On Line Library of the Church of Greece |
Στυλιανού, Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Περί Προσευχής Εκδόσεις Αρμός, Μαυροκορδάτου 7, 106 78 Αθήνα
β) Αίσθηση της ανάγκης και αξία της
προσευχής Ακούγεται
ασφαλώς παράξενο και ίσως απίστευτο,
αλλά είναι απαραίτητο να το πούμε -γιατί
είναι αληθινό- ότι η δύναμη της
προσευχής και η αξία της κατατίθενται
ήδη και συγκροτούνται ουσιαστικώς, πριν
ακόμη αρχίσει ο άνθρωπος να
προσεύχεται. Από τη στιγμή που θα
αισθανθεί απλώς την ανάγκη
για προσευχή, ένας μυστικός νόμος έχει
αρχίσει να λειτουργεί, θέτοντας τον
άνθρωπο σε άμεση κοινωνία με τον Θεό, και
σ' αυτό ακριβώς το σημείο στηρίζεται η
ειλικρίνεια και η αυθεντικότητα της
προσευχής. Αν
προσέξομε, στο χωρίο της Α' Επιστολής του
Πέτρου, που θέσαμε ως κατευθυντήριο
σύνθημα αμέσως κάτω από τον τίτλο του
κειμένου μας, πριν δώσει ο Απόστολος
προς τους πιστούς την σωτήρια παραίνεσή
του «νήψατε
εις τας προσευχάς», προτάσσει μια
κατηγορηματική δήλωση: «Πάντων
δε το τέλος ήγγικεν». Η δήλωση αυτή
είναι η συμπερασματική κρίση του
πιστεύοντος ανθρώπου που βλέπει
εναγωνίως πόσο γρήγορα παρέρχεται «το
σχήμα» του παρόντος κόσμου. Όλα
τελειώνουν σ' αυτόν τον κόσμο, και
μάλιστα πολύ γρήγορα. Σ' αυτή την
αστάθεια και γενική ρευστότητα, φυσικό
είναι ο άνθρωπος να ζητά «να
πιαστεί» από κάπου. Ο σοφός λαός μας
αυτήν ακριβώς την ανάγκη για στήριγμα
περιγράφει εκφραστικότατα, όταν λέγει
την τραγική εκείνη φράση «ο
πνιγμένος απ' τα μαλλιά του πιάνεται». Η
ορμή δηλαδή της αυτοσυντηρησίας προς
επιβίωση είναι τόσο έντονη, ώστε ακόμη
και ο πνιγμένος που δεν έχει ελπίδα
σωτηρίας, να πιάνεται απ' τα ίδια τα
μαλλιά του! Πρέπει
εν τούτοις να ομολογήσομε ότι μόνο το
αίσθημα της ρευστότητας του παρόντος
κόσμου δεν είναι αρκετό για να γεννήσει
την ανάγκη προσευχής. Από την αστάθεια
και ρευστότητα του παρόντος κόσμου θα
μπορούσε κανείς να οδηγηθεί, με την ίδια
πιθανότητα, και στην πλήρη «απόγνωση»,
ακόμη και στην αυτοκτονία. Γι' αυτό
χρειάζεται οπωσδήποτε και η στοιχειώδης
πίστη στην ύπαρξη του Θεού, ώστε να
αισθανθεί ο άνθρωπος την δυνατότητα «προσφυγής»,
αν μη και την «άνωθεν
κλήση», να απευθυνθή στον Δημιουργό
του. Η ανάγκη λοιπόν της προσευχής
γεννιέται μέσα από την ρευστότητα του
κόσμου, μόνον όταν ο άνθρωπος γνωρίζει
και αναγνωρίζει ότι υπάρχει πάντα
διαθέσιμη η «σταθερά»
που λέγεται Θεός. Εδώ
μάλιστα θα πρέπει να προσθέσουμε ότι ο
άνθρωπος της Πίστεως, μπροστά στην
αστάθεια και παροδικότητα του παρόντος
κόσμου, αισθάνεται ότι ξαφνικά και ο
χρόνος που του μένει για να μεριμνήσει
περί της σωτηρίας του, έχει «κολοβωθεί».
Γι' αυτό και η παράκλησή του προς τον
Θεό είναι πρωτίστως «να
σπεύσει» να τον σώσει. Ιδιαίτερα όταν
επικαλούμαστε την πρεσβεία της Θεοτόκου,
εκφράζεται ακόμη πιο εναγώνια αυτό το
αίσθημα για τη βραχύτητα του χρόνου.
Έτσι, το γνωστό Κοντάκιο «Προστασία
των χριστιανών ακαταίσχυντε» τονίζεται
με τρία έντονα ρήματα υπό τύπον ευκτικής-προστακτικής
η ανάγκη ταχείας επεμβάσεως: «Πρόφθασον
ως αγαθή», τάχυνον
εις πρεσβείαν» και «σπεύσον
εις ικεσίαν». Το ίδιο άλλωστε αίσθημα
εκφράζεται και με τον χαρακτηρισμό της
Θεομήτορος ως «Γοργο-ϋπηκόου»
ή «Γοργο-επηκόου». Θα
μπορούσε βέβαια κανείς τα δύο στοιχεία,
δηλαδή την ανασφάλεια
που εμπνέει η ρευστότητα του κόσμου,
και την ασφάλεια
που εγγυάται η πίστη στην ύπαρξη του
Θεού, να τα θεωρήσει «προϋποθέσεις»
της προσευχής. Στην πραγματικότητα
όμως δεν είναι παρά το έναυσμα.
Το να αισθανθείς απλώς την ανάγκη να
προσευχηθείς, δεν σημαίνει ότι ήδη έχεις
τις ασφαλείς προϋποθέσεις για να
λειτουργήσει σωστά το βαθύτατο αίτημά
σου. Τις προϋποθέσεις αυτές εξασφαλίζει
μόνο η ενσυνείδητη κινητοποίηση όλων
συγχρόνως των ψυχοπνευματικών μας
δυνάμεων, όπως θα δούμε στη συνέχεια. |