image with the sign of Myriobiblos



Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Μουσείο | Έρευνα | Μαθήματα

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


Εκκλησιαστική Ιστορία
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





"ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ
ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΕ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΙΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ"


ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ,
† Αρχιεπισκόπου Αθηνών


Περιεχόμενα


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ

ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ

Ι. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΩΤΗ 1924-1934: Δεκαετία ιδεολογικής διαμάχης και αντιεκκλησιαστικής δραστηριότητος

Φάσις Πρώτη :

1. Τα υπό των παλαιοημερολογιτών προβληθέντα βασικά κατά της «διορθώσεως» επιχειρήματα.


ζ) Η «διόρθωσις» υπήρξεν αυθαίρετος του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου ενέργεια υπό την καταθλιπτικήν πίεσιν της Πολιτείας επιτευχθείσα

Η υπό της Πολιτείας εισαγωγή, εν έτει 1923, του Γρηγοριανού Ημερολογίου εις τας πολιτικάς σχέσεις, και η μη τήρησις υπ' αυτής εν συνεχεία της διατάξεως του άρθρου 1 παράγρ. 4 του Ν. Δ/τος της 18-25-Ιανουαρίου 1923(147) έσχον ως αποτέλεσμα την δημιουργίαν συγχύσεως παρά τω λαώ, διότι γενικευθείσης της χρήσεως του Γρηγοριανού Ημερολογίου και ως προς τας εθνικάς εορτάς, τας εορτασίμους και εξαιρετέας ημέρας και εν γένει ως προς πάσαν εθνικήν, πολιτικήν και κοινωνικήν εκδήλωσιν, προέκυψαν ανωμαλία και αταξία, αίτινες έθεσαν τας προϋποθέσεις αντιμετωπίσεως του ζητήματος τούτου και υπό της Εκκλησίας. Το γεγονός τούτο, καθώς και η κατά Δεκέμβριον 1923 σύγκλησις της ΙΣΙ εν καιρώ επαναστατικής διακυβερνήσεως της Χώρας, παρέσχον τοις παλαιοημερολογίταις την αφορμήν όπως διατυπώσωσι κατά του Αρχιεπ/που Χρυσοστόμου την μομφήν ότι η «διόρθωσις» του Ιουλιανού Ημερολογίου εισήχθη υπ' αυτού μόνου εν τη 'Εκκλησία της Ελλάδος δίχα γνώμης της Ιεραρχίας,(148) τη καταθλιπττική πιέσει της Πολιτείας(149).

Απαντών εις αμφοτέρας τας ως άνω κατηγορίας ο Αρχιεπ/πος Χρυσόστομος διά της εξαπολυθείσης τη 8-4-1924 Συνοδικής παραινετικής Εγκυκλίου προς τόν λαόν υπενθύμιζεν ότι η περί «διορθώσεως» του ημερολογίου απόφασις ελήφθη τη 27η Δεκεμβρίου 1923 «υπό συμπάσης της Ιεραρχίας της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, ούσης μόνης αρμοδίας προς την επίλυσιν των τοιαύτης φύσεως ζητημάτων ... Ενήργησε δε η ολομέλεια της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος άνευ επεμβάσεως τινος κοσμικής αρχής ή εξουσίας, αλλ' αυτοβούλως, περιεσκεμμένως, ανταποκρινομένη εις την πολλαχόθεν εκδηλωθείσαν, διά λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς, εμπορικούς και πολλούς άλλους ανάγκην, αποβλέπουσα άμα εις το καλώς νοούμενον ηθικόν και θρησκευτικόν των πιστών τέκνων αυτής συμφέρον ...»(150). Και βραδύτερον ο Αρχιεπ/πος Χρυσόστομος δι' ειδικής μονογραφίας αυτού δημοσιευθείσης εν έτει 1937,(151) απαντών εις τας κατ' αυτού αιτιάσεις, υπεστήριξε τα αυτά, ειδικώς ενδιατρίψας εις την αναίρεσιν της προσαφθείσης αυτώ κατηγορίας, ότι δήθεν απέκρυψεν από της ΙΣΙ την διαμαρτυρίαν, ην απηύθυνε προς την Ι. Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Φώτιος, καταφερόμενος εναντίον της εισαγωγής του νέου ημερολογίου και αποδείξας, ότι η μεν απόφασις της Ι.Σ. περί διορθώσεως του ημερολογίου ελήφθη τη 27-12-23, ενώ η διαμαρτυρία του Πατριάρχου Φωτίου εχρονολογείτο από 20-4-24!!(152).

