|
"ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΕ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΙΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ"
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ, † Αρχιεπισκόπου Αθηνών |
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ
ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ
Ι. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΩΤΗ 1924-1934: Δεκαετία ιδεολογικής διαμάχης και αντιεκκλησιαστικής δραστηριότητος
Φάσις Πρώτη :
3. Η έναντι της αντιδράσεως στάσις της Εκκλησίας και της Πολιτείας.
Ως ήδη ελέχθη η Εκκλησία ετηρήθη απ' αρχής ενήμερος της διαμορφουμένης καταστάσεως ένεκα της σημειωθείσης αντιδράσεως των παλαιοημερολογιτών. Η εξαπόλυσις της από 8-4-1924 παραινετικής Εγκυκλίου προς τον ελληνικόν λαόν, ήτο αποτέλεσμα της επιθυμίας αυτής όπως διαφωτίση τους πιστούς επί του αληθούς νοήματος της γενομένης «διορθώσεως» του ημερολογίου και όπως αποτρέψη τας πικράς διά την ενότητα αυτής συνεπείας των διασπαστικών κινήσεων των παλ/τών.
Εν τούτοις αι πρώται αντιδράσεις των παλαιοημερολογιτικών κύκλων δεν ανησύχησαν εις τον δέοντα βαθμόν την Εκκλησίαν, τουλάχιστον εν τη αρχή του διασπαστικού κινήματος. Ούτως ενώ εν τη συνεδρία της ΙΣΙ της 13-5-1924 εγένετο λόγος περί του εγερθέντος «σάλου» ένεκα της ημερολογιακής μεταβολής, ο δε Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος ανέφερεν ότι «πολλοί των χριστιανών επιμένουσιν εις τον εορτασμόν κατά το παλαιόν ημερολόγιον των ακινήτων εορτών και ότι εις εφημερίδας ανεγράφη ο μέλλων εορτασμός ναού κατά το παλαιόν ημερολόγιον«(228), η συνεδριάζουσα Ιεραρχία αντιπαρήλθε σχεδόν απαρατηρήτως το ζήτημα, τούθ' όπερ δυνατόv να σημαίνη ότι αι διαστάσεις αυτού ήσαν, κατά την περίοδον ταύτην, περιωρισμέναι.
Αλλ' η συνεχιζομένη δραστηριότης των παλαιοημερολογιτικών Συλλόγων και αι αδιάκοποι περιοδείαι των αγιορειτών μοναχών ανά τα χωρία, τας κωμοπόλεις και τας πόλεις της Επικρατείας «προδοσίαν της αληθείας, ουκ ευσέβειαν την ευπείθειαν» υπολαμβανόντων(229) ενέβαλον, επί τέλους, εις σοβαράς ανησυχίας την Εκκλησίαν, η δε Ιερά Σύνοδος εν τη Συνεδρία, αυτής της 17-10-1924 απεφάσισεν, όπως επιδιώξη εκ νέου -την ενημέρωσιν του λαού επί των κινήσεων των παλαιοημερολογιτών. Παρά ταύτα το αντιδραστικόν κίνημα των παλ/τών, δι' ους λόγους ανεπτύξαμεν εν τοις πρόσθεν(230), ηδραιούτο οσημέραι. Το γεγονός τούτο ώθησε την Εκκλησίαν εις την μεταβολήν τρόπου αντιμετωπίσεως της καταστάσεως(231). Τοιουτοτρόπως, αποσυρθείσης προς στιγμήν εκ του
προσκηνίου της Εκκλησίας, ενεφανίσθη πανίσχυρος της Πολιτείας η πυγμή
προς επιβολήν της τάξεως και πειθαναγκασμόν των παλαιοημερολογιτών, όπως
συμμορφωθώσι προς τα υπό της καθεστηκυίας εκκλησ. Αρχής περί του ημερολογίου
αποφασισθέντα(232). Το αποτέλεσμα της ενεργείας ταύτης υπήρξεν αρνητικόν.
Διότι συμπτυχθέντα προς καιρόν τα αντιδραστικά στοιχεία, επανήλθον μετ' ου πολύ εις τα ίδια, ενώ παραλλήλως η άσκησις της βίας εσφυρηλάτησε ενότητος δεσμούς
μεταξύ των διωκομένων και ενίσχυσε το αντιδραστικόν φρόνημα αυτών.
