image with the sign of Myriobiblos



Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Μουσείο | Έρευνα | Μαθήματα

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


Εκκλησιαστική Ιστορία
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





"ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ
ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΕ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΙΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ"


ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ,
† Αρχιεπισκόπου Αθηνών


Περιεχόμενα


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ

ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ

ΙΙΙ. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΡΙΤΗ (1948-1956): Έντασις εις τας σχέσεις Εκκλησίας και παλαιοημερολογιτών

Φάσις Πρώτη: 1948 - 1949

2. Η περί αναχειροτονίας παλαιοημερολογιτών «ιερέων» απόφασις της ΙΣΙ και κανονική αξιολόγησις αυτής.


Κατά την αυτήν Σύνοδον της Ιεραρχίας καθωρίσθη και ο τρόπος προσδοχής των παλαιοημερολογιτών «ιερέων» εις τους κόλπους της Εκκλησίας. Ούτως «1) Οι κανονικώς κεχειροτονημένοι ιερείς και μετά ταύτα προσχωρήσαντες εις τας τάξεις των παλαιοημερολογιτών, επιθυμούντες δε να επιστρέψωσιν εις τους κόλπους της Εκκλησίας, γίνονται δεκτοί, προτάσει του οικείου Ιεράρχου και εγκρίσει της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εάν ο μέλλων να προσέλθη εις τας τάξεις της κανονικής Εκκλησίας έχη καθαιρεθή υπό Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου, δέον απαραιτήτως να αρθή προηγουμένως η καθαίρεσις αυτού διά της νομίμου διαδικασίας. 2 ) Οι χειροτονηθέντες υπό των καθηρημένων και αυτοκαλουμένων επισκόπων παλαιοημερολογιτών προκειμένου να προσέλθωσιν εις τους κόλπους της Εκκλησίας δέον να γίνωνται δεκτοί διά χειροτονίας και εφ' όσον θα έχωσι τα κανονικά και νόμιμα προσόντα. Οι ούτω μετανοούντες και επιστρέφοντες δέον, κατά την αυτήν απόφασιν της Ιεραρχίας, να υπογράψωσι σχετικόν λίβελλον...»(520).

Η περί αναχειροτονίας των υπό των καθαιρεθέντων παλαιοημερολογιτών «Αρχιερέων» χειροτονηθέντων απόφασις αύτη της Ιεραρχίας ήγειρε σοβαρώτατον ζήτημα εν τη Εκκλησία δεδομένης της φύσεως του ανεξαλείπτου της ιερωσύνης, ην επεκαλέσθησαν υπέρ αυτών οι παλαιοημερολογίται. Oύτοι προέβησαν περαιτέρω εις την καταγγελίαν του Μητροπολίτου Χίου Παντελεήμονος Φωστίνη προβάντος, κατ' εφαρμογήν της ως είρηται αποφάσεως, εις αναχειροτονίαν δύο ιερέων εχόντων την πρώτην αυτών χειροτονίαν παρά καθηρημένων «Επισκόπων», υποστηρίξαντες ότι χειροτονία τελεσθείσα έστω και υπό καθηρημένου Αρχιερέως είναι έγκυρος καίτοι αντικανονική, και ως τοιαύτη άπρακτος και ανενέργητος, επικαλεσθέντες επί τούτοις και την γνώμην του καθηγητού Κ. Ράλλη περί της εγκυρότητος του μυστηρίου του γάμου του ιερολογηθέντος υπό κληρικού καθηρημένου. Σημειωτέον ότι και ο Λαρίσης Δωρόθεος την ως άνω απόφασιν της ΙΣΙ εχαρακτήρισεν ως «εσπευσμένως ληφθείσαν» και «εκ λόγων σκοπιμότητος»(521).

Βασικήν σπουδαιότητα κέκτηται εν τούτοις η έρευνα περί της εξ επόψεως των Ι. Κανόνων συμφωνίας της αποφάσεως ταύτης της ΙΣΙ περί αναχειροτονίας, δεδομένου ότι, κατά την δογματικήν της Εκκλησίας ημών διδασκαλίαν η ιερωσύνη ανήκει εις τα μη επαναλαμβανόμενα Μυστήρια και είναι έργον της Θείας Χάριτος η δε καθαίρεσις δέν είναι ει μη πειθαρχικόν της Εκκλησίας μέσον μη δυνάμενον να άρη την χάριν του Μυστηρίου, αλλ' απλώς επίσχεσιν και αναστολήν των εκδηλώσεων αυτής φέρον(522). Εν τούτοις περί το ανεξάλειπτον της ιερωσύνης(523) παρατηρείται ποίά τις διαφοροποίησις εν τη παρ' ημίν θεωρία τε και νομολογία και πράξει. Ούτως οι Ν. Μίλας, Αμ.Αλιβιζάτος, Κ. Ράλλης, Γ. Ροϊλός, Γ. Μπαλής, Α.Τούσης, Γ. Ράμμος, Κ. Καυκάς, Χ. Σγουρίτσας, Κ. Τσάτσος, Α. Μπουρόπουλος, Α. Χριστοφιλόπουλος κ.ά. δεν δέχονται το ανεξάλειπτον της ιερωσύνης(524). Αντιθέτως οι Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Λαρίσης Δωρόθεος, Κυθήρων Μελέτιος, «πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομος Π. Τρεμπέλας, Π. Παναγιωτάκος, Δ. Πετρακάκος, Χ. Ανδρούτσος, Δ. Ματαράγκας κ.ά. δέχονται τούτο(525). Η δ' υπ' αριθμ. 150/1972 Γνωμάτευσις του Ν.Σ.Κ. εν ολομελεία, εδέχθη ότι διά της καθαιρέσεως ο κληρικός επανέρχεται εις την τάξιν των λαϊκών και δεν δύναται να ιεροπράττη ο δε υπό καθηρημένου χειροτονηθείς, θεωρείται ως μηδέποτε μεταλαβών της Θείας Χάριτος.