Δεν δύναται βεβαίως να γίνη αβιάστως δεκτός ο ισχυρισμός του Αρχιεπ/που Χρυσοστόμου ότι η ολομέλεια της Ιεραρχίας ενήργησεν επί του ημερολογιακού «άνευ επεμβάσεώς τινος κοσμικής αρχής ή εξουσίας», τοσούτω μάλλον όσω και ούτος εδέχετο ότι η εισαγωγή του νέου ημερολογίου εν τω Ελληνικώ Κράτει δεν ήτο αδιάφορος διά την Εκκλησίαν»(153) καί ωμολόγει ότι «επειδή εισήχθη εις το Κράτος το Ελληνικόν το νέον πολιτικόν Ημερολόγιον δεν ήτο δυνατόν άνευ θρησκευτικής ζημίας του λαού και κοίνωνικής συγχύσεως να υπάρχωαι δύο ημερολόγια»(154) Και περί αμέσου μεν επεμβάσεως ή απειλής της κοσμικής εξουσίας επί της Εκκλησίας δεν δύναται μετά λόγου να υπάρξη βεβαιότης, καίτοι και αυτός ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Φώτιος, παρασυρόμενος ασφαλώς εκ των πολιτικών διενέξεων της εποχής, ισχυρίζετο ότι την διόρθωσιν του ημερολογίου επέβαλεν η Επανάστασις του 1922(155). Έμμεσος όμως επέμβασις υπήρξε, διότι αυτή η υπό της Πολιτείας εισαγωγή εν ταις κοινωνικαίς σχέσεσι του Γρηγοριανού Ημερολογίου εδημιούργησεν οξύ διά την Εκκλησίαν πρόβλημα, δεδομένου ότι εάν δεν εμεσολάβει η ενέργεια αύτη, δεν θα υπήρχε λόγος ίνα η Εκκλησία της Ελλάδος αχθή εις αντιμετώπισιν ανυπάρκτου δι' αυτήν ζητήματος. Την αλήθειαν και ορθότητα της τοιαύτης κρίσεως απεδέξατο και αυτή η Ιερά Σύνοδος και ο θρησκευτικός τύπος της εποχής. Ούτως η μεν Ιερά Σύνοδος εν τω υπ' αριθμ. 2936/171/16-11-1934 εγγράφω αυτής προς την Πολιτείαν επέρριψεν ευθέως επ' αυτής την ευθύνην διά την συντελεσθείσαν ημερολογιακήν εν τη Εκκλησία μεταβολήν, εφ' όσον «η Εκκλησία προέβη εις την διόρθωσιν του Ιουλιανού Ημερολογίου, διότι το Κράτος εδέχθη το νέον πολιτικόν ημερολόγιον και διότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχωσιν εις το Κράτος δύο ημερολόγια»(156). Η ιδία βραδύτερον, εν Εγκυκλίω αυτής, διεκήρυξεν ότι «η διόρθωσις του ανέκαθεν εν τη Εκκλησία επικρατούντος Ιουλιανού Ημερολογίου απέβη απαραίτητος όταν εις το Ελληνικόν Κράτος εισήχθη το νέον Ημερολόγιον»(157). Ο δε τύπος τόσον ό εκκλησιαστικός, όσον και ο θρησκευτικός ανεγνώριζε την σοβαράν επιρροήν, ην έσχεν επί της ημερολογιακής μεταβολής εν τη Εκκλησία η προηγηθείσα μεταβολή του ημερολογίου εν τη Πολιτεία(158). Κατά τον Μητροπολίτην Δημητριάδος Ιωακείμ αιτία της εσπευσμένης παραδοχής του διωρθωμένου ημερολογίου υπήρξεν η ιερός τούτο επιτακτική της Πολιτείας σπουδή. Διότι η Κυβέρνησις βιαζομένη, κατ' αυτόν, να εξασφαλίση τας εν έτει 1919 νίκας του Έθνους εν Θράκη και Μ.Ασία και έχουσα ανάγκην ίνα εμφανισθή, κατά τας διαπραγματεύσεις, ότι αντιπροσωπεύει χώραν προοδευτικήν, επίεσε το Οικουμεν.

