρεται στους Μάρτυρες, oι οποίοι -διά του μαρτυρίου των- έχουν την αρμόζουσα "παρρησία" να συνδιαλέγονται με το Θεό και να τον ικετεύουν υπέρ των συνανθρώπων τους.
β. Η γενέθλιος ημέρα του Μάρτυρα: Το προαναφερθέν Μαρτύριο του Αγ. Πολυκάρπου, εκτός των άλλων, περιγράφει και καθορίζει τον τρόπο και το χαρακτήρα της τιμής των μαρτύρων, και μάλιστα κατά την "γενέθλιον ημέραν" της Εορτής τους. «Ένθα ως δυνατόν ημίν συναγομένοις εν αγαλλιάσει και χαρά παρέξει ο Κύριος επιτελείν την του μαρτυρίου αυτού ημέραν γενέθλιον, εις τε την των προηθληκότων μνήμην και των μελλόντων άσκησίν τε και ετοιμασίαν». Έτσι, η ημέρα του μαρτυρίου εορτάζεται από ολόκληρη τη χριστιανική κοινότητα της κατά τόπον Εκκλησίας ως η "γενέθλιος" ημέρα του μάρτυρα, ο οποίος με το θάνατό του πράγματι αναγεννήθηκε στη νέα ζωή, τη βασιλεία των Ουρανών. Ο εορτασμός όμως αυτός δεν έχει πένθιμο χαρακτήρα, αλλ' απεναντίας πολύ χαρμόσυνο, και με έμφαση κυρίως: α) στη τιμή της μνήμης του μάρτυρα, β) στην ηθική στήριξη και στη ψυχική ετοιμασία των πιστών, και γ) στην "θέωση" των πιστών με τη συχνή συμμετοχή τους στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Το επίκεντρο του εορτασμού της γενεθλίου ημέρας του μάρτυρα αποτελούσε η τέλεση της θείας Ευχαριστίας, με την οποία επιδιωκόταν η μυστική και αδιάκοπη κοινωνία των πιστών με τον αγαπημένο τους μάρτυρα "εν τω ποτηρίω του Χριστού". Εκτός από τα συνήθη Ιερά αναγνώσματα της Αγίας Γραφής, το προπαρασκευαστικό μέρος της θείας Λειτουργίας περιελάμβανε ανάγνωση των άθλων των μαρτύρων -που περιέχονταν στα προσφιλή κείμενα των Μαρτυρολογίων- καθώς και εκτέλεση σχετικών Ύμνων, που ψάλλονταν "εις δόξαν Χριστού και έπαινον των Μαρτύρων Αυτού". Ο εορτασμός της μνήμης των μαρτύρων περιελάμβανε επίσης ολονυκτίες ή "πανυχίδες" (=διάφορες θρησκευτικές εκδηλώσεις κατά τη διάρκεια της νύκτας), προσευχές και Ύμνους. Όλα αυτά ελάμβαναν χώραν ήδη από τον 3ο και 4ο αιώνα και εξής, σύμφωνα και με μαρτυρίες Πατέρων της Εκκλησίας.
γ. Συμπόσια-Αγάπες: Συνυφασμένα με την τιμή των Μαρτύρων ήταν και τα λεγόμενα "Συμπόσια", τα οποία είχαν το χαρακτήρα των χριστιανικών "Αγαπώ". Σκοπός των συμποσίων-αγαπών ήταν η ενίσχυση και η αρωγή των πτωχοτέρων μελών της χριστιανικής κοινότητας. Οι χριστιανοί (κυρίως οι ευπορότεροι) προσκόμιζαν στους τάφους των Μαρτύρων ποικίλα τρόφιμα-εδέσματα, κυρίως άρτο και οίνο (αλλά και τυρί, γάλα, μέλι ή και εποχιακά φρούτα). Τα εδέσματα αυτά, αφού ευλογούντο από τους κληρικούς, παρετίθεντο σε κοινή Τράπεζα, μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας. Σημειωτέον ότι συχνά ο χαρμόσυνος χαρακτήρας του εορτασμού της μνήμης των Μαρτύρων παρεξηγείτο, επειδή υπό την επίδραση οινοποσίας σημειώνονταν και κάποια έκτροπα. Έτσι π.χ. ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει απρεπή τραγούδια και χορούς, καθώς άσκηση εμπορίου γύρω από τους τάφους των Μαρτύρων, τα οποία βέβαια ορθώς στηλιτεύει (βλέπε Ε.Π.Ε. τόμος 6ος, σ. 189, τόμος 8ος, σ.357). Οι εκδηλώσεις αυτές -με τις οποίες παρεκτροπές τους- θυμίζουν τα γνωστά πανηγύρια ή τις εμποροπανηγύρεις, που τελούνται ακόμη και σήμερα κατά τον εορτασμό ενός Αγίου, Μάρτυρα, Οσίου. Έτσι πολλά από τα σύγχρονα "πανηγυριώτικα" έθιμα αποτελούν επιβιώσεις αρχαίων εθίμων και συνηθειών, όπου η ευλάβεια των πιστών συνδέεται ενίοτε με "άρτον και θεάματα...".
