|
"ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΕ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΙΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ"
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ, † Αρχιεπισκόπου Αθηνών |
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΒΔΟΜΟΝ
ΤΟ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟΝ ΕΚΦΑΝΣΙΝ ΑΥΤΟΥ
3. Ο παλαιοημερολογιτισμός και το Άγιον Όρος.
Ως ήδη ελέχθη, σχεδόν ταυτοχρόνως προς την εισαγωγήν εν τη Εκκλησία της Ελλάδος του διωρθωμένου Ιουλιανού Ημερολογίου και την εμφανισθείσαν εν Αθήναις αντίθετον προς την ενέργειαν ταύτην κίνησιν ευαρίθμων κατ' αρχάς λαϊκών ενεφανίσθη και εν Αγ. Όρει ποίά τις ανάλογος κίνησις, εκκινούσα και αύτη εξ αντιδράσεως προς «την γενομένην βάναυσον κακοποίησιν των ιερών της Εκκλησίας παραδόσεων»(115) ως εξελάμβανον τήν ήμερολο-γιακήν μεταβολήν oι εις τήν κίνησιν ταύτην προσχωρήσαντες ολίγοι αγιορείται μοναχοί κυρίως απλοϊκοί ασκηταί αποτελούντες τότε «μικράν μόνον μειονότητα των κατοίκων του ιερού Τόπου»(116). Η πλειονότης βεβαίως των εν Αγίω Όρει ασκουμένων μοναχών περιωρίσθησαν εις το να δηλώσωσι προς την Μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν ότι το Άγιον Όρος «καθ' ον τρόπον απεφασίσθη η εκκλησιαστική ημερολογιακή αλλαγή αδυνατεί να αποδεχθή ταύτην, και θα τηρή, ως και πρότερον, το Ιουλιανόν Ημερολόγιον, έως ου, Θεού
ευδοκία, συνερχομένων επί το αυτό των επί μέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ρυθμισθή και το ζήτημα τούτο κανονικώς»(117). Το Πατριαρχείον δε Κων/λεως ηνέχθη και εσεβάσθη σιωπηρώς την στάσιν ταύτην των αγιορειτών τούτων, οίτινες,
πλην της τηρήσεως του παλ. ημερολογίου, εις ουδεμίαν κατά της Μητρός Εκκλησίας
προήλθον εχθρικήν ενέργειαν, διατηρήσαντες τας μετ' αυτής κανονικάς αυτών σχέσεις(118), εν αντιθέσει προς ενίους απλοϊκούς, ως ελέχθη ασκητάς, θεωρήσαντας μέγαν τον κατά της Ορθοδοξίας κίνδυνον εκ της ημερολογιακής μεταβολής, οίτινες, επικαλούμενοι δέσμην επιχειρημάτων συνοψιζομένων κυρίως εις το ότι η Εκκλησία της Ελλάδος εισαγαγούσα το ν. ημερολόγιον κατέστη σχισματική και ότι το ν. ημερολόγιον κατεδικάσθη επί Ιερεμίου Β', προήλθον εις την κατ' εφαρμογήν του ΙΕ' Κανόνος της ΑΒ' Συνόδου διακοπήν του μνημοσύνου του Οικουμενικού Πατριάρχου(119). Ούτοι συνέπηξαν αυτόθι τον «Ιερόν Σύνδεσμον των Ζηλωτών Μοναχών» ή «Σύλλογον των Ζηλωτών Αγιορειτών Πατέρων», εκδόντες εν έτει 1926 και τον Καταστατικόν αυτού Χάρτην υπό τον τίτλον «Η Άγκυρα της Ορθοδοξίας»(120). Σκοπός της συστάσεως του Συνδέσμου τούτου ετέθη η διά παντός μέσου καταπολέμησις της εν τη Εκκλησία γενομένης ημερολογιακής καινοτομίας ως και πάσης αιρετικής διδασκαλίας. Οι Ζηλωταί ούτοι μοναχοί, και μετά την εν έτει 1927 κύρωσιν υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως του Καταστατικού Χάρτου του Αγ. Όρους, όστις εν άρθρω 183 απαγορεύει πάσαν εν Αγ. Όρει σύστασιν και λειτουργίαν οιουδήποτε Σωματείου ή μοναχικής οργανώσεως, εξηκολούθησαν δρώντες εν τη παρανομία. Ούτως ήρξαντο ενισχύοντες δι' εντύπων τον εν εξελίξει κατά της Εκκλησίας αγώνα των εν Ελλάδι παλαιοημερολογιτών, διακόψαντες ταυτοχρόνως, ως προελέχθη, το μνημόσυνον του Οικουμενικού Πατριάρχου, ως αιρετικού, και ελθόντες διά τούτο εις σοβαράς προστριβάς μετά των ετέρων αγιορειτών μοναχών, των μη ακολουθούντων αυτοίς(121), με αποτέλεσμα τον διαχωρισμόν αυτών εις «Ζηλωτάς» και εις «Μνημονεύοντας»(122). Ούτω το Άγ. Όρος απέβη το λίκνον των παλαιοημερολογιτών(123).