Πατριαρχείον, τούτο υποχρεωθέν εκ των πολεμικών περιπετειών του 1922, απεδέχθη άνευ περαιτέρω συζητήσεως την μεταβολήν, ηκολούθησε δ' εν έτει 1924 η Εκκλησία ημών, τη ομοφώνω γνώμη της Ιεραρχίας, προς αντιμετώπισιν των δεινών της μικρασιατικής καταστροφής(159). Και η επίσημος επί του Ημερολογιακού ζητήματος εισήγησις τής 'Εκκλησίας της Ελλάδος προς την Πανορθόδοξον Μεγάλην Σύνοδον δέχεται ότι η ημερολογιακή μεταβολή εγένετο «κατ' επήρειαν έξωθεν κυρίως παραγόντων», και «μηδενός εκκλησιαστικού λόγου συνωθούντος διωρθώθη το Ιουλιανόν Ημερολόγιον»(160).

Ανεξαρτήτως τούτου, αυτός ούτος ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, ομιλών ενώπιον τής ΙΣΙ εν τη συνεδρία αυτής της 27-12-1923 ανεγνώριζεν ότι «αν η Ελληνική Πολιτεία παρέβλεπε τους πολιτικούς, εμπορικούς, κοινωνικούς λόγους και δεν παρεδέχετο το νέον ημερολόγιον, ουδείς λόγος μεταβολής θα υπήρχεν. Αν το Κράτος ημών δεν ήτο ορθόδοξον η έλλειψις δεν θα ήτο επαισθητή ως λ.χ. εν Κύπρω συμβαίνει. Η σύγχυσις παρά τω λαώ είναι μεγάλη... Έρχεται η 1η του έτους και άλλος λέγει δεν νηστεύομεν πλέον. Ούτω δε ο λαός εκ της ημερολογιακής διαφοράς απομακρύνεται της Εκκλησίας»(161).

Κατά ταύτα δεν είναι αληθές ότι η Εκκλησία άνευ επεμβάσεως τινος έξωθεν προερχομένης ενήργησε την «διόρθωσιν» του Ιουλιανού Ημερολογίου. Το ορθόν εν προκειμένω είναι, ότι και εν τη ημερολογιακή μεταρρυθμίσει η Εκκλησία υπέστη εκουσίαν κένωσιν χάριν της Ελληνικής Πολιτείας ή μάλλον χάριν του Ελληνικού λαού, επί θέματος επιδεχομένου εκκλ. συγκατάβασιν. Προς τούτο συνηγορεί και η διαπίστωσις, καθ' ην, ενώ από του ιθ' αιώνος είχεν η Εκκλησία συνειδητοποιήσει την ανάγκην διορθώσεως του σφάλματος του Ιουλιανού Ημερολογίου, εν τούτοις ουδείς συνέτρεχε προς επίσπευσιν της σχετικής διαδικασίας λόγος, μέχρις ου η Ελληνική Πολιτεία εισήγαγε το Γρηγοριανόν Ημερολόγιον, με αποτέλεσμα την εκ ταύτης προκύψασαν ημερολογιακήν ποικιλίαν τε και διαφοροποίησιν.

Αλλ' εάν γίνεται δεκτόν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος εξηναγκάσθη εις την ημερολογιακήν μεταβολήν ένεκα των τετελεσμένων γεγονότων, τα οποία εδημιούργησεν η Πολιτεία επ' ουδενί λόγω δύναται να γίνη δεκτός ο ίσχυρισμός των παλαιοημερολογιτών ότι δήθεν ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ενήργησεν επί του προκειμένου αυθαιρέτως, δίχα γνώμης της Ιεραρχίας και εν κρυπτώ. Αντιθέτως, εξ όσων εις τον οικείον τόπον διελάβομεν, αποδεικνύεται ότι ο αοίδιμος Πρωθιεράρχης ετήρησεν ενήμερον απ' αρχής την Ιεραρχίαν και μόνον κατόπιν εξουσιοδοτήσεως αυτής προέβη εις τον χειρισμόν του ζητήματος(162).





