|
"ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΕ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΙΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ"
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ, † Αρχιεπισκόπου Αθηνών |
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ
ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ
Ι. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΩΤΗ 1924-1934: Δεκαετία ιδεολογικής διαμάχης και αντιεκκλησιαστικής δραστηριότητος
Φάσις Πρώτη :
1. Τα υπό των παλαιοημερολογιτών προβληθέντα βασικά κατά της «διορθώσεως» επιχειρήματα.
η) Δεν υπήρξε σκανδαλισμός του λαού ουδέ σύγχυσις ένεκα της ταυτοχρόνου υπάρξεως εν Ελλάδι δύο ημερολογίων
Υπό των παλαιοημερολογιτών προεβλήθη και ο ισχυρισμός ότι η εισα-γωγή της «διορθώσεως» του Ιουλιανού Ημερολογίου υπήρξε παράνομος ώς αντιβαίνουσα εις το Ν. Δ/μα της 18/25 Ιανουαρίου 1923, δι' ου είχεν ορισθή ότι ως προς την Εκκλησίαν και τα θρησκευτικά ζητήματα παρέμενεν εν ισχύι το Ιουλιανόν Ημερολόγιον(168). Σημειωτέον ότι το εν λόγω Ν. Δ/μα εξακολουθεί, τυπικώς τουλάχιστον, να ισχύη και σήμερον, μη ανακληθέν ή τροποποιηθέν δι' ετέρου κανόνος δικαίου. Τον ισχυρισμόν τούτον, και σήμερον εισέτι προβαλλόμενον μετ' επιμονής, αντέκρουσεν αρχικώς μεν η Εκκλησία εν επικλήσει του γεγονότος ότι η διά Διατάγματος της Πολιτείας σύγκλησις κατά Δεκέμβριον του 1923 της Ι.Σ.Ι. προς συζήτησιν και του θέματος της προσαρμογής του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το πολιτικόν, παρέσχε τη Εκκλησία το δικαίωμα λήψεως αποφάσεως επί του ημερολογιακού. Η άποψις αύτη είναι προδήλως αβάσιμος διότι διά του επικαλουμένου συγκλητικού της Ιεραρχίας
Διατάγματος περιελαμβάνετο και το Ημερολογιακόν μεταξύ των θεμάτων της
Ημερησίας αυτής Διατάξεως υπό την έννοιαν της λήψεως μεν ενδεχομένως
σχετικής αποφάσεως, δια την ισχύν της οποίας θα έδει ασφαλώς να εκδοθή
κυρωτική ταύτης διάταξις νόμου, εφ' όσον αύτη αφεώρα εις θέμα ρυθμιζόμενον
άλλως υπό του νόμου. Διάφορον άποψιν εξήνεγκεν ο Α. Μαρίνος(169)
υποστηρίξας ότι η πράξις της Ι. Συνόδου, δι' ης εισήχθη εν τη Εκκλησία της
Ελλάδος το διωρθωμένον Ιουλιανόν Ημερολόγιον, ούσα τυπικώς διοικητική
πράξις, εφ' όσον δεν ανεκλήθη υπό της Εκκλησίας ή δεν ηκυρώθη δι' αποφάσεως
του Σ.τ.Ε. εξακολουθεί, καίτοι παραβιάζουσα κατά τινα εκδοχήν, τον νόμον(170),
να είναι ισχυρά μη δυναμένη άλλως τε να προσβληθή δι' αιτήσεως ακυρώσεως,
άτε παρελθούσης προ πολλού της σχετικής 60μέρου προθεσμίας, ούτε και
παρεμπιπτόντως να ελεγχθή, μολονότι αυτή η φύσις της αποφάσεως δεν ήτο
αμιγώς διοικητική, διεκφεύγουσα ως τοιαύτη την κρίσιν του Ακυρωτικού. Κατά ταύτα απρόσβλητος καταστάσα η εν λόγω απόφασις της Ιεράς Συνόδου, εξακολουθεί και σήμερον ισχύουσα, τοσούτω μάλλον όσω επί μίαν 55ετίαν πολλάκις η Πολιτεία εξεδήλωσε την συναίνεσιν αυτής .διά την ισχύν της(171).
Συναφές τυγχάνει και το θέμα της υπό τινων προβληθείσης αντισυνταγματικότητος της διαληφθείσης εισαγωγής εν τη Εκκλησία,του διωρθωμενου Ιουλιανού
Ημερολογίου, λόγω της κατά τον χρόνον λήψεως της σχετικής αποφάσεως της Ι.Σ.Ι.
παραβιάσεως του τότε ισχύοντος άρθρου 1 παρ. 2 του Συντάγματος του 1911.