Ανεξαρτήτως όμως της σχολαστικής, περί του ανεξαλείπτου ή μη, θεωρίας, η Εκκλησία δεν αναγνωρίζει την εκτός αυτής ιερωσύνην ως δημιουργόν κανονικών συνεπειών, και τούτο παρά την, διά του θεσμού της Οικονομίας, ενίοτε περιπτωτικήν αναγνώρισιν των τοιούτων κανονικών αποτελεσμάτων των προερχομένων εκ χειροτονιών είτε εν τη καθαιρέσει, είτε εν τη αιρέσει και τω σχίσματι. Ούτως η Εκκλησία, τη Οικονομία χρωμένη και την ενότητα εν τω σώματι αυτής διώκουσα, ανεγνώρισε το κύρος χειροτονιών τελεσθεισών και υπό αιρετικών εισέτι και σχισματικών, και εδέξατο άνευ αναχειροτονήσεως τους τοιαύτας λαβόντας αντικανονικάς χειροτονίας. Η Α' Οικουμενική Σύνοδος εδέχθη λ.χ. άνευ αναχειροτονήσεως τους τε Μελιτιανούς και τους Καθαρούς ως και τους Μιξοφυσίτας και Θεοπασχίτας(526). Οι Μεσσαλιανοί κληρικοί, αρνούμενοι την πλάνην, εγίγνοντο δεκτοί υπό της Γ' Οικουμενικής Συνόδου άνευ αναχειροτονήσεως(527). Οι πλείστοι των μετασχόντων της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου Επισκόπων, καίπερ κεχειροτονημένοι υπό Μονοθελητών, εγένοντο άνευ ετέρου δεκτοί ως σύνεδροι(528). Η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος εδέξατο εις τους οικείους βαθμούς τους αποκηρύξαντας την αίρεσιν της εικονομαχίας(529). Η εν Καρθαγένη εδέχθη άνευ ωσαύτως αναχειροτονήσεως τους Δονατιστάς(530) υπό τον όρον της αποκηρύξεως υπ' αυτών της αιρετικής των δοξασίας. Ο Μ. Βασίλειος ανεγνώρισε τους Ζώινον και Σατουρνίνον επιστρέψαντας εκ των Εγκρατιτών τη Εκκλησία(531). Τουτ' αυτό έπραξεν ο Μ. Αθανάσιος διά τους αρειανούς. Ο αυτός τον Επίσκοπον Σιδήριον, χειροτονηθέντα υφ' ενός επισκόπου, εδέχθη άνευ αναχειροτονήσεως, προαγαγών τούτον εις Μητροπολίτην Πτολεμαΐδος(532). Οι υπό του μονοφυσίτου Πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου του Γ' του Μογγού χειροτονηθέντες επίσκοποι, αποκηρύξαντες τον Ευτυχιανισμόν, εγένοντο δεκτοί μετά του βαθμού των(533). Και ο Μ. Αθανάσιος αυτός καθαιρεθείς υπό Συνόδου εν Αντιοχεία τω 340 αποκατέστη επί Κώνσταντος άνευ αναχειροτονήσεως. Κατά τον ιερόν Φώτιον ουδείς των υπό Παύλου του Σαμοσατέως χειροτονηθέντων ανεχειροτονήθη(534). Ο δε Αντιοχείας Μελέτιος, χειροτονηθείς υπό αιρετικών, εγένετο δεκτός άνευ αναχειροτονήσεως(535). Κατά τον γ' αιώνα ο Ρώμης Κορνήλιος εδέχθη τον εκ του Ναυατιανού σχίσματος προσελθόντα τη Εκκλησία πρεσβύτερον Μάξιμον άνευ αναχειροτονήσεως (536).

