image with the sign of Myriobiblos



Κεντρική Σελίδα | Βιβλιοθήκη | Μουσείο | Έρευνα | Μαθήματα

ΕΛΛΗΝΙΚΑ | ENGLISH | FRANÇAIS | ESPAÑOL | ITALIANO | DEUTSCH

русский | ROMÂNESC | БЪЛГАРСКИ


Εκκλησιαστική Ιστορία
 


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA

Κλάδος Διαδικτύου

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ





"ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ
ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΕ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΙΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ"


ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ,
† Αρχιεπισκόπου Αθηνών


Περιεχόμενα


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΩΣ ΑΚΡΑΙΦΝΩΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΖΗΤΗΜΑ ΕΝ ΤΗ ΚΑΘ' ΗΜΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗ

3. Η θέσις των λοιπών, πλην τηής Ελλάδος, Ορθοδόξων Εκκλησιών έναντι τουύ ζητήματος.

Εις την από 12 Ιουνίου 1902 Εγκύκλιον του Πατριάρχου Κων/πόλεως Ιωακείμ του Γ', απήντησαν κατά χρονολογικήν σειράν πρώτη μεν η ρωσική Εκκλησία, είτα δε αι Εκκλησίαι Ιεροσολύμων, Ρουμανίας, Σερβίας, Ελλάδος και Μαυροβουνίου. Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Φώτιος, διιστάμενος προς τον Οικουμενικόν δεν απήντησεν εις την ττατριαρχικήν Εγκύκλιον ούτως, ώστε εις την νεωτέραν αυτού από 10 Ιουνίου 1904 ατταντητικήν Εγκύκλιον να διερωτάται ο Οικουμενικός γράφων : «του Μακαριωτάτου και Σεβασμιωτάτου Πάπα και Πατριάρχου της μεγάλης πόλεως Αλεξανδρείας και πάσης γης Αιγύπτου ουκ οίδαμεν όπως αναβάλλοντος εις δεύρο την απάντησιν»(61).

Η ρωσική Εκκλησία εν τη υπό ημερομηνίαν 28 Φεβρουαρίου 1903 απαντήσει αυτής, εν σχέσει προς το Ημερολογιακόν ωμολόγει ότι «το ζήτημα της μεταβολής ή και της μερικής μόνον μεταρρυθμίσεως του Ημερολογίου ου μικρόν ωσαύτως από πολλού ήδη ταράττει τους ορθοδόξους εν τη χώρα αυτής»(62) παρά ταύτα εδέχετο την μερικήν μόνον του Ιουλιανού Ημερολογίου διόρθωσιν, ήτοι εν σχέσει μόνον προς το νέον έτος και την μετονομασίαν των ημερομηνιών, αποκλείουσα τταντελώς, συν τη διορθώσει, και την μεταβολήν «και του Πασχαλίου και της όλης εκκλησιαστικής χρονολογίας» επί τω λόγω ότι η τοιαύτη τυχόν μεταβολή «συνεπήγετο αν αναμφιβόλως διασαλεύσεις τινάς και εν τω εκκλησιαστικώ βίω, εν ω εν τη προκειμένη περιπτώσει τοιαύται διασαλεύσεις ουδεμίαν εαυταίς ευρίσκουσιν επαρκή δικαιολογίαν ούτε εν τη αποκλειστική ορθότητι της προτεινομένης μεταρρυθμίσεως, ούτε εν ωριμασάση τινι εκκλησιαστική άνάγκη»(63).

Ούτως η ρωσική Εκκλησία απέκρουε κατ' αρχήν το Γρηγοριανόν Ημερολόγιον(64), στέργουσα εν εσχάτη ανάγκη την εισαγωγήν αυτού εν ταις πολιτικαίς και κοινωνικαίς σχέσεσι διά μετονομασίας των αριθμών του Ιουλιανού Ημερολογίου, κατά το πρότυπον της Εκκλησίας της Ιαπωνίας.