Κατά την διάταξιν του άρθρου τούτου η Εκκλησία της Ελλάδος ήτο υπόχρεως, οπως
τηρή απαρασαλεύτως τους ιερούς Κανόνας και ευρίσκηται εν πνευματική κοινωνία
και ενότητι μετά πασών των Ορθοδόξων Εκκλησιών και του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ως εκ της τοιαύτης ενότητος, δεν ήτο επιτετραμμένον αυτή, κατά την άποψιν ταύτην, όπως εισαγάγη ημερολόγιον μη συμπίπτον προς τα υπό των άλλων ομοδόξων Εκκλησιών χρησιμοποιούμενα. Κατά την, υπό το κράτος της ισχύος της διατάξεως ταύτης, διαμορφωθείσαν όμως παρ' ημίν νομολογίαν του Σ.τ.Ε.(172) η έννοια ταύτης ήτο ότι αύτη κατωχύρου μόνον τους περί το δόγμα και ωρισμένα θεμελιώδη διοικητικά θέματα ιερούς Κανόνας, εις ους βεβαίως δεν δύναται να αναχθή το θέμα του ημερολογίου. Κατά την εκδοχήν λοιπόν ταύτην η εισαγωγή του διωρθωμένου ημερολογίου εν τη Εκκλησία, μη θίξασα δόγμα τι εκ των και υπό του Συντάγματος κατοχυρουμένων, δεν φέρει προδήλως αντισυνταγματικόν χαρακτήρα. Kαι ταύτα μεν δύνανται να έχωσιν ισχύν εν συσχετισμώ πάντοτε προς τα εν έτει 1924 συνταγματικώς κρατούντα. Και τούτο διότι σήμερον η σχετική συνταγματική διάταξις έχει εν τω σημείω τούτω διαμορφωθή ούτως, ώστε να τυγχάνωσι συνταγματικής προστασίας ου μόνον οι περί το δόγμα, αλλά και οι περί την λατρείαν ιεροί Κανόνες, τούθ' όπερ σημαίνει ότι, υπό τα σημερινά τουλάχιστον δεδομένα, ως αντισυνταγματική δέον να χαρακτηρισθή πάσα. κίνησις μη αποδεχομένη το ήδη υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου και υπό της πλειονότητος των αγίων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών ακολουθούμενον νέον ήτοι «διωρθωμένον» ημερολόγιον(173).
Σημειώσεις
168. Πρβλ. Π. Σμαΐλη, Το κύρος των γάμων των Παλαιοημερολογιτών κλπ. Αθήναι 1956. Βλ. και. ΑΕΚΔ 1-2-1956. Α. Ζαχαρία, Παράνομοι κυβερνητικοί διωγμοί παλαιοημερολογιτών, εν: «Η. Φ. Ο.» 1954, φ. 174 σ. 5.
169. Αν. Μαρίνου, Η θρησκευτική ελευθερία. Αθήναι 1972 σ. 313-314.
170. Κατ' άλλην εκδοχήν ο νόμος, ήτοι το Ν.Δ. της 18/25 Ιανουαρίου 1923 δεν απηγόρευε την εισαγωγήν του νέου ημερολογίου εν τη Εκκλησία, αλλά προέβλεπε ρητώς ότι «διατηρείται εν ισχύι το Ιουλιανόν Ημερολόγιον» ως προς την Εκκλησίαν. Η διάταξις αύτη, συνδυαζομένη μάλιστα προς την Εισηγητικήν Έκθεσιν του Νόμου, καθ' ην παρείχε το, ούτως ειπείν, πίστωσις χρόνου τη Εκκλησία διά την και υπ' αυτής εν καιρώ ευθέτω αποδοχήν του νέου ημερολογίου, δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθή ως απαγορεύουσα την μεταβολήν του Ιουλιανού Ημερολογίου ως προς την Εκκλησίαν. Βλ. Α. Μαρίνου, ένθ. ανωτ. σ. 314.
171. Ούτως αρνητικώς μεν απέρριψε πρότασιν των παλαιοημερολογιτών υποβληθείσαν προς την Δ' Αναθεωρητικήν Βουλήν του 1948 περί συμπεριλήψεως εν τω Συντάγματι ερμηνευτικής δηλώσεως, καθ' ην «εις την θρησκευτικήν ελευθερίαν περιλαμβάνεται και το θρησκεύεσθαι κατά το Π. Ημερολόγιον», θετικώς δε συνέτρεξε τη Εκκλησία εν τη προσπαθεία αυτής προς περιστολήν της εν τοις κόλποις αυτής εκδηλωθείσης ανταρσίας των παλαιοημερολογιτών, αν και όχι πάντοτε μετά συνεπείας.
172. Σ. τ. Ε. 609-612/1967. Βλ. εν: Α. Μαρίνου, ένθ. ανωτ. σ. 315.
173. Η περί διορθώσεως του Ιουλιανού Ημερολογίου απόφασις εγένετο τελικώς αποδεκτή υπό της πλειονότητος των αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, κατά την εξής χρονολογικήν σειράν: Υπό των Εκκλησιών Κων/λεως, Κύπρου και Ελλάδος τη 10/23 Μαρτίου 1924, Πολωνίας 11/24 Ιουνίου 1924, Ρουμανίας 1/14 Οκτωβρίου 1924, Γεωργίας 21 Σεπτεμβρίου/4 Οκτωβρίου 1929, Βουλγαρίας 7/20 Δεκεμβρίου 1968. Πρβλ. «Εκκλησίαν» 1968 σ. 290. Irenèe Doens, Les Paleoimerologites en Grèce et leurs Monastères εν: «Irenikon» 44 (1971) Νο 4 σ.549. Το παλαιόν ημερολόγιον ακολουθούσι σήμερον τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Ρωσίας και Σερβίας, η Αυτόνομος Εκκλησία Τσεχοσλοβακίας, το Θεοβάδιστον Όρος Σινά και το Άγιον Όρος.
|
|
|