Η διαχωριστική αύτη των «Ζηλωτών» κίνησις, εφελκύσασα εγκαίρως την προσοχήν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποστείλαντος αυτόθι εν έτει 1927 ως Έξαρχον τον Μητροπολίτην Τραπεζούντος Χρύσανθον(124), εύρεν αντίθετον απ' αρχής αυτήν ταύτην την αγιορειτικήν Πολιτείαν, ήτις απεμόνωσε τους «Ζηλωτάς» τούτους εις τα εκτός των μεγάλων Μονών υποτελή αυτών εξαρτήματα, και ενήργησε τα δέοντα διά τον εκτοπισμόν 19 εξ αυτών εν έτει 1927(125). Παραλλήλως όμως οι «Ζηλωταί», μη αρκούμενοι εις την εκ του μακρόθεν ενίσχυσιν του παλαιοημερολογιτισμού, προήλθαν και εις την στελέχωσιν του κινήματος τούτου εν τω κόσμω και εις την ανάληψιν πνευματικής ηγεσίας αυτού μαχόμενοι προς πάσαν κατεύθυνσιν «μετά παρρησίας προς τους πνευματικούς επιδρομείς και υπονομευτάς της πατρώας ευσεβείας» ων πρώτους και κυρίους εθεώρουν τον Αρχιεπ/πον Αθηνών Χρυσόστομον Παπαδόπουλον, και τον Οικουμεν. Πατριάρχην Μελέτιον Μεταξάκην, η εναντίον των οποίων καταφορά αυτών υπερέβη παν προηγούμενον έν τε τολμηραίς εκφράσεσι του λόγου και απαραδέκτοις ενεργείαις. Μεταξύ των ασυδότως .δρώντων εν Ελλάδι αγιορειτών μοναχών επίλεκτον θέσιν κατέλαβον αρχήθεν οι Αρσένιος Κοττέας και Ματθαίος Καρπαθάκης, καθ' ων εξηγέρθη σύσσωμος ο θρησκευτικός τύπος της εποχής, αποκαλέσας τούτους «πλανοδίους ρασοφόρους» και «καπηλευτάς της ευσεβείας» του λαού(126).
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, παρακολουθούν αγρύπνως την κατάστασιν, διά τον από 20-1-1926 Γράμματος αυτού προς την Ι. Κοινότητα του Αγ. Όρους επέρριπτεν επί των «Ζηλωτών» τούτων την ευθύνην της εξωθήσεως του λαού εις ανταρσίαν κατά της Εκκλησίας και ηξίου την άμεσον μεταγωγήν των εξ αυτών εν τω κόσμω διατριβόντων εις τας Μονάς της μετανοίας αυτων(127). Αλλ' ενώ τινές εξ αυτών συνελαμβάνοντο υπό των αστυνομικών αρχών και μετήγοντο βιαίως εις Άγ. Όρος, η εν αυτώ κατάστασις οσημέραι επεδεινούτο, άτε των «Ζηλωτών» απαρτισάντων συμπαγή ομάδα μη μνημονεύουσαν εν ταις Ι.ακολουθίαις του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου, αποφεύγουσαν δε επιμελώς πάσαν κοινωνίαν μετά των συνεχιζόντων κανονικώς την τοιαύτην μνημόνευσιν μοναχών. Η κατάστασις αύτη παρεκίνησε την Ι. Κοινότητα εις την λήψιν αποφάσεως κατά την 5-12-1928 όπως «αποτερματίση την εν τω Ιερώ Τόπω δημιουργηθείσαν υπό επιτηδείων αίρεσιν του μη μνημοσύνου του ονόματος της Α.Θ.Π. εις την πνευματικήν δικαιοδοσίαν του οποίου, κατά τα τεθεσπισμένα, διατελεί το Άγιον Όρος»(128), προς τούτο δ' απηύθυνεν έκκλησιν και νουθεσίαν προς τους «Ζηλωτάς» όπως παραδεχθώσι το μνημόσυνον, καθόσον άλλως «η μήτηρ ημών Εκκλησία θα προβή εις την καθαίρεσιν αυτών, αφαίρεσιν του μοναχικού ενδύματος και απομάκρυνσιν εντεύθεν ως λαϊκών»(129). Επηκολούθησεν η άφιξις Πατριαρχικής Εξαρχίας εν Αγ. Όρει προς επιτόπιον έρευναν του ζητήματος, άνευ αποτελέσματος παραμείνασα. Έτεραι Πατριαρχικαί Εξαρχίαι αφίκοντο εν Αγ. Όρει και κατά τα έτη 1947(130), 1951 και 1962(131), αίτινες επεδίωξαν, εν συνεργασία μετά της Ι. Κοινότητος, την περιστολήν της ανταρσίας κυρίως διά της πειθούς, αφού εχαρακτήρισαν κατ' επανάληψιν τους «Ζηλωτάς» «ως «ασθενούς κρίσεως και περιωρισμένης πνευματικής καταστάσεως» υποκείμενα, αχθέντα εις «πεπλανημένας αντιλήψεις... απαδούσας εις τον Καταστατικόν Χάρτην και το Πνεύμα της μοναστικής αδελφότητος του Αγ. Όρους»(132). Αι διαπιστώσεις αύται ουδέν συντελεστικόν έσχον αποτέλεσμα προς την κατεύθυνσιν της εξυγιάνσεως των «Ζηλωτών» οίτινες αντιθέτως, ου μόνον παρέμειναν αμετακίνητοι εις τας αντιλήψεις και απόψεις αυτών, αλλά και ενισχύθησαν έτι περαιτέρω εις την μετά πάθους εμμονήν αυτών εις την διακοπήν πάσης σχέσεως και κοινωνίας μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των νεοημερολογιτικών Εκκλησιών, ένεκα της κατά τα τελευταία έτη συμπορεύσεως