Το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων απήντησε διά του από 5 Ιουνίου 1903 Γράμματος του Πατριάρχου Δαμιανού, παρατηρούντος, σχετικώς, ότι «υφ' ας σήμερον η εν τη Ανατολή Ορθόδοξος Εκκλησία διατελεί συνθήκας, υπό των οπαδών της Καθολικής και της των Διαμαρτυρομένων Εκκλησίας αδιαλείπτως διά των προσηλυτιστικών ενεργειών προσβαλλομένη, πάσα περί μεταρρυθμίσεως του κρατούντος ημερολογίου και δη εττί προτιμήσει του Γρηγοριανού απόφασις έσται επί βλάβη της Ορθοδοξίας»(65). Την όλην, κατά ταύτα, βαρύτητα, επί του ασκουμένου προσηλυτισμού εκ μέρους των τε λατίνων και των διαμαρτυρομένων εις βάρος του ορθοδόξου πληθυσμού ο Πατριάρχης Δαμιανός ρίπτων, ηύχετο όπως «οι εν τή Δύσει χριστιανικοί λαοί έλθοιεν εις επίγνωσιν του αντιευαγγελικού και διά το σχέδιον της παγκοσμίου χριστιανικής ενότητος ολεθρίου του υπ' αυτών υποστηριζομένου έργου του προσηλυτισμού» οπότε «ουδέν ασυνεπές ποιήσει η Ορθόδοξος Εκκλησία παραδεχομένη το υπό της επιστήμης κατά το εφικτόν ακριβές υποδεικνύμενον ημερολόγιον, προς τε χρονομετρικήν όσον ένεστιν ακρίβειαν, προς τε ευκολίαν εν ταίς βιοτικαίς συναλλαγαίς, αλλά μην και προς δόξαν Χριστού»(66) συνευδοκών, υττό την επιπρόσθετον προϋττόθεσιν της εν ομοφωνία των μελών της υπ' ουρανόν Ορθοδοξίας λήψεως αποφάσεως, εις την αλλαγήν του τε ημερολογίου και του εορτολογίου, καίπερ ειδώς τους κανονικούς λόγους οίτινες απέκλειον την λύσιν ταύτην(67).

Το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων, κατά ταύτα, εδήλου ότι α) ένεκα του διενεργουμένου υπό των ετεροδόξων εν τη Ανατολή προσηλυτισμού εις βάρος των ορθοδόξων, πάσα περί μεταρρυθμίσεως του κρατούντος ημερολογίου κατά το λατινικόν πρότυπον απόφασις, έμελλε να παράσχη όπλα εις χείρας των προπαγανδιστών εις βάρος της Ορθοδοξίας, εμφανιζομένης ως αποδεχομένης, εν τω ζητήματι του ημερολογίου, την παπικήν λύσιν, β ) εις ην περίπτωσιν όμως οι ετερόδοξοι θα έτταυον την προσηλυτιστικήν αυτών δραστηριότητα, θα ηδύνατο η Ορθόδοξος Εκκλησία να αποδεχθή το υττό της επιστήμης προβαλλόμενον τελειότερον ημερολόγιον ήτοι το Γρηγοριανόν και γ) εν τοιαύτη δε περιπτώσει θα περιήρχετο βεβαίως εις αργίαν ο Ζ' Αποστολικός κανών περί του καθορισμού της ημέρας εορτασμού του Πάσχα, αλλά του ζητήματος μη όντος δογματικού, ουδέν το κωλύον την Εκκλησίαν όπως εν ομοφωνία πανορθοδόξω αποφασίση περί ημερολογίου κατά τα πορίσματα της επιστήμης(68).

Η Εκκλησία Ρουμανίας, απαντώσα τη 6η Ιουνίου 1903, ετάσσετο κατά της μεταβολής του κρατούντος ημερολογίου, φρονούσα ανεπιφυλάκτως ότι «ούτε διά του δακτύλου επιτρέπεται ημίν να θίξωμεν τας απηρχαιωμένας ατrοφάσεις, αίτινες αποτελούσι την ημετέραν εκκλησιαστικήν δόξαν»(69).

Η Εκκλησία της Σερβίας διά της από 6 Ιουνίου 1903 απαντήσεως αυτής, διεπίστου, συμφώνως τη ειδική εισηγήσει του Μητροπολίτου Ιννοκεντίου, την χρονομετρικήν ανακρίβειαν του τε Ιουλιανού και του Γρηγοριανού Ημερολογίου και τα επιζήμια επακόλουθα της ανακριβείας ταύτης, προύτεινε δε την καθιέρωσιν νέου ορθού υπολογισμού του χρόνου «λαμβανομένου υπ' όψει του θρησκευτικού και κανονικού μέρους του ημερολογίου»(70) ούτινος την ρύθμισιν επαφίετο εις την εκκλησιαστικήν Αρχήν.

