On Line Library of the Church of Greece |
Στυλιανού, Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Περί Προσευχής Εκδόσεις Αρμός, Μαυροκορδάτου 7, 106 78 Αθήνα
Για
το θέμα όμως της προσευχής μίλησαν ή
έγραψαν επίσης όλοι oι άνθρωποι του Θεού
οπουδήποτε γης και σ' όλους τους αιώνες.
Μίλησαν είτε μεταξύ των, ανταλλάσσοντας
γνώμες και εμπειρίες είτε με τον ίδιο το
Θεό, ζητώντας αμεσότερες και
εγκυρότερες πληροφορίες. Η
ονομασία που έδωσε στην προσευχή κάθε
λαός στη δική του γλώσσα είναι βέβαια
διαφορετική, όμως το νόημα μένει βασικά
πάντα το ίδιο: η μετά του Θεού «συνομιλία»
του ανθρώπου. Εν τούτοις υπάρχουν
ονομασίες για την προσευχή περισσότερο
ή λιγότερο επιτυχείς και εκφραστικές
στις διάφορες γλώσσες, ανάλογα πάντα με
την πνευματική καλλιέργεια κάθε λαού,
και τον βαθμό αναπτύξεως του γλωσσικού
του οργάνου. Στην ιερή ελληνική γλώσσα
της Καινής Διαθήκης, ο συνηθέστερος όρος
είναι «προσευχή».
Στη γλώσσα όμως των πατέρων, και
ιδιαίτερα του μναχισμού γενικώς,
προτιμήθηκε φαίνεται το όνομα στην
απλούστερη μορφή του, δηλαδή «ευχή».
Τα περισσότερα επί του θέματος
αυτοτελή κείμενα της Εκκλησιαστικής
γραμματείας επιγράφονται «περί
ευχής», ενώ τα σχόλια και οι αναλύσεις
στο κείμενο που μας παρέδωσε ο Χριστός
ως υπόδειγμα αναφοράς μας εις τον
Ουράνιο Πατέρα, επιγράφονται «Εις
την Κυριακήν προσευχήν». Σήμερα
πάντως «ευχή»
και «προσευχή»
έχουν διαφοροποιηθεί στην
καθομιλουμένη γλώσσα μας. Έτσι, έχει
επικρατήσει να σημαίνει η «ευχή»
απλώς την έντονη επιθυμία και έκφραση
αγαθών αισθημάτων, με την ελπίδα να
πραγματοποιηθούν, για τον εαυτό μας ή
για τους άλλους. Λέμε π.χ. «εύχομαι
να πετύχω στις εξετάσεις» ή «σου
εύχομαι κάθε καλό», «σου στέλνω τις
καλύτερες ευχές μου». Οπότε για την
μετά του Θεού επικοινωνία και συνομιλία
μας έχει μείνει πια σταθερό μόνο το
όνομα «προσευχή». Αναλύοντας
αυτόν τον όρο στα δύο συνθετικά του,
έχομε από το ένα μέρος την πρόθεση «προς»,
και από το άλλο το ουσιαστικό
«ευχή». «Προσεύχομαι» λοιπόν σημαίνει
ότι την αγαθή επιθυμία μας και την
ελπίδα και ευχή μας δεν την εκφράζομε
αόριστα και «στα
τυφλά», αλλά τη κατευθύνομε «προς»
τον δυνάμενο να την ευλογήσει και να
την πραγματοποιήσει, δηλαδή προς τον Θεό.
«Κατευθυνθήτω
η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν Σου» (Ψαλμ.140,
2). Η
πρόθεση «προς»
πρέπει επομένως να κινείται πάντοτε
στο πνεύμα της κατακορύφου (προς τά «άνω»)
και όχι της οριζοντίου (πλαγίως), για να
εκφράζει όντως προσευχή.
Ό,τι κινείται στην οριζόντιο είναι εκ
του κόσμου τούτου, και δεν μπορεί να
δώσει διέξοδο στα ποικίλα αδιέξοδά μας
σε τούτο τον κόσμο. Επ' αυτού μας
προειδοποιεί ρητώς ο λόγος του Θεού: «Μη
πεποίθατε επ' άρχοντας και εφ' υιούς
ανθρώπων οις ουκ έστι σωτηρία» (Ψαλμ.145,
3). Το «άνω
σχώμεν τας καρδίας» δεν είναι λοιπόν
ρητορικός τύπος στην λατρεία μας, αλλά
συστατικό μέρος, δηλαδή ουσιαστικό
στοιχείο της προσευχής.
|