ενίων Μονών προς αυτούς, επί του σημείου της μη μνημονεύσεως του ονόματος του
Οικουμενικού Πατριάρχου, εξ αιτίας οικουμενιστικών τινων ενεργειών του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρου(133). Αλλ' η διακοπή του Πατριαρχικού μνημοσύνου, εν τη επικλήσει τού ΙΕ' Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, υπό συγκεκριμένας προϋποθέσεις δύναται να εύρη έδαφος στηρίξεως, αίτινες δεν συντρέχουσι σήμερον επί των ενωτικών προσπαθειών της συνολικής Ορθοδοξίας, πολλώ δε ήττον επί του παλαιοημερολογιτικού ζητήματος. Ο μετά των ετεροδόξων διάλογος δεν αποτελεί «κατεγνωσμένην αίρεσιν» και ουδεμία Σύνοδος απεφάνθη ούτως. Ειδικώτερον, ο Κανών επιτρέπει και επαινεί την «αποτείχισιν» των Ορθοδόξων κληρικών από του εαυτών πρώτου, ήτοι την διακοπήν της προς αυτόν κανονικής κοινωνίας, και προ συνοδικής έτι διαγνώμης, υπό τον όρον, ότι ο ειρημένος Επίσκοπος, Μητροπολίτης ή Πατριάρχης είναι αιρετικός, ήτοι πρεσβεύει αίρεσιν γνωστήν «παρά των Αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην» και κηρύσσει ταύτην δημοσία, διδάσκων ταύτην «γυμνή τη κεφαλή επ' Εκκλησίας». Η οικονομία του Κανόνος ευχερώς ανευρίσκεται εν τη ερεύνη των διοικητικών συνθηκών υφ' ας ετέλει η Εκκλησία κατά την εποχήν της διατυπώσεώς του. Αι κατ' αραιά χρονικά διαστήματα ένεκα συγκοινωνιακών ή εποχιακών δυσχερειών συγκλήσεις Συνόδων προς αντιμετώπισιν όχι της διδασκομένης αιρέσεως, ούσης ήδη «κατεγνωσμένης» δηλ. αποκεκηρυγμένης υπό της Εκκλησίας, αλλά του συγκεκριμένου προσώπου, καθίστων αναγκαίαν την επιστράτευσιν παντός μέλους της Εκκλησίας, ιδία δε των κληρικών, διά την άμεσον του αιρετικού Επισκόπου αντίκρουσιν και απομόνωσιν και προειδοποίησιν, έως ότου μία προσεχής Σύνοδος επιληφθή της περιπτώσεώς του. Αλλ' επί του ζητήματος του παλ. ημερολογίου ποία αίρεσις διδάσκεται; Επί δε των ενωτικών μετά των λατίνων προσπαθειών ποίος κανών καταπατείται; Και επί πλέον, ποίον νόημα δύναται να έχη η παύσις του μνημοσύνου του Οικουμεν. Πατριάρχου, όταν τας ενεργείας αυτού επί των ως άνω θεμάτων έχη εγκρίνει ή αποδεχθή εν Πανορθοδόξοις Διασκέψεσιν ομοθυμαδόν σύμπασα η Ορθοδοξία; Η «αποτείχισις» γινομένη προ συνοδικής διαγνώμης, προϋποθέτει αφεύκτως εκκρεμότητα ενώπιον Συνόδου του όλου ζητήματος, μέλλοντος εν αυτή να εξετασθή τελεσιδίκως. Αλλά μην ποία Σύνοδος Ορθοδόξων πρόκειται να ελέγξη τον Οικουμεν.Πατριάρχην, όταν άπασα η Ορθοδοξία, εξαιρέσει των «Ζηλωτών» αγιορειτών και των του Φιλαρέτου, συμπορεύεται αυτώ και καλύπτη τας επιμάχους ενεργείας του;
Εν πάση περιπτώσει οι «Ζηλωταί» αγιορείται, αφού προσεχώρησαν εις τον εν Ελλάδι παλαιοημερολογιτισμόν, διέκοψαν την κοινωνίαν μετά του οικείου των Επισκόπου, αυτοαποκοπέντες από του σώματος της Εκκλησίας, εφ' όσον, ως ετονίσθη, οι εν Ελλάδι παλαιοημερολογίται είναι κανονικώς απομεμονωμένοι και εκκλησιολογικώς μετέωροι. Εν τούτοις το παράδειγμα των «Ζηλωτών» εμιμήθη η εν Αγ. Όρει Ι. Μονή Εσφιγμένου(134) ήτις ου μόνον έπαυσε το μνημόσυνον του Οικουμενικού Πατριάρχου, αλλά και εν έτει 1972 εδήλωσεν ότι αποκόπτεται της κανονικής εξαρτήσεως από του Οικουμ. Πατριαρχείου προσχωρούσα εις την υπό τον «Αρχιεπ/πον Αυξέντιον» παλαιοημερολογιτικήν παράταξιν(135). Η πρωτοφανής αύτη πράξις, ενέχουσα βαρυτάτας αντιφάσεις καθ' εαυτήν(136), ωδήγησεν εις νέαν οξείαν φάσιν το όλον ζηλωτικόν πρόβλημα του Αγ. Όρους και κατέστησεν αναγκαίαν την λήψιν αυστηρών μέτρων προς πάταξιν της ανταρσίας. Ούτω κατά Σεπτέμβριον-Οκτώβριον μεν του έτους 1972 (29 Σεπτεμβρίου-11 Οκτωβρίου) αφίκετο