Αλλά παρά πάσαν της Πολιτείας ανάμειξιν, το ζήτημα τούτο δεν απώλεσε τον
θρησκευτικόν και εκκλησιαστικόν αυτού χαρακτήρα, γεγονός όπερ πρωτίστως την Εκκλησίαν ενδιέφερε. Διά τούτο και μετ' αυξούσης ανησυχίας ελάμβανεν αύτη γνώσιν εκάστοτε αναφορών εγκύρων κρατικών Αρχών περί των διαστάσεων, ας ελάμβανε το παλαιοημερολογιτικόν κίνημα, τούθ' όπερ ηνάγκασε ταύτην όπως επιστρέψη εις την μέθοδον της διά της πειθούς αντιμετωπίσεως του προβλήματος. Πρός τούτο εν τη συνεδρία της ΔΙΣ της 16-4-1926 ελήφθη απόφασις όπως εξαπολυθή νέα παραινετική Εγκύκλιος προς τον λαόν.(233). Κατά την αυτήν ωσαύτως συνεδρίαν απεφασίσθη όπως αιτηθή παρά του Υπουργείου Εκκλησιαστικών η διάλυσις της Ελληνικής Θρησκευτικής Κοινωνίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών(234).
Η νέα αύτη παραινετική Εγκύκλιος επανελάμβανε κατά βάσιν τα επιχειρήματα
των προηγηθεισών σχετικών Συνοδικών Εγκυκλίων(235) και υπεγράμμιζε τας
πρός απόσχισιν από της Εκκλησίας προσπαθείας των παλαιοημερολογιτών, ενώ υπεμίμνησκε τας βαρυτάτας κανονικάς κυρώσεις εις βάρος των απειθούντων τη Εκκλησία, τας προβλεπομένας υπό των Ιερών Κανόνων ΙΗ' της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, Ε' της εν Αντιοχεία και ΣΤ' της εν Γάγγρα. Παραλλήλως δι' αυτής ετονίζετο η ασάλευτος παραμένουσα ενότης της όλης Εκκλησίας, εφ' όσον «εκ των Πατριαρχείων της Ανατολής, το μεν της Αλεξανδρείας εδήλωσεν ότι, κατ' αρχήν, θεωρεί δυνατήν και ορθήν την διόρθωσιν του ημερολογίου, αλλ' ότι πρέπει να γίνη αύτη εν Συνόδω(236), το των Ιεροσολύμων επεκρότησε την γενομένην διόρθωσιν, ως ορθήν και απαραίτητον αλλ' ανέβαλεν ένεκα τοπικών λόγων να εφαρμόση ταύτην, το της Αντιοχείας δεν εδέχθη αυτήν ένεκα των περικυκλούντων τους εν αυτώ ορθοδόξους ξένων προπαγανδών. Εκ των λοιπών επτά Αυτοκεφάλων Εκκλησιών πάσαι εφήρμοσαν την διόρθωσιν, πλην της Σερβικής, εν μέρει δε και της Ρωσικής, ένεκα εσωτερικών λόγων καίτοι και αύται ρητώς απεφάνθησαν υπέρ της διορθώσεως, η δε Σερβική μάλιστα και επρωτοστάτησεν εις αυτήν». Τέλος η Εγκύκλιος προέτρεπε τους πιστούς ίνα μη παρασύρωνται υπό των σχισματικών και καταφρονητών της πνευματικής αυτών Μητρός.
Εις την σύνταξιν και έξαπόλυσιν της πρόσθεν διαληφθείσης Εγκυκλίου συνέβαλον και δύο έτεροι σοβαροί λόγοι: τούτο μεν η σημειωθείσα εν τη Ι.Μονή Κεχροβουνίου Τήνου ανταρσία τριών μοναχών, εγκληθεισών ενώπιον της Ι. Συνόδου «επί διαταράξει εκκλησιαστικής ειρήνης και διακοπή της Ι. Ακολουθίας, απειθεία προς τας προϊσταμένας εκκλησιαστικάς αρχάς, αδίκω επιθέσει και αικίαις κατά του εφημερίου της εαυτών Ι. Μονής Ματθαίου Ευρυπιώτη», παραπτώμασιν .εφ' οις επεβλήθη αυταίς η ποινή του αφορισμού(237), τούτο δε η ενισχυομένη αρμοδίως υποψία, καθ' ην το αντιδραστικόν των παλαιοημερολογιτών κίνημα ετέλει υπό την επιρροήν «ξενικής προπαγάνδας προς βλάβην της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Έθνους»(238). Κατά ταύτα, θα ηδυνάμεθα, επισκοπούντες. την διαμορφωθείσαν κατάστασιν εν τοις κόλποις της Εκκλησίας ημών, κατά την Υπ' όψιν περίοδον, να παρατηρήσωμεν ότι η μεν Εκκλησία, αντιληφθείσα τον απειλούντα την ενότητα αυτής κίνδυνον, ένεκα της ασυδότου και αντιδραστικής δραστηριότητος των ωργανωμένων παλαιοημερολογιτικών Συλλόγων, ανέλαβεν αγώνα διαφωτίσεως του λαού, χρησιμοποιήσασα κατά κανόνα την πειθώ, αναγκασθείσα κατ' εξαίρεσιν, να προσφύγη εις εκφοβιστικά μέσα, διά της κρατικής ισχύος, η δε Πολιτεία, επεμβάσα κατασταλτικώς, μάλλον ηρέθισε τα πνεύματα και ωδήγησεν εις συντήρησιν και φανατισμόν την παλαιοημερολογητικήν παράταξιν. Θα ηδυνάμεθα να είπωμεν επιγραμματικώς, μετά του Γρηγορίου του Θεολόγου, ότι «... δεχόμεθα τον Χριστόν οι λίαν φιλόθεοι και φιλόχριστοι, και υπέρ της αληθείας αλλήλων κατεψευσάμεθα, και διά την αγάπην μίσος εμελετήσαμεν και υπέρ του ακρογωνιαίου διελύθημεν, και υπέρ της πέτρας εσείσθημεν»(239).