Κατά τους νεωτέρους χρόνους δι' αποφάσεων Πατριαρχικών και Συνοδικών εν Κων/λει ήρθησαν αι συνέπειαι καθαιρέσεων, ως του Κων/λεως Ιακώβου(537), Άνδρου Βενιαμίν(538), Αλεξανδρείας Σαμουήλ(539). Εν έτει 1840 εξ άλλου η Εκκλησία της Ρωσίας απεδέχθη άνευ αναχειροτονίας τους εις αυτήν επανελθόντας ουνίτας επισκόπους, εν έτει δε 1860 η Κων/λις απεδέχθη ως εγκύρους τας χειροτονίας δύο Μελχιτών ιερομονάχων(540) καθώς και την χειροτονίαν ΡΚαθολικού Διακόνου, δεχθείσα τούτον διά λιβέλλου και κρίσεως δι' αγίου Μύρου(541). Συναφώς μνημονευτέαι ενταύθα και αι εξής επίσημοι πράξεις επικοινωνίας μεθ' ετεροδόξων: α) Εν έτει 1863 η Ι. Σύνοδος της σερβικής Εκκλησίας ενέκρινεν όπως δοθή η θεία Ευχαριστία εις αγγλικανόν κληρικόν, β) εν έτει 1879 η Ι. Σύνοδος Κων/λεως απεφάσισεν την εν ανάγκη μυστηριακήν επικοινωνίαν μετά των Αρμενίων, γ) εν έτει 1893 το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων επέτρεψεν εις Σύρους Ορθοδόξους όπως λαμβάνωσι την θείαν Ευχαριστίαν παρ' αγγλικανών κληρικών δ) εν έτει 1919 οι ηγέται των εν Αμερική Ορθοδ. Εκκλησιών μετέσχον εις ακολουθίας αγγλικανών ε) εν έτει 1920 το Πατριαρχείον Κων/λεως επέτρεψεν εις τον Επισκοπελιανόν Επίσκοπον Δάρλιγκτον όπως, τελουμένης θ. Λειτουργίας εις τον Π. Πατριαρ. Ναόν, διανείμη το αντίδωρον φέρων μανδύαν και ωμοφόριον(542). Ειδικώτερον εν τη Εκκλησία της Ελλάδος ουδέποτε υπήρξε περίπτωσις αναχειροτονήσεως κληρικών. Ούτως εγένοντο δεκτοί άνευ αναχειροτονήσεως οι υπό της Ι. Συνόδου καθαιρεθέντες Ζαρνάτας Γαβριήλ, Ανδρουβίστης Προκόπιος, Ακαρνανίας Ιερόθεος(543). Ομοίως και οι Λαρίσης Αμβρόσιος, Αθηνών Θεόκλητος, Λαρίσης Αρσένιος, ως και ο Μελέτιος ο Μεταξάκης(544). Σημειωτέον ωσαύτως ότι η Εκκλησία της Ελλάδος συνεφώνησεν εις την αναγνώρισιν των υπό καθηρημένων βουλγάρων αρχιερέων γενομένων χειροτονιών διαρκούντος του βουλγαρικού σχίσματος(545). Επί δε περιπτώσεων χορηγήσεως αδείας γάμου εις καθαιρεθέντας, εκ μοναχών κληρικούς, η πράξις της ημετέρας Εκκλησίας ικανώς εκυμάνθη μεταξύ θετικής και αρνητικής θέσεως, αναλόγως των περιπτώσεων.

Εν τούτοις η ως άνω περιπτωσιολογία μόνον κατ' εφαρμογήν της Οικονομίας δύναται, εξ επόψεως ορθοδόξου Εκκλησιολογίας, να ευσταθήση. Κατά την κανονικήν ακρίβειαν η Εκκλησία, διά της επιβολής της ποινής της καθαιρέσεως, απογυμνοί της ιερατικής τιμής τον κληρικόν, κατάγουσα τούτον εις την των λαϊκών τάξιν ή των μοναχών. Οι δε λαϊκοί ή μοναχοί δεν είναι κληρικοί και επομένως δεν δικαιούνται να τελούν Ι. Μυστήρια. Η θεία χάρις εν τοις Μυστηρίοις δεν είναι αντικείμενον προσωπικού χειρισμού ενός εκάστου κληρικού αλλά δίδεται δι' αυτού υπό της Εκκλησίας, εφ' όσον ο κληρικός ούτος ευρίσκεται εν κοινωνία μετ' αυτής.

Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω η Εκκλησία την Οικονομίαν ασκούσα και μη υποκειμένη εν τη τοιαύτη ενασκησει εις τύπους τινας ή περιορισμούς, δύναται να αναγνωρίζη ή να μη αναγνωρίζη ως έγκυρον την παρά καθηρημένου γενομένην χειροτονίαν εις το γενικώτερον εκκλησιαστικόν συμφέρον αφορώσα(546).