εν Αγ. Όρει ως πατριαρχικός Έξαρχος ο Μητροπολίτης Φιλίππων (είτα Περιστερίου), Αλέξανδρος, όστις ελθών εις επαφήν μεθ' αγιορειτικών παραγόντων, κατέβαλε συντόνους, πλην ακάρπους προσπαθείας όπως μεταπείση την διαληφθείσαν Ι. Μονήν όπως αποκαταστήση κανονικάς σχέσεις μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου(137). Μετά δε εν ακριβώς έτος, ήτοι κατά Σεπτέμβριον του 1973 (29 Σεπτεμβρίου-17 Οκτωβρίου) απεστάλη εν Αγ. Όρει νέα Πατριαρχική Εξαρχία υπό τον Μητροπολίτην Σταυρουπόλεως Μάξιμον(138), ήτις μελετήσασα επιτοπίως την όλην κατάστασιν προύτεινε την λήψιν αυστηροτάτων μέτρων κατά παντός διακόπτοντος το μνημόσυνον της Α.Θ.Π. εν συνδυασμώ προς την εξασφάλισιν του ανεπηρεάστου του αγιορειτικού χώρου εκ στοιχείων ξένων προς αυτόν, και δη και παλαιοημερολογιτικών. Τας εισηγήσεις ταύτας λαβούσα υπ' όψιν η Αγία και Πατριαρχική Σύνοδος, ως και το γεγονός της εμμονής των «Ζηλωτών» της Ι. Μονής Εσφιγμένου εις τας απαραδέκτους αυτών θέσεις, ήχθη εις την απόφασιν όπως επιβάλη «παιδαγωγικού χαρακτήρος τινάς κυρώσεις»(139) είς τε τον καθηγούμενον αυτής Αθανάσιον και τινας ετέρους μοναχούς πρωταιτίους του σχίσματος(140) «προς εξυγίανσιν μεν του Ιερού Τόπου της ιδία κατά τους τελευταίους τούτους χρόνους κατά γενικήν ομολογίαν ευρύτερον εκδηλουμένης εν αυτώ τάσεως εις απειθαρχίαν προς την μοναστικήν και κανονικήν τάξιν και ευρυθμίαν, εξύψωσιν δε αυτού εις την εμπρέπουσαν τη υψηλή αυτού αποστολή περιωπήν»(141). Των αποφάσεων τούτων γνωστοποιηθεισών αρμοδίως τοις ενδιαφερομένοις, ούτοι ενεκλείσθησαν εντός της Μονής εν αυτοαπομονώσει, κατά τρόπον θεαματικόν και εντυπωσιακόν γενομένη(142) έως ου απεκατεστάθη η τάξις εν αυτή τη επεμβάσει της αστυνομικής αρχής, αφού παρέμειναν άνευ αποτελέσματος προσπάθειαι ειρηνικού διακανονισμού του ζητήματος.
Αλλά το ζηλωτικόν πρόβλημα εξακολουθεί υφιστάμενον. Ανεξαρτήτως του αριθμού των εν Αγ. Όρει «Ζηλωτών», ούς τινες αναβιβάζουσιν εις 300(143) ή 400(144) επί συνόλου 1.146 μοναχών,(145) είναι βέβαιον ότι ωρισμένοι εξ αυτών τελούσιν υπό την επιρροήν των παλαιοημερολογιτών της Ελλάδος της παρατάξεως
Αυξεντίου(146) και εξωθούνται εις ακρότητας υπ' αυτών, ενθαρρυνόμενοι εις τούτο εκ των «οικουμενιστικών» εκδηλώσεων του τε Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Επισκόπων αυτού, των προδιδουσών, εις τα όμματα αυτών, τάσεις συγκρητιστικάς και των ακραιφνών ορθοδόξων Παραδόσεων περιφρονητικάς(147). Προς τούτοις το όλον ζήτημα δείται σοβαράς αντιμετωπίσεως προς αποφυγήν εκατέρωθεν ακροτήτων, δυναμένων να οδηγήσωσιν εις κρίσιμον καμπήν την και άλλως ανησυχητικήν κατάστασιν(148) τοσούτω μάλλον καθ' όσον «ούτε οι ερημίται κυβερνώσι την Εκκλησίαν, ούτε η Εκκλησία διά τους ερημίτας έκαμε τους κανόνας»(149) ως ο Άγ. Νικόδημος ο αγιορείτης έγραφε. Σημασίαν εν προκειμένω έχει τεραστίαν το γεγονός ότι αι ζηλωτικαί δυνάμεις σήμερον εν Αγ. Όρει εισί διεσπασμέναι, ένεκα διαφωνιών ξένων προς το ημερολογιακόν ζήτημα, ενώ
υπευθύνως ένιοι «Ζηλωταί» καταγγέλλονται ως «φορείς αντιπνευματικών φρονημάτων»(150).
Σημειώσεις
115. Βλ. Αγιορειτών μοναχών, Όταν οι φύλακες προδίδουν. Αναίρεσις αντικανονικών ενεργειών και δηλώσεων της αφιχθείσης εν Αγ. Όρει Πατριαρχικής Εξαρχίας κατά μήνα Σεπτέμβριον 1973 μετά σχετικής τοιαύτης κειμένων και έργων των την σήμερον διοικούντων την αγιορειτικήν Πολιτείαν. Άγιον Όρος-Αθήναι 1971 σ. 5. Μόνον η Ι. Μονή Βατοπεδίου εισήγαγεν αμέσως τον. ημερολόγιον (Ιrénikon 1961, σ. 35-51). Αρχιμ. Γαβριήλ Διονυσιάτου, Επιβεβλημένη διευκρίνισις της θέσεως του Αγ. Όρους εν τω Ημερολογιακώ ζητήματι, εν: «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» 1952 σ. 6.