Τέλος, η Εκκλησία του Μαυροβουνίου, εν τη από 28 Αυγούστου 1903 απαντήσει αυτής, συνίστα επιφυλακτικότητα έναντι του Ημερολογιακού «διότι, ως γνωστόν, η μεταβολή του Ημερολογίου εξυπονοεί την μεταλλαγήν του Πασχαλίου, τ.έ., παντός του εκκλησιαστικού συστήματος και του υπολογισμού της ενιαυσίου περιόδου και των κινητών εορτών»(71) και εφίστα την προσοχήν των Ορθοδόξων Εκκλησιών επί του ενδεχομένου της δυσαρεσκείας των πιστών, εκ τυχόν μεταβολής του ημερολογίου, και της δημιουργίας δυσαρέστων καταστάσεων, περί ων ευγλώτως μαρτυρεί η Εκκλησ. Ιστορία.

Κατά τας εκτεθείσας ώδε απόψεις των αγιωτάτων Εκκλησιών, συνάγεται το συμπέρασμα, ότι η θέσις αυτών έναντι του Ημερολογιακού ζητήματος ήτο, διά τας τότε συνθήκας, αρνητική, εν επικλήσει ποικίλων εκάστοτε πλην σοβαρών λόγων, ων ένεκα δεν εκρίνετο ως αναγκαία ή ευκταία η οιαδήποτε μεταβολή. Μη αποκλείουσαι, ουχ' ήττον, το δυνατόν μελλοντικής τινος ημερολογιακής τροποποιήσεως αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι(72) έθετον όρους τινάς μέλλοντας όττως απαραιτήτως ισχύσωσιν εν περιπτώσει καθ' ήν, εν τω μέλλοντι, θα αντιμετωπίζετο τοιούτο ενδεχόμενον. Οι όροι δε ούτοι ήσαν οι εξής : α) θα έδει πάσης ημερολογιακής μεταβολής να προηγηθή κοινή πασών των Ορθοδόξων Εκκλησιών συμφωνία, β) να μη παραβιασθώσιν αι σχετικαί προς το Πασχάλιον διατάξεις και γ) να αποφευχθή πάσα του πληρώματος της Εκκλησίας ταραχή και διάστασις. Γενικώς ειπείν το όλον θέμα δεν ενεφάνιζεν, αρχομένου του κ' αιώνος, ωριμότητα προς επίλυσιν, παρά το γεγονός ότι κατέκτα συνεχώς έδαφος η αναγκαιότης αυτής, εν όψει και των, επί του ττολιτικού πεδίου, εξελίξεων ως προς την αποδοχήν νέου, τελειοτέρου, ημερολογίου εκ μέρους των ευρωπαϊκών χωρών(73).





Σημειώσεις

61. Χρυσοστόμου (Α') Αρχιεπισκόπου Αθηνών... Η διόρθωσις... σ. 8, Αρχιμ. Θ. Στράγκα, ένθ. άνωτ. τ. Α' σ. 541. Βλ. και υποσημείωσιν 79.

62. Αρχιμ. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Το Γρηγοριανόν Ημερολόγιον εν τη Ανατολή, ένθ. ανωτ. σ. 219. Ανθίμου, Μητροπολίτου Βιζύης; ένθ. ανωτ: σ. 33.

63. «Ε.Α.» 1903 σ. 485. Ανθίμου, Μητροπολίτου Βιζύης, ένθ. ανωτ. σ. 34.

64. Αρχιμ. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ. ανωτ. σ. 220.

65. «Ε.Α.» 1903 σ. 484. «Ν. Σιών», Α' σ. 200. Κατά τον Κ. Ψάχον «η διαφορά του ημερολογίου και αι μικραί διαφοραί ημών αι εκκλησιαστικαί προς την Δύσιν ιδία δε προς τον Παπισμόν και τας άλλας Εκκλησίας, διέσωσαν και διετήρησαν αλώβητον επί σειράν μακρών αιώνων την ημετέραν Ανατολικήν Ορθόδοξον του Χριστού Εκκλησίαν» Βλ. Κ. Ψάχου, Το ορθόδοξον Ημερολόγιον, εν: «Η.Φ.Ο.» 1928 φ. 5 σ. 3.

66. Αρχιμ. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, ένθ. ανωτ. σ.230. «Ν. Σιών» τ. Α' σ. 200.