Κατά ταύτα η απόφασις της ΙΣΙ του έτους 1948 περί αναχειροτονήσεως των κληρικών των εκ του παλαιοημερολογιτισμού επανερχομένων τη Εκκλησία, εκινείτο επί του πεδίου μάλλον της κανονικής ακριβείας ή της οικονομίας προς ην ανέκαθεν η καθ' ημάς Εκκλησία υπήρξεν εύνους(547), αποκλείουσα δέ την περίπτωσιν ασκήσεως εν προκειμένω της οικονομίας, δι' ους λόγους εκείνη γνώριζε και έκρινεν ως συμφέροντας αυτή, κατεδίκαζε το όλον ζήτημα εις στασιμότητα και διήνοιγεν επικινδύνους διεξόδους προς παράτασιν της εκκρεμότητος και των εκ ταύτης απορρεουσών δυσμενών διά την ενότητα της Εκκλησίας συνεπειών. Παρά δε το γεγονός, ότι η ως είρηται συνοδική απόφασις μετά διακριτικής φειδούς εφηρμόσθη εν τη Εκκλησία ημών, ένεκα της προδήλου εν κανονική ακριβεία αυστηρότητος αυτής και του ενσυνειδήτου φόβου των Αρχιερέων μη και προσκόψωσιν εις κανονικήν παράβασιν εν τη εφαρμογή αυτής, εν τούτοις απετέλεσεν αύτη σοβαρόν κώλυμα προς απάμβλυνσιν της οξύτητος και απεμάκρυνε προς καιρόν την ελπίδα αισίας τινος λύσεως του όλου προβλήματος, τοσούτω μάλλον όσω και οι εν έτει 1951 γνωμοδοτήσαντες σχετικώς τρεις διαπρεπείς νομικοί οι Γ. Ράμμος, Χ. Σγουρίτσας και Κ. Τσάτσος οίτινες ετάχθησαν και ούτοι υπέρ της αναχειροτονήσεως των υπό των καθηρημένων χειροτονηθέντων παλαιοημερολογιτών κληρικών, εδέχθησαν, ένεκα τούτου, σφοδράν επίθεσιν τόσον εκ μέρους του Λαρίσης Δωροθέου, όσον και εκ μέρους του «πρ. Φλωρίνης» Χρυσοστόμου, επικρινάντων την τοιαύτην θέσιν αυτών εξ επόψεως Κανονικής. Κατά συνέπειαν η διαμνημονευθείσα της ΙΣΙ απόφασις, δεν προσέφερε θετικήν τινα υπηρεσίαν εις την όλην υπόθεσιν αλλ' ετάχθη κατ' ακρίβειαν υπέρ της ακυρότητος των υπό καθηρημένων παλαιοημερολογιτών κληρικών τελεσθέντων μυστηρίων και δη και χειροτονιών.

Τας αρνητικάς της τοιαύτης τακτικής επιπτώσεις ετόνισεν αρκούντως και η συνεχισθείσα γνωστή στάσις ανοχής της Πολιτείας έναντι των παλαιοημερολογιτικών αυθαιρεσιών, περί ων ουκ επαύετο η Εκκλησία διαμαρτυρομένη, πλην άνευ αποτελέσματος(548). Εν πάση περιπτώσει βραδύτερον η Εκκλησία, αποκαταστήσασα εις τον επισκοπικόν βαθμόν άνευ αναχειροτονήσεως τους δύο παλαιοημερολογίτας «Επισκόπους» Χριστιανουπόλεως και Διαυλείας και τα υπ' αυτών τελεσθέντα Μυστήρια αναγνωρίσασα ως έγκυρα, επί πλέον δε τροποποιήσασα, δι' αποφάσεως της ΔΙΣ, την ως άνω περί αναχειροτονήσεως απόφασιν της ΙΣΙ, απέδειξεν ότι αντελήφθη την ανάγκην αντιμετωπίσεως του όλου ζητήματος επί του πεδίου της κανονικής οικονομίας μάλλον ή ακριβείας.





Σημειώσεις

520. ΚώΙΣΙ 1946-1948 σ. 177. Βλ. και Aι Συνοδικαί Εγκύκλιοι τ. Β' σ. 470-471. Εν τω ΚώΙΣΙ 1946-1948 και εν σελ. 177, ένθα καταχωρίζεται η εν τη συνεδρία της 14-7-1948 ληφθείσα απόφασις περί. του τρόπου προσδοχής των παλαιοημερολογιτών, η υπογραφή λιβέλλου τάσσεται ως προϋπόθεσις μόνον διά τους κανονικώς κεχειροτονημένους κληρικούς, τους προσχωρήσαντας εις τον παλαιοημερολογιτισμόν και μετέπειτα μεταγνόντας. Αντιθέτως δια τους υπό παλαιοημερολογιτών ψευδεπισκόπων χειροτονηθέντας ουδεμία μνεία περί υπογραφής τοιούτου λιβέλλου γίγνεται εν τοις Πρακτικοίς.

521. Βλ. Μήνυσιν των Ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος των ακολουθούντων το εκ παραδόσεως πάτριον εορτολόγιον κατά του Σεβ. Μητροπολίτου Χίου κ. Παντελεήμονος Φωστίνη επί αναχειροτονία ιερέων, απευθυνομένη προς απάσας τας Ορθοδόξους Εκκλησίας. Αθήναι 1948 σ. 4. Πρβλ. και Μ+Σι, Το Παλαιοημερολογητικόν σ. 10. Την μήνυσιν ταύτην υπέγραψαν oι «πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομος, «Μεγαρίδος» Χριστοφόρος και «Διαυλείας» Πολύκαρπος. Δωροθέου, Μητροπολίτου Λαρίσης, Νομοκανονικαί Έρευναι σ. 205.