Σημειώσεις
228. ΚώΙΣΙ 1923-1928 σ. 168.
229. «Εκκλησία» 1925 σ. 49.
230. Βλ. σ.183 επ. της παρούσης.
231. Εν Κύπρω κατά την αυτήν περίοδον ετέθησαν εις εφαρμογήν προς πάταξιν του παλαιοημερολογιτισμού καθαρώς εκκλησιαστικά και κανονικά μέτρα, εις βάρος των ευαρίθμων κληρικών ταραξιών, οίτινες και παραπεμφέντες ενώπιον των εκκλησ. Δικαστηρίων καθηρέθησαν του υψηλού της ιερωσύνης αξιώματος. Βλ. «Εκκλησίαν» 1925 σ. 31.
232. Κατά τας καταγγελίας των παλαιοημερολογιτών αστυνομική δύναμις επενέβη εγκαίρως τη πρωΐα της 19ης Ιανουαρίου 1925 και διέλυσεν ομάδα ομοϊδεατών αυτών προτιθεμένων ίνα οργανώσωσι και παραστώσιν εις την τελετήν της καταδύσεως του Τιμίου Σταυρού εν Π. Φαλήρω (Σ. Καραμήτσου - Γαμβρούλια, ένθ' ανωτ. σ. 67-68). Είχε προηγηθή ο εορτασμός υπ' αυτών, τη 7η Ιανουαρίου, της εορτής των Χριστουγέννων εν αποκέντρω τινι παρεκκλησίω, ιερουργούντος αγιορείτου τινός ιερομονάχου, και η πρόκλησις σχετικού δημοσιογραφικού θορύβου («Εκκλησία» 1925 σ. 13. Πρβλ. καί Γ. Ευστρατιάδου, ένθ' ανωτ. σ. 191 επ.). Επί τούτοις όμως οι οπα-δοί, του π. ημερολογίου εξετρέποντο εις ολονέν και περισσότερον διογκουμένας ατάκτους εκδηλώαεις, προβαίνοντες εις συγκρότησιν διαδηλώσεων και προκαλούντες επεισόδια και έκτροπα, ως εκείνα άτινα συνέβησαν εν έτει 1926 κατά τας εορτάς της Αγ. Αικατερίνης και του Αγ. Ανδρέον (βλ. «Η.Φ.Ο.» 1928 φ. 6, 7. Α. Βαπορίδου, Ο διωγμός των ορθοδόξων χριστιανών υπό του Μητροπολίτου Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου. Η εκβίασις της θρησκευτικής συνειδήσεως, εν: «Η.Φ.Ο.» 1928, φ. 7, σ. 8).
233. ΚώΔΙΣ 1921-1927 σ. 411.
234. ΚώΔΙΣ 1921-1927 σ. 410-411.
235. «Εκκλησία» 1926 σ. 129. Βλ. σχετικώς και Χαρ. Ηλιάδη, Ανέκδοτος Εγκύκλιος Ιερεμίου Β' Πατριάρχου Κων/λεως εν: «Εκκλ. Φάρος» 1936 σ. 343 επ. και αντίκρουσιν υπό Χρυσοστόμου (Α' ) Αρχιεπ/που Αθηνών... Επί τινος δήθεν ανεκδότου Εγκυκλίου του Κων/λεως Ιερεμίου Β' εν: «Εκκλησ. Φάρος» 1936 σ. 505 επ.
236. Ήδη μετά την προς Κύριον εκδημίαν του Πατριάρχου Φωτίου και την εις τον της Αλεξανδρείας Πατριαρχικόν θρόνον ανάρρησιν του Μελετίου Μεταξάκι, το Πατριαρχείον τούτο απεφάσισεν όπως το θέμα της αποδοχής του διωρθωμένου ημερολογίου παραπεμφθή προς συζήτησιν εις την τακτικήν Σύνοδον του φθινοπώρου 1926, προσκαλέσαν εις Τοπικήν Σύνοδον επί του ιδίου θέματος τους Πατριάρχας Αντιοχείας Γρηγόριον και Ιεροσολύμων Δαμιανόν. Βλ.. «Εκκλησίαν» 1926 σ. 281. Το αυτό Πατριαρχείον έψεγεν εν έτει 1927 τους απειθούντας τη εαυτών Εκκλησία Έλληνας Ορθοδόξους («Εκκλησία» 1927 σ. 13).