67. Ούτως ο Πατριάρχης Δαμιανός παρεδέχετο ότι «η του επιστημονικώς τελειοτέρου ημερολογίου (δηλ. του Γρηγοριανού) παραδοχή περιάξει εις αργίαν τον τε Αποστολικόν κανόνα τον απαγορεύοντα την εορτήν του Αγίου Πάσχα «προ της εαρινής ισημερίας μετά των Ιουδαίων τελεϊν» και την από της αγίας Οικουμενικής πρώτης Συνόδου κεκρατηκυίαν συνήθειαν, ίνα η του Πάσχα εορτή εορτάζηται την Κυριακήν την μετά την πρώτην πανσέληνον της εαρινής ισημερίας. Αλλά των ηθικών αιτίων αφ' ων ο τε Αποστολικός κανών και η συνήθεια απέρρευσεν, ουκέτι υφισταμένων, πρόδηλον ως ουδέν το κωλύον από δογματικής απόψεως την ορθόδοξον Εκκλησίαν εν ομοφωνία των μελών αυτής ετέρως συμφώνως προς τα αληθή της επιστήμης πορίσματα τα περί του ημερολογίου διατάξασθαι» Πρβλ. εν: «Ανάπλασις» 1928 σ. 45. Αντιθέτως ο 'Αρχ/πος Ιορδάνου Τιμόθεος, γράφων εν έτει 1923 ττερί του Ημερολογιακού και αναφερόμενος εις τας καταβαλλομένας προσπαθείας ίνα και αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι προσλάβωσι το Γρηγοριανόν Ημερολόγϊον, υπεγράμμιζε την ανάγκην όπως προληφθώσιν «αι δυσμενείς συνέπειαι αίτινες προκύπτουσιν εις βάρος του ορθοδόξου ονόματος διά της αποδοχής του Γρηγοριανού εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία κυρίως διά τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Αντιοχείας, έξαιρετικώς δε διά το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων». (Τ.Π. Θέμελη, Περί του Ημερολογίου, εν: «Ν. Σιών» ΙΗ' σ. 299).

68. Αξιοσημείωτον εν τούτοις είναι το γεγονός ότι ο «Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομος εν τη εαυτού «Αναιρέσει:.» ανεφέρθη εις μόνην την υπό στοιχείον α' απόφανσιν, παραλείψας τας λοιπάς δύο, εξ ων διασαφηνίζεται αρκούντως η θέσις του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων έναντι του ημερολογιακού. (Βλ. Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης, Αναίρεσις του ελέγχου του Αρχιεπισκόπου...σ. 40. «Εκκλησία» 1937 σ. 375).

69. «Ε.Α.»1903, σ:487. Ανθίμου, Μητροπολίτου Βιζύης,ένθ.ανωτ. σ. 35-36.

70. «Ε.Α.» 1903, σ. 487. Ανθίμου, Μητροπολίτου Βιζύης, ένθ. ανωτ. σ. 36.

71. «Ε.Α.» 1903, σ. 488. Ανθίμου, Μητροπολίτου Βιζύης, ενθ. ανωτ. σ. 488.

72. Το ενδεχόμενον εν τούτοις τοϋτο αποκλείων εκ προοιμίου ο «Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης» Χρυσόστομος, επεκαλείτο εις επίρρωσιν της γνώμης αυτού ταύτης το γεγονός ότι το Ιουλιανόν Ημερολόγιον αποτελεί την συνισταμένην του ορθοδόξου εορτολογίου, των τε κινητών και ακινήτων εορτών ως και την πυξίδα του Κυριακοδρομίου, των νηστειών, των λειτουργιών και άπαντος του λατρευτικού συστήματος της Εκκλησίας. Βλ. Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης, Αναίρεσις του «ελέγχου» ...σ. 44-45.

73. Η Διεθνής Ένωσις Ακαδημιών, συνελθούσα εν Πετρουπόλει τω 1913, διώρισεν Επιτροπήν προς μελέτην του ζητήματος απλοποιήσεως του ημερολογίου. Αι χώραι-μέλη απεφάνθησαν υπέρ της ενοποιήσεως των ημερολογίων. Την αυτήν ευχήν διετύπωσε και ρύθμισις του ημερολογίου, εν: «Ορθοδοξία» 1931 σ. 533-534.


Περιεχόμενα