116. Αγιορειτών μοναχών, ένθ'ανωτ.σ.5.
117. Αρχιμ. Γαβριήλ Διονυσιάτου, Επιβεβλημένη διευκρίνισις... ένθ' ανωτ. σ. 5, Μ.Ξ.Π. Περί εν χρονίζον σχίσμα εν: «Αθωνικοί Διάλογοι» 1974 τ. 22 σ. 22.
118. Ο λόγιος μοναχός του Αγ. Όρους Θεόκλητος Διονυσιάτης διαστέλλων τας επί του ημερολογιακού ζητήματος ακρότητας και καταχρήσεις, της ορθής και συνετής στάσεως των σωφρόνων αγιορειτών, επάγεται ότι «η άρνησις υποταγής των (ήτοι προσχωρήσεως εις το ν. ημ.) εν συναφεία προς την διατήρησιν κανονικών σχέσεων, αποδεικνύει ότι oι Αγιορείται δεν είναι μόνον πιστοί φύλακες των παραδόσεων αλλά και πολιτικοί με βαθείαν πείραν και ησκημένα κριτήρια» (Βλ. Θεοκλήτου Μοναχού Διονυσιάτου, Σχόλια επί της Πανορθοδόξου Προσυνόδου, εν: «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» 1957 σ. 105).
119. «Αθωνικοί Διάλογοι» 1974 τ.22 σ.22-23.Πρβλ. και «Ο Άγιος Σίμων ο Μυροβλήτης» 1974 τ. 22 σ.6-7.
120. Ζηλωτών Αγιορειτών Πατέρων, Σύντομος ιστορική περιγραφή σ. 9-10. Πρβλ. «Η Φ.Ο.» 1969 φ. 567 σ. 1. Βλ. και την από 7-4-27 έκθεσιν του Μαρωνείας Ανθίμου εν: «Η Φ.Ο.» 1971 φ. 608-609 σ. 14-15.
121. Βλ.Θεοκλήτου Μοναχού Διονυσιάτου, Περί εκκλησ. παραδόσεων εν: «Αγιορ. Βιβλιοθ.» 1957 σ. 8 ένθα ούτος διακηρύσσει μεταξύ άλλων: «Αντιτιθέμεθα προς τας ακρότητας εκείνας των εμμενόντων εις το καλούμενον Πάτριον Ημερολόγιον. Αρνούμεθα να παραδεχθώμεν ότι το διωρθωμένον Γρηγοριανόν δημιουργεί κινδύνους διά την σωτηρίαν της ψυχής. Αποδοκιμάζομεν την ασυνείδητον εκμετάλλευσιν της ευσεβείας των απλοϊκών. Καταδικάζομεν τας επιπολαίας αποφάσεις, ως καταστάσης σχισματικής της Εκκλησίας... » Πρβλ. και «Αθωνικούς Διαλόγους» 1974 τ. 22, σ. 8. Πρβλ. ομοίως αυτόθι σ. 32.
122. Αγιορειτών μοναχών, Όταν oι φύλακες προδίδουν... σ. 6.
123. Ν. Μυλωνάκου, Άγιον Όρος και Σλαύοι... σ. 55. Πρβλ. και Θεοδωρήτου μοναχού, Η αναίρεσις της ιεροκοινοτικής ανακοινώσεως εν: «Ο Άγ. Σίμων ο Μυροβλήτης» 1974 τ. 22 σ. 16-17 ένθα ομολογείται ότι «οι αγιορείται κυρίως μοναχοί υπήρξαν oι στυλοβάται του ορθοδόξου τούτου κινήματος (δηλ. του παλαιοημερολογιτισμού»).
124. Βλ. Irénikon,1961 σ.355.
125. Ζηλωτών Αγιορ. Πατέρων, Σύντομος ιστορική περιγραφή... σ. 11.
126. Πρβλ. «Ζωήν» 1924 σ. 120, «Ανάπλασιν» 1924 σ. 106, «Εκκλησίαν» 1925 σ. 13.
127. Πρβλ. «Εκκλησίαν» 1927 σ. 42-43.
128. Βλ. την υπ' αριθμ. 502f5-12-1928 εγκύκλιον της Ιεράς Κοινότητος, εν: Αγιορειτών μοναχών, Όταν oι φύλακες προδίδουν... σ. 7.
129. Ένθ' ανωτ. σ. 7. Πρβλ. και Oι εν Αγ. Όρει μνημονεύοντες και οι Ζηλωταί, Θεσσαλονίνη 1933 καθώς και ανταπάντησιν εις το φυλλάδιον τούτο υπό τον τίτλον «Η απολογία... » Αθήναι 1934.
130. Η εν έτει 1947 Πατριαρχική Εξαρχία ετέλει υπό τον Μητροπολίτην Ηλιουπόλεως Γεννάδιον και υπήρξεν η πρώτη, ήτις επελήφθη σοβαρώς του θέματος τούτου, συγκροτήσασα Επιτροπήν εξ αγιορειτών Ηγουμένων προς διαφώτισιν των πλανωμένων. Αλλ' η Επιτροπή αύτη ουδέν απέδωσε, ενώ συνεστήθη απλώς προς τας Μονάς όπως συναντιληφθώσι τη Επιτροπή εις την απαλλαγήν του Ιερού Τόπου εκ της παραφωνίας των εκ κακώς εννοουμένου ζήλου αντιδρώντων Ζηλωτών μοναχών (Βλ. Πρακτικά Εκτάκτου διπλής Συνάξεως της 24.5.1951). Πρβλ. «Αθωνικούς Διαλόγους» 1974 τ. 22 σ. 7.