522. Βλ. Α. Χριστοφιλοπούλου, Η οργάνωσις της Εκκλησίας της Ελλάδος σ. 41 επ. Χ. Ανδρούτσου, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας σ. 314. Π. Τρεμπέλα, Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας τ. 3 σ. Πρβλ. Πρωτ. Πατρών 467/1916. Π. Παναγιωτάκου, Η ιερωσύνη... σ.113 επ. 121 επ. Η θεία Χάρις εν τω καθαιρεθέντι παραμένει μεν δυνάμει, αλλά διά της καθαιρέσεως καθίσταται αφανής και ανενέργητος. Πρβλ. και Ευγενίου Βουλγάρεως, Κανονικαί Επιστάσεις σ. 277 επ. Βασιλείου, Μητροπολίτου Σμύρνης, Περί του κύρους χειροτονίας υπό καθηρημένου Επισκόπου σ. 18. Δ. Πετρακάκου, Τινά περί του κύρους των χειροτονιών σ. 21. Πρβλ. ωσαύτως και τας Α.Π. 222/1934, 359/1934,Εφετ. Αθηνών 1356/1949. Μελετίου Μητροπολίτου Κυθήρων, Γάμος κληρικών καταχθέντων εις την τάξιν των λαϊκών ανίερος εν: ΑΕΚΔ 1964 σ. 13. επ.

523. Το ανεξάλειπτον της ιερωσύνης, αναχθέν εις δόγμα υπό της ΡΚαθολικής Εκκλησίας στηριχθείσης εις διδασκαλίαν του ιερού Αυγουστίνου και του Μιλέβης Οπτάτου, ενεφιλοχώρησεν ως θεολογούμενον παρά τη καθ' ημάς Ορθοδόξω Ανατολική Εκκλησία, μη φέρον βεβαίως δογματικήν κύρωσιν άτε μη επερειδόμενον επί τε της Αγ. Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως, αλλ' ουχ ήττον απασχολούν ζωηρώς την παρ' ημίν επιστήμην. Βλ. Χ. Ανδρούτσου, Δογματική... σ. 314-315. Π. Τρεμπέλα, Δογματική... τ. 3 σ. 24-29, Κ. Δυοβουνιώτου, Τα Μυστήρια της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας εξ επόψεως δογματικής σ. 26. Χ. Ανδρούτσου, Συμβολική σ. 297. Κ. Ράλλη, Ποινικόν Δίκαιον σ. 23, Του ιδίου, Εκκλ. Δίκαιον, 1, σ. 105. Μελετίου Μητροπολίτου Κυθήρων, Γάμος κληρικών καταχθέντων εις την τάξιν των λαϊκών ανίερος. Αθήναι 1964. Το ανεξίτηλον της ιερωσύνης απορρίπτει η Εφετ. Αθ. 90/1954. Αντιθέτως η Α.Π. 642/1954 δέχεται ότι οι καθηρημένοι κληρικοί οι εκ μοναχών προερχόμενοι κληρονομούνται ως κληρικοί. Με το ζήτημα της ιδιότητος των καθηρημένων ως λαϊκών ή μη ησχολήθη, κατά τα τελευταία έτη, διεξοδικώς η ΔΙΣ εν αλλεπαλλήλοις αυτής συνεδρίαις (16-1-1964, 27-2-1964, 3-3-1964, 5-3-1964) εξ αφορμής του αναφυέντος θέματος της παροχής ή ου αυτοίς αδείας προς τέλεσιν γάμου. Η γνώμη της ειδικής Συνοδικής Επιτροπής εκυμάνθη μεταξύ της παροχής τοιαύτης αδείας (Φλωρίνης Βασίλειος-Αμ. Αλιβιζάτος ) και της αρνήσεως χορηγήσεως αυτής (Κυθήρων Μελέτιος-Κ. Μουρατίδης). Αλλ' η ΔΙΣ, επανελθούσα βραδύτερον επί του θέματος εν τη συνεδρία αυτής της 16-3-1970 και κατόπιν σχετικής εισηγήσεως της Μ.Σ.Ε. επί των Νομοκανονικών ζητημάτων, ήχθη εις την απόφασιν όπως αντιμετωπίζη κεχωρισμένως εκάστην συγκεκριμένην περίπτωσιν υπό το πρίσμα της ακολουθουμένης ήδη εν τη πράξει τακτικής της χορηγήσεως, κατά κανόνα, διά λόγους σκοπιμότητος και επιεικείας, αδείας τελέσεως γάμου εις καθαιρεθέντας κληρικούς και εκ μοναχών εισέτι προερχομένους (ΚώΔΙΣ 1970-1971 σ.107 ). Επί του γενικωτέρου θέματος βλ. Π. Τρεμπέλα, Η ανεξάλειπτος σφραγίς εν τοις μυστηρίοις και ιδία εν τη ιερωσύνη, εν: Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής σχολής 1955-1956 σ. 49-63. Βλ. σχετικώς καί Γνωμ. Εισαγγελ. Α.Π. 1/1947, 27/1947 (εν: Ε.Ε.Ν. 14, 169 και 15, 142 ) Α.Π. 222/1934 (εν: ΕΕΝ 1, 471), Εφ. Αθηνών 80/950 και 1356/1949.