δ. Τράπεζες Μαρτύρων: Τα εν λόγω Συμπόσια ετελούντο σε ειδικές τράπεζες, που είναι γνωστές ως Τράπεζες Μαρτύρων ή Αγαπών. Από τις κατακόμβες της Ρώμης προέρχονται οι πρώτες παραστάσεις χριστιανικών άγαπών ή συμποσίων. Έτσι π.χ. σε ωραία τοιχογραφία της Capella Greca, στο Κοιμητήριο της S. Priscilla, απεικονίζεται ημικυκλική τράπεζα με συνδαιτημόνες. Πάνω στις τράπεζες αυτές εικονίζονται συνήθως άρτοι (σέ καλάθια), οίνος (σε φιάλες), ιχθείς κ.ά. Ευνόητος είναι ο συμβολικός και μάλιστα ο ευχαριστιακός χαρακτήρας των τραπεζών αυτών με άρτο και οίνο, βασικών στοιχείων της θείας Ευχαριστίας. Οι αρχαιολογικές έρευνες απεκάλυψαν διάφορες τράπεζες μαρτύρων που κάλυπταν τους τάφους τους ή βρίσκονταν πολύ κοντά σ' αυτούς. Το σχήμα των τραπεζών ήταν κυκλικό ή ημικυκλικό, τετράγωνο, ορθογώνιο ή ακανόνιστο. Συνήθως έφεραν ημικυκλικά λαξεύματα ή ανάγλυφους κύκλους, όπου oι χριστιανοί τοποθετούσαν τρόφιμα-εδέσματα, που προορίζονταν για τα συμπόσια-αγάπες ή και για τη θεία Ευχαριστία (άρτος-οίνος). Τράπεζες μαρτύρων ή Αγαπών έχουν ανευρεθεί σ' ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο, καθώς και στην Ελλάδα, όπως στη Θεσσαλονίκη, στην Κόρινθο, στη Λάρισσα, στη Μήλο, στα Δωδεκάνησα, στην Κρήτη, στην Κύπρο κ.λπ. Εύλογο είναι το ερώτημα: Σε ποια Τράπεζα τελούσαν οι χριστιανοί τη Θ. Ευχαριστία κατά τη γενέθλιο ημέρα του Μάρτυρα; Υποστηρίχθηκε ότι ίσως έφεραν μαζί τους ξύλινη-φορητή τράπεζα, πράγμα δύσκολο, κυρίως για πρακτικούς ή άλλους λόγους. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις -ιδιαίτερα στις περιόδους των διωγμών- ασφαλώς οι Τράπεζες Μαρτύρων ή Αγαπών εχρησιμοποιούντο και ως Άγιες Τράπεζες (για πρακτικούς και συναισθηματικούς λόγους). Είναι επίσης γνωστό ότι και η ίδια η επιτύμβια πλάκα του μαρτυρικού τάφου αποτελούσε αρχικά το παλαιοχριστιανικό θυσιαστήριο, την Αγ. Τράπεζα, όπου παράλληλα ετελείτο και η θ.Ευχαριστία, όπως π.χ. στον τάφο του Πρωτομάρτυρα Αγ.Στεφάνου, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιερού Αυγουστίνου (πρβλ. P.L. τομ.38, στ.1438, Sermo 318). Έτσι, ο ταφός του Μάρτυρα ταυτίζεται με το Χριστιανικό Θυσιαστήριο. Το γεγονός αυτό -που προοδευτικά έγινε λειτουργική πράξη και παράδοση- επηρέασε αφάνταστα την καθόλου λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Προφανώς, στην ταύτιση αυτή βοήθησε πολύ και η προσφιλής εικόνα της Αποκαλύψεως του Ιωάννου, κεφ. 6,9, δπου τονίζεται: «είδον υποκάτω του Θυσιαστηρίου τας ψυχάς των εσφαγμένων διά τον λόγον του Θεού». Έκτοτε -και μάλιστα από τον 4ο αιώνα και εξής- ο καταλληλότερος τόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας είναι η Αγία Τράπεζα των κανονικών Εκκλησιών, των καθαγιασμένων δηλαδή επίσημα με άγια λείψανα μαρτύρων, όπως και παρακάτω υπογραμμίζεται.
|