Σημειώσεις

143. Αγιορειτών Πατέρων, Αποστασίας έλεγχος... σ. 95.

144. Ένθ' ανωτ. σ. 93,99, 280, 288.

145. Βασ. Σακκά, Υπόμνημα... σ. 37.

146. «Άγιος Κυπριανός» 1974, τ. 82 σ. 69.

147. ΦΕΚ τ. Α' φ. 24 της 25-1-1923 και «Κώδιξ Θέμιδος» ΙΒ' σ. 454. Βλ. τούτο ανωτέρω υποσ. 44.

148. Πρβλ. Ιεζεκιήλ, Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, Δύο νέα βιβλία περί Ημερολογίου, Αθήναι 1937 σ. 3-4. Κατά τον «Μητροπολίτην πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομον την πρωτοβουλίαν της εισαγωγης του Γρηγοριανού Ημερολογίου εν τη Ελληνική Εκκλησία δεν είχε το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ως αναληθώς διισχυρίσθη η Ελλην. Ιεραρχία, αλλ' αύτη υπό την έμπνευσιν και πρωτοπορείαν του Αρχιεπισκόπου Αθηνών αοιδίμου Χρυσοστόμου (Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου πρ.Φλωρίνης, Θέσις... εν: «Το Α' Πανελλαδικόν... σ. 48). Ο δε Διαυλείας Πολύκαρπος χαρακτηρίζων τον Αρχιεπ/πον Χρυσόστομον ως «ψεύστην» επάγεται περί αυτού τα ακόλουθα: «Ο Παπαδόπουλος παρουσιάζει τα πράγματα ρόδινα. Ψεύδεται ενώπιον της Ιεραρχίας, και δηλοί ανερυθριάστως επί τη Αρχιερατική του εντιμότητι ότι συνεφώνησαν τα Πατριαρχεία, αι δε λοιπαί Εκκλησίαι συν τω χρόνω θα συμμορφοθώσι» (Πολυκάρπου, Επισκόπου Διαυλείας, Η ημερολογιακή μεταρρύθμισις σ. 19 ). Αλλαχού βεβαίως οι διαληφθέντες επέρριψαν την ευθύνην εις μόνην την Ιεραρχίαν. Βλ. Υπόμνημα προς την Δ' Αναθεωρητικήν Βουλήν σ. 12. Σαφέστερον επιτίθεται κατά του Αρχιεπ/που Χρυσοστόμου ο Γ. Ευστρατιάδης, ισχυριζόμενος ότι η παραπομπή του ζητήματος του Ημερολογίου εις την ΙΣΙ εγένετο επί τη βάσει προδιαγεγραμμένου δήθεν σχεδίου, τεθέντος εις εφαρμογήν τη δολία συναινέσει Κυβερνήσεως και Αρχιεπ/που αφού προηγουμένως εξησφαλίσθη κλίμα βίας και φοβίας κατά των Αρχιερέων (Γ. Ευστρατιάδου, ένθ. ανωτ. σ. 39, 43, 55 επ. 59.

149. Γ. Ευστρατιάδου, ένθ. ανωτ. σ. 5. Πρβλ. και «Χριστ. Σπίθαν» 1950 φ. 102 σ. 1. Εν τούτοις ο αυτός Γ. Ευστρατιάδης παρακατιών γνωσιμαχήσας υπεστήριξεν ότι «η Επανάστασις, νομοθετήσασα την μεταβολήν του Πολιτικού Ημερολογίου, ουδεμίαν ηννόησε να επιβάλη μεταρρύθμισιν εις το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον. Αν ήθελεν η Επανάστασις θα επέβαλλε ταύτην συγχρόνως με την μεταρρύθμισιν του πολιτικού Ημερολογίου» (ένθ. ανωτ., σ. 33).