131. Η υπό τον Μητροπολίτην Φιλαδελφείας Ιάκωβον νέα Εξαρχία του έτους 1962 περιωρίσθη και αύτη εις νουθεσίας, καταλήξασα εις το συμπέρασμα, ότι το ζήτημα των «Ζηλωτών» δέον να μελετηθή εν σχέσει προς το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του Αγ. Όρους και ληφθώσι τα ενδεικνυόμενα μέτρα.
132. Πρβλ. Αγιορειτών μοναχών, Όταν οι φύλακες προδίδουν... σ. 8.
133. Εν έτει 1963 εκυκλοφορήθη «Προκήρυξις» αγιορειτών μοναχών περιέχουσα έκκλησιν προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Αθηναγόραν, ίνα παύση τας φιλενωτικάς αυτού ενεργείας (Βλ. ταύτην εν: «Ο.Τ.» Μάρτιος 1963) παραμείνασα δ' άνευ ανταποκρίσεως ωδήγησεν ωρισμένας Μονάς εις την απόφασιν όπως διακόψωσιν το μνημόσυνον αυτού. Τούτ' αυτό έπραξαν και τρεις Μητροπολίται των Ν. Χωρών θεωρήσαντες ως αιρετικάς τας δοξασίας αυτού. Πρβλ. «Ο.Τ.» 10-10-1969. Αγιορειτών Ζηλωτών μοναχών, Φωνή εξ Αγ. Όρους ήτοι απόδειξις εκ των Θ. και Ι. Κανόνων και της διδασκαλίας των Αγ. Πατέρων ότι το ανάθεμα κατά της παπικής Εκκλησίας παραμένει εις αιώνα Θείω Δικαίω, Άγ. Όρος 1972 σ. 32. Ομοίως Ζηλωτώ ν αγιορ. Πατέρων, Απάντησις εις μίαν «Επιστολιμαίαν διατριβήν» Λυκόβρυσις 1969 σ. 7. Θεοδωρήτου μοναχού, Διάλογοι της ερήμου περί Οικουμενισμού. Αθήναι 1971 σ. 14,38,243. Βλ. ωσαύτως «Ο.Τ.» 1970 φ. 117,«Orthodox Christian Witness» 1970 τ. 2 Π. Παπαθεοδοσίου, Προσωπική Επιστολή... σ. 13. Ως προς τον νυν Οικουμ. Πατριάρχην κ. Δημήτριον βλ. Ζηλωτών Αγιορ. Πατέρων, Φωνή εξ Αγίου Όρους: ήτοι απόδειξις εκ των δηλώσεων και πράξεων του νέου Οικουμενικού Πατριάρχου Δημητρίου του Α' ότι ούτος ακολουθεί την ενωτικήν γραμμήν του προκατόχου του Αθηναγόρου. Άγ. Όρος 1973. Πρβλ. και «Η Φ.Ο.» 1973 φ. 682-683 σ. 4, «Ο Άγ. Σίμων ο Μυροβλήτης» 1974 τ. 22 σ. 12-14, Παύλου μοναχού, Διωγμοί εν: «Ο Άγ. Σίμων ο Μυροβλήτης» 1974 τ. 22 σ. 24 επ., Διαμαρτυρία εν : La foi transmise 2-10-72.
134. Πρβλ. «Ορθόδ. Λόγου» 1974 φ. 5 σ. 1. Α. Καλομοίρου, Αξιοσημείωτα γεγονότα του 1972 εν: «Η Φ.Ο.» 1973 φ. 675-676 σ. 7.
135. «Ακρόπολις» 17-4-73, 29-3-74 31-3-74. Oι «Ζηλωταί» μέχρι τούδε ευρίσκοντο εκτός των μεγάλων Μονών του Αγ. Όρους εγκατεστημένοι εις κελλία και σκήτας κειμένας εν τη περιοχή της Ι. Μονής Μεγ. Λαύρας (Βλ. Αγιορ. Μοναχών. Όταν οι φύλακες προδίδουν... σ. 6-7 ) Η Ι. Κοινότης απέπεμψε τον παρ' αυτή αντιπρόσωπον της Ι. Μ. Εσφιγμένου («Ακρόπολις» 31-3-74, Βλ. «Η Φ.Ο.» 1972 φ. 651 σ. 3-4). Ο Έξαρχος επεσκέφθη τη 4-10-72 την Ι. Μονήν Εσφιγμένου, γενόμενος εν αυτή δεκτός ως αλλοτριόδοξος (Βλ. «Επίσκεψιν» 1972 φ. 66, Ιrénikon 1973 σ. 68 ). Οι μοναχοί εδήλωσαν ότι θεωρούσι τους Οικουμ. Πατριάρχας ως σχισματικούς ένεκα του ν. ημερολογίου και αιρετικούς ένεκα του Οικουμενισμού (Βλ. Ιrénikon 1974 σ. 92).