524. Ούτως αποφαίνεται και η κρατούσα εν τε τη επιστήμη και τη νομολογία γνώμη πρβλ. Ν. Μίλας, Εκκλησ. Δίκαιον σ. 391-392, 400 - 404, Γ. Μπαλή, Οικογ. Δίκαιο παράγρ. 27, Α. Τούση, Οικογ. Δίκαιον εκδ. Γ' σ. 63, Γ. Ροϊλού, Οικογ. Δίκαιο έκδ. Γ' 1946 σ. 204, Κ. Ράλλη, Ποινικόν Δίκαιον της Ορθοδ. Εκκλησίας 1907 σ. 2. Του αυτού: Σχέδιον Α.Κ. τ. Α' σ. 513. Κ. Καυκά, Αστικός κώδιξ τ. Β' σ. 9 Του αυτού, Το κύρος γάμου ιερολογηθέντος παρά καθηρημένου. Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών 1932 σ. 17, Α. Χριστοφιλοπούλου, Ελλην. Εκκλησ. Δίκαιον εκδ. Β' σ. 152, Γ. Ράμμου, Παραδόσεις Εκκλησ. Δικαίου σ. 43, Γ. Ράμμου,- Χ. Σγουρίτσα Κ. Τσάτσου, Γνωμάτευσις 1950. Τα αυτά φρονούσι και oι Αμ. Αλιβιζάτος, εν: Η Οικονομία... σ. 79 επ. Άγγελ. Μπουρόπουλος, εν Γνωμοδοτήσει υπ' αριθμ. 1/1947, (ΑΕΚΔ 1948 σ. 198), θεωρούντες ότι τα υπό καθηρημένου τελούμενα μυστήρια είναι ανυπόστατα και άκυρα.

525. Πρβλ. Δωροθέου Μητροπολίτου Λαρίσης, Νομοκανονικαί Έρευναι σ. 201-208, Του αυτού: Παρατηρήσεις επί της γνωματεύσεως των κ.κ. Καθηγητών επί του παλαιοημερολογιτικού ζητήματος εν: ΑΕΚΔ έτος ΣΤ (1951) σ. 8-9 Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης, Απάντησις εις μίαν διατριβήν,... σ. 11 επ. Κ. Ράλλη, Ποινικόν Δίκαιον 32, Δ. Πετρακάκου, Περί του κύρους των χειροτονιών σ. 21, Του αυτού, Νομοκανονικαί Ενασχολήσεις σ. 244, Μελετίου Αποστολοπούλου, Εκκλησ. Ιστορία Γ' σ. 300, Χ. Ανδρούτσου, Δογματική σ. 303-393, Π. Τρεμπέλα, Δογματική Γ' σ. 312 Δ. Ματαράγκα, Αναχειροτόνησις εν: «Εκκλ. Βήμα» 1953 σ. 15, Π. Παναγιωτάκου, Η ιερωσύνη... σ. 52-54. Ο Αμ. Αλιβιζάτος, εν: Η Οικονομία κατά το Κανονικόν Δίκαιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας Αθήναι 1949 σ. 46 υπεστήριξεν ότι τα υπό καθηρημένου τελούμενα Μυστήρια είναι απολύτως άκυρα και ανενέργητα και θεωρούνται ως μη γενόμενα. Αντικρούων δε το προβαλλόμενον υπέρ της εγκυρότητος αυτών επιχείρημα, το αντλούμενον εκ της μη αναχειροτονίας των καθηρημένων μετά την άρσιν της ποινής ταύτης, εχαρακτήρισε την άποψιν ταύτην ως ανόητον και ανίερον. Αλλαχού δε (Συνεδρία ΔΙΣ της 16-1-1964) υπεστήριξεν ότι τούτο δέον να ερμηνευθή ως οικονομία της Εκκλησίας (ΚώΔΙΣ 1962-1964 σ. 437). Αλλ' εν τη περί χάριτος των ποινών των κληρικών μελέτη αυτού εδέχθη, ότι διά της καθαιρέσεως δεν αφαιρείται το θείον της ιερωσύνης χάρισμα (Βλ. Αμ. Αλιβιζάτου, Περί χάριτος των ποινών των κληρικών σ. 19).

526. Κανών Η' της Α' Οικουμενικής Συνόδου. Ρ-Π, Σύνταγμα... Β' σ. 133 επ. Πρβλ. και Ζωναράν εν τη ερμηνεία του Κανόνος τούτου επαγόμενον: «... Και ει κεχειροτονημένοι εισίν εις επισκόπους ή πρεσβυτέρους ~ή διακόνους, οι εξ αυτών προσιόντες τη Εκκλησία, μένειν αυτούς εν τω κλήρω κατά τους οικείους βαθμούς, εάν ίσως εν ταις εκκλησίαις, εν αις εχειροτονήθησαν, ουκ εισιν έτεροι ...» ενθ' άνωτ. σ. 134. Πρβλ. και Σωκράτους, εν Εκκλ. Ιστορία Α' 9 (Ρ. G. 67, 84).

527. Α Γ' Οικουμενική Σύνοδος εδέχθη άνευ αναχειροτονήσεως τον Παμφυλίας Ευστάθιον καθαιρεθέντα υπό των εν Παμφυλία.

528. Σπ. Μήλια, Συνάθροισις Ιερών Κανόνων τ. Β' σ. 740.

529. Βλ. Α' πράξιν της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου παρά Σ. Μήλια, τ. Β' σ. 729, 731.