150. «Εκκλησία» Α' σ. 411 επ. Βλ. σχετικώς και το από 6-7-27 ανακοινωθέν Ι.Σ. εν: «Εκκλησία» 1927 σ. 209-210. Κατά τον Μαρωνείας Άνθιμον αι προηγηθείσαι της ημερολογιακής μεταβολής συνεννοήσεις του Αρχιεπ/που Χρυσοστόμου μετά του Οικουμ. Πατριαρχείου και των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών, αφήρουν απ' αυτής τον χαρακτήρα της αυθαιρεσίας (βλ. «Εκκλησίαν» 1933 σ. 52) Contra Γ. Ευστρατιάδης, ένθ. ανωτ. σ. 51.

151. Χρυσοστόμου (Α'), Αρχιεπισκόπου Αθηνών..., Ημερολογιτικών κατηγοριών έλεγχος - Αθήναι 1937.

152. Πρβλ. Ιεζεκιήλ, Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, Δύο νέα βιβλία περί Ημερολογίου, Αθήναι 1937 σ. 4.

153. Χρυσοστόμου (Α'), Αρχιεπισκόπου Αθηνών..., Ημερολογιακά Α' 1926 σ. 26.

154. Χρυσοστόμου (Α'), Αρχιεπισκόπου Αθηνών...,Έλεγχος παραποιήσεως Συνοδικών πράξεων και Πατριαρχικών εγγράφων. Αθήναι 1931 σ. 3-4.

155. Χρυσοστόμου (Α'), Αρχιεπισκόπου Αθηνών..., Ημερολογιακά Β' 1929 σ. 41. Κατά τον Γ. Ευστρατιάδην ο Αρχιεπ/πος Χρυσόστομος «εν πλήρει ελευθερία είχε την σοφήν τούτην έμπνευσιν (δηλ. να εισαγάγη το νέον ημερολόγιον χωρίς να ανακοινώση τι περί. πιέσεων της Κυβερνήσεως» (Γ. Ευστρατιάδου, ένθ. ανωτ. σ. 5 ). Γράφων εν έτει 1951 σχετικώς ο «Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομος διηρωτάτο πώς συνέβη και συνήνεσεν εις την ημερολογιακήν καινοτομίαν ο αείμνηστος Χρυσόστομος, όστις υπερεμάχει των εκκλησ. παραδόσεων. Και απαντών εσημείου ότι ούτος «έπεσε θύμα εισηγήσεων και πιέσεων προς ας, λόγω του ασθενούς χαρακτήρος του, μη δυνηθείς να αντιστή, υπέκυψεν υπό το οχληρόν βάρος αυτών» (Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης, Πραγματεία περί της άνωθεν...σ.66).

156. «Εκκλησία», 1934 σ. 370.

157. Εγκύκλιος Ι.Σ. υπ' αριθμ. 1552/30-5-1935. Βλ. ταύτην εν: «Εκκλησία» 1935 σ. 170.

158. Κατά την «Ανάπλασιν», «η μετά τοσαύτην μελέτην και έρευναν συντελεσθείσα αφομοίωσις του εκκλησιαστικού Ημερολογίου προς το πολιτικόν, συνεπλήρωσε το μέγα κενόν, όπερ από έτους και πλέον είχε δημιουργήσει η Πολιτεία πρώτη αποδεχθείσα το Γρηγοριανόν Ημερολόγιον» («Ανάπλασις» 1924 σ. 105 ). Πρβλ. και «Εκκλησίαν» 1926 σ. 345 και 348 ένθα ομολογείται ότι «η Εκκλησία της Ελλάδος ησθάνθη την ανάγκην της διορθώσεως του Ιουλιανού Ημερολογίου ιδίως αφ' ης ημέρας παρεδέχθη το νέον Ημερολόγιον η Πολιτεία». Ταύτ' αυτό επανέλαβεν η Ι. Σύνοδος εν ανακοινωθέντι αυτής, δι' ου εβεβαίου τον λαόν «ότι η γενομένη διόρθωσις του Ημερολογίου απέβη απαραίτητος μετά την υπό του Ελληνικού Κράτους παραδοχήν του Ημερολογίου». («Εκκλησία» 1926 σ. 399, «Ανάπλασις» 1932 σ. 302 ). Πρβλ. σχετικώς και «Ανάπλασιν», 1929 σ. 232 ένθα υποστηρίζεται ότι «κατ' ανάγκην η Εκκλησία έπρεπε να προσαρμοσθή προς το εν τη κοινωνία επιακρατήσαν Ημερολόγιον».