Διά την στάσιν των ταύτην επηνέθησαν υπό των παλαιοημερολογιτών και των «Ζηλωτών» (Βλ. «Η Φ.Ο.» 1972 φ. 6 σ. 1). Οι παλαιοημερολογίται της παρατάξεως Αυξεντίου επεδίωξαν και επέτυχον τον προσεταιρισμόν των «Ζηλωτών», τηρήσαντες στάσιν εφεκτικήν έναντι των εν Αγ. Όρει αντιπάλων αυτών εν τω ζητήματι της συχνής Θ. Κοινωνίας (Βλ. Θεοδωρήτου μοναχού, Β' Ανοικτή Επιστολή... σ. 5. Πρβλ. «Αρχιεπ/που Αυξεντίου», Η νηστεία προ της Θ. Μεταλήψεως εν: «Η Φ.Ο.» 1973 φ. 691-692 σ. 7 επ.) Ως προς το είδος των σχέσεων της Ι. Μονής Εσφιγμένου μετά των παλαιοημερολογιτών της παρατάξεως Αυξεντίου η μεν Ι. Κοινότης εν επισήμω ανακοινωθέντι (βλ. εν «Ελλην. Βορράς» 2-4-74) ισχυρίσθη (ότι αύτη υπήχθη εις την κανονικήν αυτού δικαιοδοσίαν, ο δε μοναχός Θεοδώρητος αντιθέτως υπεστήριξεν ότι οι της Μονής έχουσι πνευματικήν απλώς επικοινωνίαν μετά του Αυξεντίου άνευ εκκλησ. εξαρτήσεως απ' αυτού (Βλ. Θεοδωρήτου μοναχού, Η αναίρεσις της Ιεροκοινοτικής ανακοινώσεως εν: «Ο Άγ. Σίμων ο Μυροβλήτης» 1974 τ. 22 σ. 16).
136. Η Ι. αύτη Μονή απεκόπη του Οικουμ. Πατριαρχείου ένεκα της υπ' αυτού κηρύξεως αιρετικών διδασκαλιών, της εισαγωγής του ν. ημερολογίου κ.ά. και υπήχθη, παρά πάσαν έννοιαν δικαίου και νομιμότητας, εις την δικαιοδοσίαν της «ακραιφνώς» ορθοδόξου «Εκκλησίας» του «Αρχιεπ/που Αυξεντίου». Αλλ' η «Εκκλησία» αύτη ετέλει τότε υπό την πνευματικήν προστασίαν και κανονικήν δικαιοδοσίαν, παρά πάντα κανόνα, της Ι. Συνόδου της εν Αμερική υπερορίου ρωσικής Εκκλησίας, ήτις, σημειωτέον, εκοινώνει πάσαις ταις νεοημερολογιτικαίς Εκκλησίαις και αυτώ τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω, όπερ εξ ιδίας πρωτοβουλίας, ένεκα γενικωτέρων λόγων, έπαυσε διατηρούν κανονικάς σχέσεις μετ' αυτής επ' εσχάτων. Επομένως οι από της υποθετικής Σκύλλης αποσπασθέντες, προσεκολλήθησαν εις την Χάρυβδιν χωρίς να κατανοήσωσι την αντίφασιν εις ην περιέπεσον. Επί πλέον oι αυτοί μοναχοί, την κανονικήν προφανώς επιθυμούντες να τηρήσωσιν ακρίβειαν, εγκατέλειψαν το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και ανεγνώρισαν ως κανονικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν την παλαιοημερολογιτικήν παράταξιν του «Αρχιεπ/που Αυξεντίου», ήτις υφίσταται αντικανονικώς εν Ελλάδι ως ανεξάρτητος «Εκκλησία», δίκην σφηνός εν τω σώματι της κανονικής και υπό της συμπάσης Ορθοδοξίας αναγνωριζομένης ως μόνης κανονικής Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος. Πρβλ. και «Εκκλησ. Αγώνα» 1973 φ. 80 σ. 3. Ιrénikon 1972 σ. 526-530, «Η Φ.Ο.» 1972 φ. 659-660 σ. 1-12, 675-676 σ. 7, «Επίσκεψιν» 1972 φ. 66.
137. Irénikon 1972 σ. 526-530, «Η Φ.Ο.» 1972 φ. 659-660 σ. 1-12, 675-676 σ. 7, «Επίσκεψις» 1972 φ. 66. Αγιορειτών μοναχών, Όταν oι φύλακες προδίδουν... σ. 14 επ. «Άγ. Σίμων ο Μυροβλήτης» 1974 τ. 22 σ. 8.
138. Την εισήγησιν του Σεβ. Σταυρουπόλεως ενώπιον της Ι. Κοινότητος βλ. καταχωριζομένην εν: «ΑΘωνικοί Διάλογοι» φ. 20-21 1974 σ. 4 - 7. Εκτός του θέματος της Ι. Μονής Εσφιγμένου η Εξαρχία ησχολήθη και με έτερα ζητήματα κανονικά και διοικητικά. Βλ. Ιrénikon 1974 σ. 89.
139. Βλ. το υπ' αριθμ. 50/Κ/10-3-1914 έγγραφον της Ι. Κοινότητος Αγ. Όρους εν: «Η Φ.Ο.» 1974 φ. 697 σ. 9. Τινές των παρ' ημίν επέκρινον την λήψιν των μέτρων τούτων. Βλ. «Εκκλησ. Αγώνα» 1974 φ. 83 σ. 1, 4.
140. Βλ. «Ακρόπολιν» 30-3-1974, «Το Βήμα» 30-3-1974. Έκπτωσις από του αξιώματος επεβλήθη εις τους Ηγουμένους Ξενοφώντος Ευδόκιμον, και των Μονών, ων οι αντιπρόσωποι δήλωσαν ενώπιον της Διπλής Ιεράς Συνάξεως, ότι δεν μνημονεύουσι του Πατριαρχικού ονόματος, εις τον προϊστάμενον Ζωγράφου Παχώμιον και τον μοναχόν Παρθένιον.