530. Βλ. Κανόνας ΞΗ', ΟΣΤ', ΟΗ' της εν Καρθαγένη, εν: Ρ - Π Σύνταγμα Γ' σ. 478, 542, Π. Τρεμπέλα, Δογματική Γ' σ. 318, Αρχιμ. Ιερ. Κοτσώνη, Η κανονική άποψις περί της επικοινωνίας μετά των ετεροδόξων Αθήναι 1957 σ. 176. Α. Θεοδώρου, Η μυστηριακή διακοινωνία (intercommunio) εξ επόψεως ορθοδ. Συμβολικής, Αθήναι 1973 σ. 5.

531. Ρ-Π, Σύνταγμα Γ' σ. 91.

532. Βλ. ερμηνείαν Νικοδήμου του Αγιορείτου εις Α' Αποστολ. Κανόνα (Πηδάλιον έκδ. Αστέρας 1957 σ. 3).

533. Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών...,Ιστορία της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρεία 1935 σ. 433.

534. P.G. 104, 1224. Ο Φώτιος αναφέρει ως παραδείγματα τους υπό Παύλου Σαμοσατέως, Νεστορίου, Σεργίου, Πύρρου και Μακαρίου, καθηρημένων όντων, χειροτονηθέντας, οίτινες εγένοντο δεκτοί υπό της Εκκλησίας μετανοήσαντες, χωρίς να αναχειροτονηθώσι.

535. Επιφανίου: Περί αιρέσεων 68. Ιστέον ότι ο Βλάσταρις θεωρεί ως άθεσμον τήν δευτέραν χειροτονίαν. Ρ - Π, Σύνταγμα . ΣΤ' σ. 507.

536. Ρ. L. 3, 736-737.

537. Κ. Σάθα, Σχεδίασμα περί του Πατριάρχου Ιερεμίου Β' σ. 183-184.

538. Γ. Καμπούρογλους, Μνημεία... Β' σ. 361.

539. Καλ. Δεληκάνη, Συλλογή... Β' σ. 18-21.

540. Πρβλ. Π. Τρεμπέλα, Δογματική, τ. 3 σ. 318, Αρχιμ. Ιερ. Κοτσώνη, Η κανονική άποψις... σ. 177.

541. Μ. Θεοτοκά, Τα κρατούντα περί μικτών γάμων εν τη Ορθοδόξω Ανατολική Εκκλησία, Κων/λις εν: Νομικά και ιστορικά μελετήματα Αθήναι 1947 σ. 374.

542. Αρχιμ. Επιφ. Θεοδωροπούλου, Απάντησις εις τον κ. Αλ. Καλόμοιρον, εν: «Η Φ.Ο.» 1970 φ. 601-602 σ. 6. Του αυτού : Άρθρα, Μελέται-Επιστολαί τ. Α' σ. 192-194.

543. Κων/νου Οικονόμου, Τα σωζόμενα άπαντα τ. Β' σ. 282.

544. Βασιλείου (Ατέση), Μητροπολίτου πρ. Λήμνου .Επίτομος Επισκοπική Ιστορία... τ. Β' σ. 48, 65, 149, επ.

545. Γ. Κονιδάρη, Η άρσις του βουλγαρικού σχίσματος... Αθήναι 1971 σ. 109. Βασ. Στεφανίδη, Εκκλησ. Ιστορία σ. 683, Αρχιμ. Εμμ. Καρπαθίου, Tο βουλγαρικόν σχίσμα εν: «Θεολογία» 1925 σ. 345. επ.

546. Κατά τον Χ. Ανδρούτσον «... η Εκκλησία ως κοινωνία αυτεξούσιος την χρήσιν της ακριβείας και οικονομίας και εν γένει την περί των Μυστηρίων απόφανσιν αυτής εξαρτά εκ του ιδίου αυτής συμφέροντος». Βλ. Χ. Ανδρούτσου: Αι της ενώσεως των Εκκλησιών βάσεις. Θεσ/νίκη σ. 103. Νέας τινας τάσεις εν τη intercommunio βλ. εν «Επίσκεψις» 1971 τ. 26 σ. 6.