159. Ιωακείμ, Μητροπολίτου Δημητριάδος, Το Παλαιοημερολογητικόν ζήτημα Β' σ. 11-12. Ούτω και ο Αδριανουπόλεως Πολύκαρπος ομιλών ενώπιον της ΙΣΙ της 2-7-1929 υπεστήριξεν ότι η Εκκλησία ευρέθη «προ ανάγκης ως εκ της εισαγωγής του πολιτικού Ημερολογίου». ΚώΙΣΙ 1929 σ. 216. Ομοίως και ο Ελευθερουπόλεως Σωφρόνιος ενώπιον της ΙΣΙ της 10-10-1933 εδέχθη ότι «το νέον Ημερολόγιον είναι έργον της Επαναστατικής Κυβερνήσεως Πλαστήρα». ΚώΙΣΙ 1933-1934 σ. 54. Πρβλ. «Ακρόπολιν» 11-4-71.

160. Εκκλησίας Ελλάδος, Το Ημερολογ. Ζήτημα, Εισήγησις... σ. 8, 30 Πρβλ. και δηλώσεις εκπροσώπου της ρωσικής Εκκλησίας κατά την εν έτει 1972 επίσκεψιν εν Αθήναις του Μακ. Πατριάρχου Μόσχας κ. Ποιμένος, γενομένας εις απάντησιν ερωτήματος δημοσιογράφων περί του εάν πρόκειται η Ρωσική Εκκλησία να αποδεχθή το διωρθωμένον ημερολόγιον. Εν τη αρνητική αυτού απαντήσει ο εκπρόσωπος διηυκρίνησεν ότι «θα παραμείνωμεν με το παλαιόν. Εις ημάς δεν υπάρχει διαμάχη γύρω από το θέμα αυτό. Ούτε η Πολιτεία θίγεται διότι ακολουθούμεν το παλαιόν, ούτε η Εκκλησία θέλει να επιβάλη το παλαιόν εις την Πολιτείαν» (Εφημερίς «Καθολική» αρ. φ. 1789 της 24-10-1972 σ.1). Πρβλ. σχετικώς Ανθίμου Μητροπολίτου Μαρωνείας, Το ζήτημα... » εν: «Εκκλησία» 1932 σ. 425.

161. ΚώΙΣΙ 1923-1928 σ.103.Πρβλ.και Χρυσοστόμου (Α'), Αρχιεπισκόπου Αθηνών..., Η Εκκλησία της Ελλάδος επί τη 1900ή... σ. 168, ένθα υπογραμμίζεται και αύθις η αλήθεια, ότι «εφ' όσον η Πολιτεία ετηρει εν Ελλάδι την.παλαιάν χρονολόγησιν του ημερολογίου, ζήτημα ημερολογίου δεν υπήρχε διά την Εκκλησίαν της Ελλάδος». Τας συνεπείας της συγχύσεως του λαού ένεκα της ημερολογιακης αταξίας αναπτύσσει εν κυρίω άρθρω η «Εκκλησία» (1926 σ. 346). Πρβλ. και Αποστολικής Διακονίας, Το Παλαιοημερολογητικόν σ. 19-20. Εν δηλώσει αυτού προς τον τύπον δοθείση τη 10-12-1950 ο Αρχιεπ/πος Σπυρίδων ετόνισεν ότι «την πρωτοβουλίαν της εισαγωγής του Νέου Ημερολογίου έσχεν η Πολιτεία διά λόγους καθαρώς πρακτικούς...» («Εκκλησία», 1950 σ. 394).

162. Βλ. κεφ. τρίτον του παρόντος.


Περιεχόμενα