237. ΚώΔΙΣ 1921-1927 σ. 408. Oι παλαιοημερολογίται τας μοναχάς ταύτας Μελάνην Μινάρδου, Ευπραξίαν Φιλιππίδου και Κασσιανήν Κώνστα, χαρακτήρισαν ως αθλητρίας και ομολογητρίας. Πρβλ. Αθ. Δανιηλίδου, Η διόρθωσις του Ημερολογίου ή η μετακίνησις του εορτολογίου. Αθήναι 1926 σ. 79. «Έθνος» 13-5-1926, «Εκκλησίαν» 1926 σ. 321, «Πάνταινος» 1926 σ. 767. Βλ. και «Ανάπλασιν» 1931 σ. 288 ένθα δημοσιεύεται επιστολή αναφερομένη εις τον γενόμενον εκταφιασμόν του σώματος της μοναχής- Μελάνης, εις κατάστασιν ημιάποσυνθέσεως, γεγονός, όπερ τότε προυβλήθη ως ένδειξις της αποδοκιμασίας του Θεού προς τους παλαιοημερολογίτας. Σημειωτέον ότι ο Μακ. Αθηνών Χρυσόστομος εμηνύθη ενώπιον της ΔΙΣ υπό των Γ. Ευστρατιάδου και Ανδρ. Δαυίδ, παλαιοημερολογιτών, διότι ανέγνω συγχωρητικήν ευχήν επί του τάφου της μοναχής Μελάνης κατά την εις Τήνον μετάβασιν αυτού (Βλ. Κώδικα Δικαστικών Πρακτικών της Ι. Συνόδου Συνεδρία 17-6-1930 σ. 80-81).
238. ΚώΔΙΣ 1921-1927 σ. 411. Γράφων τη 20-1-1927 προς την Ι. Κοινότητα του Αγ. Όρους ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βασίλειος εξέφραζε την λύπην αυτού διότι οικήτορες του ιερού Τόπου «γίνονται εν επιγνώσει ή δι' άγνοιαν και αμάθειαν όργανα ουχί αδόλου διαστροφής...» («Εκκλησία» 1927 σ. 43 ). Εν τη ενώπιον της ΙΣΙ του έτους 1933 εισηγήσει αυτού ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιωακείμ ανεγνώριζεν ότι υπάρχει κίνδυνος «διά της εξαπλώσεως του παλαιοημερολογητισμού να ωθήσωμεν τους σλαυοφώνους της Μακεδονίας προς εν είδος Βουλγαρικού σχίσματος και να ενισχύσωμεν το φυλετικόν φρόνημα όλων των εις τας Ν. Χώρας ξενοφώνων χριστιανικών μειονοτήτων» Ιωακείμ, Μητροπολίτου Δημητριάδος, Το παλ/κόν...Α' σ. ιστ'. Την από της Εκκλησίας των Σκοπίων εξάρτησιν των παλαιοημερολογιτών της Ελλάδος υπεστήριξεν εσχάτως και ο Σεβ. Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος. Βλ. σχετικώς και την εν συνεδρία ΔΙΣ της 16-2-1935 εξενεχθείσαν γνώμην ότι «ο κυριώτερος συντελεστής της παλαιοημερολογητικής κινήσεως εν Μακεδονία είναι το εν Θεσσαλονίκη σερβικόν Προξενείον, εις ο μάλιστα ανετέθη και η προστασία της βουλγαρικής μειονότητος» (ΚώΔΙΣ 1933-1935 σ. 565). Εν έτει 1947 ο «Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομος ετόνιζεν ότι μεταξύ των σκοπών, δι' ους συνεκλήθη τότε το Α' Πανελλαδικόν Συνέδριον των παλαιοημερολογιτών, ήτο και « η διαφώτισις του ορθοδόξου ελληνικού λαού ίνα παύση να θεωρή την θρησκευτικήν οργάνωσιν των παλαιοημερολογιτών ως επιδιώκουσαν την διαίρεσιν της Εκκλησίας «και την εξυπηρέτησιν οθνείων και αντεθνικών σκοπών ως ενησμενίσθησαν δυστυχώς να παραστήσωσιν αυτήν οι άγευστοι και απότροφοι των εκκλησιαστικών και εθνικών ιδεωδών» (Το Α' Πανελλαδικόν Συνέδριον... σ. 17).
239. Γρηγ. Θεολόγου, Ειρηνικός Α' 3. P.G. 35, 721.
|
|
|