141. Βλ. το υπ' αριθμ. 52/11-3-1974 Πατριαρχικόν έγγραφον, εν: «Η Φ.Ο.» 1974 φ. 697 σ. 10. Oι εν Ελλάδι όμως παλαιοημερολογίται εχαρακτήρισαν τα ληφθέντα μέτρα ως εκ των δυνάμεων του σκότους υπαγορευθέντα κατά των αγιορειτών «Ζηλωτών», οίτινες, «δεν θέλουν να ακολουθήσουν τα Οικουμενικά Προγράμματα των Αρχιερέων και του Πατριαρχείου και της Ελλαδικής Εκκλησίας, προγράμματα τα οποία έχουν ως σκοπόν των την μείωσιν του γοήτρου και της αίγλης της αγιωτάτης ημών πίστεως...» Ένθ' ανωτ. σ. 8. Πρβλ. και σχόλιον «Κάτω τα χέρια» εν: «Ορθόδοξος Λόγος» 1973 τ. 2 σ. 2, και Σ. Καραμήτσου-Γαμβρούλια, Αγώνες διά την τήρησιν της θείας παρακαταθήκης, εν: «Ορθόδ. Λόγος» ένθ, ανωτ. σ. 3. Πρβλ. και «Ο.Τ» 1974 φ. 207 σ. 6.
142. Ούτως oι μοναχοί ενεκλείσθησαν εις την Μονήν, ύψωσαν μαύρην σημαίαν φέρουσαν επ' αυτής αναγεγραμμένην την φράσιν «Ορθοδοξία ή θάνατος», εξέδωσαν διακήρυξιν, ηπείλησαν να γίνωσιν ολοκαύτωμα, εζήτησαν τροφάς δια το Πάσχα, ηρνήθησαν να δεχθώσι οιονδήποτε, απέρριψαν προηγουμένως πάσαν διαλλακτικήν πρότασιν και εδήλωσαν ότι θα παραμείνωσι πιστοί μέχρι θανάτου εις τας πίστεις αυτών. Βλ. «Ακρόπολιν» 30-3-74, 31-3-74, 4-4-74, «Το Βήμα» 31-3-74, 3-4-74, «Ορθόδοξον Λόγον» 1974 φ.5 σ.1.
143. Βλ. «Ακρόπολιν» 29-3-1974, 31-3-1974.
144. «Ο Άγ. Σίμων ο Μυροβλήτης» Σεπτ.-Οκτώβρ. 1972. Κατά τον μοναχόν Θεόκλητον Διονυσιάτην ο αριθμός των «Ζηλωτών» είναι «σημαντικός». Βλ. Θεοκλήτου μοναχού Διονυσιάτου, Η Ορθοδοξία και το Βατικανόν, εν: «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» 1962 σ.225.
145. Βλ. Γ. Μαντζαρίδου, Στατιστικά στοιχεία περί των Μοναχών του Αγ. Όρους. Ανάτυπον εκ της επετηρίδος της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πρβλ, και «Επίσκεψιν» αρ. 76/24-4-73 σ. 5-6.
146. Αγιορείται τινες «Ζηλωταί» λαμβάνουσι τας χειροτονίας παρά παλαιοημερολογιτών «Αρχιερέων». Βλ. Ιrénikon 1972 σ. 60, 1973 σ. 47, 1974 σ. 93. Oι πλείστοι δε των παλαιοημερολογιτών «Αρχιερέων» προέρχονται εξ Αγ. Όρους (βλ. Ιrénikon 1972 σ. 59 ). Έτεροι όμως, ζηλωταί και ούτοι, κοινωνούσι προς νεοημερολογίτας Επισκόπους παρ' ων δέχονται και χειρονομίας και ευλογίας. Πρβλ. Αγιορειτών Ζηλωτών μοναχών, Φωνή εξ Αγίου Όρους. Πρόλογος και απολογητική απάντησις εις αποσπάσματα επιστολιμαίας διατριβής π. Επιφανίον Θεοδωροπούλου Άγ. Όρος 1972 σ. 4. Τους τοιούτους οι αδιάλλακτοι «Ζηλωταί» ονομάζουν «Οικονομολόγους» (ένθ' ανωτ. σ. 25).
147. Πρβλ. «ΟΤ» 1974 φ. 207 σ. 2. Οι «Ζηλωταί» της Ι. Μ. Εσφιγμένου φέρονται δηλώσαντες: «Ημείς σεβόμεθα το σεπτόν Πατριαρχείον δεν δύναται όμως η συνείδησίς μας να ανεχθή τον Οικουμενισμόν, εξ ου ζημιούται η Ορθοδοξία και βλάπτονται αι ψυχαί. Θα επαναλάβωμεν το μνημόσυνον μόλις καταδικασθή θεωρητικώς και εμπράκτως υπό των διοικούντων το Πατριαρχείον, ο Οικουμενισμός και ο φιλοπαπισμός», ένθ. ανωτ. σ. 6, «Ενορία» 1974 σ. 85.
148. Βλ. και «Ενορίαν» 1974 σ. 85. «Εκκλ. Αγώνα» 1974 φ. 85 σ. 2. Πρβλ. Θεοδωρήτου μοναχού, Όταν αι παραβάσεις γίνωνται... παραδόσεις καί αι παραδόσεις... παραβάσεις. Άγ. Όρος-Αθήναι 1973 σ. 10.
149. Πρβλ. Κ. Παπουλίδη, Το κίνημα των Κολλυβάδων σ. 45.
150. Βλ. την από 25-2-70 Έκθεσιν της Ιεροκοινοτικής Επιτροπής επί του ζητήματος της συχνής Θ. Κοινωνίας.
|
|
|