547. Συναφές τυγχάνει και το ζήτημα της αναγνωρίσεως του κύρους βαπτίσματος τελεσθέντος υφ' αιρετικού ή σχισματικού. Κατά βάσιν το βάπτισμα των αιρετικών θεωρείται άκυρον. Αλλά μην η Εκκλησία εδέχθη ενίοτε κατ' οικονομίαν άνευ αναβαπτίσεως τους λαβόντας τοιούτο βάπτισμα. Ούτως η Α' Οικουμενική Σύνοδος ανεγνώρισε το βάπτισμα των Νοβατιανών. Η εν Λαοδικεία ομοίως το βάπτισμα των Νοβατιανών και Τεσσαρασκαιδεκατιτών. Η Β' Οικουμενική Σύνοδος εδέχθη το βάπτισμα υπό όρους ενίων αιρετικών. Η καθ' ημάς, εξ άλλου Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία δέχεται κατά βάσιν το βάπτισμα των λατίνων (Βλ. Κ. Ράλλη, Βάπτισμα αιρετικών, εν ΑΕΚΔ 1948 σ. 9-23 ). Πρβλ. και Αρχιμ. Ιερων. Κοτσώνη, Αι απαιτούμεναι υπό των Ι. Κανόνων διατυπώσεις διά την προσέλευσιν εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν παντός αιρετικού, εν: «Εκκλησία» 1964 σ. 450-452, Αγαθαγγέλου, Μητροπολίτου Χαλκηδόνος, Υπόμνημα περί του κύρους του βαπτίσματος των αιρετικών και των σχισματικών, εν: «Ορθοδοξία» 1931 σ. 350 επ. 417 επ., Π. Παναγιωτάκου, Αι κανονικαί διατυπώσεις επί εισδοχής ετεροδόξων χριστιανών εις την Ανατολικήν Ορθόδοξον του Χριστού Εκκλησίαν κατά το ισχύον Ελλην. Εκκλησιαστικόν Δίκαιον εν: ΑΕΚΔ 1952 σ. 87 επ., Γερμανού, Μητροπολίτου Αίνου, Περί του κύρους του βαπτίσματος των αιρετικών, εν: «Ορθοδοξία» 1952 σ. 60, Ι. Καρμίρη, Πώς δει δέχεσθαι τους προσιόντας τη Ορθοδοξία ετεροδόξους, εν: «Θεολογία» 1954 σ. 211 επ., Αν. Χριστοφιλοπούλου, Η εις την Ορθοδοξίαν προσέλευσις των αλλοθρήσκων και ετεροδόξων, εν: «Θεολογία» 1956 σ. 53 επ. ένθα και σχετική βιβλιογραφία. Ως προς την εγκυρότητα γάμου τελεσθέντος υπό κανονικού ιερέως τη συμπράξει καθηρημένου βλ. Κ. Ράλλη, Κύρος γάμου πολιτών Ελλήνων ορθοδόξων τελεσθέντος παρ' ορθοδόξου ιερέως συμπράξει ιερέως καθηρημένου, εν: ΑΕΚΔ 1948 σ. 104-106. Καθ' όσον πάντως αφορά εις το κύρος Μυστηρίων τελεσθέντων υπό αιρετικών, σχισματικών και καθηρημένων η Εκκλησία, κρίνουσα εκάστοτε περιπτωτικώς, έκαμε χρήσιν τόσον της οικονομίας όσον και της ακριβείας αναλόγως των κρατουσών συνθηκών και του αληθούς αυτής συμφέροντος, προελθούσα εις την, κατά τας περιστάσεις, προτίμησιν της πλέον ευθέτου οδού, τηρήσασα επί του σημείου τούτου τακτικήν τοιαύτην μη φέρουσαν τα στοιχεία της παγιότητας και της δημιουργίας κανόνος η από του οποίου τυχόν απόκλισις θα έφερε χαρακτήρα αντικανονικότητος (Πρβλ. Αρχιμ. Ιερ. Κοτσώνη, Η κανονική άποψις... σ. 178 επ.). Η δε σημειουμένη διακύμανσις και ταλάντευσις της εκκλησ. νομοθεσίας έναντι της αναγνωρίσεως ή μη των Μυστηρίων τούτων, επιβεβαιοί το συμπέρασμα ότι το ζήτημα του κύρους του βαπτίσματος των αιρετικών δεν εθεωρήθη ως ζήτημα δογματικόν, αλλ' ως θέμα ποιμαντικόν, αντιμετωπιζόμενον εκάστοτε κατά το αληθές συμφέρον της Εκκλησίας. (Πρβλ. Α. Χριστοφιλοπούλου, Η εις την Ορθοδοξίαν προσέλευσις των αλλοθρήσκων και ετεροδόξων ένθ' αν. σ. 59, Π. Μενεβίσογλου, Το Άγ. Μύρον εν τη Ορθοδόξω Ανατολική Eκκλησία σ. 206).

548. Επί της βάσεως ταύτης ισταμένη η ΔΙΣ, κατά την συνεδρίαν αυτής της 11-11-47, απεφάσισεν όπως oι παλαιοημερολογίται καταβάλλωσι την νενομοθετημένην διά το ορθόδοξον πλήρωμα ενοριακήν εισφοράν, εν αντιθέσει προς τους χιλιαστάς, δι' ους εγένετο δεκτόν, ν' απαλλαγώσι ταύτης. (ΚώΔΙΣ 1945-1948 σ. 544). Kαι κατά την συνεδρίαν αυτής της 7-3-1950 η ΔΙΣ απεφάνθη ότι δέον να εφαρμοσθή και επί των παλαιοημερολογιτών η διάταξις του άρθρου 24 του α.ν. 2200/40 «Περί ιερών ναών και εφημερίων» καθ' όσον αφορά εις την κατεδάφισιν παλαιοημερολογιτικού ναού ανεγερθέντος άνευ αδείας της οικείας εκκλησιαστικής αρχής (ΚώΔΙΣ 1948-1950 σ. 361). Η Πολιτεία εξ άλλου απηγόρευσε την καταχώρισιν των μυστηρίων των παλαιοημερολογιτών εις τα ληξιαρχικά βιβλία, γεγονός ένεκα του οποίου oι παλαιοημερολογίται διεμαρτυρήθησαν εντόνως («Η Φ.Ο.» 1949 φ. 73 σ. 5-6 ).


Περιεχόμενα